1381
| CreativeProtagon

Τι μας διδάσκουν δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι για την Ουκρανία;

Protagon Team Protagon Team 17 Φεβρουαρίου 2023, 15:40
|CreativeProtagon

Τι μας διδάσκουν δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι για την Ουκρανία;

Protagon Team Protagon Team 17 Φεβρουαρίου 2023, 15:40

Πού εδράζεται η θεωρία ότι η αρωγή της Ουκρανίας, στον αμυντικό πόλεμο που διεξάγει κατά της Ρωσίας, είναι είτε μάταιη είτε επικίνδυνη; Κατά κύριο λόγο στη στρατιωτική Ιστορία, απαντάει σε άρθρο του στο The Atlantic ο Ελιοτ Κόεν. Σύμφωνα, όμως, με τον αμερικανό διεθνολόγο, καθηγητή στη Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Johns Hopkins και πρώην σύμβουλο του αμερικανικού ΥΠΕΞ (επί Κοντολίζα Ράις), οι εν λόγω αναλυτές, την Ιστορία που επικαλούνται για να υποστηρίξουν πως είναι πιο πιθανή η επικράτηση της Ρωσίας στον πόλεμο, την ερμηνεύουν λανθασμένα.

Στην ανάλυσή του επικαλείται ενδεικτικά τον Κρίστοφερ Κάλντγουελ των New York Times, ο οποίος, γράφοντας πως η αμερικανική βοήθεια αποσκοπεί στο «να προχωρήσει γρήγορα η Ιστορία, από τις μάχες θέσεων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στις μάχες ελιγμού του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου», υποστηρίζει πως αυτή η επιχείρηση είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Κατά την άποψή του, τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία θα συνεχίσουν να διεξάγουν έναν πόλεμο που χαρακτηρίζεται από ορδές στρατιωτών που στριμώχνονται σε λασπωμένα και παγωμένα χαρακώματα, πριν σκοτωθούν κατά χιλιάδες, προσπαθώντας να καταλάβουν εχθρικές θέσεις, και μερικές αποστολές δυτικών αρμάτων μάχης στην Ουκρανία δεν πρόκειται να αλλάξουν την κατάσταση.

Σύμφωνα, όμως, με τον Κόεν η άποψή του δεν στέκει. Καταρχάς γιατί ο πόλεμος των χαρακωμάτων δεν ήταν μια καινοτομία του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου. «Το ότι ρώσοι και ουκρανοί στρατιώτες στριμώχνονται σε ορύγματα και πρέπει να ανησυχούν για την υποθερμία (οι Ρώσοι περισσότερο από τους καλύτερα εξοπλισμένους Ουκρανούς) είναι κάτι που έχουν κοινό με στρατιώτες σε πολλούς πολέμους (…) Η εμφάνιση των τουφεκιών μεγάλου βεληνεκούς, στα μέσα του 19ου αιώνα, δίδαξε γρήγορα στους στρατιώτες την επιτακτική ανάγκη να σκάβουν και να οχυρώνονται το ταχύτερο δυνατό, και έκτοτε το έκαναν ανέκαθεν».

Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με ότι υποστηρίζει ο αρθρογράφος των New York Times, το κύριο χαρακτηριστικό των μαχών κατά την τελική φάση του A’ Παγκόσμιου Πολέμου δεν ήταν οι απέλπιδες επιθέσεις ορδών στρατιωτών, παρόμοιες με εκείνες που έχουν εντυπωθεί στην παγκόσμια συλλογική συνείδηση μέσω κινηματογραφικών παραγωγών.

Οι γερμανικές επιθέσεις που σχεδόν διέρρηξαν τις γραμμές της Αντάντ την άνοιξη του 1918 βασίζονταν σε ακριβή πυρά πυροβολικού που επέτρεπαν σε ομάδες κρούσεις να διεισδύσουν πολλά χιλιόμετρα μέσα σε εχθρικό έδαφος. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο της ίδια χρονιάς οι συμμαχικές επιθέσεις διέσπασαν τη γερμανική άμυνα, αναγκάζοντας τη χώρα να επιδιώξει, τελικά, την υπογραφή ειρήνης. «Αυτές ήταν μεθοδικές επιθέσεις διάφορων όπλων, στις οποίες το πεζικό υποστηρίχθηκε από τανκς και αεροσκάφη σε προσεκτικά συντονισμένες επιθέσεις για την κατάληψη εδαφών σπιθαμή προς σπιθαμή […] Αυτές οι επιχειρήσεις, από αμφότερες τις πλευρές, διαμόρφωσαν τις τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σε μάχες όπως του Ελ Αλαμέιν, που διεξήχθη από έναν από τους πολλά υποσχόμενους νεαρούς ηγέτες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Μπέρναρντ Μοντγκόμερι», συνοψίζει ο αμερικανός ειδικός.

Και, στρέφοντας την προσοχή του στην Ουκρανία, εξηγεί πως σε σχέση με τις γερμανικές και συμμαχικές επιθέσεις του 1918, οι μικρές, μετωπικές επιθέσεις που εξαπολύει σήμερα η Ρωσία, καταβάλλοντας βαρύ τίμημα, είναι «απείρως λιγότερο σύνθετες. Πράγματι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο ρωσικός στρατός σήμερα είναι σχεδόν ανίκανος να διεξάγει σύγχρονες συνδυαστικές πολεμικές επιχειρήσεις σε μεγάλη κλίμακα», γράφει στην ανάλυσή του.

Επικαλούμενος υποκλαπείσες διαταγές ρώσων διοικητών αλλά και τον τρόπο που πολεμούν τα ρωσικά στρατεύματα, επί σχεδόν έναν χρόνο πλέον, στην Ουκρανία, σημειώνει πως από πολλές απόψεις, ο ρωσικός στρατός μοιάζει με τους στρατούς προ του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, δεδομένου ότι δυσκολεύεται ιδιαίτερα να κάνει κάτι παραπάνω από το να σφυροκοπά με πυρά πυροβολικού τις εχθρικές θέσεις και στη συνέχεια να προωθείται, συχνά σπιθαμή προς σπιθαμή, θυσιάζοντας άσκοπα άνδρες και πολεμικό υλικό. «Παρόλο που οι Ουκρανοί δεν έχουν την ικανότητα να συντονίζουν τις επιθέσεις τους και να ελίσσονται με τον τρόπο που το κάνει ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι πολύ καλύτεροι από τους Ρώσους. Η ήττα των ρωσικών δυνάμεων έξω από το Κίεβο, το Χάρκοβο και τη Χερσώνα αποκαλύπτει πολλά», σημειώνει ο Κόεν.

Οσον αφορά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο γράφει πως, πέρα από τους προπαγανδιστές του Κρεμλίνου, ως απόδειξη πως είναι μάταιο να ευελπιστούν οι Ουκρανοί πως θα καταφέρουν να νικήσουν τον διάδοχο του πανίσχυρου Κόκκινου Στρατού, τον επικαλούνται επίσης και αυτοί που ο αμερικανός πανεπιστημιακός αποκαλεί «πεσιμιστές της Δύσης».

Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η Ρωσία είναι σήμερα, όπως ήταν η Σοβιετική Ενωση στο παρελθόν, «μια χώρα με σχεδόν απεριόριστους πόρους, ικανή να κινητοποιεί και να συντονίζει τις βιομηχανίες της, ούτως ώστε να νικάει τον εχθρό της. Οι Ρώσοι, λόγω του μεγάλου πληθυσμού τους και της ανοχής τους στις απώλειες, πιστεύουν ότι έχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα ακόμα και εάν οι τακτικές του που εφαρμόζουν δεν είναι σύνθετες. Οι απαισιόδοξοι της Δύσης συμφωνούν. Αλλά και αυτή η σύγκριση είναι εσφαλμένη», υποστηρίζει.

Οσον αφορά το γιατί, καταρχάς αναφέρει πως η Σοβιετική Ενωση κατάφερε να επιβιώσει από τη σφαγή του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και να βγει νικήτρια χάρη και στη Δύση, η οποία την προμήθευε με πρώτες ύλες και υλικά μέσα (περιλαμβανομένων και 11.000 εμπορικών βαγονιών) που χρειαζόταν.

Αλλά η ΕΣΣΔ είχε επίσης μια σχετικά εύρωστη πολεμική βιομηχανία και στο τέλος του 1941 η σοβιετική πολεμική βιομηχανία ξεπέρασε την αντίστοιχη γερμανική, ενώ η ρωσική οικονομία, σήμερα, είναι αντίστοιχη με την οικονομία μιας μεσαίας ευρωπαϊκής χώρας. Επιπλέον οι όποιες δυνατότητες του στρατοβιομηχανικού συμπλέγματος της Ρωσίας περιορίζονται περαιτέρω από τις δυτικές κυρώσεις αλλά και τη συστημική διαφθορά, γεγονός που εξηγεί γιατί τα ρωσικά στρατεύματα που πολεμούν στην Ουκρανία δεν είναι επαρκώς εξοπλισμένα. Την ίδια ώρα η σαφώς μεγαλύτερη και πιο προηγμένη δυτική στρατιωτική βιομηχανία, παρότι με αργό ρυθμό, προσφέρει πολύτιμη βοήθεια στην Ουκρανία.

Σχετικά με το ότι τα σοβιετικά στρατεύματα (στις τάξεις των οποίων ανήκαν, φυσικά, και πολλοί Ουκρανοί) μάχονταν γενναία και μέχρις εσχάτων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι πολεμούσαν για την επιβίωσή τους και, σε μεγάλο βαθμό, στην επικράτειά τους μέχρι τα τέλη του 1944. «Εάν υπάρχει κάτι που παραμένει αμετάβλητο στο πόλεμο, είναι η σημασία της θέλησης για μάχη», σημειώνει ο Κόεν, θυμίζοντας πως, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου που διεξήγαγαν οι Σοβιετικοί από το 1941 έως το 1945, στον πόλεμο που μαίνεται στην Ουκρανία, τα ρωσικά στρατεύματα κάθε άλλο παρά διάθεση για μάχη έχουν, λαμβάνοντας υπόψη τους εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσους που επέλεξαν να τραπούν σε φυγή παρά να πολεμήσουν.

Η Σοβιετική Ενωση κατάφερε να ανασυνθέσει τις δυνάμεις της, παρά τις τεράστιες απώλειες που υπέστη το 1941, εν μέρει επειδή η Γερμανία αντιμετώπιζε τις δικές της δυσκολίες (λόγω της υπερεπέκτασης του πολέμου) αλλά κυρίως γιατί διέθετε ήδη μια τεράστια οργανωτική βάση. Ο στρατός του Ιωσήφ Στάλιν είχε σχεδόν 3 εκατομμύρια άνδρες υπό τα όπλα μόνο στις δυτικές στρατιωτικές διοικήσεις της ΕΣΣΔ, και κάπως λιγότερους στα ανατολικά, εκατοντάδες χιλιάδες από τους οποίους μετατέθηκαν στη Δύση στα τέλη του 1941 και το 1942.

«Αντίθετα, ο ρωσικός στρατός τον Φεβρουάριο του 2022 είχε ίσως 300.000 στρατιώτες συνολικά, με περίπου άλλους 100.000 σε διάφορες επίλεκτες ή ειδικές μονάδες— 400.000 για ολόκληρη τη χώρα και κανένα οργανωμένο σύστημα εφεδρείας, όπως αυτό νοείται στους δυτικούς στρατούς», συνοψίζει ο Κόεν, θυμίζοντας πως, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Δύσης, λίγο πριν την πρώτη επέτειο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, έχουν είτε σκοτωθεί είτε τραυματιστεί σχεδόν 200.000 στρατιώτες, το οποίο σημαίνει πως η Μόσχα θα δυσκολευτεί ακόμη περισσότερο να αναδημιουργήσει έναν σύγχρονο στρατό.

Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του σημειώνει επίσης πως παρά τις εκκαθαρίσεις στα τέλη της δεκαετίας του 1930, ο σοβιετικός στρατός του 1941 αποτελούταν κυρίως από σκληροτράχηλους νεαρούς άνδρες, συνηθισμένους στη χειρωνακτική εργασία, επικεφαλής των οποίων ήταν νέοι αξιωματικοί καριέρας. «Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο γιος του Στάλιν υπηρέτησε ένστολος και συνελήφθη. Σήμερα οι γιοι των ελίτ φεύγουν από τη χώρα ή απαλλάσσονται από τη στρατιωτική θητεία με λιγότερο ευχάριστους τρόπους. Και ο Στάλιν ήταν πολύ πιο ικανός πολιτικός ηγέτης εν καιρώ πολέμου, σε σχέση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος συνεργάζοταν στενά με ένα γενικό επιτελείο που περιλάμβανε εξαιρετικά ικανούς αξιωματικούς. Δεν τους ανάγκαζε να κάθονται δέκα μέτρα μακριά του», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κόεν.

Και επικαλούμενος τον Καρλ φον Κλάουζεβιτς, έναν από τους πιο εξέχοντες θεωρητικούς του πολέμου, ο οποίος είχε πει πως «κάθε πόλεμος βρίθει μοναδικών επεισοδίων, κάθε πόλεμος είναι μια αχαρτογράφητη θάλασσα, γεμάτη υφάλους», σημειώνει πως σε σχέση με τους δύο παγκόσμιους πολέμους του περασμένου αιώνα, ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητός, εστιάζοντας όχι μόνο στις όποιες ομοιότητες αλλά και στις διαφορές. Οι οποίες είναι πολλές (εκτεταμένη χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών, εξελιγμένα συστήματα διοίκησης και ελέγχου, πυρά ακριβείας μεγάλης εμβέλειας, δορυφορικά συστήματα αναγνώρισης, κ.α.) και, σε γενικές γραμμές ευνοούν τους Ουκρανούς.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...