Ο πρώτος και «Τελευταίος πειρασμός»
Το 1988 ο αμερικανός σκηνοθέτης, που εικονογραφεί συνήθως στις ταινίες του έναν άνθρωπο που πέφτει για να βρει στη συνέχεια τη λύτρωση, επιλέγει το απόλυτο πρότυπο. Τον Ιησού, η συντριβή του οποίου είναι και μια υπέρτατη νίκη. Με τον «Τελευταίο πειρασμό» αναμετριέται με τις δικές του ενοχές και την καθολική παιδεία που τον ακολουθεί σε κάθε βήμα. Γυρίζει την ταινία στο Μαρόκο μέσα σε 3 μήνες, με μπάτζετ μόλις 7 εκατομύρια δολάρια. Ιησούς είναι ο Γουίλεμ Νταφόε, Ιούδας ο Χάρβεϊ Καϊτέλ, Μαγδαληνή η Μπάρμπαρα Χέρσεϊ, Πόντιος Πιλάτος ο Ντέιβιντ Μπόουι (με αρχική επιλογή τον Στινγκ). Ο Χριστός εδώ είναι ένας απλός ξυλουργός, ο οποίος ετοιμάζει τους σταυρούς που χρησιμοποιούν οι Ρωμαίοι. Αντιμετωπίζει αμφιβολίες και πειρασμούς, όπως όλοι οι άνθρωποι, και θέλει να ζήσει μια ήρεμη ζωή με τη Μαρία Μαγδαληνή.
Ήδη από την αρχή του φιλμ, το οποίο βασίζεται φυσικά στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη (1955), η καρτολίνα αναγράφει την πρώτη παράγραφο της εισαγωγής που είχε γράψει ο έλληνας συγγραφέας: «Η δυαδική υπόσταση του Χριστού στάθηκε για μένα πάντα βαθύ, ανεξερεύνητο μυστήριο. Η λαχτάρα, η τόσο ανθρώπινη, η τόσο υπεράνθρωπη, να φτάσει ο άνθρωπος ως το Θεό – ή, πιο σωστά: να επιστρέψει ο άνθρωπος στο Θεό και να ταυτιστεί μαζί του, η νοσταλγία αυτή η τόσο μυστική και συνάμα τόσο πραγματική, ανοίγει μέσα μου πληγές και πληγές μεγάλες. Από τη νεότητά μου η πρωταρχική αγωνία μου, από όπου πήγαζαν όλες μου οι χαρές κι όλες μου οι πίκρες, ήταν τούτη: η ακατάπαυστη, ανήλεη πάλη ανάμεσα στο πνεύμα και τη σάρκα».
Η προβολή της ταινίας προκαλεί αντιδράσεις από παραθρησκευτικές οργανώσεις και υπερδεξιούς αρχικά στις ΗΠΑ και την Ιταλία. Στην Αθήνα κορυφώνονται την Πέμπτη, 13 Οκτωβρίου 1988, ημέρα της πρεμιέρας. Από το πρωί στα Προπύλαια, μέλη παρεκκλησιαστικών οργανώσεων και ακροδεξιοί ετοιμάζονται για τις απογευματινές συγκεντρώσεις έξω από τους κινηματογράφους. Τα πρώτα επεισόδια ξεκινούν έξω από τον κινηματογράφο «Όπερα», όπου είναι συγκεντρωμένα περιπου 500 άτομα. Λίγο μετά τις 4 το απόγευμα, σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, σταυροί και εικόνες εκτοξεύονται στην τζαμαρία του κινηματογράφου, οι θεατές τρέχουν πανικόβλητοι προς την αίθουσα ή την έξοδο κινδύνου, και πριν οι αστυνομικοί προλάβουν να κατεβάσουν τα ρολά, κάποιοι από το πλήθος καταφέρνουν να εισχωρήσουν στην αίθουσα. Εκεί σκίζουν καθίσματα, την αυλαία και την οθόνη. Στη συνέχεια ένα μέρος του μπλοκ ανηφορίζει προς το Κολωνάκι, με στόχο το «Εμπασσυ» της Πατριάρχου Ιωακείμ, όπου η προβολή έχει αρχίσει και ο κινηματογράφος έχει κατεβάσει τα ρολά του. Τα ΜΑΤ βρίσκονται εκεί και όταν κατά τις 6 το απόγευμα το πλήθος κινείται κατά του κινηματογράφου, χρησιμοποιούνται δακρυγόνα. Κάποιοι φτάνουν στην πίσω είσοδο, μπαίνουν στην αίθουσα και σκίζουν την οθόνη. Η προβολή διακόπτεται και οι θεατές φυγαδεύονται.
Η πρώτη εβδομάδα προβολών πάντως – ουσιαστικά σε μόλις 4 αίθουσες – κλείνει με 50.000 εισιτήρια (πληρότητα 100%). Την επόμενη εβδομάδα ο σκοταδισμός καταφέρνει ένα ισχυρό πλήγμα, με το οποίο θα δηλώσει αντίθετη η τότε υπουργός Πολιτισμού Μελίνα μερκούρη. Εξετάζεται η αίτηση 8 παραεκκλησιαστικών οργανώσεων για άμεσα ασφαλιστικά μέτρα μέχρι να εκδικαστεί η μήνυση εναντίον της εταιρείας εισαγωγής. Στις 15 Νοεμβρίου το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθήνας (Τμήμα Ασφαλιστικών Μέτρων) κάνει δεκτή την αίτησή τους, και με απόφασή του σταματούν οι προβολές στους κινηματογράφους Ααβόρα, Τριανόν, Αφαία και Κύπρος. Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, «οι διάφορες θρησκευτικές πεποιθήσεις είναι συστατικό στοιχείο της προσωπικότητας εκείνων που τις έχουν, και δεν επιτρέπεται στους μη θρησκευόμενους ή στους άθεους να γελοιοποιούν τους θρησκευόμενους, γιατί έτσι είναι σαν να θίγουν την ίδια την προσωπικότητα (των θρησκευομένων)».
Οι «Νύφες» του Παντελή Βούλγαρη
Ο άνθρωπος που έφερε σε επαφή τον Σκορσέζε με τον Παντελή Βούλγαρη ήταν ο Ελία Καζάν. Κι έτσι ξεκίνησε το διεθνές ταξίδι για τις «Νύφες», τη 10η μεγάλου μήκους ταινία του έλληνα σκηνοθέτη, που κυκλοφόρησε το 2004.
Ο Σκορσέζε ανέλαβε την εκτέλεση της παραγωγής μαζί με την Μπάρμπαρα ντε Φίνα και ετοίμασε το πεντάλεπτο τρέιλερ για την επίσημη παρουσίαση της ταινίας. Εκείνη την περίοδο ο Π. Βούλγαρης θα αναφερθεί στην εκτεταμένη αλληλογραφία του με τον Σκορσέζε σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων, στις καίριες και αναλυτικές επισημάνσεις του Αμερικανού σκηνοθέτη: «Είδε το τρίτο cut των “Νυφών” και η κριτική του ήταν ενθουσιώδης. Αφού σχολίασε το κλίμα και την ατμόσφαιρα, αφιέρωσε 20 σελίδες σε μικρές, επιμέρους παρατηρήσεις. Σε ένα βλέμμα, μια λέξη, ένα καρέ…». Ο Σκορσέζε προτείνει επίσης την πρωταγωνίστρια Βικτώρια Χαραλαμπίδου, όταν τη βλέπει στα δοκιμαστικά: «Είναι απρόβλεπτη επιλογή, ασύμμετρη. Οι άλλες είναι φυσική επιλογή, αναμενόμενες» λέει στον Π.Βούλγαρη, όπως θυμάται ο τελευταίος σε συνέντευξή του («Καθημερινή», 12/12/2022).
Ο Χρυσός Φοίνικας στον Αγγελόπουλο
Ο Μάρτιν Σκορσέζε, που ποτέ δεν σταμάτησε να ανακαλύπτει την παραγωγή μικρότερων χωρών πέρα από το χολιγουντιανό σύστημα, είχε χαρακτηρίσει σε ανύποπτο χρόνο τον Θόδωρο Αγγελόπουλο «σκηνοθέτη μοναδικής επιδεξιότητας, κυρίαρχο όνομα στο ευρωπαϊκό σινεμά, ποιητή των εικόνων». Του πιστώνεται, λοιπόν, η ειδική βαρύτητα για την απονομή του Χρυσού Φοίνικα στον έλληνα σκηνοθέτη, στις 24 Μαΐου 1998, για το φιλμ «Μία αιωνιότητα και μία ημέρα». Το βραβείο στον Αγγελόπουλο θα παραδώσει ο Σκορσέζε, ως πρόεδρος της επιτροπής εκείνη τη χρονιά στην 51η διοργάνωση του Φεστιβάλ Καννών.
Θαυμαστής του… Ηλία Καζαντζόγλου
Η λίστα με τις ταινίες που λατρεύει είναι παροιμιώδης, καθώς προσθέτει συνεχώς καινούριες για κάθε δεκαετία που περνά. Είναι άλλωστε μανιώδης «κυνηγός» φιλμ από όλα τα είδη, τα μήκη και πλάτη της Γης, όπως φαίνεται και από το «World Cinema Project», μέσω του οποίου χρηματοδοτεί τη συντήρηση παλαιών ταινιών. Στη λίστα αυτή, λοιπόν, το μοναδικό ελληνικό όνομα που περιλαμβάνεται ανήκει σε έναν απόγονο Ελλήνων της Καππαδοκίας, ο οποίος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1909 ως Ηλίας Καζαντζόγλου και πέθανε στη Νέα Υόρκη το 2003 ως Ελία Καζάν. Η ταινία την οποία ο Σκορσέζε δεν παραλείπει να αναφέρει είναι φυσικά το «America, America» (1963), όπως φαίνεται και στη λίστα που παρέδωσε το 2012 στο σημαντικό περιοδικό «Fast company».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News