Γιορτές χωρίς Τσιρώνη. Ο επί δεκαετίες πρόεδρος των κρεοπωλών της Βαρβακείου αγοράς, «Κλεάνθης» για τους φίλους του, έφυγε από τη ζωή, σχεδόν στα 70 χρόνια του, ύστερα από 20ήμερη νοσηλεία στη ΜΕΘ του «Σωτηρία». Ο κορονοϊός δεν ξέρει από cult φυσιογνωμίες, αδιαφορεί για το ποιός θα πει στις κάμερες την τιμή της γαλοπούλας φέτος τα Χριστούγεννα. Ενας λόγος παραπάνω: ο Κλεάνθης έπασχε από σάκχαρο, ανήκει στην κατηγορία όσων έφυγαν με υποκείμενο νόσημα. Ανελέητη Covid – 19.
Αυθεντική, διαχρονική φιγούρα της Βαρβακείου – δεν είναι εύκολο να ταυτίζεις το όνομα, την ύπαρξή σου με ένα επαγγελματικό πεδίο. Οσοι τον είχαν ζήσει, επιμένουν ότι ο Τσιρώνης ισορροπούσε αριστοτεχνικά ανάμεσα στους νόμους της αγοράς, και τους κανόνες της πιάτσας.
Ήξερε τις παγαποντιές πολλών με κρέατα ταμπέλας «ΡΟΜ», δήθεν από τη Ρούμελη, τω όντι από τη Ρουμανία. Ηξερε τις πονηριές που εφάρμοζαν στο ζύγι. Σχεδόν 55 χρόνια καριέρα πάνω από κούτσουρα κοπής και μπαλτάδες, δεν γίνεται να μη ξέρει, τα ‘χει δει όλα, που λένε. Αλλά ήταν ωραίος τύπος, κιμπάρης ντε…
Σηκωνόταν αχάραγα, κοντά στις τρεις, για να είναι στο πόστο του στην Κεντρική Κρεαταγορά, να παραλάβει, να τσεκάρει, να κρεμάσει το εμπόρευμα στο μαγαζί. Κυκλοφορούσε μονίμως με ένα φλυτζάνι τσάι στο χέρι. Εκανε την παρουσία του αισθητή μέσα στη βοή του παζαριού, με μια σφυρίχτρα. Και το μεσημέρι, έπινε πυκνά συχνά τα τσίπουρα του παραπλεύρως. Στεντόρεια φωνή, γέλιο πολύ, κι ατελείωτο θέατρο, πάνω από αμνοερίφια και χοιρινά.
Δεν τον έβλεπες με λερωμένη ποδιά, τίποτε πάνω του δεν θύμιζε σφαγείο – ο Γιάννης Σγουρός του είχε ζητήσει από την ώρα που ‘γινε νομάρχης, για ευνόητους λόγους, να είναι τύπος και υπογραμμός. Και το ‘κανε. Ηταν και η Αθανασία, η αγαπημένη του σύζυγος που τον είχε από κοντά, σιγά μην κυκλοφορούσε ο αρχι-κρεοπώλης με ματωμένη φορεσιά. Ειδικά με τον Σγουρό αποδείχθηκε ότι είχαν χημεία, έγιναν σταδιακά οικογενειακοί φίλοι, στις εκλογές του 2010, του 2014, αλλά και του 2019, ο «πρόεδρος» κατέβηκε με τον συνδυασμό του στις τοπικές εκλογές.
Μαζί με την οικογένειά του – την Αθανασία και τις δύο κόρες του -, τους φίλους του, τον Τσιρώνη τον πενθούν ήδη δημοσιογράφοι και τηλεοπτικά συνεργεία. Δεν υπήρξε Δεκέμβρης και άνοιξη, Χριστούγεννα και Πάσχα, ή Τσικνοπέμπτη, χωρίς κοντινό του προέδρου, δίχως πλάνο από την τιμή ανά κιλό. «Εδώ, το καλό προϊόν».
Μια εποχή χάριζε ο ίδιος στα κανάλια αρνιά, κι εκείνα με τη σειρά τους τα κλήρωναν στον κόσμο, τους τηλεθεατές, ιδίως πρωινών εκπομπών, ενίοτε και ραδιοφωνικών. Πόσα αρνιά, να ξέρατε, προσφορά της Βαρβακείου…
Ο Τσιρώνης θα πάρει πάντως μαζί του στον άλλο κόσμο, το μεγάλο μυστικό της Βαρβακείου. Το αίνιγμα με τις μαυροφορούσες φιλάνθρωπες κυρίες – «Ρομπέν», που εξορμούσαν με πολυτελή αυτοκίνητα στην αγορά της οδού Αθηνάς, την εποχή που η Ελλάδα στέναζε υπό τα μνημόνια και οι εορταστικοί λογαριασμοί φάνταζαν τσιφούτικοι εξ ανάγκης. Ο Τσιρώνης είχε γίνει μάρτυρας πολλών αγαθοεργιών, του «πάρε κι άλλο κρέας, φίλε, πληρώνω εγώ». Πάω στοίχημα ότι τις είχε δει και χωρίς πλερέζες, γνώριζε το πώς και το γιατί. Αλλά τα χείλη του ήταν σφραγισμένα. «50.000 ευρώ καθάρισαν στο ταμείο», εξηγούσε στο ρεπορτάζ. Αν και με καταγωγή από το Γαλλικό του Κιλκίς, ο ίδιος είχε εκφράσει την επιθυμία να ταφεί στον δικό του «παράδεισο», τον Ελαιώνα Ηλείας, τόπο της συζύγου του, όπου είχαν δημιουργήσει το οικογενειακό τους καταφύγιο.
«Χρηματιστήριο»
«Ο Τσιρώνης ήταν καθημερινό χρηματιστήριο. Σου έλεγε πότε ο κόσμος δεν έχει λεφτά» λέει στο Protagon ο κ. Σγουρός, αφηγούμενος ουκ ολίγες ιστορίες με πρωταγωνιστές τους δυο τους. « Μια φορά σε κάποια τηλεοπτική συνεύρεσή μας, με κατηγορούσε δηκτικά ότι είχα στείλει για έλεγχο στη Βαρβάκειο δυο κυρίες με παπούτσι γόβα-στιλέτο, αλλά όταν του απάντησα ότι την επομένη θα φροντίσω να φορούν γαλότσες, λύθηκε στα γέλια.
»Ο έλεγχος ήταν έλεγχος (του είχα ρίξει κάποτε μέχρι και πρόστιμο 30.000 ευρώ), η φιλία όμως ήταν φιλία, και τα καλαμπούρια – καλαμπούρια. Ο Κλεάνθης ήταν της πιάτσας άνθρωπος, αλλά ήταν πάνω από όλα άνθρωπος». Κι αυτό πάντα μετράει, ειδικά όταν φεύγει κανείς από τη ζωή.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News