784
|

Η κυρία Βούλα

Protagon Team Protagon Team 22 Δεκεμβρίου 2015, 13:25

Η κυρία Βούλα

Protagon Team Protagon Team 22 Δεκεμβρίου 2015, 13:25

«… για ένα πράγμα μετάνιωσα στη ζωή μου. Ούτε για τον άντρα μου, ούτε για τη δουλειά μου, ούτε για τις επιλογές μου. Εντάξει έκανα και κάποια μικρολαθάκια, αλλά τίποτε σημαντικό. Μετάνιωσα που δεν έβγαλα δίπλωμα οδήγησης. Που δεν έμαθα να οδηγώ. Αλλά πού να το φανταστώ ότι θα πέθαινε η θειά μου και θα μ’ άφηνε τέσσερα σπίτια. Κι αυτή η χαμένη, ούτε παντρεύτηκε, ούτε παιδιά έκανε, ούτε που γνώρισε άντρα. Παρθένα πέθανε. Πώς γίνεται να περάσεις μια ζωή, χωρίς να τον χαϊδέψεις λίγο… Με τις κόρες μου δεν έχω παράπονο. Και η μεγάλη δεν παντρεύτηκε αλλά το γλέντησε. Μου το ξέκοψε απ’ την αρχή. Μάνα, εγώ γάμους και τέτοια δε γουστάρω.»

Ανοιξε καινούργιο πακέτο ΚΑΡΕΛΙΑ slim και με αργές κινήσεις τράβηξε το πρώτο τσιγάρο. Θάβαζα στοίχημα ότι η συγκεκριμένη κίνηση, ήταν από τις μικρές χαρές που ακόμα απολάμβανε στην ζωή της. Έβαλε το τσιγάρο στο στόμα και το άναψε με την καύτρα του προηγούμενου που σιγόκαιγε στη σταχτοθήκη. Ο κομμωτής είχε προλάβει να καθαρίσει τα μαλλιά μπροστά από τα μάτια μου και μπορούσα να την διακρίνω καλύτερα. Η κυρία Βούλα. Σίγουρα πάνω από εβδομηνταπέντε, φαινόταν δουλεμένη γυναίκα, με ντύσιμο όμως και περιποίηση σε μαλλί και νύχια, εύπορης αστής. Η κούραση στα μάτια της όμως, ερχόταν σε απόλυτη αντίθεση με την εμφάνισή της. Δεν την είχα προσέξει ιδιαίτερα όταν έμπαινα στο κομμωτήριο. Παρόλο που τους πρόλαβα στην πόρτα, όρθιους μαζί με τον κομμωτή, έτοιμους να πάνε κάπου. «Α, κυρία Βούλα, τώρα δε γίνεται. Ήρθε πελάτης. Αν θέλεις να περιμένεις και θα σε πάω αργότερα.» Στεκόταν μπροστά μου, στηριζόμενη στο μπαστουνάκι της και με υποδέχτηκε μ΄ένα μεγάλο χαμόγελο. Δεν φάνηκε να ενοχλήθηκε ιδιαίτερα που χάλασα την «αποστολή» της με τον κομμωτή. Το αντίθετο μάλιστα. Σαν να χάρηκε που απέκτησε καινούργιο ακροατήριο…

«…η μικρή μου κόρη όμως, ακριβώς το αντίθετο. Παντρεύτηκε, έκανε παιδιά. Πολύ αποφασιστικό αυτό το παιδί. Είπε θα κόψω το τσιγάρο και τόκοψε αμέσως. Σαν τον πατέρα της. Κι αυτός είπε θα κόψω το τσιγάρο και το έκοψε. Μετά βέβαια μου είπε πως θα κόψει και το σεξ. Εγώ όμως δεν θέλω να κόψω το σεξ. Πώς θα γίνει αυτό;  Τέλος πάντων. Με ρωτάει η συμπεθέρα, κάνεις τίποτε; Τι μπορώ να κάνω δηλαδή; Ετσι όπως έγινα εγώ μετά την εγχείρηση στη μέση, χρειάζομαι τρείς. Εδώ νέα κοριτσάκια ψάχνουν έναν και δε μπορούν να τον βρούν. Θα βρω εγώ τρείς.  Δύο να με κρατάνε και ένας να με πηδάει…»

Γύρισε προς το μέρος μου και μου ζήτησε συγνώμη για την αθυροστομία της. Της απάντησα «Ελεύθερα». Η φωνή της όμως είχε εκείνη τη χροιά, που ήμουν σίγουρος, πως ότι αν της έλεγα ότι ενοχλήθηκα θα με έγραφε κανονικότατα.

«…έζησα πενήντα χρόνια με μητριά. Ολα αυτά τα χρυσαφικά που φοράω – και δεν ήταν λίγα – όλα δικά της ήταν. Την κοίταξα όμως. Ακόμα και στην κόρη μου, έβαλα το δικό της όνομα. Δεν έβαλα της μάνας μου. Τριάντα εννέα χρονών πέθανε η μάνα μου. Και εγώ δεν έβαλα τ’ όνομα της…  Και την θεία μου την κοίταξα. Δυο γριές, μια ζωή. Και τώρα μ’ αφήσανε ένα σκασμό λεφτά, αλλά τώρα είμαι κι εγώ γριά.»

Οι τελευταίες της λέξεις, έδειξαν να την συγκινούν. Σαν από αντίδραση, ξεκίνησε να σηκώνεται από τον καναπέ του κομμωτηρίου. Νικολάκη, άστο για σήμερα. Δεν πειράζει θα πάρω ταξί. Ο κομμωτής, σταμάτησε για λίγο ν’ ασχολείται με τρίχες και την συνόδευσε στην πόρτα. Γυρίζοντας με κοίταξε με αστραφτερή ματιά και ένα ελαφρό μειδίαμα. Δεν χρειάστηκε να ρωτήσω τίποτε. Μου είπε για την θεία της, για την μητριά της, για τις κόρες της, για τον άντρα της, όλα. Πενήντα χρόνια βιοτεχνία η κυρία Βούλα, γαζώτρια. Δέκα, δώδεκα ώρες δουλειά, δυο παιδιά και πάντα με μια γριά μέσα στο σπίτι. Ενα διάστημα μάλιστα και δύο. Που και οι δύο από φόβο μην τις παρατήσει μετά, όσο ζούσαν δεν τις έδιναν τίποτε. Μα όταν πέθαναν της άφησαν ακίνητα και τώρα μόνο τα νοίκια που εισπράττει είναι μια μικρή περιουσία. Και προσπαθεί να τα χαρεί. Πάει κάθε μέρα στο κομμωτήριο, κυκλοφορεί με ταξί και σήμερα είχε αγγαρέψει τον κομμωτή να την πάει με το αυτοκίνητό του στην τράπεζα να βγάλει χρήματα.

Είχα φθάσει στο πεζοδρόμιο και ο κομμωτής ακόμα μου φώναζε λεπτομέρειες από τη ζωή της κυρίας Βούλας. Είχα κανένα χρόνο να πάω για κούρεμα και τώρα ένοιωθα το κεφάλι μου πολύ πιο ελαφρύ και νομίζω πως έβλεπα πολύ πιο καθαρά. Κακά τα ψέματα, οτιδήποτε στη ζωή, όσο και αν το επιθυμείς, όσο κι αν κουραστείς και προσπαθήσεις για αυτό, αξίζει να το κατακτήσεις όταν μπορείς να το χαρείς. Η κατάκτηση του «επάθλου» από μόνη της δεν λέει τίποτε, αν όταν το κατακτήσεις δεν είσαι σε θέση να το διαχειριστείς, όταν δεν ξέρεις ή δεν μπορείς να το «οδηγήσεις»  εκεί που θέλεις. Οτιδήποτε είναι αυτό. Είτε χρήμα, είτε δόξα, είτε εξουσία. Καλά Χριστούγεννα.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News