Μεταξύ των κατηγορουμένων συγκαταλέγονται ένας έκπτωτος πρίγκιπας που είναι επίσης επενδυτής ακινήτων, μία πρώην δικαστής, βουλευτής του ακροδεξιού AfD την περίοδο των γεγονότων, ένας πρώην αστυνομικός, ο πρώην διοικητής ενός τάγματος αλεξιπτωτιστών και ένας συνταξιούχος συνταγματάρχης των ειδικών δυνάμεων: την περασμένη Τρίτη στη Φρανκφούρτη, σε μια δικαστική αίθουσα υψίστης ασφαλείας που χτίστηκε ειδικά για την περίσταση, ξεκίνησε η δίκη εννέα ατόμων –έξι ανδρών και τριών γυναικών– που κατηγορούνται ως εγκέφαλοι μιας «τρομοκρατικής ομάδας» που «είχε στόχο να εξαλείψει την κρατική τάξη με τη βία» και εργαζόταν για την «προετοιμασία μιας πράξης εσχάτης προδοσίας», δηλαδή μια επίθεση στην Μπούντεσταγκ, το ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο της Γερμανίας, με στόχο τη σύλληψη βουλευτών και την ανατροπή της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης της χώρας.
Σύμφωνα με τη γερμανική ομοσπονδιακή εισαγγελία, οι φερόμενοι ως συνωμότες είναι μέλη του Reichsbürger (Πολίτες του Ράιχ), ενός κινήματος που αρνείται τη νομιμότητα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και ήθελε να ορίσει επικεφαλής του κράτους τον Χάινριχ Ρόις, γνωστό και ως Χάινριχ ΙΓ’, πρίγκιπα Ρόις.
Ο «πρίγκιπας» και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι αρνούνται όλες τις κατηγορίες. Αυτή η δίκη δεν είναι η μόνη που διεξάγεται σχετικά με τη σχεδιαζόμενη απόπειρα πραξικοπήματος που αποκαλύφθηκε πριν από μια διετία: άλλη μία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη στη Στουτγκάρδη και μια Τρίτη θα αρχίσει στο Μόναχο τον επόμενο μήνα.
Η αποτροπή της συνωμοσίας, στην οποία πιστεύεται ότι μετείχαν συνολικά περισσότερα από 100 άτομα, κατέδειξε σε όλους τους Γερμανούς πόσο επικίνδυνος μπορεί να γίνει ο ολοένα διαδιδόμενος και πολύπλευρος ακροδεξιός εξτρεμισμός. Σε αυτό το πλαίσιο, προβαίνοντας σε μια επαναξιολόγηση των πιο σοβαρών κινδύνων, οι γερμανικές αρχές κατέληξαν να χαρακτηρίσουν την ακροδεξιά βία ως την υπ’ αριθμόν ένα απειλή για τη δημόσια τάξη, πιο επικίνδυνη από τον τζιχαντισμό.
Τα δύο τελευταία χρόνια έχουν εξαρθρωθεί αρκετά εξτρεμιστικά δίκτυα, ένα από τα οποία σχεδίαζε να απαγάγει τον υπουργό Υγείας, ο οποίος είχε καταστεί στόχος λόγω των περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν την περίοδο της πανδημίας. Επίσης, μια δημοσιογραφική έρευνα φέτος αποκάλυψε τις δραστηριότητες μιας άλλης ομάδας, που σχεδίαζε να απελάσει τους γερμανούς πολίτες ξένης καταγωγής μετά την υποτιθέμενη κατάληψη της εξουσίας από τους οπαδούς της.
Οι «Πολίτες του Ράιχ» δεν αποδέχονται τη νομιμότητα του γερμανικού κράτους και δηλώνουν υπήκοοι της μοναρχίας, η οποία κατά τη γνώμη τους επέζησε της επίσημης κατάργησής της μετά την ήττα της Γερμανίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επιπλέον, όπως εξήγησε ο εισαγγελέας Τομπίας Ενγκελστέτερ, είναι πεπεισμένοι ότι υπάρχουν αποκρυφιστικά ιδρύματα (ένα είδος «βαθέος» κράτους) τα οποία ελέγχονται από παιδόφιλους, περιλαμβανομένων και μελών του Κοινοβουλίου, που προβαίνουν σε «συστηματική τελετουργική κακοποίηση παιδιών» για να «βγάλουν ένα αναζωογονητικό ελιξίριο από τα σώματά τους».
«Με βάση τις ιδεολογικές τους πεποιθήσεις, η οργάνωση σχεδίαζε να εισέλθει στην Μπούντεσταγκ με μια ένοπλη ομάδα για να συλλάβει μέλη του Κοινοβουλίου και την ομοσπονδιακή κυβέρνηση» είπε ο γερμανός εισαγγελέας κατά την έναρξη της δίκης. «Ολοι οι συμμετέχοντες γνώριζαν ότι αυτό θα οδηγούσε στα πιο σοβαρά εγκλήματα κατά του προσωπικού ασφαλείας, περιλαμβανομένης της δολοφονίας ανθρώπων».
Ο «πρίγκιπας» Ρόις φέρεται να οργάνωσε συναντήσεις για την εξύφανση της συνωμοσίας στο κυνηγετικό καταφύγιό του στην Ανατολική Γερμανία. Επιπλέον, σύμφωνα με την εισαγγελία, η πρώην δικαστής και πρώην βουλευτής του AfD, Μπίργκιτ Μάισακ-Βίνκεμαν, συνόδευσε αρκετούς συνωμότες γύρω από το κτίριο του Ράιχσταγκ στο Βερολίνο για να οργανώσουν την επίθεση.
Η οργάνωση φέρεται να είχε στη διάθεσή της 500.000 ευρώ σε κεφάλαια, 100.000 πυρομαχικά και εκατοντάδες όπλα. Οι συνωμότες κατηγορούνται επίσης ότι ζήτησαν την υποστήριξη ρώσων αξιωματούχων, επειδή ήταν πεπεισμένοι ότι μια «συμμαχία» νικητριών χωρών, περιλαμβανομένων της Ρωσίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, ήταν έτοιμη να υποστηρίξει την αναβίωση της «πραγματικής» Γερμανίας, που θα αντικαθιστούσε την τωρινή Δημοκρατία.
Σύμφωνα με τις γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών, το Reichsbürger έχει τουλάχιστον 21.000 υποστηρικτές σε όλη τη Γερμανία. «Δεν πρόκειται για ακίνδυνες περιπτώσεις τρελών, αλλά για επικίνδυνους υπόπτους για τρομοκρατία» δήλωσε η γερμανίδα υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέιζερ.
Οσον αφορά την εμπλοκή ξένων δυνάμεων, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Die Welt, «κατά την επίμαχη περίοδο υπήρξαν τουλάχιστον δύο περιπτώσεις επαφής με εκπροσώπους της Ρωσίας στη Γερμανία, στα ρωσικά προξενεία στη Λειψία και στη Φρανκφούρτη. Σύμφωνα με την εισαγγελία, η κατηγορούμενη Γιοχάνα Φ., πρώην υποψήφια του συνωμοσιολογικού κόμματος Die Basis, είχε προηγουμένως συζητήσει το ενδεχόμενο να ρωτήσει τους αντιπροσώπους αν η Ρωσία ήταν πρόθυμη να υποστηρίξει την οργάνωση μέσω συντονισμού ομάδων αντίστασης, παροχής πληροφοριών και εκπαίδευσης μαχητών στη Ρωσία. “Δεν έχει καταστεί ακόμη δυνατό να διευκρινιστεί αν η Ρωσική Ομοσπονδία ανταποκρίθηκε στα αιτήματα της οργάνωσης” αναφέρει το κατηγορητήριο».
Οπως υπογραμμίζει ο Λέναρτ Πφάλερ, ερευνητής δημοσιογράφος της Die Welt με ειδίκευση στον εξτρεμισμό, το πιο ανησυχητικό είναι ότι οι κατηγορούμενοι στη Φρανκφούρτη, στο Μόναχο και στη Στουτγκάρδη δεν ήταν μια απομονωμένη ομάδα, αλλά η πιο δραστήρια φράξια ενός πολύ ευρύτερου συνόλου συνωμοσιολόγων και υποστηρικτών της Ακροδεξιάς, οι οποίοι εάν κινητοποιούνταν μαζικά θα μπορούσαν να καταστούν πραγματικά επικίνδυνοι.
«Οι ιδέες του κινήματος των “Πολιτών του Ράιχ” είναι πλέον πολύ πιο διαδεδομένες από όσο θα μπορούσε να συμπεράνει κανείς λαμβάνοντας υπόψη τον μικρό τρομοκρατικό πυρήνα με σημείο αναφοράς τον Χάινριχ ΙΓ, πρίγκιπα Ρόις. Το φαινόμενο ζυμώνεται στο περιθώριο της πολιτικής» γράφει ο γερμανός δημοσιογράφος.
Την πεποίθηση ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν είναι νόμιμο κράτος τη συμμερίζεται ένας ανησυχητικός αριθμός πολιτών: σύμφωνα με μελέτη του ιδρύματος Konrad Adenauer, το 5% «συμφωνεί απόλυτα» ότι η Γερμανία εξακολουθεί να «κυβερνάται από τις δυνάμεις κατοχής», ενώ ένα άλλο 8% τάσσεται «ελαφρώς» υπέρ αυτής της άποψης, το οποίο σημαίνει πως ένας επταψήφιος αριθμός ανθρώπων αντιλαμβάνεται τη Γερμανία ως κατεχόμενη χώρα.
«Οι περισσότεροι πολιτικοί στο Βερολίνο συμφωνούν: είναι παράφρονες. Κανείς όμως δεν κοιτάζει τον τρόπο με τον οποίο οργανώνονται και δικτυώνονται. Και πώς οι “Πολίτες του Ράιχ” βρίσκουν υποστηρικτές στην κοινοβουλευτική αρένα. Πολιτικοί όπως ο Χανσγιόργκ Μίλερ του AfD προωθούν εδώ και χρόνια την αντισημιτική θεωρία μιας “νέας παγκόσμιας τάξης”, αμφισβητώντας τη γερμανική κυριαρχία και απονομιμοποιώντας τα μέλη της Μπούντεσταγκ ως “ανδρείκελα”. Οποιος ακούει και πιστεύει αυτά τα πράγματα αρχίζει να περιφρονεί τη δημοκρατική τάξη. Η επίθεση του πρίγκιπα Ρόις στο Ράιχσταγκ μπορεί να παρέμεινε μια ψευδαίσθηση. Ομως ο κίνδυνος για το σύστημα είναι υπαρκτός εδώ και αρκετό καιρό» προειδοποιεί ο Λέναρτ Πφάλερ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News