Η αποκαλούμενη «Barbiecore», μια από πιο σύγχρονες και συναρπαστικές τάσεις της μόδας, κυρίαρχο στοιχείο της οποίας είναι το hot pink, το καυτό ροζ χρώμα, εμφανίστηκε πριν από έναν χρόνο μέσω της κοινοποίησης των πρώτων εικόνων της «Barbie», της ταινίας (από την ερχόμενη Πέμπτη στους κινηματογράφους) για την πιο διάσημη κούκλα στον κόσμο, την οποία γύρισε (γράφοντας και το σενάριο, από κοινού με τον σύντροφό της Νόα Μπάουμπαχ) η Γκρέτα Γκέργουιγκ.
Μόλις μερικές λήψεις της Μάργκο Ρόμπι, η οποία υποδύεται την κατεξοχήν Μπάρμπι, και του Ράιαν Γκόσλινγκ, ο οποίος είναι ο κατεξοχήν Κεν, με καουμπόικη αμφίεση αλλά χρώματος ροζ τσιχλόφουσκας, ήταν αρκετές για να αρχίσει να εκδηλώνεται μια συλλογική μανία για οτιδήποτε παραπέμπει στην Barbieland, στον μαγικό κόσμο της Μπάρμπι, από ρούχα και πάσης φύσεως αξεσουάρ μέχρι βερνίκια νυχιών, αλλά και αυτοκίνητα. Μάλιστα, ό,τι συνέβη, συνέβη δίχως να είναι ακόμη τίποτα γνωστό για την ταινία – ποια θα ήταν η πλοκή της και αν θα ανταποκρινόταν στις προσδοκίες των εκατομμυρίων θαυμαστών του πιο πετυχημένου δημιουργήματος της Mattel.
Κι όμως, ο κόσμος έχει πλέον τρελαθεί, όπως καταδεικνύει η σαγήνη που εξακολουθεί να ασκεί η Μπάρμπι στα πλήθη. Μετά την πρεμιέρα της ταινίας στο Λος Αντζελες στις 9 Ιουλίου και την πρώτη προβολή της στη Βρετανία την περασμένη Τετάρτη, οι θαυμαστές της, γνωρίζοντας κιόλας ότι έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής, αδημονούν να αρχίσει να προβάλλεται στους κινηματογράφους όλου του κόσμου, στο τέλος της τρέχουσας εβδομάδας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η «Barbiecore» είναι η τάση με τα περισσότερα κλικ στο διαδίκτυο, όπως αναφέρει η Σερένα Τιμπάλντι της La Repubblica, σημειώνοντας πως το κύριο μέσο της (ιδιαίτερα επιτυχημένης) καμπάνιας για την προώθηση της ταινίας ήταν η μόδα.
«Η Μπάρμπι είναι πρωτίστως και κυρίως ένα στιλιστικό πρότυπο. Είναι η τεράστια, εξαιρετική γκαρνταρόμπα της που την έκανε να ξεχωρίζει κατά τα 64 χρόνια της ζωής της, ακόμη περισσότερο από τα μυριάδες επαγγέλματα που ασκεί. Θα ήταν λοιπόν χαζό να μη χρησιμοποιούνταν αυτή η τεράστια δύναμη για την ανάδειξη της ταινίας. Ετσι, σε κάθε συνάντηση με τον Τύπο, σε κάθε εκδήλωση, σε κάθε πρεμιέρα, η Μάργκο Ρόμπι εμφανιζόταν φορώντας τα σύνολα των πιο διάσημων Μπάρμπι» συνοψίζει η ιταλίδα δημοσιογράφος.
Αναφέρεται ενδεικτικά στο ασπρόμαυρο ριγέ μαγιό της πρώτης Μπάρμπι, που αναδημιούργησε για εκείνη ο οίκος Hervé Leger, στο ροζ ταγιέρ που μεταμορφώνεται σε βραδινό φόρεμα από τη συλλογή της «Barbie Day to Night» (1985), δημιουργία του Versace, στην επίσης ροζ και έξωμη βραδινή τουαλέτα που φορούσε η «Enchanted Evening Barbie» το μακρινό 1960 και προσάρμοσε στη σύγχρονη εποχή ο οίκος της Βίβιεν Γουέστγουντ.
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επικράτησε αμέσως ενθουσιασμός, ενώ στη συνέχεια, στο πλαίσιο της εκστρατείας προώθησης της ταινίας, λανσαρίστηκαν δεκάδες θεματικά προϊόντα, κάτι που καταδεικνύει πόσο πιστεύουν κορυφαίες μάρκες, από την Polaroid μέχρι τη Maserati (σε περιορισμένη έκδοση και για φιλανθρωπικούς σκοπούς), στη γοητεία που εξακολουθεί να ασκεί στα πλήθη η Μπάρμπι.
Το ενδιαφέρον, όμως, στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι τόσο το φαινόμενο αυτό καθαυτό (η στρατηγική προώθησης είναι ξεκάθαρη και, ως εκ τούτου, πολύ δημοφιλής), αλλά το πώς προέκυψε αυτή η κατάσταση. Ακόμη και πριν από την ταινία, η τάση «Barbiecore» οφείλει τη φήμη της στο λεγόμενο «dopamine dressing», αμφίεση ντοπαμίνης σε ελεύθερη μετάφραση, με τον νεολογισμό να εκφράζει την ακατανίκητη επιθυμία για χαρούμενα και πολύχρωμα ρούχα, που προέκυψε ως αντίδραση στους μήνες των lockdown κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το φαινόμενο «Barbiecore» αποτελεί την απόλυτη έκφρασή του, εξηγεί η Σερένα Τιμπάλντι.
Επιπλέον, σήμερα το κυρίαρχο στυλ μεταξύ των νεότερων είναι και πάλι εκείνο των αρχών της δεκαετίας του 2000, όταν η αισθητική της Μπάρμπι κυριαρχούσε τόσο στην ποπ κουλτούρα –με την Πάρις Χίλτον να φοράει ροζ φουστανάκια και κορόνες–, όσο και στην πασαρέλα, με τον Dior της εποχής, όταν τον πρώτο λόγο είχε ο Τζον Γκαλιάνο, να προβαίνει στη δική του προκλητική ερμηνεία της αισθητικής της διάσημης κούκλας. Η προώθηση της ταινίας βρήκε, λοιπόν, ήδη δεκτικό το παγκόσμιο κοινό.
«Η επιλογή να μην προτείνουν τίποτα “καινούργιο” εμφανισιακά στις πρεμιέρες και να επικεντρωθούν στο vintage είναι απόλυτα σύμφωνη με την ταυτότητα της Μπάρμπι» σημειώνει ο Αντόνιο Ρούσο, συλλέκτης και ιστορικός. «Η Barbie δεν ήταν ποτέ μπροστά από την εποχή της, ούτε καν στη μόδα. Σε αυτό νομίζω ότι μοιάζει πολύ με τη Μαντόνα: και οι δύο αποτυπώνουν τις τάσεις, τις συνδυάζουν και τις επαναπροτείνουν. Το 1959, το πρώτο μοντέλο συνοδευόταν από 22 σύνολα, όλα αντιγραμμένα από τους μεγάλους δημιουργούς της εποχής. Η Μπάρμπι δεν υπήρξε ποτέ πρωτοπόρος από την άποψη της μόδας: πάντα προσέφερε στο κοινό αυτό που ήθελε».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News