Πυρηνικά: Η Ευρώπη σκέφτεται το αδιανόητο
Πυρηνικά: Η Ευρώπη σκέφτεται το αδιανόητο
«Θα ήμασταν πιο ασφαλείς, εάν είχαμε το δικό μας πυρηνικό οπλοστάσιο», είπε ο Ντόναλντ Τουσκ, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, στο κοινοβούλιο της πατρίδας του την 7η Μαρτίου. Ο λόγος που επικαλέστηκε για να αιτιολογήσει την άποψή του ήταν η «βαθιά αλλαγή της αμερικανικής γεωπολιτικής», όπως ήπια χαρακτήρισε την ανατροπή των ισορροπιών στη διεθνή σκηνή από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Τουσκ δεν πρότεινε την κατασκευή μιας πολωνικής πυρηνικής βόμβας — τουλάχιστον όχι προς το παρόν: «Ο δρόμος προς αυτό θα ήταν πολύ μακρύς και θα έπρεπε να υπάρξει συναίνεση», όπως εξήγησε. Ο ίδιος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του Φρίντριχ Μερτς, του επερχόμενου καγκελαρίου της Γερμανίας, για συνομιλίες με τη Βρετανία και τη Γαλλία με στόχο την «ενίσχυση/επέκταση της αμερικανικής πυρηνικής ασπίδας». Δύο ημέρες νωρίτερα, την 5η Μαρτίου, ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, ανακοίνωσε τη διεξαγωγή διαλόγου για «τη χρήση της αποτρεπτικής μας ισχύος για την προστασία των συμμάχων μας στην ευρωπαϊκή ήπειρο». Στο πλαίσιο, όμως, αυτού του διαλόγου τα ευρωπαϊκά κράτη θα κληθούν να αντιμετωπίσουν δύο ζητήματα, όπως εξηγεί ο Economist σε εκτενή ανάλυσή του: τα ζητήματα της αξιοπιστίας και των δυνατοτήτων.
«Επί σχεδόν 80 χρόνια η Αμερική κρατούσε μια πυρηνική ομπρέλα πάνω από την Ευρώπη. Ωστόσο η εκτεταμένη αποτροπή (extended deterrence) είναι κάτι περίεργο και αφύσικο», αναφέρεται στο βρετανικό δημοσίευμα. «Μια χώρα πρέπει να υποσχεθεί ότι θα χρησιμοποιήσει τις πυρηνικές της δυνάμεις -και ως εκ τούτου θα αντιμετωπίσει τον κίνδυνο πυρηνικής εξόντωσης- για λογαριασμό μιας άλλης. Η δυσκολία να καταστεί αξιόπιστη αυτή η υπόσχεση ώθησε την Αμερική στο να δημιουργήσει ένα τεράστιο οπλοστάσιο και να το διασκορπίσει σε όλο τον κόσμο».
Στη διάθεση του ΝΑΤΟ βρίσκεται επίσης η πυρηνική αποτρεπτική ισχύς της Βρετανίας, αν και είναι πολύ πιο περιορισμένη σε σχέση με της Αμερικής. Μόνον ο εκάστοτε βρετανός πρωθυπουργός μπορεί να εξουσιοδοτήσει τη χρήση πυρηνικών όπλων, ωστόσο τρόπον τινά υπονοείται πως θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την προάσπιση συμμάχων είτε πρόκειται για την Φινλανδία είτε για τη Ρουμανία ή την Τουρκία.
Η περίπτωση της Γαλλίας είναι πιο περίπλοκη. Η χώρα επιδίωξε να καταστεί… πυρηνικά ανεξάρτητη, κατά τη δεκαετία του 1950, ακριβώς επειδή πίστευε, σε μεγαλύτερο βαθμό από τη Βρετανία, «ότι η ομπρέλα της Αμερικής δεν ήταν αξιόπιστη». Η Γαλλία δεν εντάχθηκε και εξακολουθεί να μην συμμετέχει στην Ομάδα Πυρηνικού Σχεδιασμού (NPG), ένα φόρουμ του ΝΑΤΟ στο οποίο 31 από τα 32 κράτη-μέλη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας συζητούν την πυρηνική πολιτική. «Το σκεπτικό είναι να συνεχίσουν να είναι πραγματικά ανοιχτές οι επιλογές του προέδρου», εξήγησε, μιλώντας στον Economist, η Εμανουέλ Μετρ, συνεργάτιδα του Ιδρύματος Στρατηγικών Ερευνών στο Παρίσι. «Υφίσταται ένα είδος απροθυμίας να αναληφθεί οποιαδήποτε δέσμευση θα μπορούσε να περιορίσει τη [δική του] ελευθερία δράσης».
Ωστόσο οι ηγέτες της Γαλλίας έχουν επίσης αναγνωρίσει ότι τα ζωτικά της συμφέροντα έχουν μια «ευρωπαϊκή διάσταση». Σε αυτό το πλαίσιο, το 1995 η Βρετανία και η Γαλλία συμφώνησαν ότι «τα ζωτικά συμφέροντα της μίας [χώρας] δεν θα μπορούσαν να απειληθούν χωρίς να κινδυνεύουν εξίσου τα ζωτικά συμφέροντα της άλλης». Σε παρόμοιο ύφος συντάχθηκε η γαλλογερμανική συνθήκη του Ααχεν 24 χρόνια αργότερα. Ακόμη και ο Ζορντάν Μπαρντέλα, ο ηγέτης του ακροδεξιού κόμματος Εθνική Συσπείρωση (της Μαρίν Λεπέν) αναγνώρισε πρόσφατα ότι τα γαλλικά πυρηνικά όπλα «προστατεύουν, εξ’ ορισμού, ορισμένους γείτονες και ορισμένους Ευρωπαίους εταίρους».
Το ζήτημα, όμως, όπως σημειώνει ο Economist, είναι τι ακριβώς σημαίνει αυτό στην πράξη. Το 2022 ο Μακρόν είπε ότι «προφανώς» δεν θα απαντούσε με το ίδιο νόμισμα, εάν η Ρωσία χρησιμοποιούσε πυρηνικά όπλα στην Ουκρανία. Τα γαλλικά ζωτικά συμφέροντα ήταν «σαφώς καθορισμένα», ισχυρίστηκε κάπως συγκεχυμένα ο γάλλος πρόεδρος, και «αυτά δεν θα διακυβεύονταν, εάν σημειωνόταν μια πυρηνική επίθεση στην Ουκρανία» ή -όπως πρόσθεσε μάλλον ασύνετα- «στην περιοχή», με αυτήν την τελευταία επεξήγησή του πρακτικά να αποκλείει την προστασία των ανατολικών κρατών-μελών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Εκτοτε, όμως, ο Μακρόν πραγματοποίησε μια τρόπον τινά επιθετική στροφή, ανοικοδομώντας επιτυχώς τις σχέσεις της Γαλλίας με τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης. Αλλά ακόμη και οι στενότεροι σύμμαχοι της Γαλλίας ιδιωτικώς αμφιβάλλουν εάν οι επόμενοι πρόεδροί της θα είναι διατεθειμένοι να ρισκάρουν έναν πυρηνικό πόλεμο για να τους υποστηρίξουν.
Στην παρούσα φάση οι ευρωπαίοι σύμμαχοι διερωτώνται πόσο μακριά μπορεί να είναι διατεθειμένος να φτάσει ο Μακρόν. «Πρώτα από όλα θα ήθελα να μάθω λεπτομερώς τι σημαίνει από την άποψη της ισχύος η χρήση αυτών των όπλων», ανέφερε σχετικά ο Ντόναλντ Τουσκ στους δημοσιογράφους, δίνοντας την εντύπωση πως αυτό που έχει κατά νου θα μπορούσε να είναι κάποιος μηχανισμός στο πλαίσιο του ο οποίου η Βαρσοβία θα είχε το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει γαλλικά πυρηνικά όπλα. «Εάν επρόκειτο να αποφασίσουμε, θα άξιζε να βεβαιωθούμε ότι θα ήταν στο χέρι μας και θα παίρναμε εμείς τις τελικές αποφάσεις», είπε.
Η βόμβα είναι δική μου
Ολα όσα λέγονται και γράφονται σήμερα για εκτεταμένη ευρωπαϊκή πυρηνική αποτροπή θυμίζουν την αποκαλούμενη «Πολυμερή Δύναμη», μια πρόταση της δεκαετίας του 1950 η οποία αφορούσε μια κοινή πανευρωπαϊκή πυρηνική δύναμη αποτροπής: η ιδέα ήταν ότι 25 πλοία θα έφεραν το καθένα οκτώ πυραύλους Polaris, με το πλήρωμα του καθενός να προέρχεται από τουλάχιστον τρεις χώρες του ΝΑΤΟ. Αργότερα, στη δεκαετία του 1960, η Βρετανία πρότεινε τη σύσταση μιας Ατλαντικής Πυρηνικής Δύναμης στο πλαίσιο της οποίας οι βρετανικές και οι αμερικανικές πυρηνικές δυνάμεις θα ετίθεντο υπό διεθνή διοίκηση, με τις συμμετέχουσες χώρες να έχουν δικαίωμα βέτο.
Αυτά τα σχέδια σε μεγάλο βαθμό δεν ευοδώθηκαν και είναι απίθανο να επανέλθουν στο τραπέζι σήμερα. Ο Εμανουέλ Μακρόν δείχνει να αποκλείει οποιαδήποτε κίνηση προς μια κοινή αρχή χρήσης. Η πυρηνική αποτρεπτική ισχύς του Ελιζέ είναι «κυριαρχική και γαλλική από την αρχή μέχρι το τέλος», έχει επισημάνει ο γάλλος ηγέτης. Η απόφαση για τη χρήση πυρηνικών όπλων «ανέκαθεν ανήκε και θα ανήκει στον πρόεδρο και τον ανώτατο στρατιωτικό διοικητή της Γαλλίας». Επιπλέον υφίστανται και νομικά εμπόδια, με τον Economist να εξηγεί πως εάν η Βρετανία ή η Γαλλία επρόκειτο να μεταβιβάσουν τη φύλαξη και τον έλεγχο δικών τους πυρηνικών όπλων ή εάν τα μη πυρηνικά κράτη αποφάσιζαν να κατασκευάσουν δικά τους πυρηνικά όπλα θα έπρεπε να αποχωρήσουν από τη Συνθήκη για τη μη Διάδοση των Πυρηνικών Οπλων διαφορετικά θα την παραβίαζαν.
Υπάρχουν και άλλες επιλογές όμως. Ο Πίτερ Γουάτκινς, για παράδειγμα, ένας βρετανός πρώην αξιωματούχος άμυνας υπεύθυνος για την πυρηνική πολιτική, προτείνει ότι η Γαλλία θα μπορούσε να ενταχθεί στην Ομάδα Πυρηνικού Σχεδιασμού (NPG) του ΝΑΤΟ απλά ως παρατηρητής, όχι ως συμμετέχων. Μια καλύτερη επιλογή θα ήταν η Γαλλία να αποσαφηνίσει δημοσίως την ευρωπαϊκή διάσταση των συμφερόντων της. Ο Μπρουνό Τερτραί, ένας γάλλος ειδικός στα πυρηνικά, έχει σημειώσει σχετικά ότι η Γαλλία θα μπορούσε απλώς να καταστήσει σαφές ότι το άρθρο 42.7 της Συνθήκης της Λισαβόνας, η ρήτρα αμοιβαίας άμυνας της ΕΕ, «θα μπορούσε να ασκηθεί με οποιοδήποτε μέσο, περιλαμβανομένων των πυρηνικών όπλων».
Μια νέα συμφωνία κυρίων
Μια άλλη επιλογή θα ήταν η υιοθέτηση της αμερικανικής τακτικής της εκτεταμένης πυρηνικής αποτροπής. Οπως θυμίζουν οι δημοσιογράφοι του Economist, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εδώ και καιρό μεταφέρει στην Ευρώπη περί τις 180 τακτικές πυρηνικές κεφαλές. Υπεύθυνες για τη χρήση τους είναι αποκλειστικά οι ΗΠΑ, όμως οι πολεμικές αεροπορίες του Βελγίου, της Γερμανίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Ολλανδίας και της Τουρκίας συμμετέχουν στη μεταφορά και την παράδοσή τους, χρησιμοποιώντας αεροσκάφη «διπλής ικανότητας», που μπορούν να φέρουν τόσο συμβατικά όσο και πυρηνικά όπλα. Αλλες χώρες προσφέρουν συμβατικά οπλισμένα αεροσκάφη τα οποία υποστηρίζουν αυτές τις αποστολές.
Ομως η Βρετανία θα δυσκολευόταν να αναλάβει ενεργό ρόλο στο πλαίσιο μιας παρόμοιας διευθέτησης, καθώς από τη δεκαετία του 1990, όλα της τα πυρηνικά όπλα τα φέρουν υποβρύχια των οποίων η θέση είναι μυστική. Tα υποβρύχια μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτρεπτικά (το 2022 σχεδόν αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Γαλλία έκανε το ασυνήθιστο βήμα να βγάλει τρία από τα τέσσερα πυρηνικά σκάφη της στη θάλασσα) αλλά δεν μπορούν να πλεύσουν στον Ρήνο ή στον Βίστουλα ώστε να καθησυχάσουν οι σύμμαχοι.
Οσον αφορά τα αεροσκάφη, τα δεδομένα είναι διαφορετικά. Η Γαλλία διαθέτει πυρηνικά όπλα που εκτοξεύονται από αέρος, ώστε να μπορεί να στείλει μια «τελική προειδοποίηση» σε έναν εχθρό, προτού εκτοξεύσει πυραύλους από τα υποβρύχιά της -κατά ρωσικών πόλεων στην προκειμένη περίπτωση. Η Πολεμική Αεροπορία της Γαλλίας εξασκείται στις επιδρομές πυρηνικών βομβαρδισμών μεγάλης εμβέλειας τέσσερις φορές το χρόνο. Το 2020, μετά από το σοκ της πρώτης θητείας Τραμπ, ο Μακρόν κάλεσε τους συμμάχους να αρχίσουν να παίρνουν μέρος στις γαλλικές πυρηνικές ασκήσεις. Για παράδειγμα το 2022, κατά τη διάρκεια μιας πυρηνικής άσκησης, ένα ιταλικό αεροσκάφος ανεφοδιασμού τροφοδότησε με καύσιμα ένα γαλλικό αεροσκάφος ενώ το τελευταίο διάστημα, όπως ανέφερε στον Economist ενήμερη πηγή, προσφέρθηκαν και άλλες χώρες να συμμετάσχουν σε παρόμοια γυμνάσια.
Το ζήτημα, οπότε, είναι πόσο πιο στρατηγική θα μπορούσε να καταστεί η πυρηνική συνεργασία της Γαλλίας με τους συμμάχους της. Γαλλικά αεροσκάφη «διπλής ικανότητας» συμμετέχουν ολοένα περισσότερο σε συμβατικές ασκήσεις στο εξωτερικό, μεταξύ άλλων με τη Λιθουανία και τη Γερμανία πέρυσι. Το 2018 ο γάλλος ειδικός στα πυρηνικά Μπρουνό Τερτρέ είχε προτείνει ότι η Γαλλία θα μπορούσε να περιφέρει άοπλα μεν μαχητικά βομβαρδιστικά Rafale που μπορούν, όμως, να φέρουν πυρηνικά όπλα, σε βάσεις της Ανατολικής Ευρώπης ως «ένδειξη αλληλεγγύης» προς τους συμμάχους της. Οπως εξηγεί ο Economist μια τέτοια κίνηση δεν θα ήταν απλώς ένα πολιτικό μήνυμα, καθώς αυτομάτως θα αυξανόταν και το βεληνεκές των γαλλικών αεροσκαφών, τα οποία θα μπορούσαν να πλήξουν στόχους εντός της Ρωσίας και να επιστρέψουν με σχετική ασφάλεια στις προσωρινές βάσεις τους ανά την ανατολική Ευρώπη. Υιοθετώντας μια πιο επιθετική στάση, η Γαλλία θα μπορούσε επίσης να μεταφέρει δεκάδες πυραύλους αέρος-εδάφους στη Γερμανία, ανάβοντας, συγχρόνως, το πράσινο φως για τη χρήση τους και από συμμαχικά αεροσκάφη. Το Παρίσι θα μπορούσε επίσης να επιδιώξει τη σύσταση μιας «τακτικής ευρωπαϊκής πυρηνικής ναυτικής δύναμης».
Στην παρούσα φάση, όμως, ο «στρατηγικός διάλογος» του Μακρόν βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο. Οπως σημείωσε, μιλώντας στον Economist, η Ελοΐζ Φαγιέντ του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (IFRI) προς το παρόν «δεν διεξάγονται συζητήσεις για την εγκατάσταση γαλλικών πυρηνικών όπλων εκτός της γαλλικής επικράτειας», ούτε, φυσικά, για τη δυνατότητα χρήσης τους από άλλες χώρες.
«Η ιδέα αφορά περισσότερο το να σημειωθεί πρόοδος σε πολιτικό επίπεδο», είπε η γαλλίδα ειδικός, με στόχο τον προσδιορισμό «σε πολύ υψηλό επίπεδο, κοινών ζωτικών συμφερόντων μεταξύ, για παράδειγμα, της Γαλλίας και της Σουηδίας, ή της Γαλλίας και της Γερμανίας». Συγχρόνως η Γαλλία επιδιώκει τη συμμετοχή περισσότερων συμμαχικών χωρών στις πυρηνικές της ασκήσεις. «Υπάρχουν πολλές ιδέες, αλλά δεν υπάρχει πολιτική καθοδήγηση», συμπλήρωσε. Αυτό θα μπορούσε να απογοητεύσει όλους όσοι, όπως ο Ντόναλντ Τουσκ, ανησυχούν περισσότερο πως επίκειται νέα κρίση. Αυτό, όμως, δεν αλλάζει το γεγονός πως ο Ντόναλντ Τραμπ ανάγκασε τους Ευρωπαίους να αρχίσουν εκ νέου και, μάλιστα, πιο σοβαρά από κάθε άλλη φορά, να συζητούν για τη δημιουργία μιας κοινής πυρηνικής δύναμης αποτροπής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Πυρηνικά: Η Ευρώπη σκέφτεται το αδιανόητο
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.