Η κούρσα για τη διαδοχή της Ανγκελα Μέρκελ γίνεται ανάμεσα στον μετριοπαθή και ελάχιστα αρεστό στην κοινή γνώμη της Γερμανίας, Αρμιν Λάσετ και τον δημοφιλή χαρισματικό «άνθρωπο του λαού», Μάρκους Ζέντερ.
Σωστά; Λάθος, γράφει ο Πολ Τέιλορ στο Politico και εξηγεί γιατί η απόφαση για το μέλλον της Γερμανίας και της Ευρώπης δεν είναι απλά ένας διαγωνισμός ομορφιάς που βασίζεται αποκλειστικά στις δημοσκοπήσεις του μήνα.
Ο Λάσετ, πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), βαδίζει στα κεντροδεξιά χνάρια των ευρωπαϊστών Κόνραντ Αντενάουερ και Χέλμουτ Κολ. Στόχος του να συνεργαστεί με τη Γαλλία για να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Ο Ζέντερ, πρωθυπουργός της Βαυαρίας και πρόεδρος της Χριστιανοκοινωνικής Ενωσης (CSU), είναι δεξιός λαϊκιστής με στενότερο φίλο του στο εξωτερικό τον αυστριακό καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς, με τον οποίο συμφωνεί ότι για όλα φταίει η ΕΕ -ή η Μέρκελ- και ότι τα σύνορα της Ευρώπης πρέπει να είναι κλειστά.
Επειδή όμως, η ακροδεξιά του ρητορική αποδείχθηκε αντιδημοφιλής, και επειδή στο μυαλό του βρισκόταν από παλαιότερα η καρέκλα του καγκελάριου, είπε να κάνει τα τελευταία τρία χρόνια βήματα προς το κέντρο, που συγκροτεί το μεγαλύτερο μερίδιο των γερμανών ψηφοφόρων.
Το Politico όμως, δεν ξεχνά το παρελθόν του και βοηθά και τους αναγνώστες του να το θυμηθούν (οι Ελληνες μάλιστα, έχουμε έναν λόγο παραπάνω):
Παράδειγμα πρώτο: Το 2012, στην χειρότερη περίοδο της δεκαετούς κρίσης της χώρας μας, ο Ζέντερ υποστήριζε φανατικά την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ λέγοντας χαρακτηριστικά, «αρκετά έμειναν οι Ελληνες με τη μαμά τους (τη Γερμανία)». «Δεν πιστεύω ότι πρέπει να δώσουμε περισσότερα χρήματα στην Ελλάδα, πιστεύω ότι η Ελλάδα πρέπει να φύγει από την ευρωζώνη».
Τα ίδια έλεγε ακόμα και το 2017, για εσωτερική κατανάλωση πλέον, εμμένοντας στην άποψή του ότι «η Ελλάδα είναι απίθανο να επιβιώσει στην ευρωζώνη μακροπρόθεσμα».
Παράδειγμα δεύτερο: Το 2015, όταν η Μέρκελ άνοιξε τις πόρτες της Γερμανίας, καλωσορίζοντας ένα εκατομμύριο πρόσφυγες, ο Ζέντερ καλούσε για μαζικούς και αυστηρούς περιορισμούς στο Προσφυγικό με όρια για κάθε χώρα. «Δεν μπορούμε να σώσουμε τον κόσμο», έλεγε, αναγκάζοντας τον τότε αρχηγό του κόμματός του, Χορστ Ζεεχόφερ, να πάρει αποστάσεις, λέγοντας ότι δεν πρόκειται να αμφισβητήσει το δικαίωμα στο άσυλο.
Εναν χρόνο αργότερα, ο Ζέντερ είπε ότι η πολιτική της Μέρκελ δεν είναι δημοκρατικά θεσμοθετημένη και ότι πολλοί Γερμανοί πιστεύουν ότι ήρθε η ώρα να αντικατασταθεί το καλωσήλθατε στους πρόσφυγες με την «κοινή λογική» και να κλείσουν τα σύνορα.
Το 2018, ζήτησε η Βαυαρία να διώχνει αιτούντες άσυλο που φτάνουν από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά μετά το πήρε πίσω.
Παράδειγμα τρίτο: Το 2013, ως υπουργός Οικονομικών της Βαυαρίας, προσέφυγε στο Συνταγματικό Δικαστήριο ζητώντας να παύσει η υποχρέωση πλούσιων κρατιδίων, όπως το δικό του, να δίνουν χρήματα στα φτωχότερα, όπως του Αμβούργου, της Βρέμης και τα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. «Το σύστημα τιμωρεί όσους εργάζονται σκληρότερα», είχε πει.
Παράδειγμα τέταρτο: Ως επικεφαλής της ομάδας των πρωθυπουργών των 16 κρατιδίων, που συνομιλούν με την Μέρκελ για τα μέτρα για την πανδημία, μέχρι αυτή την εβδομάδα, είχε το πάνω χέρι στις αποφάσεις, κάτι που του έδινε προεδρικό αέρα. Δεν τον σταματούσε όμως από το να επιτίθεται στην Κομισιόν για τη διαχείριση των εμβολίων και από το να διαπραγματεύεται μόνος του με τη Ρωσία για να αγοράσει Sputnik για τους βαυαρούς κατοίκους, όταν το ρωσικό εμβόλιο εγκριθεί από την ΕΜΑ.
«Ως συνήθως με τον Μάρκους Ζέντερ, πρέπει να αναρωτηθούμε αν ο πολιτικός που αγκαλιάζει τα δέντρα, στηρίζει τις γυναίκες, προστατεύει τις μέλισσες και φροντίζει το περιβάλλον είναι αληθινός ή πρόκειται για ένα ελκυστικό νέο προσωπείο του», γράφει στην Die Zeit η Μάριαμ Λάου.
Η διαφορά του Λάσετ
Αντίθετα, οι κεντρώες πολιτικές του Αρμιν Λάσετ, ήταν αυτές που τον βοήθησαν να κερδίσει τις εκλογές στην παραδοσιακά σοσιαλδημοκρατική καρδιά της βιομηχανικής κοιλάδας του Ρουρ, το 2017, παρά τις επιφυλάξεις του λαού για την πολιτική της Μέρκελ απέναντι στους πρόσφυγες και μετανάστες, σημειώνει ο Τέιλορ.
Η βασική του διαφωνία με την καγκελάριο – προσθέτει-είναι η συγκρατημένη προσέγγιση της στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Παραπονιέται ότι ενώ ο Εμανουέλ Μακρόν κάνει προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση η Γερμανία αργεί να απαντήσει και υποστηρίζει ένα μεγαλόπνοο σχέδιο α λα Κολ, για την ενίσχυση της ΕΕ μετά το Brexit.
Στην υπόλοιπη εξωτερική πολιτική, ακολουθεί τον δρόμο της Μέρκελ στη διατήρηση καλών σχέσεων με Κίνα και Ρωσία προς όφελος της γερμανικής οικονομίας παρά τις γεωπολιτικές τους διαφορές.
Εν τέλει, το πραγματικό δίλημμα στη Γερμανία είναι αν οι συντηρητικοί ψηφοφόροι θέλουν για ηγέτη τους έναν ευρωπαϊστή μετριοπαθή πολιτικό από τη Ρηνανία ή έναν δεξιό (και ακόμα παραπέρα) λαϊκιστή από τις Αλπεις. Ο,τι και αν λένε τα γκάλοπ της εβδομάδας, δεν υπάρχει εγγύηση ότι o δεύτερος θα βγει νικητής τον Σεπτέμβριο, αποφαίνεται μάλλον σωστά το Politico.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News