2136
| Reuters/Brendan Mcdermid/Creative Protagon

Τζο Μπάιντεν, ο πρόεδρος ανάμεσα στις δύο θητείες Τραμπ

Protagon Team Protagon Team 20 Ιανουαρίου 2025, 10:00
|Reuters/Brendan Mcdermid/Creative Protagon

Τζο Μπάιντεν, ο πρόεδρος ανάμεσα στις δύο θητείες Τραμπ

Protagon Team Protagon Team 20 Ιανουαρίου 2025, 10:00

Καθώς ο Τζο Μπάιντεν εκφωνούσε έναν εγκωμιαστικό επικήδειο για τον πρώην πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ στον Εθνικό Καθεδρικό Ναό της Ουάσινγκτον, την Πέμπτη 9 Ιανουαρίου, τρεις άλλοι πρώην πρόεδροι, ο Μπιλ Κλίντον, ο Τζορτζ Μπους υιός και ο Μπαράκ Ομπάμα, αλλά και ο πρώην και μελλοντικός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, τον κοιτούσαν. Ηταν πολύ δύσκολο να μη σκεφτεί κανείς ότι από όλους τους εν ζωή παριστάμενους, ο Μπάιντεν είναι ο μοναδικός πρόεδρος των ΗΠΑ που δεν υπηρέτησε δεύτερη θητεία…

Και καθώς ο Μπάιντεν, τιμούσε τον Κάρτερ, πρόεδρο επίσης της μίας θητείας, ήταν δύσκολο να μη γίνουν και άλλοι παραλληλισμού, όπως παρατήρησε και το BBC.

«Πολλοί πιστεύουν ότι ήταν ένας πρόεδρος από μια περασμένη εποχή, αλλά στην πραγματικότητα έβλεπε καλά το μέλλον» είπε ο Μπάιντεν για τον Κάρτερ. Στη συνέχεια αναφέρθηκε στα επιτεύγματα του Κάρτερ στην προώθηση των πολιτικών δικαιωμάτων, στο έργο του για την ειρήνη και τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων και στις προσπάθειές του για την προστασία του περιβάλλοντος.

Νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα ο Μπάιντεν είχε κάνει το ίδιο για τον εαυτό του, μιλώντας για το πώς θα έπρεπε να τον κρίνει η Ιστορία: «Ελπίζω η Ιστορία να γράψει ότι είχα ένα σχέδιο: να αποκαταστήσω την οικονομία και την ηγεμονία της Αμερικής στον κόσμο» είπε σε τηλεοπτική του συνέντευξη. «Και ελπίζω να καταγράψει ότι το έκανα με ειλικρίνεια και ακεραιότητα· ότι είπα αυτό που είχα στο μυαλό μου».

Το αν θα συμβεί αυτό είναι αμφισβητούμενο, όμως ο Μπάιντεν αποχωρεί από τον Λευκό Οίκο με τα ποσοστά αποδοχής του να είναι σχεδόν τα χαμηλότερα της προεδρίας του. Μόνο το 39% των ψηφοφόρων έχει θετική άποψη για αυτόν, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Gallup, από 57% που ήταν στην αρχή της θητείας του.

Ο Μπάιντεν κατέγραψε πράγματι κάποιες επιτυχίες, επισημαίνει το BBC. Πέρασε με επιδεξιότητα μια περίπλοκη νομοθεσία για τις επενδύσεις και τις υποδομές από το Κογκρέσο, παρά τις οριακές πλειοψηφίες· ενίσχυσε και επέκτεινε το ΝΑΤΟ και διόρισε έναν αξιοσημείωτο αριθμό ποικιλόμορφων δικαστών στην ομοσπονδιακή έδρα. Προς το παρόν, όμως, όλα αυτά επισκιάζονται.

Η τρέχουσα θέση του στην Ιστορία είναι ένα μεσοβασίλειο των Δημοκρατικών μεταξύ των δύο προεδρικών θητειών Τραμπ.

«Θα ήθελε η κληρονομιά του να είναι ότι μας έσωσε από τον Τραμπ» λέει στο BBC η συγγραφέας και επιτελικό στέλεχος των Δημοκρατικών Σούζαν Εστριτς. «Αλλά δυστυχώς γι αυτόν, η κληρονομιά του είναι και πάλι ο Τραμπ. Ο Μπάιντεν ήταν η γέφυρα από τη φάση Τραμπ Ενα στη φάση Τραμπ Δύο».

Θα μπορούσε να μην είναι έτσι, συνεχίζει το BBC. Ο Μπάιντεν και η ομάδα του κατακλύστηκαν από γεγονότα, άλλα υπό τον έλεγχό του και άλλα έξω από αυτόν. Πολλές από τις πιο επιζήμιες εξελίξεις ήταν απολύτως προβλέψιμες και είχαν όντως προβλεφθεί–, όμως ο πρόεδρος και η κυβέρνησή του φάνηκαν να πιάνονται εξ απίνης. Και πλήρωσαν ακριβό τίμημα.

Από το χάος της Καμπούλ στα πρώτα «λάθη»

Το πρώτο λάθος του Μπάιντεν ήταν το χάος που προκλήθηκε κατά την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν τον Αύγουστο του 2021. Οι ΗΠΑ είχαν διαπραγματευτεί την αποχώρηση τους τελευταίους μήνες της διακυβέρνησης Τραμπ, αλλά ο Μπάιντεν την υποστήριξε, παρά τις περί του αντιθέτου προειδοποιήσεις ορισμένων στρατιωτικών συμβούλων του. Οι τρομερές προβλέψεις τους αποδείχθηκαν προφητικές, καθώς η Καμπούλ έπεσε μέσα σε πανικό και αναταραχή.

Μέχρι το τέλος εκείνου του μήνα το ποσοστό αποδοχής του Μπάιντεν είχε πέσει κάτω από το 50% για πρώτη φορά, ένα επίπεδο στο οποίο δεν θα έφτανε ποτέ ξανά. Στο εσωτερικό μέτωπο η κατάσταση για τον πρόεδρο ήταν εξίσου δυσοίωνη. Μέχρι το καλοκαίρι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ είχε ξεπεράσει το 5%, για πρώτη φορά σε 30 χρόνια.

Η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν είπε τότε ότι πιστεύει πώς η άνοδος ήταν «παροδική». Ο Μπάιντεν τη χαρακτήρισε «προσωρινή». Κάποιοι εκτός της κυβέρνησης, κυρίως ο υπουργός Οικονομικών του Ομπάμα, Λάρι Σάμερς, διαφωνούσαν. Οταν ο πληθωρισμός έφτασε στο αποκορύφωμά του έναν χρόνο αργότερα, στο 9,1% τον Ιούνιο του 2022, η Γέλεν και ο Μπάιντεν παραδέχτηκαν ότι είχαν κάνει λάθος υπολογισμό.

Ωστόσο, γράφει το BBC, οι Αμερικανοί δεν ξέχασαν ούτε συγχώρησαν. Και παρότι ο μηνιαίος πληθωρισμός είχε πέσει κάτω από το 3% μέχρι το καλοκαίρι του 2024, η ανεργία παρέμενε χαμηλή, η οικονομική ανάπτυξη ήταν σταθερή και οι ΗΠΑ είχαν ξεπεράσει τις άλλες βιομηχανικές χώρες του κόσμου, οι ψηφοφόροι συνέχισαν να έχουν απαισιόδοξη προοπτική για την οικονομία.

Αλλα ζητήματα ακολούθησαν αυτό το μοτίβο: Η κυβέρνηση Μπάιντεν άργησε να ανταποκριθεί στην άνοδο, μετά την πανδημία, της παράτυπης μετανάστευσης στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού.

Μετά ήρθαν κι άλλα: Ελλείψεις σε τεστ Covid και βρεφικές τροφές, δραματική αύξηση της τιμής των αυγών, το τέλος της προστασίας των αμβλώσεων από τον νόμο Roe v Wade και οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Γάζα· για κάθε φαινομενικά απρόβλεπτη ανάφλεξη που αντιμετώπιζε η κυβέρνηση Μπάιντεν θα προέκυπταν ακολούθως δύο νέες.

Οι προκλήσεις ήταν, στην πραγματικότητα, τρομερές. Ηταν αυτές που υπέσκαψαν τους ηγέτες σε δημοκρατίες όλου του κόσμου. Ομως για τον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς το διακύβευμα ήταν ακόμη μεγαλύτερο, καθώς ήλπιζαν να αποδείξουν ότι αποτελούσαν μια ικανή και αποτελεσματική αντίσταση, όχι μόνο στον Τραμπ, αλλά και στα αυταρχικά καθεστώτα παγκοσμίως.

«Ενας ηλικιωμένος με κακή μνήμη»

Μέσα σε όλα αυτά, οι απαντήσεις από τη διοίκηση ήταν μερικές φορές ολοφάνερα ασαφείς. Οταν ρωτήθηκε, κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής συνέντευξης, σχετικά με την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου στις ΗΠΑ προκειμένου να μειωθούν οι τιμές του φυσικού αερίου, τον Νοέμβριο του 2021, η υπουργός Ενέργειας Τζένιφερ Γκράνχολμ απάντησε γελώντας: «Αυτό είναι ξεκαρδιστικό. Μακάρι να είχα το μαγικό ραβδί».

Ο Μπάιντεν, που κάποτε θεωρούνταν επικοινωνιακά προικισμένος και δεινός ρήτορας, φαινόταν όλο και λιγότερο ικανός να συνδεθεί με τον αμερικανικό λαό. Εδειχνε επίσης τα σημάδια της προχωρημένης ηλικίας του.

«Βλέποντας τον Μπάιντεν να μιλάει, σκέφτομαι, Θεέ μου, αυτός είναι ένας διαφορετικός άνθρωπος» είπε ένας ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου που υπηρέτησε στα πρώτα χρόνια της κυβέρνησης Μπάιντεν και μίλησε στο BBC υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Ισως όταν είσαι εκεί κάθε μέρα, δεν το βλέπεις» συμπλήρωσε.

Μια έκθεση του Ρόμπερτ Χουρ, ενός ειδικού εισαγγελέα που διορίστηκε για να ερευνήσει τον χειρισμό απόρρητων εγγράφων από τον Μπάιντεν, αναφέρθηκε στον πρόεδρο ως «έναν ηλικιωμένο άνδρα με κακή μνήμη», προκαλώντας αμηχανία στους Δημοκρατικούς.

Οι αλληλεπιδράσεις του Μπάιντεν με τα ΜΜΕ περιορίστηκαν και οι δημόσιες εμφανίσεις του γίνονταν αυστηρά βάσει σεναρίου. Οι λεκτικές αστοχίες και τα παραπατήματά του έγιναν τροφή για επιθέσεις από πλευράς Ρεπουμπλικανών. Αλλά ο Μπάιντεν δεν υποχώρησε, όντας αποφασισμένος να επιδιώξει και να κερδίσει μια δεύτερη θητεία.

Οι δικοί του άνθρωποι: ένας πολύ στενός κύκλος

Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του ο Μπάιντεν περιβαλλόταν από βετεράνους των κυβερνητικών υπηρεσιών, συνεχίζει το BBC. Ο υπουργός Εξωτερικών του, Αντονι Μπλίνκεν, ήταν ένας από τους κορυφαίους συμβούλους του για την εξωτερική πολιτική, από τις μέρες του Μπάιντεν στη Γερουσία. Η Γέλεν, η εκλεκτή του για το υπουργείο Οικονομικών, είχε προεδρεύσει στο παρελθόν της Ομοσπονδιακής Τράπεζας.

Εντός του Λευκού Οίκου ο Μπάιντεν επέλεξε τον Ρον Κλάιν, ο οποίος είχε εργαστεί σε Δημοκρατικές προεδρικές διοικήσεις για δεκαετίες, ως επικεφαλής του επιτελείου του. Ο Μάικ Ντόνιλον, ένας άλλος βετεράνος συνεργάτης του Μπάιντεν, υπηρέτησε ως ανώτερος σύμβουλος.

Η ομάδα ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένη στη διαχείριση των οριακών πλειοψηφιών στη Βουλή και στη Γερουσία, σημειώνοντας πρόωρες νομοθετικές νίκες ακόμη και ενόψει της ενοποιημένης αντίστασης των Ρεπουμπλικανών και της διστακτικότητας των κεντρώων, στο δικό τους κόμμα.

Το «αμερικανικό σχέδιο διάσωσης» του Μπάιντεν, το οποίο πέρασε μόλις δύο μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, περιλάμβανε σχεδόν 2 τρισ. δολάρια σε νέες κρατικές δαπάνες. Επέκτεινε τις επιδοτήσεις υγειονομικής περίθαλψης και χρηματοδότησε τη διανομή εμβολίων κατά της Covid και ένα πρόγραμμα πληρωμών που μείωσε την παιδική φτώχεια στο μισό, στο 5%.

Αργότερα εκείνο το έτος Δημοκρατικοί και ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι συνεργάστηκαν για να περάσουν ένα νομοσχέδιο για επενδύσεις σε υποδομές, το οποίο περιλάμβανε 1 τρισ. δολάρια σε νέες δαπάνες για μεταφορές, καθαρή ενέργεια, νερό, ευρυζωνικότητα και άλλα κατασκευαστικά προγράμματα.

Ακολούθησαν και άλλα, σηματοδοτώντας, σύμφωνα με το BBC, μια νομοθετική ατζέντα που λίγοι πρόεδροι στη σύγχρονη εποχή θα μπορούσαν να περάσουν στην πρώτη τους θητεία. Αλλά όλα ήρθαν μαζί με αυτό που ορισμένοι κριτικοί θεωρούν «μοιραίο πρόβλημα».

Ο Μπρέντ Τσέμπουλ, αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, υποστηρίζει ότι οι προσπάθειες του Μπάιντεν επικεντρώθηκαν υπερβολικά σε πολιτικές που χρειάζονται χρόνια για να μεταφραστούν σε οικονομικά οφέλη για τους μέσους Αμερικανούς. «Νομίζω ότι ο χρονικός ορίζοντας που σχετίζεται με αυτά τα μεγάλα νομοθετήματα δεν ήταν συγχρονισμένος με τις ανάγκες των προεδρικών εκλογών» είπε στο BBC. Ο Μπάιντεν απέτυχε να βρει τρόπους να φέρει απτά οφέλη στους ψηφοφόρους πιο γρήγορα, μια διαπίστωση που εξέφρασε και ο ίδιος σε πρόσφατη συνέντευξή του.

«Εσωτερικές διαμάχες και απογοήτευση»

Η ομάδα του αποδείχτηκε επίσης λιγότερο ικανή όταν χρειάστηκε να διαχειριστεί την καθημερινή μάχη ενάντια σε μια αντιπολίτευση που γινόταν όλο και πιο ισχυρή. Ανώτερος αξιωματούχος του Μπάιντεν είπε ότι η ομάδα του Λευκού Οίκου ήταν πιο αποφασιστική στις αρχές της προεδρίας του: «Καθώς αρχίζουν να γίνονται λάθη και χάνεις την αίσθηση ότι κάνεις μεγάλα πράγματα, η ευφορία μπορεί να δώσει τη θέση της σε εσωτερικές διαμάχες και απογοήτευση» είπε στο BBC, προσθέτοντας ότι ο κύκλος γύρω από τον Μπάιντεν έγινε πιο κλειστός καθώς η πίεση αυξανόταν.

Μετά από μια διετή ανάπαυλα, οι πολιτικοί του αντίπαλοι ξεκίνησαν έρευνες, πραγματοποίησαν ακροάσεις (για την αποχώρηση από το Αφγανιστάν, τις επιχειρηματικές συναλλαγές της οικογένειας Μπάιντεν κ.ά.), και τον Σεπτέμβριο του 2023 ξεκίνησαν επίσημα την απόπειρα παραπομπής του. Σε όλο αυτό το διάστημα η δημόσια αποδοχή του Μπάιντεν εξασθενούσε διαρκώς.

Η προεδρία του Μπάιντεν πρέπει να ιδωθεί σε δύο μισά, λέει ο Τσέμπουλ. Το πρώτο ήταν πιο ολοκληρωμένο. Το δεύτερο ήταν λιγότερο συνεκτικό. «Η αίσθηση του Μπάιντεν ότι οι ΗΠΑ τα πάνε αρκετά καλά στην μακροοικονομία οδήγησε τον ίδιο και τους συμβούλους του να πάρουν τα μάτια τους από την μπάλα, όταν πολλοί Αμερικανοί εξακολουθούσαν να υποφέρουν» εξηγεί.

Μια προβληματική προεκλογική εκστρατεία

Στις 25 Απριλίου 2023 ο Μπάιντεν επιβεβαίωσε την προεδρική υποψηφιότητά του σε ένα προεκλογικό βίντεο, προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι οι «εξτρεμιστές» του Τραμπ απειλούσαν την Αμερική. Ηταν μια απειλή που θα επαναλάμβανε τακτικά τους επόμενους μήνες. Ο Μπάιντεν διαλαλούσε το οικονομικό του σχέδιο –ασπαζόμενος τον τίτλο «Bidenomics»– και προσπαθούσε να εξηγήσει πώς θα έπεφτε ο πληθωρισμός ενώ η οικονομία θα εξακολουθούσε να αναπτύσσεται.

Τον Ιουνίο του 2023, στο Σικάγο, σε μια δεξίωση για τους δωρητές του, ο Μπάιντεν είπε: «Τα Bidenomics αφορούν το μέλλον. Τα Bidenomics είναι απλώς ένας άλλος τρόπος να πούμε “Ας αποκαταστήσουμε το αμερικανικό όνειρο”». Ο Τσέμπουλ λέει στο BBC ότι ήταν μια κακή κίνηση: «Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της άνοιξης και τις αρχές του καλοκαιριού μιλώντας κυρίως για το ότι ήταν ο πιο επιτυχημένος στα οικονομικά πρόεδρος στη σύγχρονη ιστορία. Πράγμα πολύ ασυμβίβαστο».

Στο Σικάγο, όπως και σε πολλές από τις ομιλίες του, ο Μπάιντεν κατά καιρούς σταματούσε. Τα λόγια του μερικές φορές ακούγονταν σαν μουρμουρητό και μπέρδευε τα λόγια του. Ο ίδιος, ωστόσο, επαναλάμβανε στους βοηθούς του ότι ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για να νικήσει τον Τραμπ· ότι το είχε κάνει μια φορά και θα το έκανε ξανά. Και οι βοηθοί, με τη σειρά τους, απέκρουαν τις αμφιβολίες και την αμφισβήτηση για τις ικανότητες του Μπάιντεν.

«Δεν είμαι νέος, αυτό δεν είναι μυστικό» είπε ο Μπάιντεν σε μια προεκλογική διαφήμιση. «Αλλά καταλαβαίνω πώς να κάνω πράγματα για τον αμερικανικό λαό».

Χαμάς, Χάντερ και τα τελευταία εμπόδια

Το φθινόπωρο, ο Μπάιντεν αντιμετώπισε μια ακόμη κρίση. Μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, προειδοποίησε αμέσως το Ισραήλ να μην αντιδράσει υπερβολικά.

Οπως και με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο πρόεδρος έστρεψε την προσοχή του στις παγκόσμιες υποθέσεις. Αλλά, σε αντίθεση με την Ουκρανία, στην περίπτωση της οποίας ο Μπάιντεν κατάφερε να δημιουργήσει έναν ενιαίο Δυτικό συνασπισμό κατά της ρωσικής εισβολής, η συνεχιζόμενη υποστήριξη των ΗΠΑ στο Ισραήλ διάβρωσε την υποστήριξη προς τον Μπάιντεν στο εσωτερικό.

Την ίδια στιγμή, θυμίζει το BBC, ο Μπάιντεν αντιμετώπιζε τα αυξανόμενα νομικά προβλήματα του γιου του Χάντερ, μια δίκη και καταδίκη τον Ιούνιο για οπλοκατοχή και, το πιο ανησυχητικό για τον πρόεδρο, ένα κατηγορητήριο για φορολογικές παραβιάσεις που αφορούσαν τις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές του Χάντερ.

Η δημοσιοποίηση των οικογενειακών προβλημάτων του επιβάρρυνε πολύ τον Μπάιντεν και απέσπασε την προσοχή του από την προεκλογική εκστρατεία. Τελικά, η υποψηφιότητά του κατέρρευσε στα τέλη Ιουνίου στην Ατλάντα, στο debate με τον Τραμπ. Η συγκεχυμένη και κατά περίπτωση ακατανόητη ομιλία του κατάφερε ένα θανάσιμο πλήγμα στην προεκλογική του εκστρατεία, επιβεβαιώνοντας τις κατηγορίες των Ρεπουμπλικανών –και τους φόβους των Δημοκρατικών– για την προχωρημένη ηλικία του.

Τελικά, αφού ο Τραμπ απάντησε προκλητικά σε μια αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας και πραγματοποίησε ένα θορυβώδες εθνικό κομματικό συνέδριο στα μέσα Ιουλίου, ο Μπάιντεν αποχώρησε από την κούρσα. Η νίκη του Τραμπ επί της Κάμαλα Χάρις έδειξε ότι η τελική κρίση για την πολιτική καριέρα του Μπάιντεν ήταν απόρριψη και ήττα.

Ποια θα ήταν η πολιτική κληρονομιά του Μπάιντεν αν είχε απλώς παραμερίσει, χωρίς να επιδιώξει δεύτερη θητεία; Αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει, και να γίνουν προκριματικές εκλογές για τον υποψήφιο των Δημοκρατικών, συμφωνούν οι αναλυτές. Ετσι, ο διάδοχός του θα είχε χρόνο για να παλέψει.

Σε λίγο ο Τραμπ θα ορκιστεί και πιθανότατα θα καταργήσει πολλά από όσα πέτυχε ο Μπάιντεν τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Το πόσο αποτελεσματικά θα το κάνει αυτό θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό και τη διαρκή πολιτική κληρονομιά του Μπάιντεν, καταλήγει το BBC.

Ο Τζο Μπάιντεν περνά στα χέρια των ιστορικών. Αυτοί είναι οι μόνοι στους οποίους ελπίζει πλέον.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...