Υπήρξαν επί πολλά χρόνια, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 κυρίως, επιστήθιοι φίλοι που τους ένωνε το απαράμιλλο ταλέντο στη ζωγραφική και ο αμοιβαίος θαυμασμός. Περνούσαν τις ημέρες τους μαζί, από νωρίς το πρωί έως αργά το βράδυ. Επιναν τον πρωινό τους καφέ σχεδόν καθημερινά μαζί και μαζί γευμάτιζαν το μεσημέρι και δειπνούσαν το βράδυ ενώ η ημέρα τους τελείωνε συνήθως σε κάποιο κλαμπ (μόνο για μέλη) του Σόχο, όπου συζητούσαν με τις ώρες και μεθούσαν.
Ωστόσο η σχέση τους τερματίσθηκε ξαφνικά έπειτα από μία εικοσιπενταετία για λόγους που εξακολουθούν να μην είναι ξεκάθαροι και να απασχολούν τους ιστορικούς της τέχνης και τους βιογράφους των δύο κορυφαίων βρετανών ζωγράφων που αναζωογόνησαν την παραστατική ζωγραφική μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Για τους Λούσιαν Φρόιντ και Φράνσις Μπέικον ο λόγος για τους οποίους έχει ειπωθεί επίσης ότι ενδέχεται να υπήρξαν ακόμη και εραστές. «Η αγάπη τους ήταν βαθιά. Θα σας πως κάτι που ο μπαμπάς μου είπε για τον Μπέικον που είναι τόσο υπέροχο. Είπε πως είχε τους πιο αισθησιακούς πήχεις. Αυτό είναι κάτι το ερωτικό, έτσι δεν είναι;», ανέφερε η Αν Φρόιντ, μία από τις πολλές κόρες του Λούσιαν Φρόιντ, στον Γουίλιαμ Φίβερ, συγγραφέα του βιογραφικού «The Lives of Lucian Freud».
Πολλά χρόνια μετά το τέλος της σχέσης των δύο ανδρών και πριν εγκαταλείψει τα εγκόσμια το 1992 ο Φράνσις Μπέικον από την πλευρά του φέρεται να είπε πικραμένος, αναφερόμενος στον Λούσιαν Φρόιντ: «Αυτή (she) με άφησε μετά από τόσο καιρό. Και έκανε όλα αυτά τα παιδιά για να αποδείξει πως δεν είναι ομοφυλόφιλος».
Αντιθέτως ο Φράνσις Μπέικον την ομοφυλοφιλία του την εξέφρασε σε μερικά από τα έργα του ενώ είχε πολλούς περιστασιακούς εραστές πριν συνάψει στη συνέχεια ερωτική σχέση με τον περιθωριακό Τζoρτζ Ντάιερ.
Οσον αφορά την ομοφυλοφιλία του Λούσιαν Φρόιντ το ότι είχε ομοφυλοφιλικές εμπειρίες στα νιάτα του θεωρείται δεδομένο σύμφωνα με τους πιο ενημερωμένους βιογράφους του. Περισσότερο, όμως, φως στην υπόθεση ρίχνει μια ιστορία που αποκάλυψε πρώτος ο Observer την περασμένη Κυριακή.
Πριν από σχεδόν είκοσι πέντε χρόνια, ένας συλλέκτης έργων τέχνης από την Ελβετία αγόρασε έναν πίνακα του Λούσιαν Φρόιντ – ένα ολόσωμο ανδρικό γυμνό – σε μια δημοπρασία. Στη συνέχεια, όμως, του τηλεφώνησε ο ίδιος ο ζωγράφος, ζητώντας του να του πουλήσει τον πίνακα του. Οι δύο άνδρες δεν γνωρίζονταν και ο συλλέκτης αρνήθηκε ευγενικά επειδή του άρεσε ο πίνακας. Ομως μετά από τρεις ημέρες ο Φρόιντ του τηλεφώνησε ξανά, όντας, όμως, οργισμένος αυτήν τη φορά, και τον απείλησε πως εάν δεν του πουλούσε τον πίνακα, θα αρνιόταν δημόσια πως ήταν δικό του έργο.
Διατηρώντας την ανωνυμία του ο συλλέκτης ανέφερε στον Observer: «Μου είπε: “θα σου δώσω παραπάνω από όσα πλήρωσες. Θα διπλασιάσω το ποσό”. Εγώ αρνήθηκα και έγινε ιδιαίτερα επιθετικός. Είπε: “σε αυτήν την περίπτωση δεν θα τον πουλήσεις ποτέ”».
Στη συνέχεια το Ιδρυμα Φρόιντ αρνήθηκε, όντως, να πιστοποιήσει την αυθεντικότητα του πίνακα «και αυτό θα μπορούσε να αποτελεί το τέλος μιας θλιβερής ιστορίας για τον συλλέκτη», αναφέρει ο Observer.
Αλλά σήμερα, έπειτα από πολλά χρόνια ερευνών, τρεις ανεξάρτητες μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα πως όχι μόνο το επίμαχο έργο κατά πάσα πιθανότητα φιλοτεχνήθηκε πράγματι από τον Λούσιαν Φρόιντ αλλά και ότι το ολόσωμο ανδρικό γυμνό απεικονίζει τον ίδιο τον ζωγράφο, αποτελεί, δηλαδή, ένα ολόσωμο αυτοπορτρέτο του το οποίο είχε πολλούς λόγους να θέλει να παραμείνει στην αφάνεια.
Ο Φρόιντ, ο οποίος εγκατέλειψε τα εγκόσμια το 2011, θαυμάζεται σήμερα για τις εξαιρετικά ρεαλιστικές ή μάλλον ωμές απεικονίσεις των γυμνών σωμάτων άλλων ανθρώπων. Ο πίνακας με πρωταγωνίστρια την υπέρβαρη μούσα του Σου Τίλεϊ να κοιμάται ολόγυμνη σε έναν καναπέ πουλήθηκε το 2015 έναντι 35,6 εκατομμυρίων στερλινών.
Το ολόσωμο ανδρικό γυμνό, ένας ανολοκλήρωτος πίνακας με διαστάσεις 43×60 εκατοστά, περιλαμβανόταν μεταξύ των προσωπικών αντικειμένων ενός άνδρα που δημοπρατήθηκαν το 1997 μετά τον θάνατό του. Στον κατάλογο αναφερόταν πως επρόκειτο για έργο του Λούσιαν Φρόιντ, εξαιτίας, ωστόσο, της μετέπειτα άρνησης του ζωγράφου να επιβεβαιώσει τη γνησιότητα του έργου του, ο άγνωστος πλειοδότης που τον απέκτησε, γνώριζε πως δεν θα κατάφερνε να τον πουλήσει.
Αλλά δεν κάθισε άπραγος και έπειτα από πολυετείς έρευνες που διεξήγαγε μαζί με έναν φίλο του και ιδιωτικό ντετέκτιβ, υποστηρίζει σήμερα πως ο Λούσιαν Φρόιντ ήθελε οπωσδήποτε να αγοράσει τον πίνακα επειδή ντρεπόταν, καθώς το ανδρικό γυμνό σώμα που ζωγράφισε ήταν μάλλον το δικό του σώμα. «Ιδωμένος από πίσω, με το πρόσωπό του σε προφίλ, τα χαρακτηριστικά του ταιριάζουν με φωτογραφίες του», αναγνωρίζει ο Observer.
«Παρότι ο Φρόιντ ήταν γνωστός για τις πολλές ερωμένες του, φέρεται ότι είχε ομοφυλοφιλικές σχέσεις σε νεαρή ηλικία», συμπληρώνει η βρετανική εφημερίδα, σημειώνοντας πως ο ιδιωτικός ντετέκτιβ που συνέδραμε τον ελβετό συλλέκτη στις έρευνες του ανακάλυψε πως ο πίνακας ήταν κρεμασμένος σε ένα διαμέρισμα στη Γενεύη το οποίο χρησιμοποιούσε ο Φράνσις Μπέικον και ομοφυλόφιλοι φίλοι του ενώ το είχε επισκεφτεί και ο Λούσιαν Φρόιντ.
«Υπάρχει ένας εν ζωή μάρτυρας στη Γενεύη από την ομοφυλοφιλική κοινότητα. Οταν ο συλλέκτης διοργάνωσε μια ιδιωτική έκθεση των έργων του στην πόλη, αυτό το άτομο είπε “τον ξέρω αυτόν τον πίνακα”. Εξήγησε πως βρισκόταν σε ένα διαμέρισμα που χρησιμοποιούσε ο Μπέικον και ότι η Γενεύη αποτελούσε τρόπον τινά προστατευόμενο περιβάλλον για τα μέλη της γκέι κοινότητας. Αυτός ο μάρτυρας γνώριζε για τη σχέση ανάμεσα στον Φρόιντ και στον Μπέικον. Παρείχε πολλές λεπτομέρειες. Είπε ότι ο Μπέικον ζήτησε από τον Φρόιντ να ζωγραφίσει τον πίνακα και πως αυτός και ένας ακόμη πίνακας ήταν κρεμασμένοι στην είσοδο του διαμερίσματος», ανέφερε ο ιδιωτικός ντετέκτιβ.
Ερωτηθείς γιατί ο Μπέικον επέλεξε να αφήσει τον πίνακα στη Γενεύη, σημείωσε πως αυτό μάλλον συνέβη, αφότου οι σχέσεις μεταξύ των δύο ανδρών είχαν κλονιστεί και οι δρόμοι τους είχαν χωρίσει οριστικά. «Κατά πάσα πιθανότητα ο Φρόιντ είπε ψέματα για αυτόν τον πίνακα επειδή ντρεπόταν και μάλλον θα προτιμούσε να τον καταστρέψει παρά να τον δει στα χέρια κάποιου να προσπαθεί να τον πουλήσει στην αγορά», πρόσθεσε.
Μεταξύ των τριών ειδικών που αποφάνθηκαν υπέρ της γνησιότητας του ολόσωμου ανδρικού γυμνού που φέρεται να φιλοτέχνησε ο Λούσιαν Φρόιντ για τον Φράνσις Μπέικον, απεικονίζοντας γυμνό τον ίδιο του τον εαυτό, συγκαταλέγεται και η Καρίνα Ποπόβιτσι, (συν)ιδρύτρια της Art Recognition, μιας εταιρείας που εδρεύει στη Ζυρίχη και χρησιμοποιεί προηγμένα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης για τη διαπίστωση της γνησιότητας έργων τέχνης. Μιλώντας στον Observer σημείωσε πως το 95% του πίνακα ζωγραφίστηκε από το χέρι του Φρόιντ και αυτό σημαίνει πως το υπόλοιπο 5% θα μπορούσε να το έχει συμπληρώσει ο Φράνσις Μπέικον.
«Αυτός είναι ένας τόσο μοναδικός πίνακας που συνδέει δύο δασκάλους της ζωγραφικής – τον Μπέικον και τον Φρόιντ. Αξίζει να βρίσκεται σε μουσείο», υπογράμμισε ο ιδιωτικός ντετέκτιβ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News