1774
| IMDB / Creativeprotagon

Τζούλιαν Σαντς, ο αδικοχαμένος ηθοποιός με τη βυρωνική γοητεία

Κική Τριανταφύλλη Κική Τριανταφύλλη 28 Ιουνίου 2023, 17:05
|IMDB / Creativeprotagon

Τζούλιαν Σαντς, ο αδικοχαμένος ηθοποιός με τη βυρωνική γοητεία

Κική Τριανταφύλλη Κική Τριανταφύλλη 28 Ιουνίου 2023, 17:05

Ο Τζούλιαν Σαντς ήταν αγνοούμενος από τις 13 Ιανουαρίου. Φανατικός πεζοπόρος και ορειβάτης, ο 65χρονος βρετανός ηθοποιός εξαφανίστηκε αφότου ξεκίνησε για την χιονισμένη κορυφή Μάουντ Μπόλντι σε υψόμετρο πάνω από 3.000 μ. κοντά στο Λος Αντζελες. Οι καιρικές συνθήκες ήταν ασυνήθιστα κακές, με καταιγίδες και χιονοστιβάδες όλο τον χειμώνα, δυσκολεύοντας το έργο των διασωστών· οι οκτώ ερευνητικές προσπάθειες από γης και αέρος δεν απέδωσαν, ωστόσο το Σάββατο 24 Ιουνίου πεζοπόροι ανακάλυψαν ανθρώπινα λείψανα στην ορεινή περιοχή. Και δυστυχώς ο ιατροδικαστής επιβεβαίωσε ότι ανήκουν στον Σαντς.

Την περασμένη εβδομάδα η οικογένειά του δημοσίευσε μια δήλωση λέγοντας: «Συνεχίζουμε να κρατάμε τον Τζούλιαν στις καρδιές μας με φωτεινές αναμνήσεις από αυτόν ως υπέροχο πατέρα, σύζυγο, εξερευνητή, λάτρη του φυσικού κόσμου και των τεχνών και ως πρωτότυπο και συνεργάσιμο ερμηνευτή».

Ευλογημένος με ξανθά μαλλιά στο χρώμα του καλαμποκιού, ωραία μύτη και βυρωνική έλξη στις γυναίκες, ο Τζούλιαν Σαντς έγινε γνωστός χάρη στον ρόλο του απελευθερωμένου Τζορτζ Εμερσον στο βραβευμένο με Οσκαρ ερωτικό δράμα του Τζέιμς Αϊβορι «Δωμάτιο με θέα» (1985), από το ομότιτλο μυθιστόρημα (1908) του Ε. Εμ. Φόστερ. Η νεαρή Αγγλίδα Λούσι Χάνιτσερτς (Ελενα Μπόναμ Κάρτερ) τον γνωρίζει σε μια μικρή πανσιόν στην Ιταλία, όπου κάνει διακοπές με την πολύ μεγαλύτερή της Σάρλοτ (Μάγκι Σμιθ), την συντηρητική και καταπιεστική εξαδέλφη της που είναι επίσης κηδεμόνας της. Ο μυστηριώδης τρόπος σκέψης του Τζορτζ και η ευκολία με την οποία εκδηλώνει τα συναισθήματά του της προκαλούν έλξη. Και μια μέρα, που εκείνος θαυμάζει μόνος του τη θέα σε ένα λιβάδι της Τοσκάνης με παπαρούνες, η Λούσι τον πλησιάζει και φιλιούνται παθιασμένα. (Δείτε το trailer με τη σκηνή)

Μετά την κυκλοφορία της ταινίας, ο Σαντς κατακλύστηκε από προσφορές ρόλων, του ήταν, όμως, αδύνατο να τυποποιηθεί, γράφουν οι βρετανικοί Times στο αφιέρωμά τους στον δημοφιλή ηθοποιό. Στο «Gothic» (1986) του Κεν Ράσελ, υποδύθηκε τον Πέρσι Μπις Σέλεϊ, απαγγέλλοντας ποίηση ολόγυμνος μέσα σε καταιγίδα. Εμφανίστηκε στο αποπνικτικό θρίλερ «Ριψοκίνδυνοι δεσμοί» («Siesta», 1987) πλάι στην Τζόντι Φόστερ· ήταν ο συνθέτης Φραντς Λιστ στην ταινία εποχής «Ερωτική έμπνευση» («Impromptu», 1991), στην οποία έπαιζαν επίσης ο Χιου Γκραντ στον ρόλο του Φρεντερίκ Σοπέν του και η Τζούντι Ντέιβις ως Γεωργία Σάνδη· έγινε τεράστια σαρανταποδαρούσα μεταμφιεσμένη σε άνθρωπο στο σουρεαλιστικό δράμα επιστημονικής φαντασίας του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ «Γυμνό Γεύμα» («Naked Lunch», 1991), κινηματογραφική μεταφορά του ομότιτλου μυθιστορήματος  του Ουίλιαμ Μπάροους)· πρωταγωνίστησε επίσης στην ταινία τρόμου «Warlock» (1989) -ήταν ο χαρακτήρας του τίτλου, ο γιος του Σατανά που ταξιδεύει από τα τέλη του 17ου αιώνα στη σημερινή εποχή για να καταστρέψει τον κόσμο-, «ένα από τα χαμηλότερα σημεία» της καριέρας του, όπως ομολόγησε κάποτε.

Την επόμενη χρονιά έμεινε για τέσσερις ώρες κρεμασμένος  ανάποδα ενώ 40 αράχνες σέρνονταν στο πρόσωπό του και μέσα στο στόμα του, παίζοντας τον εντομολόγο Τζέιμς Αθερτον στην κωμωδία-τρόμου «Arachnophobia» (1990) του Φρανκ Μάρσαλ, η οποία μπορεί να μην ήταν ο μεγαλύτερός του θρίαμβος, τροφοδότησε, όμως, την αίσθηση του παραλόγου, που διέθετε. «Σε ένα άλλο πλαίσιο, μπορεί να ήταν σέξι», έλεγε. (Δείτε το trailer του «Warlock»)

Πρωταγωνίστησε επίσης στο «Τεμαχίζοντας την Ελενα» («Boxing Helena», 1993), μια ταινία τρόμου από την οποία αποχώρησαν τόσο η Μαντόνα όσο και η Κιμ Μπάσινγκερ, καθυστερώντας την παραγωγή με νομικές διαμάχες. Και στο γύρισμα του αιώνα έδωσε μια δυνατή ερμηνεία πρωταγωνιστώντας στο «Τέλος της σεξουαλικής αθωότητας» («The Loss of Sexual Innocence», 1999), σε σενάριο και σκηνοθεσία του Μάικ Φίγκις· η ταινία αφηγείται με μη γραμμικό και χαλαρά ασύνδετο τρόπο την πολυτάραχη σεξουαλική ζωή του Νικ, ενός βρετανού σκηνοθέτη, που ξεκινά τα γυρίσματα μιας νέας ταινίας του στην Τυνησία.

Αν υπήρχε ένα νήμα που διέτρεχε το εκλεκτικό έργο του Τζούλιαν Σαντς, αυτό θα ήταν η συχνότητα με την οποία έβγαζε τα ρούχα του μπροστά στην κάμερα, γράφουν οι Times, αν και σε συνεντεύξεις του ο ηθοποιός υποβάθμιζε τις σεξουαλικές σκηνές. «Υπάρχει μια δημιουργική ένταση αλλά όχι πραγματικά σεξουαλική», είχε πει, προσθέτοντας: «Φυσικά, οι σκηνοθέτες μού έχουν πει για στιγμές που οι άνθρωποι έκαναν αληθινά σεξ στα γυρίσματα, αλλά για μένα το σεξ δεν είναι όπως το πραγματικό σεξ. Υπάρχει πολύς κόσμος τριγύρω».

Ο Τζούλιαν Ρίτσαρντ Μόρλεϊ Σαντς γεννήθηκε στο Οτλεϊ του Γουέστ Γιορκσάιρ το 1958· ήταν ο τέταρτος από τους πέντε γιους του Μπίλι Σαντς, ενός αναλυτή εδάφους, και της συζύγου του Μπρέντα (το γένος Λιτς), που υπήρξε γραμματέας και σύμβουλος των Τόρις. Τα αδέρφια του ήταν οι Ρόμπιν, Τζέρεμι, Νίκολας και Κουέντιν. Οι γονείς τους χώρισαν, όταν ο Τζούλιαν ήταν τριών ετών και η μητέρα του μεγάλωσε μόνη της τα τρία μικρότερα αγόρια στο Γκαργκρέιβ, κοντά στο Σκίπτον, ενώ τα δύο μεγαλύτερα μετακόμισαν στο Ιστ Ράιντινγκ με τον πατέρα τους. (Δείτε το trailer του «The Loss of Sexual Innocence»)

«Η οικογένειά μου είχε αγροτική καταγωγή, δεν ήταν θεατράνθρωποι», είχε πει ο Σαντς, ο οποίος ως αγόρι συμμετείχε σε αρχαιολογικές ανασκαφές με το Πανεπιστήμιο του Λιντς. «Τα παιδικά μου χρόνια είχαν κάτι από το παραμύθι “Χελιδόνια και Αμαζόνες”, σκαρφαλώναμε στα δέντρα και σκάβαμε σε λάσπες και ρυάκια. Μου άρεσε όμως η υποκριτική στις παντομίμες του χωριού· θυμάμαι ακόμα τα πρώτα μου λόγια, στα πέντε μου, “Ο κύριός μου, ο μεγάλος Αλί Μπαμπά!”».

Ο διευθυντής του σχολείου του χωριού του τον θεώρησε αρκετά έξυπνο για μια υποτροφία και τον έστειλε στο κολέγιο Lord Wandsworth στο Λονγκ Σάτον του Χάμσαϊρ, όπου συμμετείχε σε παραγωγές των Γκίλμπερτ και Σάλιβαν. «Δεν νομίζω ότι έδειξα κάποιο ταλέντο από νωρίς, αλλά είχα ενθουσιασμό», θυμήθηκε σε συνέντευξή του.

Βρήκε τη μετακόμισή του στο Λονδίνο και στο Royal Central School of Speech and Drama «απίστευτα λυτρωτική και μποέμ», αν και για τα προς το ζην έκανε οποιαδήποτε δουλειά έβρισκε, μεταξύ άλλων και τον Αϊ Βασίλη , σε ένα πολυκατάστημα. «Ημουν αδύνατος, νέος και ξανθός, οπότε όχι το πιο προφανές κάστινγκ», θυμήθηκε σε συνέντευξή του.

Εχει πει ακόμη ότι απέρριψε πολλά επαγγέλματα: «Θα μπορούσα να είχα δουλέψει στο Σίτι, να γίνω δάσκαλος, ζωγράφος και διακοσμητής, μου αρέσει να κάνω γλυπτά με πηλό. Θα μπορούσα να είχα πάει στη Νομική, να γίνω αρχαιολόγος … πιλότος, αν και ίσως όχι επειδή είμαι ελαφρώς μυωπικός, αλλά σίγουρα επαγγελματίας ποδοσφαιριστής ή ποπ σταρ».

Εχοντας φτάσει στη δραματική σχολή με σκοπό να διδάξει, την άφησε για το θέατρο, σκηνοθετώντας το «The Dog Beneath the Skin», στο Half Moon Theatre στο Γουαϊτσάπελ του Ανατολικού Λονδίνου. Στον κινηματογράφο τον ώθησε ο Ντέρεκ Τζάρμαν, όταν γύριζε ένα βίντεο για το άλμπουμ της Μάριαν Φέιθφουλ «Broken English» (1979). Οταν ο Ντέιβιντ Μπάουι απέτυχε να εμφανιστεί για να παίξει τον διάβολο, ο Τζάρμαν του είπε: «Λοιπόν, άκου, Τζούλιαν, είσαι διαβολικός. Μπορείς να τον παίξεις».

Ακολούθησαν οι εμφανίσεις του σε περιθωριακές θεατρικές παραστάσεις, στην μίνι τηλεοπτική σειρά «A Married Man» (1983) με πρωταγωνιστή τον Αντονι Χόπκινς, και στις ταινίες «Privates on Parade» (1983) και «Oxford Blues» (1984) πριν υποδυθεί τον δημοσιογράφο Τζον Σουέιν στο βραβευμένο με Οσκαρ «Κραυγές στη Σιωπή» (1984) του Ρόλαντ Τζοφέ· η ταινία διαδραματίζεται στην Καμπότζη κατά τη διάρκεια της βάναυσης κυριαρχίας του Πολ Ποτ με πρωταγωνιστή τον Τζον Μάλκοβιτς, «ο οποίος έγινε σπουδαίος σύντροφός μου». Αργότερα ο Σαντς συναντήθηκε ξανά με τον Τζοφέ στο «Βατέλ» (2000), μια ταινία για τη ζωή του γάλλου σεφ του 17ου αιώνα Φρανσουά Βατέλ,  παίζοντας τον Λουδοβίκο ΙΔ’, «το πρώτο supermodel», πλάι στους Ζεράρ Ντεπαρντιέ, Τιμ Ροθ και Ούμα Θέρμαν.

Σε ένα πάρτι δραματικής σχολής ο Σαντς συνάντησε τη Σάρα Χάρβεϊ, μια δημοσιογράφο που, ως Σάρα Σαντς, εργάστηκε στις εφημερίδες The Sunday Telegraph και  Evening Standard και στην εκπομπή «Today» του BBC Radio 4. Παντρεύτηκαν το 1984 και απέκτησαν έναν γιο, τον Χένρι ο οποίος τώρα διευθύνει τη δική του εταιρεία SABI Strategy Group. Αλλά μετά από μερικά χρόνια, ο Σαντς έφυγε για τη Νέα Υόρκη και τελικά για το Χόλιγουντ. «Πήγα για δύο εβδομάδες για να χαλαρώσω, αλλά έμεινα», παραδέχτηκε, «Υποθέτω ότι ήταν λίγο τραυματικό, αλλά ο γάμος είχε φθαρεί»· και διαλύθηκε το 1987. (Δείτε σκηνές από τις «Κραυγές στη Σιωπή» με τον Τζούλιαν Σαντς και τον Σαμ Γουότερστον)

Μετά την επιτυχία του στο «Δωμάτιο με Θέα», ο Τζέιμς Αϊβορι κάλεσε τον Σαντς να πρωταγωνιστήσει στην επόμενη ταινία του, «Μωρίς» (987), αλλά ο ηθοποιός παραιτήθηκε λίγες εβδομάδες πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα. «Ανακοίνωσε ξαφνικά ότι δεν μπορούσε να το κάνει», είπε μπερδεμένος ο Ιβόρι στους Times. Ο Σαντς δεχόταν τότε πάρα πολλές ανάλογες προσφορές, άρχισε όμως να λέει όχι τόσο συχνά ώστε έγινε γνωστός ως «το αγόρι που δεν μπορούσε να πει ναι».

Αντίθετα, εξέπληξε τους πάντες, ίσως και τον ίδιο του τον εαυτό, εμφανιζόμενος σε μια σειρά από σκοτεινές ταινίες·  υποδύθηκε έναν ουρουγουανό διπλωμάτη στο «Wherever You Are…» («Gdzieskolwiek jest, jeslis, jest»,1988) του πολωνού σκηνοθέτη Κριστόφ Ζανούσι, μια ταινία που «παίχτηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου και ίσως στο κέντρο της Κρακοβίας, αλλά πουθενά αλλού», όπως είπε ο Σαντς. Ακόμη, έπαιξε, σε μια ταινία με «μεγάλο πνευματικό βάθος» ενός γάλλου σκηνοθέτη για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μόσχας, και στο «La villa del Venerdi» (1991), ένα ιταλικό σεξουαλικό δράμα τέχνης, στο οποίο έπαιζε έναν βασανισμένο και κακομαθημένο σύζυγο.

Για μερικά χρόνια, μετά το διαζύγιό του,  η ιδιωτική του ζωή ήταν ακατάστατη. Εκτός από τους φημολογούμενους δεσμούς του με τη Μαντόνα και τη Τζόντι Φόστερ, όταν έμενε με τον Μάλκοβιτς στη Νέα Υόρκη, γνώρισε τη θεατρική συγγραφέα και δημοσιογράφο Εβγενία Σίτκοβιτς, κληρονόμο των Γκίνες και μοντέλο του οίκου Max Factor, τότε. «Ηταν ένα σεισμικό γεγονός στη ζωή μου», είπε. Παντρεύτηκαν το 1990 και απέκτησαν δυο κόρες, τις Ιμοτζεν Μόρλεϊ Σαντς και Νατάλια Μόρλεϊ Σαντς,  ενώ ο γιος του τού χάρισε και έναν εγγονό τον Μπίλι με τον οποίο είχε μια «γλυκιά σχέση». (Δείτε το trailer της «Ευλογίας»)

Μετά το ευρωπαϊκό σινεμά τέχνης, ο Σαντς επέστρεψε σε πιο mainstream ρόλους, αν και η γκάμα τους παρέμεινε εκλεκτική. Εμφανίστηκε ως Σνέικχεντ στην Κωμωδία του Τσάκι Τσαν «Το μαγικό μενταγιόν» (2003), έπαιξε τον Χένρικ Βάνγκερ σε νεαρή ηλικία (χαρακτήρα του Κρίστοφερ Πλάμερ), στο «Κορίτσι με το τατουάζ»  (2011), και πιο πρόσφατα τον επικεφαλής γιατρό στην «Ευλογία»  («Benediction», 2021), βασισμένο στη βιογραφία του βρετανού ποιητή Σίγκφριντ Σασούν.

Σπίτι του ήταν η Δυτική Ακτή από όπου ο Σαντς, ως έμπειρος ορειβάτης που ήταν, ξεκίνησε στις αρχές της χρονιάς, παρά τον κακό καιρό για να περπατήσει στα βουνά της νότιας Καλιφόρνια. Συχνά μιλούσε για την αγάπη του για τη φύση, τον «υπέροχο τρόπο ζωής στην ύπαιθρο», το πάθος του για τη γιόγκα και την πρόθεσή του να τρέχει έναν μαραθώνιο «κάπου στον κόσμο» κάθε χρόνο.

*Ο ηθοποιός Τζούλιαν Σαντς, γεννήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1958 και άφησε την τελευταία του πνοή, τον Ιανουάριο 2023 στο Μάουντ Μπόλντι, σε ηλικία 65 ετών.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...