Είναι τα Συστήματα Υγείας της Δυτικής Ευρώπης μια «ωρολογιακή βόμβα» έτοιμη να σκάσει; Είναι, συμπεραίνει σε εκτενές ρεπορτάζ ο βρετανικός Guardian, το οποίο συνυπογράφουν ανταποκριτές του από διάφορες πρωτεύουσες της Γηραιάς Ηπείρου.
Η μεγάλη μεταπολεμική κατάκτηση, που στην Ελλάδα ολοκληρώθηκε με το Εθνικό Σύστημα Υγείας τη δεκαετία του 1980, δοκιμάζεται, όπως φαίνεται, σε όλη την Ευρώπη: Λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, της εξουθένωσης γιατρών και νοσηλευτών μετά την πανδημία, των ελλείψεων προσωπικού και της υποβάθμισης των μισθών όσων κρατούν όρθια τα συστήματα.
Για δεκαετίες, λοιπόν, τα Συστήματα Υγείας στη Δυτική Ευρώπη θεωρούνταν από τα καλύτερα στον κόσμο. Ομως, η εξάντληση των λειτουργών που σήκωσαν το βάρος της Covid φωτίζει και άλλες αδυναμίες. Σε τέτοιο βαθμό ώστε κάποιοι να μιλούν για σύννεφα που προμηνύουν την «τέλεια καταιγίδα».
Αφορμή για μια επισκόπηση της κατάστασης στη Δυτική Ευρώπη ήταν το ξέσπασμα των νοσηλευτών και των νοσηλευτριών του φημισμένου NHS της Βρετανίας, οι οποίοι κατέβηκαν την Πέμπτη στην πρώτη τους απεργία εδώ και 106 χρόνια.
Εκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO) για την κατάσταση στην Ευρώπη το 2022 ανέφερε ότι «όλες οι χώρες της περιοχής αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, που σχετίζονται με το ανθρώπινο δυναμικό στον κλάδο της Υγείας». Ο ΠΟΥ κάλεσε, ως εκ τούτου, τις κυβερνήσεις να αναλάβουν δράση ώστε να αποφευχθούν «πολύ σοβαρές συνέπειες» από την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.
Και αν προβλήματα του δικού μας ΕΣΥ είναι αντικείμενο καθημερινής συζήτησης, τα όσα συμβαίνουν στις άλλες χώρες είναι λιγότερο γνωστά. Ιδού λοιπόν:
Στη Γαλλία υπάρχουν σήμερα λιγότεροι γιατροί από όσοι το 2012. Περισσότεροι από 6 εκατ. άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων 600.000 με χρόνιες παθήσεις, δεν έχουν πρόσβαση σε τακτική παρακολούθηση από γιατρό, ενώ το 30% των Γάλλων δεν έχει επαρκή πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας.
Η Γαλλία πληρώνει και το τίμημα για παλαιότερα λάθη σχεδιασμού. Το 1971 περιόρισε τον αριθμό των δευτεροετών φοιτητών Ιατρικής με στόχο τη μείωση των δαπανών για την Υγεία. Το αποτέλεσμα ήταν η κατάρρευση του ετήσιου αριθμού φοιτητών ιατρικής, από 8.600 στις αρχές της δεκαετίας του 1970, σε 3.500 το 1993. Η πολιτική άλλαξε, αλλά θα χρειαστούν χρόνια για να διορθωθεί το πρόβλημα. Πιθανότητα οι ελλείψεις να μην καλυφθούν πριν από το 2035.
Οπως και στην Ελλάδα, μεγάλο μέρος της γαλλικής επικράτειας θεωρείται «ιατρική έρημος» και η κυβέρνηση έχει εκπονήσει πλάνο αναδιάταξης των δυνάμεων του Συστήματος στην περιφέρεια. Στις προνομιούχες περιοχές των πόλεων αντιστοιχούν 125 γιατροί ανά 100.000 κατοίκους, ενώ στις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές και στα υποβαθμισμένα προάστια ο αριθμός πέφτει κάτω από το μισό.
Στη Γερμανία, 35.000 θέσεις στον τομέα της περίθαλψης παρέμεναν κενές, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για το 2021, 40% περισσότερες από ό,τι πριν από μία δεκαετία. Οπως εξελίσσονται τα πράγματα, έκθεση ειδικών έδειξε ότι, αν δεν αλλάξει κάτι, το ένα τρίτο των θέσεων εργασίας στον κλάδο της Υγείας θα είναι κενές το 2035.
Στη χώρα που ξοδεύει περισσότερα για την υγειονομική περίθαλψη από σχεδόν οποιαδήποτε άλλη στον κόσμο, το κύριο πρόβλημα είναι και εκεί η έλλειψη προσωπικού: περισσότερες από 23.000 θέσεις παραμένουν κενές μετά από αρκετά χρόνια χαμηλών προσλήψεων και τις πρόσφατες μαζικές παραιτήσεις. Ιδιαίτερα στις μονάδες εντατικής θεραπείας και στα χειρουργεία, το προσωπικό επικαλείται, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Guardian, τόσο έντονο φόρτο εργασίας, ώστε ορισμένοι δεν μπορούν να κάνουν ούτε ένα μικρό διάλειμμα ή να πάνε στην τουαλέτα.
Στην Ισπανία, το υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε τον Μάιο ότι περισσότεροι από 700.000 άνθρωποι περίμεναν για μια χειρουργική επέμβαση. Παράλληλα, εδώ και σχεδόν έναν μήνα, 5.000 γιατροί και παιδίατροι που εργάζονται στην πρώτη γραμμή του συστήματος στη Μαδρίτη πραγματοποιούν απεργίες για τους χαμηλούς μισθούς, την υποχρηματοδότηση του Συστήματος και την υπερκόπωση από τις διαρκείς υπηρεσίες με τις οποίες καλύπτουν τα κενά.
Το ισπανικό Σύστημα Υγείας υποφέρει από δεκαετίες χαμηλών δαπανών και επενδύσεων, τον ανταγωνισμό μεταξύ των περιφερειών της χώρας για ιατρικό προσωπικό και την εναλλακτική για καλύτερες αμοιβές και συνθήκες που υπάρχει στο εξωτερικό, το οποίο προκαλεί τη μετανάστευση γιατρών και νοσηλευτών. Ορισμένοι γιατροί έχουν πληγεί σε τέτοιο βαθμό από το φαινόμενο του burnout, που ζήτησαν και έλαβαν πρόωρη σύνταξη, παρά το πλήγμα στις αποδοχές τους.
Στην Ιταλία, η πανδημία προκάλεσε κύμα εξόδου από το δημόσιο Σύστημα Υγείας, επιδεινώνοντας τις ήδη σοβαρές ελλείψεις προσωπικού. Πολλοί γιατροί και νοσηλευτές επέλεξαν την πρόωρη συνταξιοδότηση ή τη μετάβαση σε άλλες δουλειές στον ιδιωτικό τομέα.
Οι περιφερειακές κυβερνήσεις της χώρας έχουν υπογράψει συμβάσεις με ανεξάρτητους γιατρούς για την κάλυψη βαρδιών στα νοσοκομεία. Και στην Ιταλία, πολλοί γιατροί έχουν εγκαταλείψει τις θέσεις τους στο δημόσιο Σύστημα Υγείας και έχουν βρει διαφορετικές θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, που δεν απαιτούν νυχτερινές βάρδιες ή Σαββατοκύριακα. Και, όπως σχεδόν σε όλες τις χώρες, πραγματοποιούν κινητοποιήσεις με βασικό αίτημα την αύξηση των αμοιβών.
Στη Φινλανδία, τα νοσοκομεία αντιμετωπίζουν επίσης αδυναμία στο να περιθάλψουν τον αριθμό των ανθρώπων που έχουν ανάγκη τις υπηρεσίες τους λόγω σοβαρής έλλειψης νοσηλευτών. Ως εκ τούτου, η χώρα θα χρειαστεί 200.000 εργαζομένους στην υγεία έως το 2030.
Επιδημία εξουθένωσης
Οι προσπάθειες για την αντικατάσταση όσων συνταξιοδοτούνται, αλλά και όσων αποχωρούν από τον κλάδο Υγείας της δυτικής Ευρώπης, δεν έχουν φέρει σπουδαία αποτελέσματα. Ο ΠΟΥ τονίζει στην έκθεσή του ότι πρέπει να ενισχυθούν επειγόντως οι ενέργειες των κυβερνήσεων, μεταξύ άλλων «για να αντιμετωπιστεί η αναμενόμενη αύξηση των νέων που εγκαταλείπουν το εργατικό δυναμικό λόγω εξουθένωσης, προβλημάτων υγείας και ευρύτερης δυσαρέσκειας».
Στο ένα τρίτο των χωρών της Ευρώπης, άνω του 40% των γιατρών ήταν ηλικίας 55 ετών και άνω, σημειώνει η έκθεση. Ακόμη κι αν οι νεότεροι ειδικευόμενοι γιατροί παραμείνουν τελικά στο Σύστημα, τα εξαντλητικά ωράρια, οι χαμηλές αμοιβές και η απροθυμία τους να εργαστούν σε απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές ή υποβαθμισμένες γειτονιές των πόλεων έχουν δημιουργήσει ζώνες που χαρακτηρίζονται από «ιατρική ερήμωση».
Ο περιφερειακός διευθυντής του ΠΟΥ για την Ευρώπη, Χανς Κλούγκε, γνωστός από τις συχνές επισκέψεις του και στην Ελλάδα, εκτιμά ότι τα φαινόμενα αυτά ενδέχεται να οδηγήσουν σε θανάτους που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, ακόμη και στην κατάρρευση ορισμένων Συστημάτων Υγείας. Επομένως, οι νοσηλευτές και οι νοσηλεύτριες του βρετανικού NHS δεν είναι μόνοι στην επισήμανση των μεγάλων προβλημάτων του κλάδου της Υγείας στην Ευρώπη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News