Το 1969, η Ράκελ Γουέλς και ο Τζιμ Μπράουν συμπρωταγωνίστησαν στην ταινία «100 Rifles» και γύρισαν μαζί την πρώτη ερωτική σκηνή ανάμεσα σε έναν μαύρο άντρα και μια λευκή γυναίκα. Η ταινία βγήκε στους κινηματογράφους, η σκηνή έκανε αίσθηση και λίγο αργότερα ο Μπράουν έδωσε μια συνέντευξη στην οποία είπε ότι «η εμπειρία του ήταν φριχτή, διότι τα πάντα σ’ αυτήν την ταινία ήταν στημένα με τέτοιον τρόπο ώστε να κολακεύουν και να βοηθούν μια ηθοποιό που δεν είχε κανένα ταλέντο πέρα από το να είναι όμορφη».
Το είπε με περισσότερα λόγια, αλλά αυτό ήταν το νόημα. Συμπλήρωσε και κάτι ακόμη: «Δεν καταλαβαίνω γιατί, με τόση βοήθεια, δεν χαλαρώνει ποτέ. Τα πραγματικά σύμβολα του σεξ είναι χαλαρά και δεν τις νοιάζει αν θα “ιδρώσουν” και λίγο. Δείτε τη Σοφία Λόρεν για παράδειγμα. Η Ράκελ ποτέ. Πρέπει πάντα να δείχνει παραπάνω από τέλεια».
Η Ράκελ Γουέλς, που πέθανε την Τετάρτη στα 82 της χρόνια μετά από σύντομη ασθένεια, ήταν το απόλυτο δημιούργημα της δημοσιότητας. Η ομορφιά της ήταν πράγματι εντυπωσιακή, για τα δεδομένα της εποχής εκείνης και όχι μόνο και η ίδια ήταν από πολύ μικρή αποφασισμένη να κάνει καριέρα στον κόσμο του θεάματος.
Γεννημένη στην Καλιφόρνια, από πατέρα βολιβιανό μετανάστη που έκρυβε την καταγωγή του, τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια ήταν βγαλμένα από manual οδηγιών για το πώς να κάνεις καριέρα στο Χόλιγουντ: Μαζορέτα στο γυμνάσιο, σχολικές θεατρικές παραστάσεις, μια σύντομη καριέρα ως μοντέλο, ένας ακόμη πιο σύντομος γάμος που της άφησε το επώνυμο με το οποίο έγινε διάσημη, και μετά Χόλιγουντ και ο σωστός ατζέντης.
Οταν ξεκίνησε την καριέρα της, το Χόλιγουντ της ζήτησε να αλλάξει το όνομά της στο πιο αμερικανικό Ντέπι. Εκείνη αρνήθηκε και εξήγησε το γιατί: «Μεγάλωσα νοιώθοντας ντροπή που ήμουν λατίνα. Είχα μια διαρκή κρίση ταυτότητας και δεν ήξερα ποια είμαι. Αν άλλαζα και το όνομά μου δεν θα έμενε καμία ρίζα, καμία σύνδεση με την οικογένειά μου».
Ο πρώτος της ρόλος ήταν στην ταινία «Roustabout», του 1964, δίπλα σε έναν ήδη παρακμάζοντα Ελβις Πρίσλεϊ. Η ίδια είχε πει ότι όταν τον είδε από κοντά απομυθοποιήσε εντελώς την εικόνα που είχε για αυτόν: «δεν ήταν καθόλου σέξι, είχε βάλει κιλά και έβαφε και τα μαλλιά του». Η Ράκελ Γουέλς στεκόταν πάντα στην εικόνα· τη δική της ή των άλλων.
Το παραδέχτηκε και η ίδια πολλά χρόνια αργότερα, λέγοντας σε συνέντευξή της: «Νομίζω ότι με φόβιζε η εικόνα μου. Φόβιζε εμένα πιο πολύ από οποιονδήποτε άλλον. Χάνεις τον εαυτό σου όταν είσαι σε μια δουλειά στην οποία η εικόνα σου είναι κατασκευασμένη. Νοιώθεις κούραση. Νοιώθεις άσχημη κάποια στιγμή και σαν ένα λεμόνι που το έχουν ξεζουμίσει και δεν έχει τίποτε άλλο να δώσει».
Λίγα χρόνια πριν πεθάνει, είχε γράψει και ένα βιβλίο με το αγαπημένο της θέμα: «Πώς να γεράσεις όμορφα»… Στο «Beyond the Cleavage», όμως, παρουσίασε και μια διαφορετική εικόνα: Πώς είναι να μεγαλώνεις με έναν βίαιο πατέρα, πώς είναι να προσπαθείς να κάνεις καριέρα στο Χόλιγουντ, όπου όλοι σε βλέπουν σαν αντικείμενο, πώς είναι να μεγαλώνεις παιδιά (έκανε δύο) μόνη σου και κυρίως πώς είναι να μετατρέπεσαι από σύμβολο του σεξ σε πρώην σύμβολο του σεξ…
Η Γουέλς έγινε παγκοσμίως διάσημη όταν εμφανίστηκε με ένα δερμάτινο μπικίνι στην ταινία «Ενα Εκατομμύριο Χρόνια π.Χ.», η οποία ακόμη κι έτσι δεν έκανε σπουδαία εμπορική επιτυχία, χωρίς το μπικίνι της Γουέλς πιθανώς θα είχε πάει άπατη.
Πάρα πολλές ταινίες αργότερα, η Γουέλς ήταν πλέον μια σταρ του κινηματογράφου που ήθελε απεγνωσμένα να αποδείξει ότι είναι και καλή ηθοποιός, κάτι που κανείς δεν πίστευε. Το 1981 άρχισε να παίζει και στο θέατρο, αντικαθιστώντας κάποια στιγμή τη Τζούλι Αντριους στο περίφημο «Victor/Victoria». Παρά τις φιλότιμες προσπάθειές της δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει από το στερεότυπο του «συμβόλου του σεξ». Οι κριτικοί ίσως και να την αδίκησαν λίγο…
Ηταν η εποχή που έκανε παρέα με τον Aντι Γουόρχολ, ο οποίος τη χρησιμοποιήσε και σαν μοντέλο για πίνακές του, ενώ τη σύστησε και σε όλους τους διάσημους φίλους του. Οι σπουδαίοι φωτογράφοι της εποχής «σκοτώνονταν» να τη φωτογραφίσουν, παράγοντας μερικά εικονοκλαστικά αριστουργήματα, στα οποία η ίδια συμμετείχε πρόθυμα ως αυτό που ήξερε πάντα να κάνει: Ενα καλοφωτισμένο και καλοστημένο, εξωπραγματικά όμορφο μοντέλο. Η ίδια δεν κεφαλαιοποίησε κάτι απ’ όλα αυτά ώστε να περάσει στην «άλλη πλευρά», εκείνη του πιο σοβαρού κινηματογράφου. Ισως επειδή δεν πίστευε ότι μπορούσε. Ισως επειδή δεν την ενδιέφερε.
Αντίστοιχη ήταν και η αναζήτησή της για την αγάπη που θα κρατούσε για πάντα: Τέσσερις γάμοι, που ο μακροβιότερος κράτησε δέκα χρόνια και ισάριθμα διαζύγια, την έκαναν να παραδεχτεί στον Πιρς Μόργκαν ότι «είχε πραγματικά συναισθήματα για όλους αυτούς τους άντρες και έβλεπε μέλλον μαζί τους». «Πίστευα τότε ότι ήμουν πραγματικά ερωτευμένη, αλλά φαίνεται ότι δεν ήταν τυχερό για μένα», κατέληξε, απολογούμενη σχεδόν, όπως έκανε πάντα και εξηγώντας την αποτυχία της προσωπικής της ζωής με όρους εικόνας: «Τους ενθουσίαζε η ιδέα ότι ήταν παντρεμένοι με τη Ράκελ Γουελς, αλλά μετά τους φόβιζε. Δεν τους άρεσε το γεγονός ότι όπου κι αν πηγαίναμε εγώ τραβούσα την προσοχή».
Η Γουέλς πέθανε μόνη, όπως πολλές από τις πάρα πολύ όμορφες γυναίκες. Είχε οικονομική άνεση, χάρη στην καριέρα της αλλά και σε μια σειρά προϊόντων ομορφιάς που είχε λανσάρει στα 60 της, προκειμένου οι γυναίκες «να παραμένουν όμορφες και μετά την εμμηνόπαυση».
Η αλήθεια είναι ότι παρέμεινε πολύ όμορφη. Ακόμη και οι αισθητικές επεμβάσεις που είχε κάνει, παρότι προφανείς ήταν κολακευτικές για το πρόσωπό της, πράγμα σπάνιο στο Χόλιγουντ. Και επειδή έλιωνε στο γυμναστήριο, εξίσου εντυπωσιακή ήταν ως το τέλος και η σιλουέτα της.
Πέθανε σχεδόν τέλεια, όπως ήθελε να είναι πάντα.
Θα είχε ενδιαφέρον να μπορούσαμε να τη ρωτήσουμε αν θα αντάλλασε την τελειότητα αυτή της εμφάνισης με την προσωπική ευτυχία. Δεν μπορούμε να τη ρωτήσουμε. Μπορούμε, όμως, να υποθέσουμε, καθένας με ό,τι έχει στο δικό του μυαλό ως ιδανικό…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News