«Wir schaffen das!», «Θα τα καταφέρουμε!» είχε δηλώσει το καλοκαίρι του 2015 η γερμανίδα καγκελάριος, μην γνωρίζοντας τον αντίκτυπο που θα είχε αυτή η ιστορική, πλέον, ρήση της τόσο στο εσωτερικό της Γερμανίας όσο και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Τα λόγια της προσέφεραν ελπίδα σε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Συρία που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους για να ξεφύγουν από τα δεινά του εμφυλίου πολέμου ενώ πολλοί Γερμανοί τα εξέλαβαν ως μια ευκαιρία να εξιλεωθεί η χώρα τους για το αιματηρό και βάρβαρο παρελθόν της.
Συγχρόνως, όμως, αρκετοί κατηγόρησαν την Ανγκελα Μέρκελ ότι, υιοθετώντας την πολιτική των ανοιχτών συνόρων για τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, πρόδωσε τον γερμανικό λαό, άποψη την οποία έσπευσαν να αναδείξουν και να εκμεταλλευτούν οι ακροδεξιές δυνάμεις της Γερμανίας, «δίνοντας νέα πνοή στο νεοφασιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD)», υπενθυμίζει ο Μάθιου Κάρνιτσνιγκ του politico.eu.
Στον απόηχο της άφιξης εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στη Γερμανία οι επικριτές της Μέρκελ, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. υποστήριξαν πως όχι μόνον άνοιξε τις πόρτες της γερμανικής Βουλής στην Ακροδεξιά αλλά δίχασε βαθιά και την Ευρώπη καθώς οι περισσότερες από τις χώρες της ΕΕ αρνήθηκαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά της για τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης.
Οσον αφορά τους θιασώτες της πολιτικής των ανοικτών συνόρων της γερμανίδας καγκελαρίου αρκούνται να επαναλαμβάνουν πως δεν υπήρχε εναλλακτική επιλογή που να είναι σύμφωνη με την ηθική, ότι μόνον αυτή ήταν η σωστή στάση.
Σήμερα, πέντε χρόνια μετά και με τη Γερμανία των ογδόντα εκατομμυρίων κατοίκων να έχει υποδεχθεί τη διετία 2015 – 2016 περί τους 1,2 εκατομμύρια. πρόσφυγες, οι απόψεις σχετικά με το κατά πόσο είχε δίκιο η Μέρκελ, υποστηρίζοντας πως «μπορούμε να τα καταφέρουμε», εξακολουθούν να διίστανται.
Ανοίγοντας τα σύνορα της πατρίδας της σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο κατατρεγμένους ανθρώπους η γερμανίδα ηγέτης και οι υποστηρικτές της θεώρησαν πως η πλειονότητα αυτών των ανθρώπων επρόκειτο αργά ή γρήγορα να ενσωματωθεί στη γερμανική κοινωνία. «Αλλά η ενσωμάτωση είναι μια ασαφής έννοια, δίχως ακριβή σημασία. Αρκεί το να μάθουν να μιλούν γερμανικά ή πρέπει οι πρόσφυγες να γίνουν πιο Γερμανοί;», διερωτάται ο δημοσιογράφος του Politico, υποστηρίζοντας πως οι κρίσεις σχετικά με την επιτυχία ή την αποτυχία της Γερμανίας να υποδεχθεί στην επικράτειά της εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες δεν μπορούν να μην είναι υποκειμενικές ενώ ούτε τα επίσημα στατιστικά στοιχεία προσφέρουν μια πιο ξεκάθαρη εικόνα.
Από τους 1,8 εκατ. ανθρώπους που έχουν λάβει άσυλο ή καταθέσει σχετική αίτηση στη Γερμανία, τουλάχιστον 360.000 κατέχουν θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ερευνών για την Απασχόληση του γερμανικού υπουργείου Εργασίας. Περί τους 55.000 πρόσφυγες έχουν ενταχθεί σε ειδικά προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, με αρκετούς από αυτούς να εργάζονται ήδη ως μαθητευόμενοι, περισσότεροι από 10.000 σπουδάζουν στα πανεπιστήμια της Γερμανίας ενώ περί τους 460.000 αναζητούν εργασία. Περίπου 570.000 πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων και αρκετών μερικώς απασχολούμενων, λαμβάνουν οικονομική βοήθεια από το κράτος.
Οσον αφορά το συνολικό κόστος της διαχείρισης των προσφύγων, στο οποίο συνυπολογίζονται και οι δαπάνες για την αποφυγή δημιουργίας νέων προσφυγικών ροών, από το 2015 έως σήμερα έχουν ξοδευτεί περίπου 87 δισεκατομμύρια ευρώ ενώ ο ετήσιος προϋπολογισμός της Γερμανίας αυξήθηκε από τα 300 δισεκατομμύρια ευρώ το 2015 σε περισσότερα από 360 δισεκατομμύρια εφέτος.
Παρότι αρχικά η γερμανική κοινή γνώμη υποδέχθηκε τους πρόσφυγες, το πνεύμα της αλληλεγγύης υποχώρησε σταδιακά ενώπιον της οργισμένης αντίδρασης σημαντικής μερίδας πολιτών, οι οποίοι συνέβαλαν στο να εκτιναχθεί το AfD από το 4% το 2015 στο 18% το 2018. Σήμερα το ποσοστό της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία κυμαίνεται γύρω στο 10% αλλά εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο αντιπολιτευόμενο κόμμα στο γερμανικό κοινοβούλιο.
Η πολιτική των ανοικτών συνόρων της Ανγκελα Μέρκελ συνέβαλε και στην ανησυχητική άνοδο της ακροδεξιάς βίας, επιστέγασμα της οποίας αποτέλεσε η δολοφονία (πέρυσι τον Ιούνιο) από έναν μεσήλικα νεοναζί του χριστιανοδημοκράτη πολιτικού Βάλτερ Λούμπκε ο οποίος τασσόταν υπέρ της υποδοχής των προσφύγων.
Πάντως την προηγούμενη εβδομάδα, αξιολογώντας τη μνημειώδη ρήση της, η Ανγκελα Μέρκελ, η οποία πρόκειται να αποσυρθεί από την πολιτική μετά τη λήξη της θητείας της το καλοκαίρι του 2021, εμφανίστηκε κάθε άλλο παρά μετανιωμένη, σημειώνοντας ότι «καταφέραμε πολλά. Και όταν λέω πως εμείς καταφέραμε πολλά, αναφέρομαι στους πάρα πολλούς ανθρώπους που συνέβαλαν» στην προσπάθεια αυτή η οποία σύμφωνα με την καγκελάριο κατέληξε να αποκτήσει «δική της ζωή».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News