Πού οφείλεται η μιζέρια που ομολογουμένως επικρατεί πλέον στο Διαδίκτυο; Οι θεωρίες που κυκλοφορούν είναι πολλές και προέρχονται από αξιόπιστες πηγές. Ο New Yorker, για παράδειγμα, κατηγορεί τη στροφή στους αλγορίθμους, ενώ το Wired έναν φαύλο κύκλο εντός του οποίου οι εταιρείες παύουν να εξυπηρετούν τους χρήστες τους και αρχίζουν να τους χρησιμοποιούν για να παράγουν έσοδα. Το MIT Technology Review επιρρίπτει την ευθύνη στα επιχειρηματικά μοντέλα που βασίζονται στις διαφημίσεις και το Verge βάλλει κατά των μηχανών αναζήτησης.
Ολες αυτές οι απόψεις είναι και γνωστές και, σε μεγάλο βαθμό, σωστές. Ομως ο Εζρα Κλάιν, αρθρογράφος των New York Times, εκφράζει μια ιδιότυπη όσο και ενδιαφέρουσα άποψη: υποστηρίζει ότι η ψηφιακή μας ζωή έχει μετατραπεί σε μια σειρά από «ντουλάπες της ντροπής» και κατηγορεί για αυτό καταρχάς την Google.
«Η ντουλάπα της ντροπής είναι εκείνο το μέρος σπίτι σας όπου στριμώχνετε τα πράγματα που δεν έχετε πού αλλού να βάλετε. Δεν είναι απαραίτητο να είναι ντουλάπα. Μπορεί να είναι ένα γκαράζ ή ένα δωμάτιο ή μια συρταριέρα ή όλα αυτά ταυτόχρονα. Οποιος και αν είναι ο χώρος, χαρακτηρίζεται από την απουσία επιλογής όσον αφορά το τι καταλήγει σε αυτόν. Υπάρχουν πράγματα που χρειάζεστε εκεί μέσα. Υπάρχουν πράγματα που δεν θα χρειαστείτε ποτέ εκεί μέσα. Αλλά καθώς οι διαστάσεις της ντουλάπας της ντροπής διευρύνονται, το έργο της αναζήτησης ή της οργάνωσης καθίσταται πολύ τρομακτικό, ακόμη και για να το σκεφτούμε», γράφει όσον αφορά το τι εστί ντουλάπα της ντροπής.
«Η εποχή της ντουλάπας της ντροπής του Διαδικτύου είχε μια αρχή. Πριν από 20 χρόνια η Google παρουσίασε το Gmail. Αν δεν ήσουν χρήστης του Διαδικτύου τότε, είναι δύσκολο να περιγράψεις την έκπληξη που ακολούθησε την ανακοίνωση της Google. Τα Εισερχόμενα συνήθως γέμιζαν στα 15 megabyte. Η Google προσέφερε δωρεάν ένα gigabyte, δεκάδες και δεκάδες φορές περισσότερα. Ολοι ήθελαν να το δοκιμάσουν. Αλλά έπρεπε να σε προσκαλέσουν. Θυμάμαι να δίνω μάχη για μία από αυτές τις πρώτες προσκλήσεις. Θυμάμαι τη συγκίνηση που ένιωσα όταν κατάφερα να βρω μία. Αισθάνθηκα τυχερός. Αισθάνθηκα εκλεκτός», προσθέτει σχετικά με την Google.
Από τότε, όμως, πέρασαν είκοσι χρόνια και πριν από λίγους μήνες ο Εζρα Κλάιν «σκότωσε» τελικά εκείνο τον λογαριασμό του στο Gmail. Γιατί στα Εισερχόμενά του είχε περισσότερα από ένα εκατομμύριο αδιάβαστα μηνύματα, εκ των οποίων τα περισσότερα ήταν για τα σκουπίδια αλλά όχι όλα. Ωστόσο δεν μπορούσε να βρει ό,τι ήθελε και η αναζήτηση δεν μπορούσε να τον βοηθήσει, καθώς δεν ήξερε ούτε ο ίδιος τι ακριβώς έψαχνε. Οι αλγόριθμοι της Google είχαν αρχίσει να τον απογοητεύουν καθώς οι δικές τους προτεραιότητες κατέληξαν να διαφέρουν από τις δικές του. Κάποια στιγμή δεν άντεξε άλλο και δημιούργησε μια αυτόματη απάντηση, ενημερώνοντας όλες τις επαφές του καθώς και όλους τους αποστολείς νέων μηνυμάτων ότι ο λογαριασμός του ήταν πλέον νεκρός.
Γυρνώντας είκοσι χρόνια πίσω, ο αμερικανός αρθρογράφος εξηγεί ότι πίσω από το Gmail υπήρχε ένας «τεχνολογικός θρίαμβος» που επρόκειτο να ελαχιστοποιήσει το κόστος αποθήκευσης. Το 1985 ένα gigabyte μνήμης σκληρού δίσκου κόστιζε περίπου 75.000 δολάρια. Μέχρι το 1995 είχε πέσει στα περίπου 750 δολάρια ενώ το 2004 –τη χρονιά που λανσαρίστηκε το Gmail– ήταν λίγα δολάρια και πλέον κοστίζει λιγότερο από ένα λεπτό. Σήμερα το Gmail προσφέρει 15 gigabyte δωρεάν.
«Τι θαύμα. Τι χάλι», σχολιάζει ο Εζρα Κλάιν. «Η υπόσχεση του Gmail –τεράστιος αποθηκευτικός χώρος με τη μεσολάβηση ισχυρών εργαλείων αναζήτησης– έγινε η υπόσχεση σχεδόν των πάντων στο Διαδίκτυο». Ομως χάρη σε αυτήν την υπόσχεση κατέληξε να έχει περισσότερες από 23.000 φωτογραφίες και σχεδόν 2.000 βίντεο κάπου στους διακομιστές της Apple. Εχει επίσης δεκάδες χιλιάδες τραγούδια που του άρεσαν στο Spotify.
«Τι έχω γράψει στο Σημειωματάριό μου; Πόσες συνομιλίες έχω αποθηκευμένες στα Μηνύματα, στο WhatsApp, στο Signal, στο Twitter και στο Instagram και στο Facebook; Υπάρχουν τόσo πολλά που αγάπησα σε αυτά τα αρχεία. Υπάρχουν τόσo πολλά που θα ήθελα να ανακαλύψω ξανά. Αλλά δεν μπορώ να βρω αυτό που με ενδιαφέρει μέσα στον βάλτο. Εγκατέλειψα την προσπάθεια», αναγνωρίζει ο Εζρα Κλάιν.
Στη συνέχεια, ό,τι συνέβη με τα αρχεία, συνέβη και με τους φίλους και τους συγγενείς, τους γνωστούς μας αλλά και ανθρώπους αγνώστους ουσιαστικά. «Τα κοινωνικά δίκτυα διευκόλυναν οποιονδήποτε έχουμε γνωρίσει και πολλά άτομα που δεν γνωρίσαμε ποτέ, να γίνουν φίλοι μας και να μας ακολουθούν. Μπορούσαμε να επικοινωνούμε μαζί τους ταυτόχρονα χωρίς να επικοινωνούμε με τον καθένα ξεχωριστά. Ή τουλάχιστον έτσι μας είπαν. Η ιδέα ότι μπορούσαμε να έχουμε τόση επικοινωνία με τόσο λίγη προσπάθεια ήταν μια ψευδαίσθηση. Είμαστε ψηφιακά συνδεδεμένοι με περισσότερους ανθρώπους από ποτέ και τρομερά μόνοι όμως. Η εγγύτητα απαιτεί χρόνο και ο χρόνος δεν αυξήθηκε ούτε μειώθηκε το κόστος του», εξηγεί ο Εζρα Κλάιν.
Και παραδέχεται απογοητευμένος ότι «οι ψηφιακοί κολοσσοί επωφελούνται από την παθητικότητά μου. Πληρώνω πλέον στην Apple και την Google μια μηνιαία χρέωση για περισσότερο αποθηκευτικό χώρο. Θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να διέγραφα όλα όσα χρειάζεται ώστε να παραμείνω κάτω από τα ανώτατα όριά τους. Διάφοροι αλγόριθμοι προσπαθούν να κάνουν για μένα αυτό που δεν κάνω πλέον εγώ για τον εαυτό μου. Μου παρουσιάζουν εικόνες από το παρελθόν μου και μου προτείνουν να μου πουλήσουν βιβλία με τις δικές μου αναμνήσεις. Μου πλασάρουν τραγούδια που μοιάζουν με αυτά που αγάπησα στο παρελθόν αλλά τα έχω χάσει εδώ και πολύ καιρό. Η ροή μου είναι γεμάτη με προτεινόμενα περιεχόμενα από influencers και διαφημιστές που δεν σημαίνουν τίποτα για μένα».
Εχοντας φτάσει στον πάτο, πριν από λίγους μήνες ο Εζρα Κλάιν αποφάσισε να θέσει εκ νέου υπό τον έλεγχό του την ψηφιακή του ζωή, αρχίζοντας με το email του, και κάπως, έτσι, εγγράφηκε στo Hey, έναν πάροχο με μια πολύ διαφορετική αντίληψη, σε σχέση με την επικρατούσα, όσον αφορά την ηλεκτρονική αλληλογραφία: «Το Gmail και σχεδόν όλοι οι ανταγωνιστές του υποθέτουν ότι οποιοσδήποτε θα πρέπει να μπορεί να σας στείλει email και στη συνέχεια θα πρέπει να αποθηκεύετε και να ταξινομείτε και να αναζητάτε και να κατηγοριοποιείτε αυτά τα μηνύματα. Το Hey θεωρεί ότι μόνο τα άτομα από τα οποία θέλετε να λαμβάνετε email θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να σας στέλνουν email», εξηγεί αρθρογράφος των New York Times.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News