Eνα βράδυ στα τέλη του περασμένου Δεκεμβρίου, καθώς οι Μοσχοβίτες βόλταραν στους φωτεινούς δρόμους της πόλης τους εν αναμονή των εορτασμών για το τέλος του έτους, μερικοί παλιοί φίλοι μαζεύτηκαν για δείπνο στο διαμέρισμα ενός ανώτερου κρατικού αξιωματούχου. Ορισμένοι από τους παρευρισκομένους, μεταξύ των οποίων μέλη της πολιτιστικής και πολιτικής ελίτ της Ρωσίας, έκαναν προπόσεις εκφράζοντας τις ελπίδες τους για ειρήνη και επιστροφή στην κανονικότητα τη νέα χρονιά. Κάποια στιγμή, όμως, τον λόγο πήρε ένας άνδρας που σίγουρα δεν χρειάζεται συστάσεις, και όχι μόνο στην πατρίδα του τη Ρωσία.
«Υποθέτω ότι περιμένετε να πω κάτι» είπε ο Ντμίτρι Πεσκόφ, σύμφωνα με ένα από τα δύο άτομα που αφηγήθηκαν ξεχωριστά τη βραδιά στον Guardian, διατηρώντας, φυσικά, την ανωνυμία τους. «Τα πράγματα θα καταστούν πολύ πιο δύσκολα. Αυτό θα διαρκέσει πολύ, πολύ καιρό» προσέθεσε ο επί μακρόν εκπρόσωπος του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Οπως αναμενόταν, η πρόποσή του ψυχοπλάκωσε τους παρευρισκομένους, αρκετοί από τους οποίους, ιδιωτικά, τάσσονταν κατά του πολέμου στην Ουκρανία. «Ηταν δύσκολο να ακούσουμε την ομιλία του. Ηταν ξεκάθαρο ότι προειδοποιούσε ότι ο πόλεμος θα συνεχιστεί και ότι θα έπρεπε να προετοιμαστούμε για τo μεγάλo ταξίδι» ανέφερε ένας από τους καλεσμένους.
«Περισσότερο από έναν χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή, που σύμφωνα με τα ρωσικά σχέδια υποτίθετο ότι θα διαρκούσε εβδομάδες, η κυβέρνηση του Βλαντίμιρ Πούτιν προετοιμάζει την κοινωνία για πόλεμο με τη Δύση και για μια πολυετή σύρραξη» εξηγούν στην ανταπόκρισή τους από τη Μόσχα οι Πιοτρ Σάουερ και ο Αντριου Ροθ.
Πιο πρόσφατα, μιλώντας εκτενώς στους εργαζομένους ενός εργοστασίου αεροσκαφών, όχι ο Ντμίτρι Πεσκόφ, αλλά ο ίδιος ο Βλαντίμιρ Πούτιν, χαρακτήρισε για πολλοστή φορά τον πόλεμο ως υπαρξιακή μάχη για την επιβίωση της Ρωσίας. «Για εμάς αυτό δεν είναι ένα γεωπολιτικό καθήκον, αλλά ένα καθήκον που αφορά την επιβίωση του ρωσικού κράτους, τη δημιουργία συνθηκών για τη μελλοντική ανάπτυξη της χώρας και των παιδιών μας» είπε, μεταξύ άλλων, ο επικεφαλής του Κρεμλίνου.
Μιλώντας στον Guardian, ο πολιτικός αναλυτής Μαξίμ Τρουντολιούμποφ είπε πως ο Πούτιν τείνει ολοένα και περισσότερο να συζητάει αυτό που οι διεθνείς παρατηρητές αποκαλούν πλέον «αέναο πόλεμο» με τη Δύση. «Ο Πούτιν ουσιαστικά έχει σταματήσει να μιλά για συγκεκριμένους στόχους του πολέμου. Δεν προτείνει κανένα όραμα σχετικά με το πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια μελλοντική νίκη. Ο πόλεμος δεν έχει ξεκάθαρη αρχή ούτε προβλέψιμο τέλος» ανέφερε ο ρώσος αναλυτής.
Τον προηγούμενο μήνα, κατά τη διάρκεια του διαγγέλματός του για την κατάσταση του έθνους, ο ρώσος πρόεδρος, αφού επανέλαβε ορισμένα από τα πολλά παράπονα που έχει από τη Δύση, τόνισε ότι η Μόσχα μάχεται για την εθνική επιβίωση και στο τέλος θα επικρατήσει. Σύμφωνα με τον Τρουντολιούμποφ, όμως, ουσιαστικά ο Πούτιν ήθελε να επισημάνει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν πρόκειται να τερματιστεί σύντομα και, ως εκ τούτου, ο ρωσικός λαός θα πρέπει να μάθει να ζει μαζί του.
Δυτικός διπλωμάτης στη Μόσχα, σχολιάζοντας όλα όσα είπε στο διάγγελμά του ο Πούτιν, είχε δηλώσει ότι στόχος του ήταν να προετοιμάσει τον ρωσικό λαό για έναν «ατέρμονο πόλεμο». Είχε προσθέσει επίσης ότι πολύ δύσκολα θα αποδεχόταν μια ήττα της Ρωσίας στον πόλεμο, κυρίως επειδή δεν φαίνεται να είναι σε θέση να «κατανοήσει» την έννοια της ήττας. Επειτα από 12 μήνες πολέμου και παρά τις σημαντικές απώλειες και τις πολλές αποτυχίες, ο Πούτιν δεν έδειξε κανένα σημάδι ότι επανεξετάζει τα δεδομένα, ούτως ώστε να επανακαθορίσει τους στόχους και τη στάση του.
Ο Δυτικός διπλωμάτης είχε εξηγήσει επίσης ότι ο ρώσος πρόεδρος, πριν στραφεί στην πολιτική, ήταν στέλεχος της KGB, οι πράκτορες της οποίας εκπαιδεύονταν να συνεχίζουν να επιδιώκουν την επίτευξη των όποιων στόχων τους, παρά να τους επανακαθορίζουν σε συνάρτηση με τα όποια νέα δεδομένα.
Εντύπωση όσο και ανησυχία προκαλεί και το γεγονός πως ο ρώσος πρόεδρος έχει πάψει να αναφέρεται στην κατάσταση όπως αυτή διαμορφώνεται στο μέτωπο όταν μιλάει δημοσίως. Σύμφωνα με το ανεξάρτητο ρωσικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Verstka, ο Πούτιν μίλησε τελευταία φορά για τις μάχες στην Ουκρανία πριν από δυόμισι μήνες, στις 15 Ιανουαρίου, λέγοντας ότι η δυναμική του στρατού του ήταν «θετική».
Το ότι ο ρώσος πρόεδρος αποφεύγει να αναφέρεται στον πόλεμο, όπως αυτός εξελίσσεται στο πεδίο, καταδεικνύει ότι το Κρεμλίνο έχει αποδεχτεί ότι δεν μπορεί να αλλάξει τον ρου του στρατιωτικά, όπως εξήγησε ο Βλαντίμιρ Γκέλμαν, ρώσος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι. «Είναι ευκολότερο να μη μιλάς για τις πολεμικές προσπάθειες όταν ο στρατός σου δεν σημειώνει πρόοδο» εξήγησε. «Αλλά η αποκλιμάκωση δεν αποτελεί επιλογή για τον Πούτιν. Αυτό θα σήμαινε ότι παραδέχεται την ήττα».
Αρχικά, η ρωσική ηγεσία ανέμενε ότι η σύγκρουση θα διαρκούσε μόλις λίγες εβδομάδες, ενώ στη συνέχεια το Κρεμλίνο θα διακήρυττε υπερήφανα τη νίκη του, τουλάχιστον σύμφωνα με ρωσικά σχέδια που υπέκλεψαν οι Δυτικές μυστικές υπηρεσίες στην αρχή του πολέμου. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συνέβη, με αποτέλεσμα, τον περασμένο Σεπτέμβριο ο ρώσος ηγέτης να κηρύξει τελικά μερική επιστράτευση. Και κατά τη διάρκεια του χειμώνα, Δυτικοί στρατιωτικοί αναλυτές και ουκρανοί αξιωματούχοι προειδοποιούσαν ότι η Ρωσία, μετά την κινητοποίηση 300.000 ανδρών, θα εξαπέλυε μια νέα μεγάλη επίθεση.
Αλλά η επίθεση της Μόσχας σε ένα τόξο μήκους 258 χλμ. στην ανατολική Ουκρανία, που άρχισε τον Φεβρουάριο, απέφερε στη χώρα ελάχιστα κέρδη με τεράστιο κόστος, με Δυτικούς αξιωματούχους να εκτιμούν ότι από την έναρξη του πολέμου μέχρι σήμερα, έως και 200.000 Ρώσοι είτε σκοτώθηκαν είτε τραυματίστηκαν στην Ουκρανία.
«Η Ρωσία, απλώς δεν έχει τις δυνατότητες για μια μεγάλη επίθεση», δήλωσε ο αμερικανός στρατιωτικός αναλυτής Ρομπ Λι, ο οποίος θεωρεί πως μόλις το 10% των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία είναι σε θέση να διεξάγει επιθετικές επιχειρήσεις, καθώς η πλειονότητα των στρατιωτών της είναι κληρωτοί και ανεπαρκώς εκπαιδευμένοι. «Οι δυνάμεις τους μπορούν, σιγά-σιγά, να επιτύχουν μερικές εντυπωσιακές νίκες, αλλά δεν έχουν την ικανότητα να διαπεράσουν τις αμυντικές γραμμές της Ουκρανίας με τρόπο που θα άλλαζε την πορεία του πολέμου» σημείωσε ο αμερικανός ειδικός.
«Βλέπουμε ότι ο ρωσικός στρατός προετοιμάζεται για έναν μακρύ πόλεμο. Ο Πούτιν πιστεύει ότι οι πόροι της χώρας του θα υπερβούν τους πόρους της Ουκρανίας, καθώς η Δύση κουράζεται να συνδράμει το Κίεβο» προσέθεσε, αναφερόμενος στην πρόταση του υπουργού Αμυνας της Ρωσίας Σεργκέι Σοϊγκού περί αύξησης του στρατιωτικού προσωπικού της Ρωσίας από 1,15 σε 1,5 εκατ. άτομα.
Οσον αφορά την κατάσταση στο εσωτερικό της Ρωσίας, απέκλεισε σχεδόν αμέσως κάθε ενδεχόμενο εναντίωσης στον πόλεμο, συνθλίβοντας τα όποια ελάχιστα απομεινάρια της κοινωνίας των πολιτών και αναπλάθοντας, συγχρόνως, το πρόσωπο της χώρας.
«Πολλοί στη χώρα έχουν πλέον αποδεχθεί πλήρως ότι αυτός ο πόλεμος δεν θα λήξει και πιστεύουν ότι πρέπει να μάθουν να ζουν με αυτή την πραγματικότητα» είπε ο Αντρέι Κολέσνικοφ, ανώτερος συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Carnegie Endowment for International Peace, που μελετά τη στάση του ρωσικού πληθυσμού απέναντι στον πόλεμο από τις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής. Σημείωσε επίσης ότι τόσο η ικανότητα όσο και η προθυμία του πληθυσμού να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα αποδεικνύονται πολύ ισχυρότερες από όσο περίμεναν πολλοί παρατηρητές.
Οταν ο Πούτιν διέταξε την κινητοποίηση 300.000 εφέδρων τον Σεπτέμβριο, οι κοινωνιολόγοι παρατήρησαν μια πρωτοφανή αύξηση του φόβου και τους άγχους, με τους άνδρες να ανησυχούν για το ενδεχόμενο να πολεμήσουν και τις μητέρες και τις γυναίκες να ανησυχούν για τους συζύγους, τους πατέρες και τους γιους τους. Ωστόσο, μέσα σε αρκετούς μήνες, ο τρόμος τελικά υποχώρησε.
«Η εκστρατεία προπαγάνδας ήταν επιτυχής, παρά την αρχική διστακτικότητα του λαού» ανέφερε πηγή προσκείμενη στους διαχειριστές μέσων ενημέρωσης του Κρεμλίνου, αναφερόμενη στις πρώιμες αντιπολεμικές διαδηλώσεις, οι οποίες οδήγησαν σε περισσότερες από 15.000 συλλήψεις σε ολόκληρη τη χώρα τις πρώτες εβδομάδες μετά την εισβολή. «Η κυβέρνηση κατάφερε να συσπειρώσει τον κόσμο γύρω από τη σημαία. Ο τρόπος με τον οποίο πλαισιώθηκε η σύγκρουση συνέβαλε στο να την αποδεχτούν οι άνθρωποι», πρόσθεσε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News