Η Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024 θεωρείται ήδη μια ιστορική μέρα για την Αμερικανική Δημοκρατία. Το σημείωσαν έγκυρες εφημερίδες όπως η Washington Post και οι Financial Times, καθώς αυτές τις ημέρες, σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα μετά το 2000 και την υπόθεση «Μπους-Γκορ», το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ κρίνει ένα ζήτημα που αφορά άμεσα τις προεδρικές εκλογές.
Το Δικαστήριο θα αποφασίσει, λοιπόν, αν θα επικυρώσει ή θα αντιστρέψει μια άλλη απόφαση. Αυτή που έλαβε τον Δεκέμβριο το Ανώτατο Πολιτειακό Δικαστήριο της Πολιτείας του Κολοράντο, το οποίο αποφάνθηκε ότι ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει το συνταγματικό δικαίωμα να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα στις εκλογικές διαδικασίες.
Η απόφαση αφορά τυπικά τις προκριματικές εκλογές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στο Κολοράντο, αλλά προφανώς έχει ευρύτερες διαστάσεις για το αν ο Τραμπ μπορεί να κατεβεί στις προεδρικές εκλογές. Το Ανώτατο Πολιτειακό Δικαστήριο ενεργοποίησε για πρώτη φορά στην Ιστορία το άρθρο 3 της 14ης τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος, η οποία απαγορεύει σε αξιωματούχους που έχουν εμπλακεί σε εξέγερση ή ανταρσία να κατέχουν αξιώματα. Και προφανώς αφορά τον ρόλο του κατά την εισβολή του όχλου στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021.
«Η έκβαση της υπόθεσης θα έχει συνέπειες πέραν των εκλογών του 2024, καθώς έχει πυροδοτήσει μια υπαρξιακού χαρακτήρα συζήτηση για την Αμερικανική Δημοκρατία και έχει εμπλέξει το Ανώτατο Δικαστήριο σε μια ακόμη πολιτική καταιγίδα» σημείωσε η δικαστική συντάκτρια των Financial Times Στεφάνια Πάλμα.
Στην ίδια εφημερίδα, ο καθηγητής Νομικής Γουίλιαμ Μάγκνουσον γράφει (εδώ) για όσα μπορεί να διδάξει η αρχαία Αθήνα στη σύγχρονη Αμερική για το δίκαιο και τη δημοκρατία. Αφορμή είναι η ίδια δίκη που ουσιαστικά θα κρίνει τη συμμετοχή του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2024.
Ο Μάγκνουσον σημειώνει αρχικά ότι «για έναν αυξανόμενο αριθμό παρατηρητών, συντηρητικών και φιλελεύθερων, το γεγονός ότι τα δικαστήρια παίζουν τόσο κεντρικό ρόλο είναι κάτι που πρέπει να προκαλέσει θλίψη και προβληματισμό». Προσθέτει ότι «κατά την άποψή τους, η απάντηση σε μια απειλή για τη δημοκρατία δεν είναι η δικαστική παρέμβαση, αλλά μάλλον περισσότερη δημοκρατία. Αν θέλετε να δείτε τον Τραμπ εν τέλει να ηττάται, πρέπει να τον νικήσετε σε ελεύθερες και δίκαιες εκλογές».
Με αφορμή αυτή την κρίσιμη και εξόχως διχαστική συγκυρία για τις ΗΠΑ, ο καθηγητής Νομικής του Πανεπιστημίου του Τέξας διερωτάται, λοιπόν, αν το δίκαιο και η δημοκρατία βρίσκονται σε τόσο μεγάλη αντίθεση. Αν, δηλαδή, θα πρέπει να επιλέξουν οι Αμερικανοί «μεταξύ της εφαρμογής των νόμων και της διάσωσης της δημοκρατίας».
«Πιστεύω πως όχι» απαντά αμέσως, προσθέτοντας ότι η ιστορία του δικαίου διδάσκει το αντίθετο. «Η ασφαλέστερη προστασία από την τυραννία είναι η αφοσίωση στο κράτος δικαίου. Και αυτό δεν ήταν πουθενά πιο ξεκάθαρο από ό,τι στην αρχαία Αθήνα» τονίζει ο Γουίλιαμ Μάγκνουσον.
Στη συνέχεια κάνει μια αναδρομή στο δημοκρατικό πολίτευμα της Κλασικής Αθήνας, σημειώνοντας ότι η σχέση μεταξύ δικαίου και δημοκρατίας έγινε σαφής σε μια παράξενη διαδικασία που επινόησαν οι Αθηναίοι για την εξορία των πολιτικών από το προσκήνιο. «Εισήχθη το 508 π.Χ. από τον Κλεισθένη, γνωστό ως “πατέρα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας”, και ονομάστηκε εξοστρακισμός: αποσκοπούσε στην προστασία των Αθηναίων από τα δόλια μέσα των διεφθαρμένων ανδρών» εξηγεί.
Βεβαίως, υπάρχει και η άλλη όψη, την οποία σημειώνει (εδώ) ο καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας Πέτρος Θέμελης: «Προσωπικότητες της πολιτικής ζωής της Αθήνας όπως ο Αριστείδης ο Δίκαιος, ο Θεμιστοκλής, ο Κίμων και άλλοι, είχαν εξοριστεί με αυτόν τον τρόπο, ενώ ο Περικλής, ο Αλκιβιάδης και ο Νικίας είχαν κινδυνέψει να εξοριστούν».
Κατά τον Θέμελη, που έφυγε από τη ζωή τον Οκτώβριο του 2023 και υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους έλληνες αρχαιολόγους, ο οστρακισμός ή εξοστρακισμός είχε σαφώς αρνητικό πρόσημο. «Ο οστρακισμός ήταν οπωσδήποτε μια διαδικασία αντιδημοκρατική και άκρως λαϊκίστικη, που είχε στιγματιστεί στην Αρχαιότητα – γι’ αυτό και εφαρμόστηκε για σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, 70 περίπου ετών, κατά τον 5ο αι. π.Χ.» ανέφερε στο ίδιο άρθρο του.
Από την άλλη πλευρά, ο Μάγκνουσον εστιάζει στο γεγονός ότι οι Αθηναίοι έβλεπαν τους δημοκρατικούς νόμους τους με σχεδόν θρησκευτική ευλάβεια. Σημειώνει ότι «ορισμένοι καταχράστηκαν το νομικό σύστημα για να παρενοχλούν τους εχθρούς τους, μια πρακτική που έμεινε γνωστή ως συκοφαντία», ωστόσο εκτιμά ότι «παρά τα ελαττώματα αυτά, οι Αθηναίοι συνέχισαν να πιστεύουν βαθιά στους νόμους τους. Δεν υπήρχε μεγαλύτερη απόδειξη της επιτυχίας τους από την ανθεκτικότητα της ίδιας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας».
«Σε αυτή την εποχή των σφοδρών διαφωνιών για το μέλλον της Αμερικανικής Δημοκρατίας, καλό θα ήταν να θυμόμαστε τη σοφία των Αρχαίων. Ο νόμος είναι η μεγαλύτερη προστασία μας από την τυραννία. Είναι αυτό που καθιστά δυνατή την κυριαρχία του λαού» σημειώνει κλείνοντας το άρθρο στους Financial Times ο Γουίλιαμ Μάγκνουσον.
Προφανώς εννοεί ότι το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ πρέπει να αποφασίσει χωρίς να λαμβάνει υπόψη του το πολιτικό κλίμα και τις εντάσεις της συγκυρίας. Και αν κρίνει ότι νομικά η απόφαση που έλαβε τον Δεκέμβριο το Ανώτατο Πολιτειακό Δικαστήριο του Κολοράντο ευσταθεί, τότε να «εξοστρακίσει» τον Τραμπ, αποκλείοντάς τον από τις εκλογές.
Βεβαίως, από την άλλη πλευρά, οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές στις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεριλαμβανομένων όσων ανήκουν στο φιλελεύθερο στρατόπεδο, μάλλον απεύχονται (αν δεν τρέμουν κιόλας) κάτι τέτοιο. Το οποίο μοιάζει και μάλλον απίθανο να συμβεί. Ο λόγος της ανησυχίας τους είναι, προφανώς, ο κίνδυνος να βαθύνει ακόμη περισσότερο ο διχασμός στη χώρα σε περίπτωση αποκλεισμού του Τραμπ από τις εκλογές. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι όλοι γνωρίζουν τι μπορεί να κάνει ο όχλος που εισέβαλε στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο του 2021.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News