«Ποια είναι η χειρότερη συμβουλή που λάβατε όσον αφορά την καριέρα σας;», ρωτήθηκε η Μόνικα Λεβίνσκι το 2019 μέσω του Twitter. «Μια μαθητεία στον Λευκό Οίκο θα είναι καταπληκτική για το βιογραφικό σας», απάντησε εκείνη. Πέρασαν 23 χρόνια από τότε που η Λεβίνσκι έγινε «“εκείνη η γυναίκα” με την οποία ο Μπιλ Κλίντον δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις», αναφέρει σε κείμενό της η Μάντλιν Σπενς των βρετανικών Times, υπενθυμίζοντας πως η κυρία Λεβίνσκι ήταν μόλις 22 χρόνων και μόλις είχε ολοκληρώσει τις σπουδές της όταν άρχισε η σχέση της με τον αμερικανό τότε 49χρονο πρόεδρο.
Ο δεσμός τους διήρκεσε μία διετία, από το 1995 έως το 1997, στη συνέχεια ο 42ος πρόεδρος των ΗΠΑ παραπέμφθηκε στη Γερουσία αλλά τελικά δεν αποπέμφθηκε, ενώ «ένας ιδιαίτερα σημαντικός λεκές σε ένα μπλε φόρεμα κατέστη η διαρκής κληρονομιά της εποχής εκείνης, όπως και τα πρόστυχα αστεία για πούρα», αναφέρει η βρετανίδα δημοσιογράφος.
Οι Κλίντον, ωστόσο, ξεπέρασαν σχετικά εύκολα και ανώδυνα την κρίση και συνέχισαν την κοινή τους ζωή. Αντιθέτως η Μόνικα Λεβίνσκι δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να σταθεί ξανά στα πόδια της. Σήμερα, όμως, έχει επιστρέψει δυναμικά στο προσκήνιο με στόχο την αποκατάσταση της τιμής της αλλά και της αλήθειας όσον αφορά την περιπέτεια σημάδεψε τη ζωή της.
Περισσότερο φως στην υπόθεση πρόκειται να ρίξει τον επόμενο μήνα η τηλεοπτική σειρά «Impeachment: American Crime Story», στο πλαίσιο της οποίας έχουν ήδη παρουσιαστεί πολύκροτες υποθέσεις που απασχόλησαν την αμερικανική κοινή γνώμη αλλά και τη Δικαιοσύνη, όπως η δολοφονία του Τζάνι Βερσάτσε και η δίκη του Ο. Τζέι Σίμπσον. Τον ρόλο της Μόνικα Λεβίνσκι υποδύεται η Μπίνι Φέλντσταϊν, ο Κλάιβ Οουεν είναι ο Μπιλ Κλίντον ενώ η πρωταγωνίστρια του σκανδάλου στην πραγματική ζωή επιμελήθηκε προσωπικά τον κορμό του σεναρίου, υποστηριζόμενη, ωστόσο, από έναν ψυχαναλυτή «γιατί είναι δύσκολο, είναι πραγματικά δύσκολο. Υπήρξαν κάποιες πραγματικά, πραγματικά δύσκολες περίοδοι για μένα καθ’ όλη τη διαδικασία», ανέφερε η ίδια.
Η Μόνικα Λεβίνσκι είναι κόρη του Μπέρναρντ Λεβίνσκι, ενός επιτυχημένου ογκολόγου ο οποίος ήρθε στις ΗΠΑ μέσω του Ελ Σαλβαδόρ, αφότου οι εβραίοι Γερμανοί γονείς του κατάφεραν να ξεφύγουν από τους ναζιστές. Η μητέρα της, Μάρσια Λούις, είναι συγγραφέας του βιβλίου «The Private Lives of the Three Tenors», μίας κουτσομπολίστικης βιογραφίας των Λουτσιάνο Παβαρότι, Πλάθιντο Ντομίνγκο και Χοσέ Καρέρας. Η Μόνικα μεγάλωσε σε μία κατοικία αξίας άνω του 1,5 εκατομμυρίου δολαρίων στο Μπέβερλι Χιλς και φοίτησε στο γυμνάσιο της περίφημης πόλης που βρίσκεται μεταξύ Λος Αντζελες και Δυτικού Χόλιγουντ.
Κατέληξε να μαθητεύσει στον Λευκό Οίκο χάρη σε μία οικογενειακή γνωριμία ενώ το διάστημα που εργαζόταν εκεί διέμενε, μαζί με τη μητέρα της, στο Watergate Hotel της αμερικανικής πρωτεύουσας. «Το μέλλον διαγραφόταν λαμπρό για την ευφυή και φιλόδοξη νεαρή Μόνικα. Στην συνέχεια στην ηλικία των 26 ετών, ήρθαν τα πάνω κάτω», αναφέρει η δημοσιογράφος των Tάιμς. «Το 1998, όταν κυκλοφόρησαν τα νέα για τη σχέση μου με τον Μπιλ Κλίντον, ήμουν αναμφισβήτητα ο πιο ταπεινωμένος άνθρωπος στον κόσμο», υποστήριξε η ίδια η Λεβίνσκι το 2014 σε κείμενό της που δημοσιεύτηκε στο Vanity Fair. Βρισκόταν σε τόσο άσχημη ψυχολογική κατάσταση που σκεφτόταν ακόμη και να αυτοκτονήσει, επαναλαμβάνοντας διαρκώς στη μητέρα της: «Θέλω μόνο να πεθάνω, θέλω μόνο να πεθάνω».
Αφότου έπιασε πάτο, αποπειράθηκε να εκμεταλλευτεί τις περιστάσεις προς όφελός της, δίχως, ωστόσο, μεγάλη επιτυχία. Συνέγραψε ένα βιβλίο το 1999 με τη βοήθεια του βρετανού δημοσιογράφου Αντριου Μόρτον, συγγραφέα μίας αποκαλυπτικής βιογραφίας της πριγκίπισσας Νταïάνα. Σύμφωνα με δημοσιεύματα εκείνης της περιόδου η ατιμασμένη Μόνικα έβαλε στις τσέπες της μισό εκατομμύριο δολάρια, αναπόφευκτα, οπότε, κατηγορήθηκε για αθέμιτο πλουτισμό, με την ίδια να επισημαίνει, ωστόσο, πως με τα έσοδα από τις πωλήσεις του βιβλίου της προσπαθούσε να εξοφλήσει τους δικηγόρους της.
Ομηρος του παρελθόντος
Επειτα πρωταγωνίστησε σε διαφημίσεις για συμπληρώματα διατροφής, λάνσαρε την δική της σειρά τσαντών και ανέλαβε χρέη παρουσιάστριας ενός τηλεοπτικού σόου τύπου «ραντεβού στα τυφλά», η προβολή του οποίου διακόπηκε έπειτα από πέντε εβδομάδες. Η κοινή γνώμη, ωστόσο, εξακολουθούσε να μην βλέπει με καλό μάτι την άτυχη γυναίκα, η οποία «με κάθε δημοσιοσχετίστικο ελιγμό καθίστατο λιγότερο συμπαθής», όπως έγραψαν οι New York Times το 2002.
Τελικά αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να κρυφτεί από τα φώτα της δημοσιότητας και να αποσυρθεί από τη δημόσια σφαίρα. Το 2005 εγκατέλειψε τις ΗΠΑ, μετακομίζοντας στο Λονδίνο, με στόχο «να δοκιμάσω τον εαυτό μου, να γλιτώσω από την αδιακρισία και να φανταστώ εκ νέου την ταυτότητά μου».
Εγγράφηκε στο περίφημο London School of Economics όπου έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην κοινωνική ψυχολογία. Ωστόσο το παρελθόν της εξακολουθούσε να την στοιχειώνει. Κατά τη διάρκεια των επόμενων οκτώ χρόνων ζούσε μεταξύ Λονδίνου, Λος Αντζελες, Νέας Υόρκης και Πόρτλαντ, προσπαθώντας να κάνει μία νέα αρχή αλλά ούτε δουλειά δεν μπορούσε να βρει εξαιτίας της ιστορίας της με τον αμερικανό πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ.
Ιδιαίτερα αρνητικός υπήρξε ο αντίκτυπος του σκανδάλου και στην ερωτική της ζωή με την ίδια να παραδέχεται στο κείμενό της στo Vanity Fair πως «με κάθε άνδρα που βγαίνω (ναι, βγαίνω με άνδρες), υπόκειμαι έως έναν βαθμό σε ένα μαστίγωμα όσον αφορά το 1998».
Επιθυμώντας να βρει τον εαυτό της και ένα νόημα στη ζωή κατέφυγε στην ψυχανάλυση, σε σαμάνους αλλά και στους θεραπευτικούς κρυστάλλους, καταλήγοντας να πιστεύει ακράδαντα πως οι άνθρωποι έχουν «ενέργειες». Ερωτηθείσα, πρόσφατα, ποια είναι η πιο σημαντική της κατάκτηση εκείνη απάντησε «η ψυχική μου υγεία» ενώ όταν αποφάσισε να επιστρέψει στη δημόσια σφαίρα, έπειτα από μία δεκαετία σιωπής, άρχισε να μιλάει περί αισχύνης και καλοσύνης.
Προσέλαβε την Ντίνι φον Μούεφλινγκ, ειδική στις δημόσιες σχέσεις, και άρχισε να αξιοποιεί το θλιβερό παρελθόν της με απώτερο σκοπό της προάσπιση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Στο πλαίσιο ενός συνεδρίου TED εκφώνησε λόγο με τίτλο «Το Τίμημα της Ντροπής» ενώ η παρέμβασή της αναπαράχθηκε περισσότερες από 12 εκατομμύρια φορές στο YouTube.
Από το μπούλινγκ στο… #MeToo
Σιγά σιγά η Λεβίνσκι άρχισε να βρίσκει την ισορροπία της. Το 2015 έγινε ακτιβίστρια κατά της μάστιγας του bullying, συνεργαζόμενη με την Bystander Revolution, μία ΜΚΟ την οποία ίδρυσε η Μακένζι Σκοτ, η πρώην σύζυγος του Τζεφ Μπέζος. Πλέον στο Twitter της ακολουθούν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι, αρθρογραφεί στο Vanity Fair και έχει τη δική της εταιρεία παραγωγής. Σύντομα, χάρη στην τηλεοπτική σειρά που υπογράφει ο διάσημος αμερικανός σεναριογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός Ράιαν Μέρφι, η ιστορία της και ο αγώνας της για κοινωνική δικαιοσύνη θα καταστούν γνωστά σε ένα νεανικό, σύγχρονο κοινό που έζησε προσωπικά τον σχηματισμό και τη διόγκωση του κινήματος #MeToo.
«Πράγματι, το πώς αντιμετωπίστηκε η Λεβίνσκι στη δημόσια σφαίρα πριν από δύο δεκαετίες είναι αδιανόητο στο σημερινό πλαίσιο, όπου την ευθύνη είναι πολύ πιο πιθανό να τη φέρει ένας άνδρας σε θέση ισχύος παρά μία εντυπωσιακή νεαρή γυναίκα», σημειώνει η Μάντλιν Σπενς στο κείμενό της.
«Θα έκανα το ίδιο…»
Η Μπίνι Φέλντσταϊν που υποδύεται την Λεβίνσκι στο «Impeachment: American Crime Story» προκάλεσε αίσθηση την προηγούμενη εβδομάδα, δηλώνοντας χαλαρά πως «εάν ήμουν 22 χρονών και ο πιο ισχυρός άνθρωπος στον κόσμο είχε την προσοχή του στραμμένη πάνω μου, πιθανώς θα έκανα ό,τι ακριβώς έκανε η Μόνικα».
Οσον αφορά τα απομεινάρια του σκανδάλου, το μοναδικό που εξακολουθεί να απασχολεί την 48χρονη Μόνικα Λεβίνσκι φαίνεται πως είναι η σύζυγος του Μπιλ Κλίντον. «Εάν επρόκειτο να δω την Χίλαρι Κλίντον θα επιστράτευα όλη τη δύναμή μου για να της πω, ειλικρινά, ξανά πόσο πολύ λυπάμαι», επισήμανε η ίδια το 2018.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News