Οσο πιο ορατοί, τόσο πιο ευάλωτοι οι ολιγάρχες
Οσο πιο ορατοί, τόσο πιο ευάλωτοι οι ολιγάρχες
Απειλείται όντως η Αμερική –η δημοκρατία, τα δικαιώματα και οι ελευθερίες της– από μια νέα, υπό διαμόρφωση ολιγαρχία του πλούτου, όπως υποστήριξε ο Τζο Μπάιντεν απευθυνόμενος στους Αμερικανούς για τελευταία φορά από το Οβάλ Γραφείο;
Αποτελεί γεγονός, ειδικά από τότε που το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ άνοιξε τη στρόφιγγα του αποκαλούμενου σκοτεινού χρήματος στην πολιτική, πως οι μεγιστάνες του πλούτου στις ΗΠΑ μπορούν πολύ εύκολα να αποκτήσουν πολιτική ισχύ. Πλέον, όμως, οι ολιγάρχες επιδιώκουν ανοιχτά –με μπροστάρη, φυσικά, τον Ελον Μασκ– όχι μόνο να διαδραματίζουν καίριο ρόλο στις όποιες πολιτικές εξελίξεις, αλλά και να κυβερνούν.
Ωστόσο, αυτή η υπερβολική προβολή, η υπερέκθεσή τους στον δημόσιο βίο (όπως καταδείχθηκε από τους μεγιστάνες της τεχνολογίας που κάθονταν σε περίοπτες θέσεις στην τελετή ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ) θα μπορούσε επίσης να τους καταστήσει περισσότερο ευάλωτους πολιτικά. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει o διακεκριμένος γερμανός πολιτικός φιλόσοφος, καθηγητής στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πρίνστον, Γιαν-Βέρνερ Μίλερ (βιβλία του έχουν εκδοθεί και στα ελληνικά).
Σε άρθρο του στον Guardian, όπου αναλύει την άποψή του, επισημαίνει καταρχάς ότι ο όρος «ολιγάρχης» δεν είναι απλώς ένας χαρακτηρισμός για τους ζάπλουτους ή συνώνυμο των «ελίτ». Ούτε απλώς σημαίνει την κυριαρχία των λίγων, γιατί εάν ίσχυε αυτό, τότε όλες οι αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες θα έπρεπε να λογίζονται ως ολιγαρχίες, αφού οι νομοθέτες έχουν αναμφίβολα μεγαλύτερη πολιτική ισχύ από τους απλούς πολίτες.
Με βάση τον αρχικό ορισμό του Αριστοτέλη, ο Γιαν-Βέρνερ Μίλερ σημειώνει ότι ολιγαρχία είναι το πολιτικό καθεστώς στο οποίο την υπέρτατη εξουσία κατέχουν οι εύποροι (αντιθέτως, η δημοκρατία οριζόταν από τον Αριστοτέλη ως η άσκηση αυτής της υπέρτατης εξουσίας από τους άπορους).
Επικαλούμενος τον Τζέφρι Γουίντερς, κορυφαίο μελετητή της ολιγαρχίας στη σύγχρονη εποχή, ο Μίλερ παρατηρεί ότι η πολιτική των ολιγαρχών μπορεί να πάρει πολύ διαφορετικές μορφές. Δεν είναι όλοι απαραιτήτως συντηρητικοί, αλλά έχουν πάντα ένα κοινό συμφέρον – την προστασία του πλούτου τους.
«Ιστορικά, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει τη μίσθωση ενός ιδιωτικού στρατού. Μπορεί επίσης να μεταφραστεί σε υποτέλεια σε έναν δεσπότη ο οποίος ανταμείβει την αφοσίωση με τουλάχιστον κάποια ασφάλεια (σκεφτείτε τον Πούτιν). Στις δημοκρατίες (οι ολιγάρχες προβαίνουν) στην εξωτερική ανάθεση της προστασίας της ιδιοκτησίας στο κράτος, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι πλειοψηφίες δεν έχουν περίεργες ιδέες περί υψηλών φορολογικών συντελεστών» εξηγεί.
Ο Τζέφρι Γουίντερς προβαίνει και σε μια άλλη κρίσιμη παρατήρηση: το ζήτημα δεν είναι τόσο το τεράστιο χάσμα που χωρίζει το πλουσιότερο 1% από τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά η διαχωριστική γραμμή μεταξύ αυτού που οι διαχειριστές πλούτου χαρακτηρίζουν απλώς ως «μάζα των εύπορων» και των λίγων ολιγαρχών που μπορούν να πληρώνουν για τις υπηρεσίες αυτού που ο Γουίντερς αποκαλεί «αμυντική βιομηχανία εισοδήματος».
Ακόμη και οι επαγγελματίες με υψηλές αποδοχές δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά τους δικηγόρους και τους λογιστές που απαιτούνται για την ίδρυση εικονικών εταιρειών και τη μεταφορά χρημάτων σε φορολογικούς παραδείσους: όσοι ελάχιστοι μπορούν να το κάνουν –το κορυφαίο 1/10 του 1%– καταλήγουν να πληρώνουν αναλογικά λιγότερους φόρους ακόμη και από τους γραμματείς τους (όπως είχε αναφέρει κάποτε ο Γουόρεν Μπάφετ). Κάπως έτσι, μεταξύ 2014 και 2018, τα εισοδήματα του Ελον Μασκ, δηλαδή του πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο, φορολογήθηκαν με συντελεστή μόλις 3,4%.
«Η αμυντική βιομηχανία του πλούτου είναι διακριτική: μέρος αυτού που προσφέρει ο υπεράκτιος κόσμος στους ολιγάρχες είναι η μυστικότητα. Ορισμένοι από τους πλούσιους πληρώνουν ακόμη και επαγγελματίες ώστε να μην εμφανίζονται στη λίστα του Forbes» συνοψίζει Γιαν-Βέρνερ Μίλερ.
Ταυτόχρονα, όμως, «οι ολιγάρχες έχουν ξεκάθαρο συμφέρον να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη» και σε μια εποχή που τα αποκαλούμενα «παραδοσιακά» ΜΜΕ αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, οι ολιγάρχες μπορούν να αγοράζουν εφημερίδες και τηλεοπτικούς σταθμούς σε συμφέρουσες για αυτούς τιμές, όπως έκανε πρώτος ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία και πιο πρόσφατα ο Βενσάν Μπολορέ, ένθερμος υποστηρικτής της Ακροδεξιάς στη Γαλλία. Οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης κοστίζουν περισσότερο, αλλά η παγκόσμια εμβέλειά τους προσφέρει επίσης μοναδικές δυνατότητες επιρροής στην πολιτική και σε πολλές χώρες (βλ. Μασκ).
Παραμένει, ωστόσο, ασυνήθιστο για τους ολιγάρχες να επιδιώκουν να ανέλθουν οι ίδιοι στην εξουσία, εκτός αν, όπως συνέβη με τον Μπερλουσκόνι, η είσοδος στην πολιτική αποτελεί τον μοναδικό τρόπο για να αποφύγουν τη φυλακή. Πλέον, όμως, τα δεδομένα αλλάζουν: από τους ανθρώπους που διόρισε ο Τραμπ σε καίριες θέσεις, 26 έχουν περιουσίες που ξεπερνούν τα 100 εκατ. δολάρια, ενώ 12 είναι δισεκατομμυριούχοι, γεγονός που καθιστά τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ την πλουσιότερη στην Ιστορία της χώρας.
«Αυτός ο παράξενος συνδυασμός ορατότητας και αορατότητας δημιουργεί ευπάθεια. Υπάρχουν αντικρουόμενα συμφέροντα, ενώ θα προκύψουν και σκάνδαλα από τη λεηλασία του κράτους» προβλέπει ο Γιαν-Βέρνερ Μίλερ, αν και τόσο οι Δημοκρατικοί όσο και η κοινή γνώμη δείχνουν να έχουν ήδη παραδοθεί, σε πρωτοφανή μάλιστα βαθμό, στην κλεπτοκρατία.
«Οι μεγάλες υποσχέσεις του Μασκ περί “αποτελεσματικότητας” ενδέχεται να παραμείνουν ανεκπλήρωτες, ενώ οι θεωρίες συνωμοσίας και η μεμψιμοιρία νεο-τραμπικών ολιγαρχών όπως ο Μαρκ Αντρίσεν –που γκρινιάζουν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε εξαπολύσει “τρομοκρατία” στη βιομηχανία της τεχνολογίας– πλήττουν την εικόνα των ιδιοφυών της Σίλικον Βάλεϊ, οι οποίες είναι πάντα έτοιμες να δώσουν μια λύση στα προβλήματα της ανθρωπότητας» συμπληρώνει ο γερμανός πολιτικός στοχαστής.
Θα μπορούσαν, όμως, οι ολιγάρχες να αναγκαστούν να αλλάξουν τη στάση τους; Ο Τζέφρι Γουίντερς κρίνει πως τίποτα λιγότερο από πολέμους ή οικονομικές καταστροφές αντίστοιχες της Μεγάλης Υφεσης δεν θα μπορούσε να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές. Θεωρητικά, οι νόμοι μπορούν να αποτρέψουν την υπερ-συγκέντρωση εξουσίας: η ιταλική Δικαιοσύνη αποπειράθηκε να περιορίσει τον αριθμό των τηλεοπτικών σταθμών που μπορούσε να ελέγχει ο Μπερλουσκόνι, ενώ στην αρχαία Ελλάδα σκέφτηκαν να θεσπίσουν τον εξοστρακισμό ως όπλο κατά της υπερβολικής ατομικής ισχύος. Οσον αφορά το παρόν, με βάση τις θεωρίες του Μακιαβέλι, ο πολιτικός επιστήμονας Τζον Π. ΜακΚόρμικ υποστηρίζει ότι μόνο η απειλή λαϊκών δικών, με πιθανή θανατική ποινή, θα μπορούσε να αναγκάσει τους ζάπλουτους να συμμορφωθούν.
«Εν τέλει, η καλύτερη απάντηση εξακολουθεί να είναι η αντισταθμιστική ισχύς: ισχυρές οργανώσεις –είτε συνδικαλιστικές ενώσεις είτε οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών–, καθώς και η δημοκρατική πολιτική. Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ δεν είχε αυτομάτως εντολή να πατάξει τη συγκέντρωση εξουσίας λόγω της Μεγάλης Υφεσης. Τη διεκδίκησε και τη δημιούργησε. Το να γίνονται ορατοί οι ολιγάρχες καθώς χοροπηδούν δίπλα στον πρόεδρο συμβάλλει σε αυτό» υποστηρίζει ο Γιαν- Βέρνερ Μίλερ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Οσο πιο ορατοί, τόσο πιο ευάλωτοι οι ολιγάρχες
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.