Στις 26 Ιουλίου 1990, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος υπέγραψε τον νόμο για τους Αμερικανούς με Αναπηρίες, ορίζοντας ότι οι διακρίσεις σε βάρος ατόμων με αναπηρία, σε οποιαδήποτε δραστηριότητα της ζωής, είναι παράνομη. Ο πρωτοπόρος Φρανκ Λόιντ Ράιτ, όμως, είχε σχεδιάσει ένα σπίτι για τον Κεν και τη Φίλις Λοράν στο Ρόκφορντ του Ιλινόι, με ιδιαιτερότητες στην πρόσβαση, 40 χρόνια πριν από τη νομοθετική πράξη. Τότε ο Ράιτ ήταν ήδη επιτυχημένος αρχιτέκτονας, γνωστός για κατασκευές όπως το Unity Temple, το λόμπι του Rookery Building, το Robie House, Taliesin, το Arizona Biltmore Resort, το Fallingwater και το Taliesin West.
Το 1946, ο Κεν Λοράν, 26χρονος βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρέλυσε από τη μέση και κάτω όταν οι γιατροί έκοψαν κατά λάθος ένα νεύρο στη σπονδυλική του στήλη, ενώ προσπαθούσαν να του αφαιρέσουν έναν όγκο. Τα επόμενα δύο χρόνια, τις καθημερινές ήταν σε ένα κέντρο αποκατάστασης κοντά στο Σικάγο, και τα Σαββατοκύριακα πήγαινε στο σπίτι του στο Ρόκφορντ με τη σύζυγό του Φίλις. Αλλά αυτά τα Σαββατοκύριακα γρήγορα αποδείχτηκαν εκνευριστικά, καθώς το ζευγάρι προσπαθούσε να προσαρμόσει ένα κανονικό σπίτι στη νέα ζωή του Κεν, που ήταν πλέον καθηλωμένος σε μια αναπηρική πολυθρόνα. Οι Λοράν χρειάζονταν κάτι διαφορετικό, γράφει η Τζένιφερ Μπίλοκ στο Smithsonian magazine.
Η Φίλις βρήκε τη λύση το 1948, ξεφυλλίζοντας το House Beautiful. Το περιοδικό παρουσίαζε το Pope-Leighey House του Φρανκ-Λόιντ Ράιτ, ένα σπίτι με ανοιχτούς χώρους, χωρίς εμπόδια από το ένα μέρος στο άλλο. (Αυτό το σπίτι είναι τώρα ανοιχτό στο κοινό για περιηγήσεις). Το έδειξε στον Κεν και του πρότεινε να επικοινωνήσουν με τον Ράιτ για να τους σχεδιάσει ένα σπίτι. Πράγματι ο Κεν, ο οποίος είχε λάβει επιχορήγηση 10.000 δολαρίων από το Ομοσπονδιακό Ταμείο Ειδικά Προσαρμοσμένης Στέγασης για βετεράνους με αναπηρία, έγραψε μια επιστολή στον διάσημο αρχιτέκτονα με την περιγραφή της αναπηρίας του και τι χρειαζόταν, και πρότεινε στον Ράιτ να τους φτιάξει ένα σπίτι για 20.000 δολάρια.
Εκείνο τον καιρό, ο διάσημος αρχιτέκτονας ετοιμαζόταν να σχεδιάσει τη Συναγωγή Beth Sholom στην Πενσιλβανία και την οικία SAMARA στην Ιντιάνα, και να ολοκληρώσει το μουσείο Guggenheim. Του απάντησε ότι συμφωνεί σε όλα εκτός από την τιμή. Σύμφωνα με τον Τζέρι Χαϊντσζίροθ, πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Laurent House και προσωπικό φίλο των Λοράν όσο ζούσαν, ο αρχιτέκτονας απάντησε: «Αγαπητέ Λοράν: Μας ενδιαφέρει, αλλά δεν εγγυόμαστε για τα έξοδα. Ποιος ξέρει πόσα είναι σήμερα». Εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε η συνεργασία του Ράιτ και του Λοράν, ενώ άνθησε επίσης μια φιλία. Οταν το σπίτι ολοκληρώθηκε, ο Ράιτ σταματούσε συχνά εκεί όταν ταξίδευε και οι Λοράν ήταν κάθε χρόνο παρόντες στο πάρτι γενεθλίων του αρχιτέκτονα.
Πριν ξεκινήσει ο σχεδιασμός του Laurent House, ο Κεν κατέγραψε τι χρειαζόταν σε ένα σπίτι για να γίνει πιο εύκολη η ζωή του. Έστειλε στον Ράιτ μια δισέλιδη επιστολή –είναι ένα από τα δεκάδες γράμματα και έγγραφα που αντάλλαξαν μεταξύ τους ο Ράιτ, οι μαθητευόμενοί του και το ζεύγος Λοράν, τα οποία φυλάσσονται στη συλλογή του Laurent House– στην οποία αναφέρει όλα όσα μπορούσε να σκεφτεί: πιο φαρδιές πόρτες, διακόπτες και πόμολα τοποθετημένα πιο χαμηλά, και όχι διαφορετικά επίπεδα. Ο Κεν διευκρίνισε ακόμη ότι ήθελε να μπορεί να στρίβει άνετα την αναπηρική πολυθρόνα του χωρίς να χρειάζεται να κάνει πολλές κινήσεις ή να «ενοχλεί τους επισκέπτες αναγκάζοντάς τους να σηκωθούν και να μετακινήσουν τις καρέκλες τους για να του επιτρέψουν να περάσει».
«Ήταν μια πολύ στενή συνεργασία μεταξύ των Λοράν και του Ράιτ, πράγμα πολύ ασυνήθιστο για εκείνον. Αλλά ο Ράιτ αναγνώρισε ότι μόνο ο Κεν μπορούσε να του πει ποιες ήταν οι συγκεκριμένες ανάγκες του πριν ξεκινήσει τη διαδικασία του σχεδιασμού για να τις αντιμετωπίσει», λέει ο Χαϊντσζίροθ στο Smithsonianmag.
Εκτός από το σπίτι των 130 τ.μ. σε σχήμα U, ο Ράιτ σχεδίασε επίσης όλα τα έπιπλα, καρέκλες, τραπέζια, γραφεία και άλλα ενσωματωμένα έπιπλα και το έργο του ολοκληρώθηκε το 1952. Η κατοικία διατηρεί το τυπικό low-profile στυλ του Ράιτ, με καθαρές γραμμές και καμπύλα τόξα κατά μήκος του μπροστινού και του πίσω μέρους που τέμνονται σαν ένα τέλεια σχηματισμένο μάτι, και με πολλά ανοίγματα που φέρνουν τη φύση μέσα στο σπίτι.
Κόστισε συνολικά περίπου 31.000 δολάρια και οι Λοράν δεν συμμετείχαν καθόλου στον αισθητικό σχεδιασμό. Εμπιστεύτηκαν τον Ράιτ να τους δώσει ό,τι χρειάζονταν, πράγμα που έκανε ο 85χρονος (κατά τη στιγμή της ολοκλήρωσης) βραβευμένος αρχιτέκτονας.
Ο Χαϊντσζίροθ λέει ότι ο Ράιτ σχεδίασε «ένα απόλυτο έργο τέχνης» με όλες τις μηχανικές λύσεις που είχαν ανάγκη οι Λοράν. Παρατήρησε ακόμη ότι, όπως είχε πει ο Κεν, δεν θα είχε ζήσει μια πλήρη και ολοκληρωμένη ζωή χωρίς το σπίτι που σχεδίασε για εκείνον ο Ράιτ. Το σπίτι δεν κάλυπτε απλώς τις μηχανικές ανάγκες του ως άτομο με αναπηρία, αλλά του έδωσε επίσης συναισθηματική και πνευματική ικανοποίηση. Ο Κεν ήταν τόσο ερωτευμένος με το σπίτι του, που σε μια από τις επιστολές του προς τον Ράιτ έγραψε: «Τώρα που είμαστε στο σπίτι, δεν μπορούμε να θυμηθούμε πώς ήταν όταν δεν ζούσαμε εδώ».
Ολόκληρος ο σχεδιασμός του σπιτιού βασίζεται στο επίπεδο των ματιών του Κεν. Οταν στέκεσαι όρθιος, όλα φαίνονται χαμηλά –το τζάκι, οι διακόπτες, τα πόμολα, τα έπιπλα– αλλά μόλις καθίσεις, όλα είναι σωστά.
«Οταν κάθεστε, το σπίτι αλλάζει», λέει ο Χαϊντσζίροθ. «Η προοπτική αλλάζει και συνειδητοποιεί κανείς ότι είναι όπως θα έπρεπε να είναι το σπίτι. Οταν κάθεστε στις καρέκλες που σχεδίασε ο Ράιτ, βρίσκεστε στο επίπεδο ματιών του Κέν ή κάτω από αυτό πράγμα που τον έκανε να είναι το ψηλότερο άτομο στο δωμάτιο».
Ο Ράιτ σχεδίασε ακόμη και την οροφή έχοντας κατά νου την προσβασιμότητα. Είναι χαμηλή για κάποιον όρθιο και ομοιόμορφη παντού, πράγμα που όμως πρόσφερε στον Κεν αυτοπεποίθηση.
Σε γενικές γραμμές, ο Ράιτ προωθούσε με πρωτοποριακό τρόπο τη συζήτηση σχετικά με την προσβασιμότητα δεκαετίες πριν ψηφιστεί ο νόμος για τους Αμερικανούς με Αναπηρίες και το σπίτι όπως είναι τώρα πληροί το 85%-90% των απαιτήσεων του νόμου, λέει ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Laurent House.
«Ο αρχιτέκτονας πρέπει να προσπαθεί συνεχώς να απλοποιεί. Το σύνολο των δωματίων θα πρέπει στη συνέχεια να εξετάζεται προσεκτικά έτσι ώστε η άνεση και η χρηστικότητα να συμβαδίζουν με την ομορφιά», έχει πει ο σπουδαίος αρχιτέκτονας. Και πράγματι, με αυτή ακριβώς τη νοοτροπία οι αρχιτέκτονες συνεχίζουν να ωθούν τα όρια του σχεδιασμού χωρίς αποκλεισμούς.
«Κάθε πρωί, ο Κεν έβγαινε από την κρεβατοκάμαρά του και σταματούσε μπροστά από έναν τοίχο με ένα καμπύλο παράθυρο 18 μέτρων που χωρίζει το αίθριο από το εσωτερικό του σπιτιού», λέει ο Χαϊντσζίροθ. Ο Κεν τού είχε πει ότι «Κάθε πρωί, κοίταζα έξω από εκείνο το υπέροχο παράθυρο που έκανε σχεδόν αόρατο το φράγμα που χώριζε το μέσα από το έξω. Θαυμάζοντας την ομορφιά του κάθε πρωί, μου επέτρεπε να ξεχνάω την αναπηρία μου και να επικεντρώνομαι στις ικανότητές μου».
Οι Λοράν έζησαν σε αυτή την υπέροχη κατοικία για 60 χρόνια – και μεγάλωσαν εκεί δύο υιοθετημένα παιδιά. Πριν από τον θάνατό τους, το 2012, την πούλησαν στο νεοσύστατο Ιδρυμα Laurent House, το οποίο δημιουργήθηκε σύμφωνα με τις επιθυμίες τους για τη διατήρηση και την προστασία της. Το 2012, το σπίτι προστέθηκε στο Εθνικό Μητρώο Ιστορικών Χώρων και δύο χρόνια αργότερα, έπειτα από έργα ύψους 430.000 δολαρίων (365.000 ευρώ) από τον Τζον Αϊφλερ, αρχιτέκτονα του Γραφείου Wright ειδικό στις αποκαταστάσεις, η οικία Λοράν άνοιξε στο κοινό ως μουσείο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News