Με ένα ενδιαφέρον δημοσιογραφικό ντοκιμαντέρ, οι Financial Times αφηγούνται πώς η Ευρώπη έχασε την ενεργειακή της αυτονομία και έγινε «ενεργειακός όμηρος» του Πούτιν. «Είναι μια ιστορία για μια ολόκληρη ήπειρο που ανέπτυξε εξάρτηση για το ρωσικό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο»: το ντοκιμαντέρ διάρκειας 23 λεπτών δίνει με τη φράση αυτή το στίγμα τού πώς η Ευρώπη έφτασε να εξαρτάται από έναν και μόνο προμηθευτή, τη Ρωσία του Πούτιν, που έγινε τελικά εχθρός της.
Και εξηγεί το τι μπορείς να πάθεις όταν δεν ελέγχεις την προμήθεια της ενέργειας που χρειάζεσαι, πώς «πήρε ο ύπνος τη Ευρώπη πάνω στο τιμόνι (asleep at the wheel) για έναν πόλεμο που ποτέ δεν πίστευε ότι θα ερχόταν» και πώς γράφτηκε μια ιστορία αυταπάτης με σκοπό το κέρδος από όσους εθελοτυφλούσαν επί χρόνια για να συνεχίσουν να παίρνουν το φθηνό αέριο και το πετρέλαιο του Πούτιν.
«Αυτό που συνέβη σε ένα βάθος δεκαετιών είναι ότι η Ρωσία κατάφερε να χτίσει υποδομές και αγωγούς για να μεταφέρει το φυσικό αέριο στην Ευρώπη και από την πλευρά της η Ευρώπη έχτισε βιομηχανίες που κατέληξαν να εξαρτώνται από τη παροχή φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου» σημειώνει κάνοντας μια εύστοχη σύνοψη ο δημοσιογράφος των FT, Ντέρεκ Μπράουερ, που ειδικεύεται σε θέματα ενέργειας.
Από το δημόσιο συμφέρον στο ιδιωτικό κέρδος
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας, του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου, παρέμενε στην Ευρώπη υπό τον έλεγχο κρατικών μονοπωλίων. Επομένως το κράτος ήλεγχε την αγορά υπό την καθοδήγηση των κυβερνήσεων. Καθώς προχωρούσαν ωστόσο η απελευθέρωση της αγοράς και οι ιδιωτικοποιήσεις σε όλο και περισσότερες χώρες της Ευρώπης ο έλεγχος άρχισε να περνάει στα χέρια ιδιωτικών επιχειρήσεων. Σταδιακά, όπως σημειώνεται στο ντοκιμαντέρ, οι επιχειρήσεις άρχισαν να αποφασίζουν ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλιστούν οι προμήθειες φυσικού αερίου για ολόκληρες χώρες.
«Και αυτό που η αγορά θεωρεί ότι είναι μια ορθολογική απόφαση με γνώμονα το τι είναι φθηνότερο για τον καταναλωτή, δεν είναι απαραίτητα η καλύτερη επιλογή για την εξεύρεση διαφορετικών πηγών και τη θωράκιση της ενεργειακής ασφάλειας» σημειώνει ο δημοσιογράφος των Financial Times, Χάρι Ντέμπσεϊ, που ειδικεύεται στον τομέα της βιομηχανίας.
Οχι, οι Financial Times δεν αποκηρύσσουν τον καπιταλισμό και το ιδιωτικό κέρδος, περιγράφουν ωστόσο χωρίς παρωπίδες τι μπορεί να συμβεί σε μια ολόκληρη ήπειρο (και δυστυχώς συνέβη) όταν κάτι στέκει από μόνο από οικονομική άποψη αλλά είναι πολύ επικίνδυνο από γεωπολιτική σκοπιά.
Δείγμα του εφησυχασμού που επικράτησε ήταν ότι η Βρετανία (που είναι πλέον εκτός της ΕΕ), έκλεισε μόνη της τη βασική μονάδα αποθήκευσης αερίου στη Βόρεια Θάλασσα πιστεύοντας ότι το αέριο από τον Πούτιν θα έρεε για πάντα. Αν η μονάδα αυτή είχε συντηρηθεί και δεν είχε κλείσει θα ήταν ασφαλώς εξαιρετικά χρήσιμη το φετινό χειμώνα. Κανείς δεν σκέφτηκε όμως ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ενέργεια ως όπλο εναντίον της Ευρώπης.
Μέσα από τις αποφάσεις των Ευρωπαίων, οι οποίοι οικειοθελώς παραχώρησαν τα «κλειδιά» για την παροχή ενέργειας στον Πούτιν, αναδείχθηκε εξ αντανακλάσεως η ισχύς της Gazprom, του ενεργειακού γίγαντα της Ρωσίας που ελέγχεται από το ίδιο το Κρεμλίνο. Ο γίγαντας αυτός, συμφερόντων Πούτιν, απέκτησε σταδιακά τεράστια δύναμη ακόμη και έναντι των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Οπως σημειώνεται στο ντοκιμαντέρ των FT, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία το 2014, θα περίμενε κανείς ότι η Ευρώπη θα έκανε κινήσεις για να διαφοροποιήσει το μείγμα της ενέργειας ώστε να απεξαρτηθεί από την Ρωσία. Συνέβη όμως το αντίθετο. Η εξάρτηση αυξήθηκε, κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας, καθώς ακόμη και στις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία, το φυσικό αέριο θεωρήθηκε «ιερό» και εξαιρέθηκε.
Κάπως έτσι φτάσαμε στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Και παρά τις ανησυχίες ότι οι πληρωμές για φυσικό αέριο και πετρέλαιο προς τη Ρωσία χρηματοδοτούσαν τον πόλεμο, τα έσοδα της Ρωσίας κατά τις πρώτες 100 ημέρες του πολέμου συνέχισαν να αυξάνονται, χάρη και στις αυξήσεις των τιμών.
Οταν «ξύπνησε» η Ευρώπη ήταν πια αργά
Κάπου εκεί η Ευρώπη «ξύπνησε» και άρχισε να θέτει σε εφαρμογή το σχέδιο απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο με πρώτο στόχο τη μείωση της κατανάλωσης κατά δύο τρίτα ως το τέλος του 2022 και ολοκληρωτικά το αργότερο ως το 2027. Η Ρωσία απάντησε με τη μείωση των ροών από τον αγωγό Nord Stream 1 με διάφορες δικαιολογίες, αυξάνοντας την οικονομική πίεση κυρίως στη Γερμανία. Στο τέλος Αυγούστου οι ροές διακόπηκαν εντελώς.
Η αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή των κίνδυνο διακοπών στην παραγωγή ενώ η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης τον κίνδυνο ύφεσης. Ως απάντηση στις πιεστικές συνθήκες, η Γερμανία ανακάλεσε την τελευταία στιγμή την απόφαση που έλαβε το 2011, μετά το ατύχημα στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας, να κλείσει όλα τα πυρηνικά της εργοστάσια και παράλληλα ενεργοποίησε εκ νέου τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας από άνθρακα, σε βάρος των στόχων που έχει θέσει η ίδια η Ευρώπη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η υποκρισία για την κλιματική αλλαγή
«Πρόκειται για την απόλυτη υποκρισία που θα υπονομεύσει την αξιοπιστία της Ευρώπης για οποιαδήποτε μελλοντική συζήτηση πχ. με αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Ινδία, για την καύση άνθρακα από τη δική της πλευρά, και αποτελεί ευρύτερο πρόβλημα για την παγκόσμια προσπάθεια αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής», σημείωσε στο ντοκιμαντέρ ο Μπράουερ, από την πλευρά των FT.
Το μόνο που απουσιάζει από την ακτινογραφία που κάνουν οι Financial Times είναι τα ονόματα των πολιτικών που έχτισαν βήμα-βήμα την εξάρτηση της Ευρώπης από τον Πούτιν. Ισως γιατί το ντοκιμαντέρ εστιάζει στο ευρύτερο οικονομικό και ιστορικό πλαίσιο του πώς μια ήπειρος έδεσε τον εαυτό της χειροπόδαρα. Και άλλωστε οι FT έχουν αναφερθεί εκτενώς τους τελευταίους μήνες στις ευθύνες της Ανγκελα Μέρκελ για την ειδική σχέση της Γερμανίας με τη Ρωσία. Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το αιχμηρό άρθρο-ανάλυση που μιλάει για το ανεξίτηλο στίγμα στην κληρονομιά της Μέρκελ.
Στο νέο τοπίο που βρίσκεται σήμερα η Ευρώπη, οι εκτιμήσεις των ειδικών και των δημοσιογράφων των FT, είναι ότι δεν θα καταφέρει φέτος το χειμώνα να αναπληρώσει το κενό που θα αφήσει το ρωσικό φυσικό αέριο μέσα από το υγροποιημένο αέριο LNG ή άλλες πηγές. Ως εκ τούτου, ο επερχόμενος χειμώνας -ειδικά αν αποδειχθεί κρύος- προβλέπεται πολύ δύσκολος για την Ευρώπη και -το χειρότερο- οι δυσκολίες είναι πολύ πιθανό να διαρκέσουν για μερικά ακόμη χρόνια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News