Είναι δεδομένο ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν και το καθεστώς του θα ήθελαν πολύ περισσότερο να δουν τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και όχι την Κάμαλα Χάρις. Και αυτό δεν αποτελεί έκπληξη: η πολιτική αλλά και προσωπική συγκρότηση (ή, καλύτερα, αποσυγκρότηση) του Τραμπ όχι μόνο ταιριάζει περισσότερο στο Κρεμλίνο, αλλά εξυπηρετεί πολλαπλά τους σκοπούς του.
Φαίνεται, όμως, ότι αυτήν τη φορά, ο πήχης των προσδοκιών της Μόσχας έχει χαμηλώσει, σε σχέση με το 2016, όταν ο ρώσος υπερεθνικιστής πολιτικός Βλαντίμιρ Ζιρινόφσκι ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από τη νίκη του Τραμπ και ήταν τόσο βέβαιος ότι θα άλλαζε τις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας, που άνοιξε 132 μπουκάλια σαμπάνια στο ρωσικό κοινοβούλιο.
Δεν ήταν ο μόνος. Οι προσδοκίες της Μόσχας ότι ο Τραμπ θα άρει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ή ακόμη και θα αναγνωρίσει την κυριαρχία της Ρωσίας στην χερσόνησο της Κριμαίας, που είχε προσαρτηθεί παράνομα από την Ουκρανία, ήταν πραγματικές.
«Ο Τραμπ δεν άσκησε ποτέ καμία κριτική για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Ρωσία και αυτό είχε εκτιμηθεί πολύ», εξηγεί στο BBC ο Κονσταντίν Ρεμτσούκοφ, εκδότης της εφημερίδας Nezavisimaya Gazeta. «Ο Τραμπ, όμως, επέβαλε τις πιο βαριές κυρώσεις κατά της Ρωσίας εκείνη την εποχή», συνεχίζει. «Μέχρι το τέλος της θητείας του, πάρα πολλοί άνθρωποι στη Ρωσία ήταν απογοητευμένοι από την προεδρία του».
Γι’ αυτό, οκτώ χρόνια αργότερα, οι ρώσοι αξιωματούχοι είναι πιο επιφυλακτικοί σχετικά με την προοπτική μιας δεύτερης θητείας Τραμπ.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν μάλιστα έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει δημόσια την υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος, αν και αυτή η «υποστήριξη» ερμηνεύτηκε ευρέως ως τρολάρισμα εκ μέρους του. Ο Πούτιν ισχυρίστηκε ότι του άρεσε το «μεταδοτικό» γέλιο της Κάμαλα Χάρις.
Στην πραγματικότητα, όλοι ξέρουν ότι στην προεκλογική εκστρατεία είναι αυτά που λέει ο Τραμπ και όχι η Χάρις, που κάνουν τον Πούτιν να χαμογελά.
Οπως, για παράδειγμα, η διαρκής κριτική του Τραμπ για το μέγεθος της στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ προς την Ουκρανία, η προφανής απροθυμία του να κατηγορήσει τον Πούτιν για την εισβολή της Ρωσίας και, φυσικά, η άρνησή του να πει εάν θέλει να κερδίσει η Ουκρανία τον πόλεμο.
Αντιθέτως, η Κάμαλα Χάρις έχει πει κατ’ επανάληψη ότι η υποστήριξη προς την Ουκρανία είναι προς το «στρατηγικό συμφέρον» της Αμερικής και έχει αναφερθεί στον Πούτιν ως «δολοφόνο δικτάτορα».
Παρά τις «φιλοφρονήσεις» του Πούτιν, τα κρατικά ΜΜΕ στη Ρωσία αφηγούνται μια πολύ διαφορετική ιστορία: πριν από μερικές εβδομάδες, ένας από τους πιο δημοφιλείς παρουσιαστές ειδήσεων της Ρωσίας απαξίωσε πλήρως τις πολιτικές ικανότητες της Χάρις και είπε ότι θα ήταν καλύτερα «να παρουσιαστεί μια τηλεοπτική εκπομπή μαγειρικής».
Το σενάριο που ίσως να βολεύει περισσότερο το Κρεμλίνο, γράφει το BBC, είναι μια πολύ μικρή διαφορά ανάμεσα στους δύο υποψήφιους και άρα ένα αμφιλεγόμενο αποτέλεσμα. Μια Αμερική που θα αναλωθεί στο μετεκλογικό χάος, τη σύγχυση και την αντιπαράθεση θα είχε λιγότερο χρόνο να επικεντρωθεί στις εξωτερικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου στην Ουκρανία.
Οι σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας επιδεινώθηκαν επί Μπαράκ Ομπάμα, χειροτέρεψαν επί Ντόναλντ Τραμπ και, σύμφωνα με τα λόγια του πρόσφατα αναχωρήσαντος ρώσου πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον Ανατόλι Αντόνοφ, «καταρρέουν» υπό τον Τζο Μπάιντεν.
Η Ουάσινγκτον, από την πλευρά της, επιρρίπτει όλη την ευθύνη στη Μόσχα. Μόλις οκτώ μήνες μετά τη συνάντηση Πούτιν και Μπάιντεν σε μια σύνοδο κορυφής στη Γενεύη, ο ηγέτης του Κρεμλίνου διέταξε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν απάντησε με ένα τσουνάμι κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, ενώ η στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ ήταν ζωτικής σημασίας για την επιβίωση του Κιέβου. Μεταξύ των προηγμένων όπλων που έχει προμηθεύσει η Αμερική στην Ουκρανία είναι τα άρματα μάχης Abrams και τα πυραυλικά συστήματα HIMARS.
Είναι πλέον πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι πριν από μερικά χρόνια η Ρωσία και οι ΗΠΑ δεσμεύτηκαν να εργαστούν ως εταίροι για την ενίσχυση της παγκόσμιας ασφάλειας.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ο Ρόναλντ Ρίγκαν και ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ προχώρησαν σε μια ιστορική συμφωνία να μειώσουν τα αντίστοιχα πυρηνικά οπλοστάσια των χωρών τους.
Το 1991 οι Πρώτες Κυρίες της ΕΣΣΔ και της Αμερικής, Ραΐσα Γκορμπατσόβα και Μπάρμπαρα Μπους, αποκάλυψαν μαζί ένα πρωτότυπο μνημείο στη Μόσχα: μια μαμά πάπια με τα οκτώ παπάκια της. Ηταν αντίγραφο ενός γλυπτού που βρίσκεται στον Δημόσιο Κήπο της Βοστώνης και παρουσιάστηκε στη Μόσχα ως σύμβολο φιλίας μεταξύ των παιδιών της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ.
Οι Ρώσοι συρρέουν μέχρι σήμερα στο πάρκο Νοβοντεβίτσι για να φωτογραφηθούν με τα χάλκινα πουλιά, αν και ελάχιστοι γνωρίζουν την ιστορία της «διπλωματίας της πάπιας».
«Θέλω να εξαφανιστεί η Αμερική», λέει στο BBC ένας θυμωμένος άντρας, που ψαρεύει σε μια κοντινή λίμνη. «Εχει ξεκινήσει τόσους πολέμους στον κόσμο. Οι ΗΠΑ ήταν ο εχθρός μας στη σοβιετική εποχή και είναι ακόμα. Δεν έχει σημασία ποιος είναι πρόεδρος».
Κάποιοι άλλοι έχουν αντίθετη άποψη. «Είμαι υπέρ της ειρήνης και της φιλίας», λέει η Σβετλάνα. «Αλλά ο φίλος μου στην Αμερική φοβάται να με πάρει τηλέφωνο πλέον. Ισως δεν υπάρχει ελευθερία του λόγου εκεί. Ή, ίσως, εδώ στη Ρωσία δεν υπάρχει ελευθερία του λόγου. Δεν ξέρω».
«Οι χώρες μας και οι δύο λαοί μας πρέπει να είναι φίλοι», λέει ο Νικίτα, «χωρίς πολέμους και χωρίς να ανταγωνίζονται για το ποιος έχει περισσότερους πυραύλους. Προτιμώ τον Τραμπ. Οταν ήταν πρόεδρος, δεν υπήρχαν μεγάλοι πόλεμοι».
Παρά τις διαφορές μεταξύ Ρωσίας και Αμερικής, οι δύο χώρες έχουν ένα κοινό: Είχαν πάντα άνδρες προέδρους.
Μπορούν οι Ρώσοι να φανταστούν μια γυναίκα στην προεδρία, έστω των ΗΠΑ; «Νομίζω ότι θα ήταν υπέροχο αν μια γυναίκα γινόταν πρόεδρος», λέει στο BBC μια Μοσχοβίτισσα, η Μαρίνα.
«Θα ήμουν ευτυχής να ψηφίσω για μια γυναίκα πρόεδρο εδώ στη Ρωσία. Δεν λέω ότι με μια γυναίκα τα πράγματα θα ήταν καλύτερα ή χειρότερα. Αλλά θα ήταν διαφορετικά».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News