Και τώρα τι κάνουμε; Φιλιόμαστε σταυρωτά α λα γαλλικά όπως παλιά ή στρίβουμε α λα γαλλικά (επίσης;)
Αυτό ήταν το δίλημμα του Πολ Τέιλορ, όταν πρόσφατα ένας φίλος του στο Σεν Ρεμί ντε Προβάνς στη νότια Γαλλία όρμησε και τον αγκάλιασε σύμφωνα με τον παραδοσιακό γαλλικό χαιρετισμό.
Πράγματι μετά από μια χρονιά με κανόνες κοινωνικής εθιμοτυπίας επιβεβλημένους από τις κυβερνήσεις, η ξαφνική άρση πολλών περιορισμών COVID-19 μας έβαλε σε μια ανησυχητική εποχή αβεβαιότητας. Με τις προστατευτικές μάσκες να έχουν φύγει από τα πρόσωπά μας, η υπολειπόμενη προσοχή συγκρούεται με την επιθυμία να δείξει κανείς φιλικότητα ή τουλάχιστον ευγένεια. Τι είναι ασφαλές και πώς ξέρουμε; Ποια στοργική χειρονομία μπορεί να αποδειχτεί επιζήμια για τους άλλους ή ακόμη και επικίνδυνη επιβολή; Πότε είναι αγενές να μην γυρίζεις και το άλλο μάγουλο, αναρωτιέται ο Πολ Τέιλορ με άρθρο του στο Politico.
Την περασμένη εβδομάδα έτεινε τη γροθιά του σε έναν φίλο στα εγκαίνια μιας έκθεσης σε μια γκαλερί. Εκείνος όμως απάντησε στον covid χαιρετισμό του δίνοντάς του το χέρι απλωμένο με τον παλιό γνωστό τρόπο. Το να μην ανταποκριθεί θα φαινόταν χωριατιά, ή ίσως δειλία. «Αλλά παραδέχομαι ότι ένιωσα άβολα», γράφει ο βρετανός δημοσιογράφος, και αναρωτιέται (όπως πολλοί από μας) τώρα που έχει κάνει και τα δύο εμβόλια, πρέπει να αποφεύγει τη σωματική επαφή ή αρκεί να βάλει μετά απολυμαντικό χεριών;
Εξοδος ή αδιέξοδο
Αυτό που κάνει αυτές τις αποφάσεις να μας σπάνε τα νεύρα είναι οι δυσκολίες που είχαμε να τα βγάλουμε πέρα με την πανδημία από την αρχή: η έλλειψη βεβαιότητας για τους κινδύνους μόλυνσης ή την αποτελεσματικότητα των αντιμέτρων. Η πανδημία, προς το παρόν, φαίνεται να υποχωρεί, αλλά είναι επίσης πιθανό να βαδίζουμε προς ένα τέταρτο κύμα το φθινόπωρο λόγω ενός συνδυασμού απερίσκεπτης συμπεριφοράς, κόπωσης από την κοινωνική απόσταση, αποτυχίας εμβολιασμού αρκετών ανθρώπων στις αναπτυσσόμενες χώρες και αντίστασης στον εμβολιασμό των σκεπτικιστών.
Ισως εμπιστευτήκαμε την κρίση των υπευθύνων της Υγείας και των υπουργών ή τουλάχιστον υπακούσαμε. Εξ ου και η αίσθηση του πανικού τώρα που πρέπει να πάρουμε αυτές τις αποφάσεις για τον εαυτό μας μόνοι μας. Πόσο ασφαλές μπορεί να είναι στην πραγματικότητα το να περπατάς στον δρόμο χωρίς μάσκα προσώπου τώρα, όταν μέχρι πριν από λίγες ημέρες η κακή χρήση της ήταν απειλή για τη δημόσια υγεία που επέβαλε πρόστιμο 300 ευρώ; Εχει πράγματι εξαφανιστεί ο κίνδυνος, ή κρύβεται παντού σε μέρη με πολυκοσμία, όπως νυχτερινά κέντρα και μπαρ ή γύρω από δημόσιες γιγαντοοθόνες όπου συγκεντρώνονται πολλοί φίλαθλοι για να παρακολουθήσουν τους αγώνες ποδοσφαίρου Euro 2020;
Οι κανόνες για τα εστιατόρια είναι εξίσου περίεργοι. Γιατί είναι ασφαλές να υπάρχουν έξι άτομα γύρω από ένα τραπέζι αλλά όχι οκτώ ή δέκα ή και περισσότερα; Γιατί πρέπει να φοράς μάσκα σε εσωτερικό τραπέζι κατά τον χρόνο αναμονής, αλλά όχι όταν περνάς ξυστά από ανθρώπους που τρώνε σε γειτονικά τραπέζια στη βεράντα;
Η σιγουριά της κομμώτριας
Η κομμώτρια του Πολ Τέιλορ – ας την πούμε Μαγκαλί- αντιπροσωπεύει τον μέσο γάλλο σκεπτικιστή. Φοράει μεν μάσκα για να τον κουρέψει, αλλά του είπε ότι δεν έκανε το εμβόλιο επειδή πιστεύει ότι δεν γνωρίζουμε ακόμα αρκετά για τις παρενέργειες. Ο βρετανός δημοσιογράφος τη ρώτησε αν τα όσα γνωρίζουμε για τα συμπτώματα της COVID-19 και τον κίνδυνο θανάτου δεν υπερτερούν της αβεβαιότητας σχετικά με τους κινδύνους από τα πρόσφατα αναπτυγμένα εμβόλια. Η γαλλίδα κομμώτρια σήκωσε τους ώμους της και είπε ότι ήταν σίγουρη πως δεν θα κολλήσει τον ιό.
Ωστόσο, αν αρκετά άτομα όπως η Μαγκαλί συνεχίσουν να αρνούνται τον εμβολιασμό, ίσως είμαστε όλοι λιγότερο ασφαλείς. Αλλά η «κυρία δεν γυρίζει» (όπως κάποτε είχε λεχθεί για τη Μάργκαρετ Θάτσερ). Πρέπει η συμπεριφορά της κάθε Μαγκαλί να επηρεάσει τη δική μας; Πιθανώς, αλλά είναι κάτι που δεν συμβαίνει.
Σε ορισμένες χώρες, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται αυθαίρετες οδηγίες μετά από έναν χρόνο που είχαν γίνει γιο-γιο μαζί με τους αριθμούς των κρουσμάτων. Στο Βέλγιο, για παράδειγμα, μια φίλη λέει ότι έχασε την πίστη της όταν το όριο των 10 ατόμων σε υπαίθριες συγκεντρώσεις μειώθηκε και πάλι σε τέσσερα άτομα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί άνθρωποι, ειδικά οι νέοι που δεν έχουν εμβολιαστεί, δεν προσέχουν και συμπεριφέρονται πάλι όπως το 2019. Εχει περάσει τόσο πολύς καιρός – στη σύντομη ζωή τους – από τότε που μπορούσαν να κάνουν πάρτι, να φιληθούν, να χορέψουν. Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει;
«Για τη δική μου γενιά των baby boomer, 60άρηδες και 70άρηδες πια, ο φόβος της στέρησης περιστρέφεται σε μεγάλο βαθμό γύρω από τα ταξίδια», γράφει στο Politico ο Πολ Τέιλορ. Η ξαφνική διακοπή στα χρυσά μας χρόνια έχει κάνει ακόμη πιο επείγουσα την ανάγκη να εκπληρώσουμε όνειρα ζωής. Για τους περισσότερους, αυτό περιλαμβάνει τη διαγραφή μιας «λίστας» προορισμών.
Απογοήτευση και αβεβαιότητα
Σίγουρα, δεν είναι τόσο δύσκολο όσο το να βρίσκεσαι σε ένα μικρό διαμέρισμα 24 ώρες το 24ωρο, δουλεύοντας από το σπίτι περιτριγυρισμένος από ανήσυχα παιδιά και κατοικίδια. Για την ευρωπαϊκή μεσαία τάξη, όμως, το πέρασμα των συνόρων είχε αναδειχτεί σε θεμελιώδη ελευθερία, ρουτίνα σχεδόν όμοια με εκείνη του μετρό ή του λεωφορείου. Η στέρηση του δικαιώματος στην περιπλάνηση προκάλεσε απογοήτευση και κατάθλιψη.
Ωστόσο, η έλλειψη βεβαιότητας εξακολουθεί να υφίσταται. «Οσο και αν λαχταράω να επιστρέψω στον δρόμο, δεν νιώθω την ανάγκη να τρέξω στο αεροδρόμιο, να σταθώ με τις ώρες σε ουρές που μεγαλώνουν ακόμη περισσότερο εξαιτίας των τεστ COVID και της επίδειξης των εγγράφων που απαιτούνται για την επιβίβαση σε μια πτήση, με τον φόβο πιθανής καραντίνας κατά την επιστροφή να πλανάται σε μεγάλο βαθμό στον αέρα των διακοπών», γράφει ο Τέιλορ.
Και μας προτρέπει να ρίξουμε μια ματιά στη σχέση μεταξύ της πατρίδας του της Βρετανίας και της Γαλλίας όπου ζει. Το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο είχε περισσότερους κατά κεφαλήν θανάτους από COVID από σχεδόν οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη, συνεχίζει να αντιμετωπίζει τη Γαλλία ως επικίνδυνη ζώνη μολύνσεως. Και οι Γάλλοι το ανταποδίδουν καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο παλεύει με την μετάλλαξη Δ παρά τον μαζικό εμβολιασμό.
Φίλοι του βρετανού δημοσιογράφου με διπλό εμβολιασμό που χρειάστηκε να ταξιδέψουν από τη Γαλλία στο Λονδίνο τον Ιούνιο έπρεπε να πληρώσουν σχεδόν 1.500 ευρώ ανά ζευγάρι για τρία σετ υποχρεωτικών τεστ COVID, και στη συνέχεια κατά την άφιξή τους στο Ηνωμένο Βασίλειο να μείνουν σε καραντίνα για μια εβδομάδα, πράγμα που μετατρέπει το ταξίδι από ευχαρίστηση σε τιμωρία.
«Should I stay or should I go», τραγουδούν οι Clash, ωστόσο αυτή τη στιγμή η επιλογή δεν είναι δύσκολη. Το δύσκολο είναι να αποφασίσεις αν θα αγκαλιαζόμαστε ή όχι…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News