Επιστρέφοντας στην Αγγλία μετά το πρώτο του ταξίδι στον ευρωπαϊκό Νότο μεταξύ 1809 και 1811, ο λόρδος Βύρων δημοσίευσε το πρώτο του αφηγηματικό αυτοβιογραφικό ποίημα, «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», που συνέβαλε ισχυρά στο κίνημα του ρομαντισμού, αντικατοπτρίζοντας επίσης τις πολιτικές απόψεις του μεγάλου άγγλου ποιητή, ιδιαίτερα την υποστήριξή του για την ανεξαρτησία της Ελλάδας από την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Τα δύο πρώτα άσματα (κάντο) του επικού ποιήματος (στο πρώτο αφηγείται την αγριότητα της εισβολής των Γάλλων στην Ισπανία και στην Πορτογαλία και στο δεύτερο βρίσκεται στην Ελλάδα, γοητευμένος από την ομορφιά του παρελθόντος μιας χώρας σκλαβωμένης πλέον στους Τούρκους) κυκλοφόρησαν τον Μάρτιο του 1812 και είχαν τόσο μεγάλη απήχηση ώστε κυριολεκτικά μέσα σε χρόνο dt ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον έγινε σούπερ σταρ χωρίς καν να το περιμένει. (Η βιογραφία της Φιόνα ΜακΚάρθι «Βύρων, ο Βίος και ο Θρύλος» κυκλοφορεί στα ελληνικά από της εκδόσεις Ποταμός).
Ηταν ο πρώτος σελέμπριτι της νεωτερικής Δύσης, ο οποίος είπε μάλιστα το περίφημο: «Ξύπνησα ένα πρωί και ήμουν διάσημος». Και αυτό είναι ίσως το πιο διάσημο πράγμα που έχει πει ποτέ κανείς για την ξαφνική εμφάνιση της διασημότητας,
Αποτέλεσμα; Ηταν ο πρώτος συγγραφέας που απέκτησε fan club και έγινε αντικείμενο λατρείας για τους θαυμαστές του. Η «βυρωνομανία» («byronmania») μπορεί να ακούγεται σύγχρονος όρος, αλλά δεν είναι· ήταν δημιούργημα της Αναμπέλα Μίλμπανκ πολύ πριν γίνει λαίδη Μπάιρον (παντρεύτηκε τον Βύρωνα το 1815).
Με λίγα λόγια, η «βυρωνομανία» υπήρξε πολύ πριν από το «Beyhive» (το fandom της Μπιγιονσέ), τους Swifties (λάτρεις της Τέιλορ Σουίφτ), πολύ πριν ακόμη και από την «μπιτλομανία», παρατηρούν στην Telegraph οι Αμπιγκέιλ Μπιουκάναν και Τζάσπερ Ρις, υπογραμμίζοντας ότι σήμερα είναι άλλο το μέτρο του σύγχρονου mega stardom.
Η Μαντόνα, για παράδειγμα, ξεκίνησε την παγκόσμια περιοδεία της, «Celebration Tour», από το Λονδίνο, μπροστά σε 20.000 θαυμαστές στην O2 Arena, και όταν ολοκληρωθεί, μετά από 78 σταθμούς, θα την έχουν δει ζωντανά πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι.
Εν τω μεταξύ, η προστατευόμενή της, Τέιλορ Σουίφτ, φέρνει τη δική της «Eras Tour», μια συναυλιακή ταινία διάρκειας δύο ωρών και 45 λεπτών, σε κινηματογράφους όλου του κόσμου. Μάλιστα, στην πρεμιέρα της ταινίας στο AMC Theatre του Λος Αντζελες η ποπ σταρ πόζαρε απαστράπτουσα στο κόκκινο χαλί στο πλευρό της Μπιγιονσέ, αναστατώνοντας τους θαυμαστές της και στην ουσία ενώνοντας δύο από τα πιο ενθουσιώδη fandom της εποχής μας.
Η Σουίφτ, αναφέρει η Telegraph, έχει ήδη εισπράξει 100 εκατ. δολάρια από τις πωλήσεις εισιτηρίων στις ΗΠΑ, ενώ μόνο από τις προπωλήσεις η «Eras Tour» είναι ήδη η πιο επιτυχημένη ταινία συναυλίας που έχει γίνει ποτέ.
Και όμως, υπάρχουν περισσότεροι παραλληλισμοί ανάμεσα σε δύο από τις πιο διάσημες γυναίκες στην ιστορία της ψυχαγωγίας και τον Μπάιρον, την πρώτη σύγχρονη διασημότητα, από ό,τι νομίζει κανείς – παρά το γεγονός ότι έγιναν σελέμπριτι σε διαφορετικές εποχές. Η άνοδος της Μαντόνα συνέπεσε με το CD και το MTV, ενώ της Σουίφτ με το streaming –η νέα βασίλισσα της ποπ είναι η ερμηνεύτρια με τα περισσότερα streams στην ιστορία του Spotify– και το διαδίκτυο.
«Οταν υπάρχουν αυτές οι στιγμές πολιτισμικής μετάβασης, είτε λόγω της βιομηχανικής επανάστασης είτε λόγω της εμφάνισης της τηλεόρασης στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, είτε [πιο πρόσφατα] λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι άνθρωποι έχουν περισσότερες ευκαιρίες να γίνουν διάσημοι, επειδή υπάρχουν περισσότερες πλατφόρμες ώστε να φανεί η δουλειά τους και να κυκλοφορήσουν οι εικόνες τους» εξηγεί στην Telegraph η δρ Χάριετ Φλέτσερ, λέκτορας ΜΜΕ και Επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο Anglia Ruskin της ανατολικής Αγγλίας, η οποία ερευνά την ιστορία της διασημότητας και προσδιορίζει τον λόρδο Βύρωνα ως τον πρώτο σούπερ σταρ. «Οι βιομηχανικές αλλαγές στις αρχές του 19ου αιώνα και τα αυξανόμενα ποσοστά αλφαβητισμού είναι ο λόγος για τον οποίο ο Μπάιρον έγινε διάσημος εν μία νυκτί» λέει.
Αλλά οι πλατφόρμες και οι τεράστιες πολιτισμικές αλλαγές δεν είναι τα μόνα συστατικά που χρειάζονται για το μείγμα της μεγάλης φήμης. Ενα στοιχείο είναι η διεθνής εμβέλεια – και αυτό δεν σημαίνει απλώς «επιτυχία στην Αμερική», όπως έκαναν οι Spice Girls το 1997, όταν το single τους «Wannabe» είχε την υψηλότερη είσοδο στο «Hot 100» του Billboard που είχε καταγραφεί ως τότε από μη αμερικανό καλλιτέχνη. Εσπασαν έτσι το προηγούμενο ρεκόρ των Beatles, οι οποίοι κατέπληξαν τον κόσμο με την υστερία που προκαλούσαν όπου κι αν πήγαιναν· 73 εκατομμύρια άνθρωποι συντονίστηκαν στο σόου του Εντ Σάλιβαν το 1964, και ήταν τέτοια ήταν η ζέση που βίωναν παντού, ώστε ο Τζον Λένον να πει πως ήταν «πιο δημοφιλείς από τον Ιησού».
Οι Αμερικανοί πετυχαίνουν επίσης εκτός της χώρας τους, όμως τα καλύτερα παραδείγματα τα έχουν στον αθλητισμό. Ωστόσο, η πεπερασμένη εμβέλεια του μπάσκετ εκτός των ΗΠΑ περιορίζει τη φήμη, για παράδειγμα, του Μάικλ Τζόρνταν· ο Ινδός Σατσίν Τεντουλκάρ, ένας από τους κορυφαίους παίκτες στην ιστορία του κρίκετ, είναι άγνωστος έξω από τη χώρα του· όσο για το τένις, δεν είναι αρκετά δημοφιλές άθλημα ώστε να διαδώσει τα νέα της Σερένα Γουίλιαμς ή του Νόβακ Τζόκοβιτς σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Οι πιο αναγνωρίσιμοι άνθρωποι στην ιστορία του αθλητισμού έχουν την τάση να κλωτσούν μια μπάλα και/ή να παντρεύονται μια ποπ σταρ, όπως έγινε στην περίπτωση του Ντέιβιντ Μπέκαμ. Οι «Posh and Becks» μαζί, η Βικτώρια –η Posh Spice των Spice Girls– και ο Ντέιβιντ, έχουν επισκιάσει τους αντίστοιχους κόσμους τους και έχουν γίνει από κοινού μια παγκόσμια μάρκα, κυριαρχώντας επί του παρόντος για άλλη μια φορά χάρη στο ντοκιμαντέρ του Netflix «Beckham», το οποίο καλύπτει το πιο λαμπερό τρίο των βιομηχανιών του αθλητισμού, της ψυχαγωγίας και της μόδας.
Ο Μπέκαμ πλησιάζει στο να είναι ένας σύγχρονος Βύρωνας. Αλλά το συγκρότημα One Direction, και ειδικά ο Χάρι Στάιλς, δίνει μια πιο εύστοχη σύγκριση. «Υπάρχουν πτυχές της διασημότητας του Μπάιρον που μοιάζουν με τη σύγχρονη αντίληψή μας για τον σημερινό σελέμπριτι» λέει στην Telegraph η δρ Φλέτσερ. «Ηταν διάσημος σε διεθνές επίπεδο και είχε μια κουλτούρα πολύ ενεργών θαυμαστών, που παρήγαγε πράγματα όπως fanfiction και fan art».
Ομοίως, οι Harries (οι σούπερ φαν του Στάιλς) έχουν δημιουργήσει χιλιάδες ζωηρά έργα τέχνης του αγαπημένου τους σταρ, ενώ ένα πορτρέτο του από τον Ντέιβιντ Χόκνεϊ, που αποκαλύφθηκε τον Αύγουστο, θα βρίσκεται στο επίκεντρο της αναμενόμενης έκθεσης του καλλιτέχνη στη National Portrait Gallery του Λονδίνου – και είναι βέβαιο ότι αρκεί από μόνο του για να προσελκύσει τεράστια πλήθη.
Φυσικά, οι mega-celebrities δεν είναι τίποτα χωρίς τους θαυμαστές τους και το κλειδί για τη σχέση τους είναι το ακόρεστο ενδιαφέρον για την ιδιωτική τους ζωή. «Αν κάνουμε τη σύγκριση με άλλους ρομαντικούς ποιητές, ο Γουόρντσγουορθ και ο Κόλεριτζ ήταν απλώς ενδιαφέροντες ως αξιοσέβαστες λογοτεχνικές ιδιοφυΐες… [Ο Μπάιρον] ενσάρκωσε κάτι ελαφρώς διαφορετικό… Το έργο του ήταν ημιαυτοβιογραφικό [και] διέθετε αυτό το είδος της πολύ μυστηριώδους και πολύ ενδιαφέρουσας περσόνας που είχε καλλιεργήσει στη δημόσια ζωή του» λέει η Φλέτσερ.
Υποστηρίζει επίσης ότι υπάρχουν εκπληκτικοί παραλληλισμοί μεταξύ του Μπάιρον, της Σουίφτ και της Μαντόνα, καθώς, όπως λέει, «νομίζω ότι το να καλλιεργήσει κανείς μια περσόνα στην οποία οι θαυμαστές μπορούν στη συνέχεια να προσκολληθούν και να ταυτιστούν κατά κάποιον τρόπο, είναι πραγματικά το κλειδί για τη δημιουργία ενός είδους μακροχρόνιας εικόνας σελέμπριτι».
Υπάρχει, εξάλλου, ακόμα ένα κοινό σημείο ανάμεσα στον ερωτικό ποιητή του 19ου αιώνα και την αρχιέρεια της ποπ του 21ου αιώνα: «Οι μηχανισμοί της διασημότητας της Σουίφτ και του Μπάιρον είναι πολύ παρόμοιοι» παρατηρεί η Φλέτσερ. «Είναι το να έχεις έναν ενεργό κύκλο θαυμαστών και να νιώθεις ότι μπορείς να αποκτήσεις μια αίσθηση της ζωής και των σχέσεών τους μέσω της δουλειάς σου».
Ο Μπάιρον έγραψε κάποτε στην ερωμένη του, λαίδη Μέλμπουρν, «I cannot exist without some object of Love» («Δεν μπορώ να υπάρχω χωρίς κάποιο αντικείμενο Αγάπης»), ενώ στο «End Game» η Σουίφτ τραγουδά «I can’t let you go, your hand print’s on my soul» («Δεν μπορώ να σε αφήσω να φύγεις, το αποτύπωμά σου είναι στην ψυχή μου») για τον τότε φίλο της, ηθοποιό Τζο Αλγουιν· και ποιος ξέρει πώς μπορεί να παρουσιάσει το τρέχον φημολογούμενο ειδύλλιό της με τον παίκτη του NFL Τράβις Κελς στο επόμενο άλμπουμ της…
Ωστόσο, η πιο ασφαλής μέτρηση της φήμης δεν είναι το μέγεθός της, αλλά η… μακροζωία της. «Το κοινό που έχουν αυτοί οι μεγάλοι σταρ είναι ότι μπορούν να επανεφεύρουν τον εαυτό τους, μπορούν να μεταμορφωθούν, να μην είναι διαρκώς το ίδιο πράγμα. Στη διάρκεια της καριέρας τους μπορούν να προσαρμόσουν όχι μόνο το μουσικό τους στυλ, αλλά και την αισθητική τους, την προσωπικότητά τους, μπορούν ίσως να προσεγγίσουν ακόμη και διαφορετικά είδη κοινού» λέει η δρ Φλέτσερ. Δείτε για παράδειγμα τις πολλές φάσεις της Μαντόνα: η χίπισσα του «Ray of Light», η βρετανική «Lady of the Manor», η καουμπόισσα του «Don’t Tell Me» κ.λπ.
Οι τηλεοπτικοί σταρ συχνά βεβαιώνουν ότι αυξάνεται το κύμα αναγνώρισης όταν ένα primetime σόου τους προβάλλεται σε ένα mainstream κανάλι. Αν όχι ή, ακόμα χειρότερα, όταν ακυρώνεται, οι άνθρωποι αρχίζουν να τους αγνοούν· γιατί απλά η μνήμη είναι άστατη.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Μπάιρον έχει υψηλή βαθμολογία στην κλίμακα Ρίχτερ των σελέμπριτι. Από καθαρά αριθμητική άποψη, σήμερα υπάρχουν influencers στο Instagram και YouTubers που κανείς άνω των 25 ετών δεν τους έχει ακούσει, παρ’ όλα αυτά προσεγγίζουν πολύ μεγαλύτερο κοινό από ό,τι ο Μπάιρον το 1812· αλλά εδώ και δύο αιώνες δεν έχουμε πάψει να μιλάμε για τον Μπάιρον, κάποιοι μάλιστα τον διαβάζουν ακόμα.
Οπως ο Μπάιρον, έτσι και η Μαντόνα διαθέτει σίγουρα ένα από τα βασικά στοιχεία της mega-celebrity, γράφει η Telegraph: Είναι παγκοσμίως γνωστή με μόνο ένα όνομα. Αραγε, όμως, θα διατηρείται η φήμη της επί δύο αιώνες; Θα δείξει… Είναι ήδη διάσημη εδώ και 40 χρόνια, άρα απομένουν άλλα 160.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News