Την περασμένη Τετάρτη οι New York Times αποκάλυψαν ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες συνέδραμαν τους Ουκρανούς στον εντοπισμό και στην εξόντωση ρώσων στρατηγών στα πεδία των μαχών. Σύμφωνα με την νεοϋορκέζικη εφημερίδα οι ουκρανικές δυνάμεις σκότωσαν περί τους δώδεκα ανώτατους αξιωματικούς της Ρωσίας χάρη σε πληροφορίες που έλαβαν από τις ΗΠΑ.
Στη συνέχεια, πρώτο το NBC και μετά και άλλα αμερικανικά ΜΜΕ, μετέδωσαν πως οι Ουκρανοί κατάφεραν να βυθίσουν τη ναυαρχίδα της Μόσχας στη Μαύρη Θάλασσα, το καταδρομικό «Moskva», χάρη σε πολύτιμα στοιχεία που έλαβαν και πάλι από τoυς Αμερικανούς.
Ο Λευκός Οίκος αντέδρασε οργισμένα. Η Εϊντριεν Γουάτσον, εκπρόσωπος του Συμβουλίου Ασφαλείας, κάνοντας λόγο για «ανευθυνότητα», επισήμανε πως «οι ΗΠΑ παρέχουν πληροφορίες στο πεδίο της μάχης για να βοηθήσουν τους Ουκρανούς να υπερασπιστούν τη χώρα τους… Δεν παρέχουμε πληροφορίες με σκοπό να σκοτώσουμε ρώσους στρατηγούς». Στη συνέχεια παρενέβη και ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Τζον Κίρμπι, δηλώνοντας ότι «δεν παρέχουμε πληροφορίες σχετικά με τη θέση των ανώτερων στρατιωτικών διοικητών στο πεδίο της μάχης, ούτε εμπλεκόμαστε στις αποφάσεις στόχευσης του ουκρανικού στρατού».
Οσον αφορά το «Moskva», μιλώντας στο CNN σημείωσε πως «δεν δώσαμε στην Ουκρανία συγκεκριμένες πληροφορίες στόχευσης για το “Moskva”. Δεν συμμετείχαμε στην απόφαση των Ουκρανών να πλήξουν το πλοίο, ούτε στην επιχείρηση που πραγματοποίησαν. Δεν είχαμε γνώση της πρόθεσης της Ουκρανίας να στοχεύσει το πλοίο. Οι Ουκρανοί έχουν τις δικές τους δυνατότητες συλλογής πληροφοριών για να παρακολουθούν και να στοχεύουν πλοία του ρωσικού πολεμικού ναυτικού, όπως έκαναν σε αυτή την περίπτωση», τόνισε.
Ωστόσο η αντίδραση του Λευκού Οίκου ο οποίος έσπευσε να διαψεύσει, τουλάχιστον εν μέρει, τα εν λόγω δημοσιεύματα, γεννά κάποια ερωτηματικά όσον αφορά τη γενικότερη στάση των ΗΠΑ στο πλαίσιο του πολέμου που μαίνεται. Από την πολύ αρχή τη κρίσης, πριν ακόμα ο Πούτιν διατάξει τα στρατεύματά του να εισβάλουν στην Ουκρανία, η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε επιλέξει ήδη να μοιράζεται, όχι μόνον με τις κυβερνήσεις των σύμμαχων χωρών, αλλά και με την κοινή γνώμη, τις πληροφορίες που συλλέγουν οι μυστικές υπηρεσίες της.
Ακόμα και την προηγούμενη Τρίτη, μία ημέρα πριν την αποκάλυψη των New York Times, ο στρατηγός Μαρκ Μίλι, αρχηγός του αμερικανικού Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων, μιλώντας στη Γερουσία ανέφερε χαρακτηριστικά: «Υπάρχει σημαντικός όγκος πληροφοριών που ρέει προς την Ουκρανία από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ανοίξαμε τις στρόφιγγες».
Τι άλλαξε, οπότε, από τη μία μέρα στην άλλη; Κατά τις προηγούμενες εβδομάδες η προσφορά όπλων από τις ΗΠΑ στην Ουκρανία αυξήθηκε εκθετικά με τον αμερικανό πρόεδρο να ζητάει στα τέλη του προηγούμενου μήνα από το Κογκρέσο να εγκρίνει την αποδέσμευση ακόμη 33 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Την ίδια περίοδο ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Λόιντ Οστιν ανέφερε πως στόχος της Ουάσιγκτον είναι να αποδυναμωθεί η Ρωσία, τόσο ώστε να μην μπορεί να επαναλάβει στο μέλλον όλα όσα διαπράττει σήμερα στην Ουκρανία.
Εως τώρα η «διαρροή» απόρρητων πληροφοριών αποτελούσε μέρος αυτής της στρατηγικής. Ωστόσο πλέον είναι προφανές ότι η κατάσταση έχει καταστεί σχεδόν ανεξέλεγκτη. Σε ανταπόκρισή του από την Ουάσιγκτον ο Τζουζέπε Σάρτσινα της Corriere della Sera αναφέρει πως στον Λευκό Οίκο σήμανε συναγερμός το περασμένο Σαββατοκύριακο, όταν ο στρατηγός Βαλέρι Γερασίμοφ, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσίας, γλίτωσε την τελευταία στιγμή (αλλά ενδέχεται να τραυματίστηκε) από επίθεση των Ουκρανών στο αρχηγείο του ρωσικού στρατού στην πόλη Ιζιούμ της Ανατολικής Ουκρανίας.
«Ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο έσπευσαν να αποστασιοποιηθούν από την επιχείρηση», γράφει ο ιταλός ανταποκριτής. «Ο Μπάιντεν δεν θέλει να κατηγορηθεί ότι συμβάλλει στην επέκταση της σύγκρουσης και στην ολοένα πιο άμεση ανάμειξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Υπό αυτή την έννοια, η δολοφονία στρατιωτικών ηγετών θα ισοδυναμούσε με την επιβολή μιας “ζώνης απαγόρευσης πτήσεων” στον ουρανό της Ουκρανίας», εξηγεί.
Ο αμερικανός πρόεδρος συνεχίζει να διατείνεται ότι οι ΗΠΑ δεν διεξάγουν έναν «proxy war», έναν πόλεμο δια αντιπροσώπων. Ωστόσο την ίδια ώρα εξακολουθεί να υποστηρίζει την Ουκρανία με κάθε τρόπο. Μιλώντας στην Corriere della Sera για την αντίδραση του Λευκού Οίκου στην αποκάλυψη των New York Times, ο Τσαρλς Κάπτσαν, πρώην σύμβουλος του Μπαράκ Ομπάμα και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν της Ουάσιγκτον, σημείωσε καταρχάς πως ο προφανής στόχος είναι η αποτροπή μιας κλιμάκωσης και επέκτασης του πολέμου.
Ερωτηθείς εάν η αντίδραση της αμερικανικής κυβέρνησης σηματοδοτεί μια αλλαγή της αμερικανικής στρατηγικής για την Ουκρανία, αναγνώρισε πως δεν γνωρίζει εάν πρόκειται περί μιας δομικής αλλαγής. Υπενθύμισε, ωστόσο, ότι η Ημέρα της Νίκης (9η Μαΐου) πλησιάζει. «Εδώ στην Ουάσιγκτον εκτιμούμε ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να ανακοινώσει κάτι ηχηρό, την απόσχιση του Ντονμπάς, για παράδειγμα, ή την κινητοποίηση και άλλων στρατευμάτων. Με λίγα λόγια, υπάρχει η δυνατότητα για περαιτέρω κλιμάκωση. Ο Λευκός Οίκος πιθανώς θεωρεί πως εκείνο το άρθρο, γραμμένο με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή υποστηρίζοντας πως η αμερικανική κυβέρνηση φέρεται να συνέδραμε τους Ουκρανούς να εξοντώσουν ρώσους στρατηγούς, θα μπορούσε να καταστεί εμπόδιο στην προσπάθεια να αποτραπεί μια περαιτέρω κλιμάκωση», είπε.
Είναι ελεύθερος ο Τύπος στις ΗΠΑ;
Ο Μάσιμο Γκραμελίνι, αρθρογράφος της Corriere della Sera, αναρωτιέται κατά πόσον οι ΗΠΑ διαφέρουν σε σχέση με τη Ρωσία ως προς τις ελευθερίες: αν όντως οι New York Times κατάφεραν να δημοσιεύσουν το αποκαλυπτικό άρθρο τους για την παροχή βοήθειας στους Ουκρανούς από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, τότε αυτό σημαίνει πως οι ελευθερίες εξακολουθούν να υπάρχουν.
Σε αντίθεση με όσα μετέδωσαν τα ΜΜΕ όλου του κόσμου, ο Μάσιμο Γκραμελίνι της Corriere della Sera υποστηρίζει ότι είναι «απολύτως απίθανο» να αποκάλυψαν ένα στρατιωτικό μυστικό οι New York Times (ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες συνδράμουν τους Ουκρανούς στον εντοπισμό και στην εξόντωση ρώσων στρατηγών), προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση του Τζο Μπάιντεν και της ηγεσίας του Πενταγώνου.
«Ορισμένες πολυτέλειες εκχωρούνται μόνο σε δημοκρατίες, ενώ καθημερινά μας υπενθυμίζεται από δημοκρατικότατους μετα-φασίστες και μετα-σταλινιστές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένα καθεστώς που σκοτώνει τις ελευθερίες», γράφει ο ιταλός δημοσιογράφος. Οπότε, αφού δεν υφίσταται καμιά διαφορά μεταξύ του Λευκού Oίκου και του Κρεμλίνου –σύμφωνα πάντα με αυτούς τους δημοκρατικότατους μετα-φασίστες και μετα-σταλινιστές– εάν οι New York Times είχαν όντως προβεί σε μια ιδιαίτερα άβολη για την αμερικανική κυβέρνηση αποκάλυψη, ο διευθυντής τους, ο Ντιν Μπάκετ, «θα είχε ήδη συλληφθεί ή θα δυσκολευόταν να χωνέψει ένα χάμπουργκερ με πολώνιο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γκραμελίνι (γνωρίζοντας, όμως, ότι στην πραγματικότητα ο Ντιν Μπάκετ συνέχισε, απόλυτα ήρεμος, να κάνει τη δουλειά του).
Ακόμη και η σύγκρουση μεταξύ του αμερικανού προέδρου και του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ με αφορμή τις αμβλώσεις, σε κάποιους σίγουρα θα ακούγεται ως μια «κραυγαλέα ανοησία», από τη στιγμή που στη «δίδυμη δικτατορία του Πούτιν», εάν ένας δικαστής τολμούσε να εναντιωθεί στον πρόεδρό του, θα κινδύνευε να καταλήξει σε κάποιο γκούλαγκ.
«Μπορούμε ειλικρινά να φανταστούμε ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά στις Ηνωμένες Πολιτείες;», διερωτάται ο αρθρογράφος της Corriere. Γιατί εάν η κατάσταση είναι διαφορετική στις ΗΠΑ σε σχέση με τη Ρωσία και όντως οι New York Times δημοσίευσαν το άκρως αποκαλυπτικό και επίμαχο άρθρο τους, τότε αυτό σημαίνει πως οι ελευθερίες, παρότι «αστικές και τυποποιημένες», εξακολουθούν να υπάρχουν κάπου, «και δεν είναι και τόσο κακές».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News