Θα μπορούσε να ζει στη θάλασσα. Σαν γοργόνα. Από την πρώτη στιγμή που την αντίκρυσε, στην παραλία της Πεσσάδας στην Κεφαλονιά απ’ όπου κατάγεται, την ερωτεύτηκε. Μόνον όταν βρίσκεται στη γαλάζια αγκαλιά της νιώθει, πραγματικά, ευτυχισμένη. Η στεριά την τρομάζει περισσότερο κι από τα μανιασμένα κύματα που πολλές φορές χρειάστηκε να αντιμετωπίσει, εκπροσωπώντας την ελληνική ιστιοπλοΐα στα υδάτινα πέρατα του Κόσμου. Εχει τους λόγους της. Μόνο το νερό και τα δύο της παιδιά, της έχουν προσφέρει χαρά. Εξω από το υγρό στοιχείο, ο δρόμος της δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα.
«Η θάλασσα μου δίνει τη δύναμη να δοκιμάζω νέα πράγματα, χωρίς να σκέφτομαι αν θα πετύχω κι αν θα κριθώ. Πολλές φορές φοβάμαι γι’ αυτά που μας επιφυλάσσει το μέλλον – ειδικά όταν συνειδητοποιώ την ευθύνη που έχω απέναντι στα παιδιά μου. Μόνο στη θάλασσα ανακουφίζομαι και γαληνεύω», είχε εξομολογηθεί η ίδια η Σοφία Μπεκατώρου στο Inkefalonia.gr τον Ιούλιο του 2016.
Αρχισε την ιστιοπλοΐα όταν ήταν 8 ετών, για να βρίσκεται κοντά της. Με την υποστήριξη του πατέρα της, Γεράσιμου, που ήταν μηχανολόγος – ηλεκτρολόγος. Πολύ σύντομα, όμως, το χόμπι έγινε τρόπος ζωής. Κι έπειτα, πρωταθλητισμός.
Μόλις στα 14 αναδείχτηκε πρωταθλήτρια
Οι τέσσερις πιο μεγάλες της στιγμές ήταν το «χρυσό» στην Αθήνα το 2004, το «χάλκινο» στο Πεκίνο το 2008, η ανάδειξή της σε κορυφαία γυναίκα ιστιοπλόο στον Κόσμο (μαζί με την Τσουλφά) από τη διεθνή ομοσπονδία το 2002, και η επιλογή της ως σημαιοφόρου της ελληνικής αποστολής στο Ρίο ντε Τζανέιρο (2016). Εγινε η πρώτη γυναίκα που ηγήθηκε της παρέλασης των αθλητών στην Τελετή Εναρξης, από καταβολής των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Οι επιτυχίες της παρακίνησαν πολλά κορίτσια να ασχοληθούν με την ιστιοπλοΐα. Αλλά η χρυσόσκονη της αξιοζήλευτης καριέρας της έκρυβε δράματα.
Η Σοφία δεν βρήκε ποτέ τον άνθρωπο – σταθερό σημείο αναφοράς στη ζωή της, που αναζητούσε από μικρή.
Στο πατρικό της έζησε την οικογενειακή βία, όπως εξομολογήθηκε το 2016 στο gazzetta.gr (Αργυρώ Γιαννουδάκη): «Δεν είχαμε καθόλου εύκολη οικογενειακή ζωή. Ούτε ήμασταν μία απλή οικογένεια. Αυτό το κατάλαβα στην πορεία των χρόνων, όταν διαπίστωσα ότι υπάρχουν και άνθρωποι που έχουν μεγαλώσει χωρίς τρομερές ψυχικές πληγές. Οι γονείς μου δεν ήταν διαζευγμένοι, αλλά στο σπίτι υπήρχαν θέματα που έπρεπε να διαχειριστώ από πολύ μικρή ηλικία, και αυτό δεν ήταν εύκολο».
Την αδελφή της, που ήταν επτά χρόνια μεγαλύτερη, δεν την έζησε ως παιδί. Ηταν 10 ετών όταν εκείνη, στα 17 της, έφυγε για σπουδές στη Γερμανία. Η Βάρια (Βαρβάρα) Μπεκατώρου έζησε στο Μόναχο, και επέστρεψε στην Ελλάδα για να πεθάνει, «χτυπημένη» από τον καρκίνο. Η Σοφία θα μετανοιώνει πάντα, που δεν κατάφερε να περάσει χρόνο με την αδελφή της, παρά μόνο τους τελευταίους μήνες της ζωής της.
Ο γάμος της με τον Ανδρέα Κοσματόπουλο, επίσης παγκόσμιο πρωταθλητή, στην κατηγορία «470», με τον οποίο απέκτησε τον Δημήτρη και την Τζώρτζια, δεν στέριωσε. Το όνειρό της ήταν να γεράσει δίπλα στον σύντροφό της αλλά, όπως λέει η ίδια, «οι ανθρώπινες σχέσεις είναι το μοναδικό πράγμα που δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις όπως τον πρωταθλητισμό, δηλαδή με σύστημα και μεθοδικότητα, ξέροντας ότι θα λειτουργήσει». Ο Ανδρέας υπήρξε και προπονητής της.
Με τη μητέρα της, η οποία διαγνώστηκε με καρκίνο στο στομάχι την περίοδο που η Σοφία ήταν έγκυος στο πρώτο της παιδί, δεν είχαν ιδιαιτέρως στενές σχέσεις. Τις πίκρες της, τις ανασφάλειες και τις αγωνίες της, μόνο με τη θάλασσα μπορούσε να τις μοιραστεί. Αυτή ήταν, διαχρονικά, το στήριγμά της στις φουρτούνες της στεριάς.
Η περιπέτεια της αδελφής της ήταν η πιο μεγάλη τρικυμία που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει. Διαγνώστηκε με καρκίνο στον εγκέφαλο (γλοιοβλάστωμα 4ου βαθμού) τον Ιούνιο του 2015. Η Σοφία διέκοψε την προετοιμασία της για τους Αγώνες του 2016, για να της συμπαρασταθεί. Ταξίδεψε στη Γερμανία, έμεινε κοντά της, και τον Δεκέμβριο την έφερε στην Ελλάδα. Στο σπίτι της. Θα θυσίαζε τη συμμετοχή της στο Ρίο -ήταν αποφασισμένη-, όμως η Βάρια την όρκισε να μην το κάνει. Λες και περίμενε να τηρήσει την υπόσχεσή της, «έφυγε» μια εβδομάδα μετά την πρόκριση της Σοφίας στους Ολυμπιακούς, τον Απρίλιο του 2016, στα 46 της. «Τότε γύρισε μέσα μου ο διακόπτης. Πλέον, απολαμβάνω την κάθε στιγμή σαν να είναι η τελευταία», τονίζει στις συνεντεύξεις της η 43χρονη πρωταθλήτρια.
Εχει περάσει κι άλλα πολλά στη ζωή της. Εναν σοβαρό τραυματισμό, λίγο πριν στεφθεί πρώτη Ολυμπιονίκης στην Αθήνα (2004), που για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν της επέτρεπε ούτε να περπατήσει. Εναν «πόλεμο», αμέσως μετά, από κάποιους που δεν ήθελαν να αγωνιστεί ξανά στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αλλά ήταν, πάντα, «σκληρό καρύδι». Στα πρώτα της βήματα, το μοναδικό κορίτσι στην ομάδα. Αργότερα, το μοναδικό κορίτσι που συναγωνιζόταν τα αγόρια. Οταν μεγάλωσε, η μόνη γυναίκα υπεύθυνη στρατηγικής σε ομάδες με πολυμελές ανδρικό πλήρωμα, και η μόνη ελληνίδα κυβερνήτης σε «ιπτάμενη» ολυμπιακή κατηγορία (Foiling Nacra 17).
Θαρρείς πως δύο διαφορετικοί άνθρωποι χώρεσαν στο ίδιο κορμί. Η Σοφία – καπετάνιος: ατρόμητη, ηγετική, κοινωνική και ομιλητική, με εντυπωσιακό λόγο, καθώς είναι και μορφωμένη (σπούδασε στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ και στο Τμήμα Ψυχολογίας του Παντείου). Και η τρυφερή Σοφία, η δοτική μητέρα, αδελφή και σύντροφος: μοναχική, εσωστρεφής και ολιγόλογη
Η απόφασή της να μιλήσει δημοσίως για τη σεξουαλική της κακοποίηση δεν ήταν εύκολη. Ποτέ δεν είναι για μια γυναίκα, πόσο μάλλον για μια «επώνυμη» γυναίκα. Τις κακόβουλες αντιδράσεις, μάλλον τις περίμενε. Ισως δεν φανταζόταν ότι η ομοσπονδία της ιστιοπλοΐας θα… σφυρίξει αδιάφορα, ζητώντας της «να γίνει πιο συγκεκριμένη», αν και εκείνη έχει «φωτογραφίσει» τον δράστη.
Αλλά κι αυτόν τον αγώνα, η Σοφία θα τον δώσει μέχρι τέλους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News