Ο Φράνσις Φουκουγιάμα κατέστη γνωστός σε ολόκληρο τον κόσμο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, προβλέποντας το «τέλος της Ιστορίας».
Σύμφωνα με τον διακεκριμένο αμερικανό πολιτικό επιστήμονα και φιλόσοφο, μετά την κατάρρευση του απολυταρχικού κομμουνισμού, η φιλελεύθερη δημοκρατία της ελεύθερης αγοράς επρόκειτο να καταστεί η «τελική μορφή διακυβέρνησης» των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Σήμερα, ωστόσο, τριάντα χρόνια μετά την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, την 9η Νοεμβρίου του 1989, η οποία, σε λιγότερο από έναν χρόνο, είχε ως αποτέλεσμα την επανένωση της Γερμανίας και σήμανε την αρχή του τέλους της Σοβιετικής Ενωσης, όλοι γνωρίζουμε πως η Ιστορία κάθε άλλο παρά τελείωσε, δεδομένου ότι σημαντικός αριθμός ανθρώπων ζουν υπό μονοκομματικά καθεστώτα ενώ οι φιλελεύθερες δημοκρατίες, ειδικά κατά τα τελευταία χρόνια, επλήγησαν βαριά από την χρηματοπιστωτική κρίση και την λαϊκιστική δημαγωγία.
Η Ιστορία δεν τελείωσε γιατί «η Κίνα, η Ρωσία και το Βιετνάμ αναβίωσαν και επέτειναν τον αυταρχισμό προσαρμόζοντας τον καπιταλισμό στα σχέδιά τους. Η Τουρκία και η Αίγυπτος δημιούργησαν νέες μορφές σουλτανάτων. Και στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, η Ουγγαρία και η Πολωνία – πάλαι ποτέ φωτεινά παραδείγματα των επαναστάσεων του 1989 – τείνουν να καταστούν εκ νέου μονοκομματικά κράτη και απλά δεν το δηλώνουν. Και η Γερμανία, η οποία κάποτε ήταν ο θεματοφύλακας της Ανατολικής Ευρώπης, ταλαιπωρείται επίσης από τον δεξιόστροφο λαϊκισμό. Ακόμα και στις ΗΠΑ κυβερνά τώρα ένας αδύναμος αλλά εν δυνάμει επικίνδυνος αυταρχικός ηγέτης», όπως σημείωσε σε άρθρο του ο αμερικανός πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου Μπράιαν Κλας.
Και στην Ανατολή, τριάντα χρόνια μετά την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, μπορεί να μην υπάρχει η Σοβιετική Ενωση αλλά υπάρχει η Κίνα, η άνοδος και η εγκαθίδρυση της οποίας στη διεθνή σκηνή από το 1989 έως σήμερα, διέλυσε την πεποίθηση ότι η η προέλαση της δημοκρατίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον καπιταλισμό της αγοράς και τον οικονομικό εκσυγχρονισμό.
«Η Κίνα γίνεται ολοένα και περισσότερο αυταρχική και η ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, αντίθετα με τις προβλέψεις, δεν την μεταμόρφωσε σε “υπεύθυνο παράγοντα” αλλά σε έναν αδίστακτο καταχραστή του διεθνούς εμπορικού συστήματος», υποστηρίζει από την πλευρά της η Κοστάντσε Στελτσενμέλερ, μόνιμη συνεργάτιδα του Ινστιτούτου Brookings, κάνοντας λόγο για μια ευρύτερη κρίση του φιλελευθερισμού ανά τον κόσμο. «Η Ρωσία έχει μετατραπεί σε μια αυταρχική κλεπτοκρατία (και) οι νεοφιλελεύθερες συνταγές οδήγησαν στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2008», ανέφερε η γερμανίδα νομικός.
«Ενώ γιορτάσαμε ανέμελα την κατάρρευση του κομμουνισμού στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη, υποτιμήσαμε απόλυτα τη σημασία της επιβίωσής του στην Κίνα», επισήμανε σε κείμενό του στους λονδρέζικους Times και ο διακεκριμένος βρετανός συντηρητικός ιστορικός και ακαδημαϊκός Νάιαλ Φέργκιουσον. «Με την ευρωκεντρική νοοτροπία μας συγκεντρώναμε την προσοχή μας περισσότερο στην Τιμισοάρα (από όπου ξεκίνησε η λαϊκή εξέγερση κατά του Τσαουσέσκου) παρά στα γεγονότα της πλατείας Τιενανμέν όπου ο κομμουνισμός έδειξε το πραγματικό, αυταρχικό πρόσωπό του. Τώρα, τριάντα χρόνια μετά, η διεύρυνση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, ακόμα και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1991, φαίνονται πολύ λιγότερο σημαντικά γεγονότα σε σχέση με τη θεαματική άνοδο της Κίνας μετά το 1989».
Οικονομική επιβράδυνση και εξεγέρσεις
Η εντυπωσιακή πρόοδος των Κινέζων, οφείλεται και στο ότι διδάχτηκαν πολλά από όλα όσα έλαβαν χώρα μετά το 1989. Οταν ο Σι Τζινπίνγκ ανέλαβε την εξουσία πριν από επτά χρόνια είχε αναφέρει, μεταξύ άλλων, πως η Σοβιετική Ενωση διαλύθηκε γιατί οι ηγέτες της άλλαξαν τα ιδεώδη και τις πεποιθήσεις τους πολύ γρήγορα και πολύ ριζικά. «Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό μάθημα για εμάς», είχε επισημάνει το 2012 ο δια βίου, πλέον, πανίσχυρος πρόεδρος της Κίνας (ο οποίος θα βρίσκεται στην Αθήνα για επίσημη επίσκεψη από το βράδυ της Κυριακής, 10 Νοεμβρίου). Στο εσωτερικό της χώρας του ο Σι Τζινπίνγκ αυτοπαρουσιάζεται ως ο διάδοχος του Μάο και ένας από τους πιο «κόκκινους» ηγέτες της γενιάς του.
«Η σημερινή Κίνα αποτελεί προϊόν του 1989 τόσο όσο και οι εύθραυστες δημοκρατίες της Κεντρικής Ευρώπης», σημείωσε σε πρόσφατο κείμενό του μήνα ο Τίμοθι Γκάρτον Ας. Σύμφωνα με τον διάσημο βρετανό ιστορικό και καθηγητή Ευρωπαϊκών Σπουδών στην Οξφόρδη ο οποίος έχει συγγράψει πλήθος έργων για τα κομμουνιστικά καθεστώτα της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και τις Επαναστάσεις του 1989 «για να αποφύγουν τη μοίρα του Γκορμπατσόφ, ο Σι Τζινπίνγκ και τα υπόλοιπα μέλη της ηγεσίας του κόμματος πήραν σημαντικά μαθήματα από την κατάρρευση του κομμουνισμού στο σοβιετικό μπλοκ. Κατά την πορεία, τόσο αυτοσχεδιάζοντας όσο και με σχεδιασμό δημιούργησαν ένα υβριδικό σύστημα που θα μπορούσε να περιγραφεί ως λενινιστικός καπιταλισμός».
Η φαινομενική επιτυχία του κινεζικού μοντέλου, ωστόσο, δεν μπορεί να αποκρύψει τα πολλά προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο Σι και οι ημέτεροι του. Ο ρυθμός ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο (6%) από τις αρχές του 1992 κατά το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, καθώς ο εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ είχε ως αποτέλεσμα να περιοριστούν σημαντικά οι επενδύσεις. Και στις εσχατιές της αχανούς κινεζικής επικράτειας επικρατεί αναταραχή και σημειώνονται εξεγέρσεις. Στο Χονγκ Κονγκ έπειτα από πολλούς μήνες συγκεντρώσεων και πορειών διαμαρτυρίας, η κινεζική ηγεσία κλήθηκε να αντιμετωπίσει την πιο σοβαρή πολιτική κρίση από το 1989 και τη σφαγή της πλατείας Τιενανμέν. Και στην προσπάθειά της να πατάξει τις αποσχιστικές τάσεις μερίδας των τουρκόφωνων μουσουλμάνων Ουιγούρων στην βορειοδυτική επαρχία Σιντσιάνγκ, εφαρμόζει ένα «πρόγραμμα αποριζοσπαστικοποίησης», σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, φυλακίζοντας έως και ένα εκατομμύριο ανθρώπους σε κέντρα «αναμόρφωσης».
«Η σοβιετική ισχύς άρχισε να κλονίζεται πρώτα στην περιφέρεια. Για αυτόν τον λόγο πρέπει να παρακολουθούμε τι συμβαίνει στο Χονγκ Κονγκ, την Σιντσιάνγκ και την Ταϊβάν, όχι στο Πεκίνο», υποστηρίζει ο Νάιαλ Φέργκιουσον στο κείμενό του. «Το Τείχος του Βερολίνου έπεσε στο πλαίσιο μιας αλυσιδωτής αντίδρασης που ξεκίνησε στην Πολωνία το καλοκαίρι του 1988 και επεκτάθηκε στην Ουγγαρία και μετά στη Λειψία πριν φτάσει στο Βερολίνο. Και μετά το Βερολίνο, έφτασε ακόμα πιο μακριά, στη Σόφια, στην Πράγα, στην Τιμισοάρα, στο Βουκουρέστι και μετά στο Βίλνιους, όπου τον Μάρτιο του 1990 ανακηρύχθηκε η ανεξαρτησία της Λιθουανίας, και τελικά στη Μόσχα το 1991».
Το καλοκαίρι του 1989 ο 25χρονος, τότε, Φέργκιουσον βρισκόταν στο Βερολίνο και είχε προβλέψει την πτώση του Τείχους, γράφοντας, μάλιστα, ένα σχετικό άρθρο για τις βρετανικές εφημερίδες το οποίο, ωστόσο, δεν εκδόθηκε ποτέ. Σήμερα, τριάντα χρόνια μετά, προβλέπει πως «κάποια παρόμοια διαδικασία» θα πλήξει κάποια στιγμή και την Κίνα.
Ενδεχομένως η εκτίμηση του να ακούγεται κάπως πρόωρη αλλά αποτελεί γεγονός πως τα φαντάσματα του 1989 εξακολουθούν να πλανιούνται πάνω από το Πεκίνο. «Θεωρώ πως η κινεζική πολιτική υπαγορεύεται από τον φόβο. Ο φόβος της απώλειας της εξουσίας, μιας διαδικασίας ανάλογης με ό,τι συνέβη στη Σοβιετική Ενωση, διαμορφώνει σημαντικό μέρος της πολιτικής και της σκέψης», υποστήριξε, μιλώντας στην Washington Post, ο Κλάους Μούλχαν, καθηγητής Κινεζικής Ιστορίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News