O Εconomist κάνει λόγο για «φαινόμενο Μόνα Λίζα» στην παγκόσμια οικονομία. Τι ακριβώς συμβαίνει όμως και τα χαμόγελα των αναλυτών τη μία στιγμή αχνοφαίνονται και την επόμενη σβήνουν, όπως αυτό στον διασημότερο πίνακα ζωγραφικής στον κόσμο;
«Μετά το χάος που προκλήθηκε τον Μάρτιο στον τραπεζικό κλάδο, πολλοί αναλυτές είναι πλέον πεπεισμένοι ότι η παγκόσμια οικονομία οδεύει προς ανώμαλη προσγείωση και ύφεση» σχολιάζει η βρετανική επιθεώρηση. Λιγότεροι φαίνεται να περιμένουν ένα σενάριο «μη προσγείωσης», συνέχιση δηλαδή της πτήσης με αναταράξεις από την αύξηση των επιτοκίων.
Πολύ σπάνια οι διεθνείς αναλυτές παραδέχονται ότι η πρόβλεψη είναι πάρα πολύ δύσκολη. Και όμως, συμβαίνει φέτος της άνοιξη. Η λέξη «αβεβαιότητα» εμφανίζεται περισσότερες από 60 φορές στην πιο πρόσφατη μελέτη για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές από πλευράς ΔΝΤ, διπλάσιες σχεδόν από ό,τι στις αντίστοιχες μελέτες που δημοσιεύθηκαν τον Απρίλιο και τον Οκτώβριο του 2022.
Στην τελευταία συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη νομισματική πολιτική, τον περασμένο μήνα, η πρόεδρός της Κριστίν Λαγκάρντ υπήρξε αφοπλιστικά ειλικρινής για τις επόμενες κινήσεις της. «Δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί αυτή τη στιγμή ποια θα είναι η πορεία από εδώ και εμπρός» είπε.
Οι θεσμικές στατιστικές αρχές προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν την εικόνα. Ωστόσο, οι αναθεωρήσεις των αρχικών εκτιμήσεων, καθώς έρχονται και συνυπολογίζονται περισσότερα στοιχεία, είναι μεγαλύτερες από ό,τι συνηθίζεται. Συνέβη από την Eurostat στην ευρωζώνη για το ΑΕΠ. Το ίδιο από τη στατιστική υπηρεσία της Βρετανίας τον Μάρτιο για τις επενδύσεις, που αρχικά εκτιμούσε ότι ήταν χαμηλότερες.
Μεγάλες αναθεωρήσεις των αρχικών εκτιμήσεων είδαμε επίσης για επιμέρους στοιχεία από το στατιστικό γραφείο της Αυστραλίας και το αμερικανικό γραφείο στατιστικών εργασίας (BLS). Κάτι δυσκολεύει εκεί έξω την ανάγνωση των οικονομικών δεδομένων από τους ειδικούς.
Ισως η διεθνής οικονομία διανύει απλώς μια περίοδο αυξημένης αστάθειας. Τον περασμένο χρόνο, η Ευρώπη έζησε, άλλωστε, συνδυαστικά τον μεγαλύτερο χερσαίο πόλεμο των τελευταίων επτά δεκαετιών, αναταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα, μια ενεργειακή κρίση και μια περίοδο τραπεζικής αναταραχής.
Ωστόσο, υπάρχουν και βαθύτερες αιτίες. Η πρώτη σχετίζεται με τις διαταραχές που προκάλεσε η Covid. Η οικονομία του πλανήτη πέρασε από την κατάρρευση στη ραγδαία ανάπτυξη, καθώς τα lockdown ήρθαν και παρήλθαν. Η εξέλιξη αυτή δυσκόλεψε τις εποχικές προσαρμογές που κάνουν οι στατιστικές υπηρεσίες.
Η δεύτερη αλλαγή αφορά τα μεγέθη του δείγματος. Η πανδημία αύξησε το ποσοστό των ανθρώπων που δεν ανταποκρίνεται στις επίσημες έρευνες. Στις ΗΠΑ το ποσοστό όσων δέχονται να συμμετάσχουν στην έρευνα για την εκτίμηση των κενών θέσεων εργασίας μειώθηκε από σχεδόν 60% λίγο πριν από την πανδημία, σε περίπου 30% μετά από αυτήν. Αντίστοιχα, το ποσοστό ανταπόκρισης στην έρευνα εργατικού δυναμικού της Βρετανίας μειώθηκε περίπου στο μισό κατά τη διάρκεια του lockdown.
Τα μειωμένα ποσοστά συμμετοχής στις στατιστικές έρευνες αυξάνουν την αστάθεια των δεδομένων, ενώ μπορεί να οδηγήσουν και σε λανθασμένα συμπεράσματα. Για παράδειγμα, τα άτομα που σταμάτησαν να απαντούν φαίνεται ότι έχουν χαμηλότερο εισόδημα από όσους ανταποκρίνονται. Ετσι, το αποτέλεσμα της έρευνας για το εισοδήματα φουσκώνει με τρόπο παραπλανητικό, καθώς συμμετέχουν λιγότερα άτομα με χαμηλό εισόδημα. Για αυτόν τον λόγο τα στατιστικά γραφεία συνυπολογίζουν και την επίδραση που έχει στα στοιχεία τους και η μη απάντηση, το λεγόμενο non-response bias.
Ο Economist εκτιμά ότι οι επενδυτές και οι στατιστικολόγοι θα καταφέρουν τελικά, διορθώνοντας λάθη, να κατανοήσουν καλύτερα την παγκόσμια οικονομία σε περιόδους αστάθειας και πληθωρισμού. Επίσης, όσο οι επιπτώσεις της πανδημίας εξασθενούν, τόσο θα εξασθενούν και οι στρεβλώσεις στις εποχικές προσαρμογές. Ηδη, οι οικονομολόγοι έχουν σημειώσει πρόοδο στην προσπάθεια της ενσωμάτωσης εναλλακτικών δεδομένων στις προβλέψεις τους, ώστε να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του μειωμένου ποσοστού των απαντήσεων, αλλά και το γεγονός ότι μετά την πανδημία αρνούνται να συμμετάσχουν στις έρευνες άτομα με χαμηλότερο εισόδημα και αυξημένη δυσπιστία για τις κυβερνήσεις.
Ωστόσο, η πρόοδος που ήδη σημειώνεται για την αντιστάθμιση αυτών των στατιστικών προβλημάτων δεν μπορεί να βοηθήσει τις κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις που χρειάζεται να λάβουν αποφάσεις «εδώ και τώρα». Επομένως, το «φαινόμενο Μόνα Λίζα» στη διεθνή οικονομία, δηλαδή της αμφισημίας και της έλλειψης πυξίδας που απορρέει από αυτήν, αναμένεται να συνεχιστεί για κάποιο καιρό ακόμη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News