Μπορεί το αποκαλούμενο «American Rescue Plan», το μεγαλεπήβολο σχέδιο του Τζο Μπάιντεν για την ανάκαμψη των κοινωνιών και των οικονομιών των ΗΠΑ, να συγκριθεί με το περίφημο «New Deal» του Φραγκλίνου Ρούσβελτ ή με την «Great Society», το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα μέσω του οποίου ο Λίντον Τζόνσον επιδίωξε να εξαλείψει τη φτώχεια και τις φυλετικές ανισότητες από την Αμερική;
Λαμβάνοντας υπόψη τις αναλύσεις και τα σχόλια του διεθνούς Τύπου, η απάντηση είναι ναι. Οι Financial Times, για παράδειγμα, υποστηρίζουν πως το πακέτο ύψους 1,9 τρισεκ. δολαρίων που εγκρίθηκε την περασμένη Τετάρτη από το Κογκρέσο «είναι σχεδόν εξίσου ιστορικό με την πανδημία που επιδιώκει να μετριάσει».
Και ο ΟΟΣΑ, ο διεθνής Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ο οποίος ιδρύθηκε το 1948 για τη διαχείριση ενός άλλου ιστορικού πακέτου ανάκαμψης, του Σχεδίου Μάρσαλ, εκτιμά πως θα συμβάλει σημαντικά στην επιτάχυνση της ανάκαμψης όχι μόνον της αμερικανικής αλλά της παγκόσμιας οικονομίας. Πιο συγκεκριμένα προβλέπει πως χάρη στα πάρα πολλά δισεκατομμύρια του πακέτου Μπάιντεν η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 5,6% κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρονιάς ενώ μόλις πριν από τρεις μήνες έκανε λόγο για αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ μόνον κατά 4,2%.
Γενναιόδωρο και δημοκρατικό «πακέτο»
Οι Financial Times επισημαίνουν ότι πέρα από αξιοσημείωτα γενναιόδωρο το πακέτο Μπάιντεν είναι επίσης «καταφανώς δημοκρατικό» καθώς «πολλά από τα χρήματα προορίζονται για τους ανέργους και τις οικογένειες με παιδιά. Και προσφέρονται πολλά περισσότερα ακόμα ως επιδόματα για την υγεία».
Σύμφωνα με τους Βρετανούς ένα τρίτο στοιχείο που καθιστά το «American Rescue Plan» ιστορικό, είναι σύμφωνα με τους Βρετανούς το γεγονός πως είναι εξαιρετικά δημοφιλές. «Σε αντίθεση με το New Deal και παρά την εναντίωση των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο δεν αμφισβητείται καθόλου μεταξύ των ψηφοφόρων. Σε αντίθεση με το πακέτο του Ομπάμα (για την αντιμετώπιση της χρηματοοικονομικής κατάρρευσης του 2008-2009), δεν προκάλεσε καμιά λαϊκή εξέγερση που να συγκρίνεται με το Tea Party. Ακόμη και πολλοί δεξιόστροφοι Αμερικανοί στηρίζουν το νομοσχέδιο στο σύνολό του και πολλές από τις διατάξεις του», αναφέρουν οι FT.
Μάλιστα υπογραμμίζουν πως αυτή η «η μαζική έκκληση για κρατικό παρεμβατισμό» περιπλέκει όλες τις θεωρίες που θέλουν τις ΗΠΑ προπύργιο «της ελεύθερης αγοράς και της αντικυβερνητικής κουλτούρας». Η αλλαγή στάσης πολλών Αμερικανών όσον αφορά σημαντικά ζητήματα που ταλανίζουν την αμερικανική κοινωνία, όπως η υγειονομική περίθαλψη και η οικονομική ανισότητα, έχει αναδείξει κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών μία «σοσιαλδημοκρατική τάση» στο πλαίσιο της οποίας ο Τζο Μπάιντεν συνέθεσε το δικό του Σχέδιο για τη Διάσωση της Αμερικής.
Oμως η αναβίωση ενός ενάρετου (και αναπόφευκτου στην προκειμένη περίπτωση) κρατισμού δεν συνεπάγεται το τέλος του νεοφιλελευθερισμού. Οι περισσότερες από τις παροχές που προβλέπονται στο πακέτο του Μπάιντεν είναι προσωρινές ενώ μία από τις πιο σημαντικές, μόνιμου χαρακτήρα, μεταρρυθμιστικές προτάσεις των Δημοκρατικών περί αύξησης του κατώτατου ωρομισθίου στα 15 δολάρια δεν εγκρίθηκε τελικά.
Ωστόσο οι Financial Times θεωρούν απίθανο το ενδεχόμενο να μην αλλάξει η νοοτροπία της πλειονότητας των αμερικανικών πολιτών, έπειτα από την ανάδειξη (χάρη στην πανδημία) που ρόλου που δύναται να διαδραματίσει το κράτος.
Αλλαξαν αντιλήψεις
Το New Deal έμεινε στην Ιστορία όχι τόσο για τη συμβολή του στην αντιμετώπιση της Μεγάλης Υφεσης όσο για το γεγονός πως άλλαξε τις αντιλήψεις των Αμερικανών και όχι μόνο. «Εχοντας δει την κυβέρνηση επί το έργον, οι ψηφοφόροι παρέμειναν θετικοί για πολλές δεκαετίες μετά. Χρειάστηκε η πετρελαϊκή κρίση και η άνοδος της Νέας Δεξιάς για να ξεπεραστεί η “κεϋνσιανή συναίνεση” στη δεκαετία του 1970», αναφέρει η λονδρέζικη εφημερίδα.
Τώρα, εκμεταλλευόμενος και τη γενναιοδωρία που επέδειξε από την αρχή της πανδημίας η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ο Τζο Μπάιντεν θα μπορούσε να αφήσει με το δικό του πακέτο «ένα πολιτισμικό σημάδι εξίσου βαθύ. Οι άνθρωποι που δεν απώλεσαν τα μέσα βιοπορισμού τους δύσκολα θα το ξεχάσουν όταν τερματιστεί η πανδημία».
Το ότι ο Τζο Μπάιντεν έχει τη δυνατότητα να επιδράσει στη αμερικανική οικονομία και κοινωνία αλλά και στις συνειδήσεις των Αμερικανών όσο επέδρασαν πριν από αυτόν ο Ρούσβελτ και ο Τζόνσον, υποστηρίζει και ο Ντέιβιντ Σμιθ, ο επικεφαλής ανταποκριτής του Guardian στην Ουάσιγκτον.
Σε κείμενό του υπενθυμίζει πως όταν γεννήθηκε ο Τζο Μπάιντεν το 1942, πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ, ο αρχιτέκτονας του New Deal. Οταν ο Μπάιντεν ήταν φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ, ο Λίντον Τζόνσον έθετε σε εφαρμογή του σχέδιό του για τη «Μεγάλη Κοινωνία», ενισχύοντας τον ρόλο του κράτους με στόχο την καταπολέμηση της φτώχειας και των φυλετικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Μνημειώδης οπισθοδρόμηση
Ωστόσο στη συνέχεια σημειώθηκε μία «μνημειώδης οπισθοδρόμηση» σύμφωνα με τον δημοσιογράφο του Guardian. Ως γερουσιαστής, πλέον, ο Μπάιντεν είδε το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ «να αμαυρώνει την τάξη των πολιτικών» καθώς ο Ρίτσαρντ Νίξον κατέστη ο πρώτος πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ που παραιτήθηκε από το αξίωμά του.
Και έπειτα από επτά χρόνια ανέλαβε την εξουσία ο Ρόναλντ Ρίγκαν με τη διαβόητη ρήση του «οι εννιά πιο τρομακτικές λέξεις είναι: “είμαι από την κυβέρνηση και είμαι εδώ για να βοηθήσω”». Το 1986 προέβη σε μία ριζική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος που επέφερε δραματική αύξηση της ανισότητας και περιγράφοντας την Μεγάλη Κοινωνία του Τζόνσον ως μια «θεμελιωδώς λανθασμένη στροφή», βάλθηκε να τη διαλύσει.
Τελικά ο ριγκανισμός (Reaganism) επικράτησε στον χώρο του κέντρου για πολλές δεκαετίες ενώ το 2017, ακολουθώντας το παράδειγμα του μακρινού προκατόχου του, ο Ντόναλντ Τραμπ προέβη σε φοροελαφρύνσεις ύψους 1,5 τρισεκ. δολαρίων που ωφέλησαν κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους πλούσιους, συμπεριλαμβανομένης, φυσικά, της οικογένειας Τραμπ και των συμμάχων της. Επρόκειτο για την πρώτη φορολογική νίκη του τέως προέδρου των ΗΠΑ.
Το τέλος των «Ριγκανόμικς»
Την περασμένη Τετάρτη ο νυν πρόεδρος της Αμερικής γιόρτασε τη δική του πρώτη νομοθετική νίκη, κινούμενος στους αντίποδες του προκατόχου του. Το σχέδιό του μπορεί να μην είναι όσο φιλόδοξο θα επιθυμούσαν οι πιο αριστεροί από τους Δημοκρατικούς ενώ σίγουρα εγκυμονεί κινδύνους (άνοδος των τιμών, υπερθέρμανση της οικονομίας, αύξηση της φορολογίας). Αποτελεί, ωστόσο, γεγονός πως μέσω του American Rescue Plan ο Τζο Μπάιντεν μπορεί να συμβάλει όχι μόνον στην ανάκαμψη της αμερικανικής και παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και να τερματίσει τα αποκαλούμενα «Ριγκανόμικς» που ήθελαν το κράτος μικρό, αποκαθιστώντας, συγχρόνως, την εμπιστοσύνη των πολιτών στην κυβέρνηση και στο κράτος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News