«Νιώθουμε σαν να είμαστε πίσω στη δεκαετία του 1980». Αυτή ήταν η πρώτη παρατήρηση των ανθρώπων που βρέθηκαν στο γυμνάσιο της πόλης Μπέθλεεμ, στα προάστια του Ολμπανι της Νέας Υόρκης, κατά τη διάρκεια του γεύματος των μαθητών. Ο διευθυντής του γυμνασίου, Ντέιβ Νόμελ, χαμογέλασε. Ο ίδιος λίγο νωρίτερα είχε επιβάλει πλήρη απαγόρευση κινητών τηλεφώνων στο σχολείο.
Οι μαθητές του συγκεκριμένου σχολείου πρέπει να κρατούν όλα τα ηλεκτρονικά είδη τους σε μια κλειδωμένη θήκη καθ’ όλη τη διάρκεια της σχολικής ημέρας. Η αλλαγή αυτή εφαρμόστηκε το περασμένο φθινόπωρο και, όπως είπε πρόσφατα ο ο Ντόμελ στην Washington Post, ήταν «εντελώς μεταμορφωτική» από την πρώτη εβδομάδα.
Η εικόνα στην καφετέρια του σχολείου είναι όντως εντυπωσιακή, επισημαίνει η Post. Ομάδες μαθητών που κουβέντιαζαν, δημιουργούσαν ένα βουητό που διακοπτόταν μόνο από το χτύπημα των δίσκων στα τραπέζια και το τρίξιμο των καρεκλών. Σε όσους πήγαν σχολείο τη δεκαετία του 1980 αυτό ακούγεται και φαίνεται απόλυτα φυσιολογικό. Για την Gen Z, όμως, δεν είναι.
Η δημοσιογράφος της Post εκφράζει έναν προβληματισμό που είναι κοινός σε πολλούς της γενιάς Χ. Ηταν όλα πράγματι τόσο ωραία στη δική μας εποχή και είναι τόσο χάλια σήμερα; Είναι όντως δείγμα «ηθικής κατάπτωσης» το γεγονός ότι οι νέοι δεν παντρεύονται, αυτοπροσδιορίζονται όλο και περισσότερο ως μη δυαδικοί και δεν πηγαίνουν στην εκκλησία; Ή μήπως είναι απλώς δείγμα της δικής μας επιθυμίας να μην αλλάξει τίποτε από όσα ξέραμε και σε όσα αισθανόμαστε πιο βολικά;
Η δυσάρεστη αλήθεια είναι ότι το παρελθόν, όσο οικείο και αν μας είναι, δεν ήταν απαραιτήτως καλύτερο. Η άλλη δυσάρεστη αλήθεια, όμως, είναι ότι οι νέοι σήμερα (και όχι μόνο οι νέοι) περνούν υπερβολικά πολύ χρόνο στα κινητά τους. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση στις ΗΠΑ έδειξε ότι οι έφηβοι περνούν κατά μέσο όρο σχεδόν πέντε ώρες την ημέρα μόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πέρα από τον χρόνο που καταναλώνουν σε παιχνίδια και μηνύματα. Μια άλλη έρευνα αποκάλυψε ότι οι έφηβοι ελέγχουν τα τηλέφωνά τους κατά μέσο όρο περισσότερες από 100 φορές την ημέρα.
Ολος αυτός ο χρόνος στις οθόνες είναι αρνητικός για την ψυχική τους υγεία. Η χρήση κινητών τηλεφώνων θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική αλληλεπίδραση, ενώ τα κινητά τηλέφωνα αποσπούν διαρκώς την προσοχή. Ακόμη και όταν δεν χρησιμοποιούνται, είναι πάντα εκεί, στην τσέπη ή στην τσάντα, και είναι σαν να σε καλούν να ασχοληθείς μαζί τους.
Αυτό καθιστά δύσκολο να συγκεντρωθεί κανείς σε οτιδήποτε, πόσο μάλλον στα μαθήματα, που είναι από μόνα τους βαρετά για τους περισσότερους μαθητές. Πράγματι, ξεχωριστή έρευνα διαπίστωσε συσχέτιση μεταξύ της χρήσης κινητών τηλεφώνων και των χαμηλότερων βαθμών στη διάρκεια της χρονιάς και στα διαγωνίσματα.
Στις ΗΠΑ όλο και περισσότερα σχολεία και Πολιτείες προσπαθούν να περιορίσουν τη ζημιά, απαγορεύοντας τα τηλέφωνα στις τάξεις. Η διάσπαση προσοχής δεν είναι το μόνο πρόβλημα που προκαλούν. Σύμφωνα με τον Ντόμελ, εκτός της τάξης τα τηλέφωνα κατέγραφαν κάθε διαφωνία, κάθε προσβολή ή πρόκληση. Και όλα αυτά κοινοποιούνταν, δημιουργώντας μια εκρηκτική κατάσταση.
Ετσι, ο ίδιος πίεσε για πλήρη απαγόρευση και το σχολικό συμβούλιο ψήφισε ομόφωνα υπέρ. Οι γονείς ανησυχούσαν αρχικά ότι δεν θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τα παιδιά τους κατά τη διάρκεια της σχολικής ημέρας ή ότι τα παιδιά τους θα αποκόπτονταν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Φυσικά, μπορούν να καλέσουν το γραφείο ή να στείλουν email. Επίσης, όλες οι τάξεις έχουν τηλέφωνα που μπορούν να καλέσουν το 911 (το νούμερο έκτακτης ανάγκης).
Αντίσταση υπήρξε και από ορισμένους καθηγητές, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν ότι οι μαθητές πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν ενήλικες. Είναι ένα αρκετά διαδεδομένο επιχείρημα, όχι εντελώς αβάσιμο: αν δεν διδάξεις στους εφήβους αυτοέλεγχο και ορθή κρίση, τους βγάζεις στη ζωή απροετοίμαστους.
Το πρόβλημα είναι ότι η τεχνολογία είναι σε μεγάλο βαθμό σχεδιασμένη ώστε να προκαλεί εθισμό, και αυτό δεν είναι εύκολο να διδάξεις έναν έφηβο να το αποφύγει. Ούτε καν έναν ενήλικα. Ακόμη και όσοι θέλουν να σταθούν με υπευθυνότητα απέναντι στο θέμα, δυσκολεύονται τρομερά.
Σε ένα άλλο γυμνάσιο, εκείνο του Γκίλντερλαντ, στα προάστια του Ολμπανι, δεν απαγορεύονται τα τηλέφωνα, αλλά ο διευθυντής Μάικ Πιστσιτέλι είπε στην Post ότι το σχολείο αγόρασε τσέπες αποθήκευσης για να τις κρεμάσει στις πόρτες της τάξης. Εδώ τους κανόνες θέτουν οι δάσκαλοι και η διοίκηση θέλει να τους υποστηρίξει. «Ολοι φοβούνται λίγο μήπως γίνουν ο κακός της υπόθεσης» προσθέτει ο Πιστσιτέλι, εννοώντας τους δασκάλους. Αλλά και οι σχολικές περιφέρειες είναι εξίσου επιφυλακτικές, παρότι γνωρίζουν ότι τα κινητά τηλέφωνα προκαλούν προβλήματα.
Η βιβλιοθηκονόμος που επιβλέπει εδώ και 20 χρόνια τους μαθητές όταν μελετούν στο Γκίλντερλαντ λέει ότι έχει παρατηρήσει πολύ σημαντικές αλλαγές. Κυρίως, επισημαίνει, οι μαθητές δεν ξέρουν πια πώς να συνομιλούν.
Ολοι παραδέχονται το πρόβλημα, αλλά φαίνεται πως διστάζουν να το αντιμετωπίσουν δραστικά. Το ερώτημα δεν είναι αν τα παιδιά είναι εθισμένα στα τηλέφωνά τους ή αν αυτός ο εθισμός επηρεάζει την ψυχική υγεία και τις κοινωνικές τους δεξιότητες. Φυσικά και όλα αυτά συμβαίνουν, το ξέρουμε πλέον πέρα από κάθε αμφιβολία.
Το ερώτημα είναι αν είμαστε διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουμε τα σχολεία για να προσπαθήσουμε να περιορίσουμε αυτόν τον εθισμό, επισημαίνει η Post. Ή τουλάχιστον να χαρίσουμε στα παιδιά ένα διάλειμμα επτά ωρών από τα κινητά για 180 ημέρες τον χρόνο.
Ο Ντόμελ θέτει μια πολύ ενδιαφέρουσα διάσταση στο ζήτημα: αρκετοί από τους μαθητές τού είπαν ότι ανακουφίστηκαν που δεν χρειάστηκε να απαντούν σε αναρτήσεις και σε μηνύματα κατά τη διάρκεια της σχολικής ημέρας.
Ισως οι ίδιοι δυσκολεύονται να κοντρολάρουν τη χρήση του τηλεφώνου τους. Μαθαίνουν, όμως, ότι μερικές φορές ο καλύτερος τρόπος για να λύσεις ένα πρόβλημα είναι να σου το πάρει κάποιος άλλος από τα χέρια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News