Μια από τις πιο θρυλικές μορφές του Χόλιγουντ, η Ζα Ζα Γκαμπόρ ήταν γνωστή κυρίως για τους γάμους της, εννέα τον αριθμό, την κοσμική δραστηριότητα, το glam και τα διαμάντια της, παρά για το υποκριτικό της ταλέντο.
Η Σάρι Γκαμπόρ, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1917 στην Βουδαπέστη της τότε Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας από γονείς εβραϊκής καταγωγής. Πέθανε στις 18 Δεκεμβρίου 2016 στο Λος Αντζελες. Σχεδόν πέντε χρόνια μετά τον θάνατό της, όπως αναφέρει δημοσίευμα του Reuters, η στάχτη της επέστρεψε στην γενέθλια πόλη. Και την Τρίτη 13 Ιουλίου ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο Κερεπέζι της ουγγρικής πρωτεύουσας πλάι σε άλλους διάσημους ούγγρους ηθοποιούς, συγγραφείς και ποιητές, κατά τη διάρκεια μιας τελετής με τσιγγάνικα βιολιά και τα αγαπημένα της κίτρινα και ροζ τριαντάφυλλα.
Η Σάρι ήταν η μεσαία από τις τρεις κόρες ενός ευκατάστατου ζευγαριού, του ούγγρου στρατιωτικού Βίλμος Γκαμπόρ και της Τζόλι Γκαμπόρ. Οι δύο αδελφές της, Εύα και Μάγκντα Γκαμπόρ υπήρξαν επίσης ηθοποιοί. Την δεκαετία του 1930 στέφθηκε Μις Ουγγαρία και παντρεύτηκε τον τούρκο διπλωμάτη Μπουρχάν Μπελζ. Καθώς, όμως, πλησίαζε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, έφυγε μαζί με τις αδελφές της για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αφήνοντας πίσω τον πρώτο σύζυγό της.
Ο τελευταίος σύζυγός της, Φρέντερικ Πριντς φον Ανχαλτ, με τον οποίο υπήρξε παντρεμένη από το 1986 μέχρι τον θάνατό της σε ηλικία 99 ετών το 2016, δήλωσε ότι στη διαθήκη της η Ζα Ζα Γκαμπόρ είχε εκφράσει την επιθυμία να καταλήξει στην Ουγγαρία.
Ο φον Ανχαλτ είπε ότι μετέφερε μια τεφροδόχο με τα τρία τέταρτα της στάχτης της Γκάμπορ στο Λονδίνο, στη συνέχεια στη Γερμανία και από εκεί στη Βουδαπέστη, αξιοποιώντας μια ευκαιρία να πετάξει, καθώς τα σύνορα είχαν κλείσει και οι πτήσεις ήταν απαγορευμένες εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού. Το υπόλοιπο της στάχτης της έμεινε στο Λος Αντζελες.
Η τεφροδόχος με τη στάχτη της Γκαμπόρ «ταξίδεψε στην πρώτη θέση, είχε το δικό της κάθισμα, είχε το διαβατήριό της, όλα ήταν εκεί. Ηταν το τελευταίο της ταξίδι, πάντα ταξίδευε στην πρώτη θέση, είχε τη σαμπάνια και το χαβιάρι της…», αποκάλυψε ο τελευταίος σύζυγος της σταρ.
«Και μετά φτάσαμε στη Βουδαπέστη. Αυτό ήθελε, αυτή ήταν η τελευταία της βούληση. Σίγουρα ήθελε να είναι στη Βουδαπέστη επειδή ο πατέρας της είναι επίσης θαμμένος εδώ», είπε ο φον Ανχαλτ στο Reuters. Και πρόσθεσε ότι η Γκαμπόρ ήθελε «μια γιορτή για τη ζωή, όχι κηδεία».
Ωστόσο στην τελετή-όπως δήλωσε ο ίδιος- δεν προσκλήθηκε ο ούγγρος εξάδελφος της Γκαμπόρ, Γιόζεφ Γκαμπόρ, ο οποίος είχε στενή σχέση μαζί της. Για εκείνον, η Ζα Ζα ήταν ένα «κορίτσι της Ουγγαρίας» στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Εκανε πολλά για τους Ούγγρους, είτε για εκείνους που διέφυγαν μετά την εξέγερση του 1956, είτε κατά τη διάρκεια της επιδημίας της πολιομυελίτιδας, και δεν έκανε αυτά τα πράγματα επειδή ήθελε να μπει στις ειδήσεις», πρόσθεσε.
Η Γκαμπόρ, μια από τις τελευταίες σταρ της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, διατήρησε την παχιά ουγγρική προφορά της. Και μαζί με τις δύο αδερφές της, την Εύα και τη Μάγκντα, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της κοσμικής ζωής του Χόλιγουντ. Ο γάμος της με τον βαθύπλουτο Κόνραντ Χίλτον (ιδιοκτήτη της ομώνυμης αλυσίδας ξενοδοχείων) βοήθησε καθοριστικά την καριέρα της. Εμφανίστηκε σε περισσότερες από 30 ταινίες (ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει η συμμετοχή της στην ταινία του Oρσον Γουέλς «Το Aγγιγμα του Κακού»), και παρόλο ότι το υποκριτικό της ταλέντο δεν αναγνωρίστηκε, πήρε καλές κριτικές για τις ερμηνείες της στις ταινίες «Μουλέν Ρουζ» (1952) και «Λίλι» (1953).
Τη δεκαετία του 1970, η Γκαμπόρ άρχισε να απορρίπτει μικρότερους ρόλους, λέγοντας: «Μπορεί να είμαι χαρακτήρας αλλά ως ηθοποιός δεν θέλω να είμαι καρατερίστα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News