Την Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα των Γυναικών τη γιόρτασα φέτος στη νεοσύστατη πρεσβεία του Αφγανιστάν στην Αθήνα. Ηταν μια εμπειρία κυρίως συναισθηματική αφού εκτός από μια σύντομη κουβέντα με τη νεαρή Σάρα Ναμπίλ, που σπουδάζει τέχνες στην Γερμανία και ήρθε στην Αθήνα μαζί με άλλες τέσσερις κοπέλες ειδικά για την εκδήλωση, δεν κατάλαβα πολλά πράγματα από όσα ειπώθηκαν. Ηταν όμως ευκαιρία να κλείσουμε ραντεβού με τον πρεσβευτή του Αφγανιστάν, τον κύριο Ομάρ Σουλτάν, για μια κουβέντα στα ελληνικά, τα οποία ο αρχαιολόγος-διπλωμάτης δεν ξέχασε να μιλάει.
«Κάθε 8 του Μάρτη, από τότε που έχουμε νέα κυβέρνηση, εμείς γιορτάζουμε», λέει ο κ. Σουλτάν, «Ξέρετε οι αντάρτες είχαν στενέψει πολύ τη ζωή των γυναικών. Δεν μπορούσαν να σπουδάσουν, δεν είχαν δικαιώματα, ενώ παλιότερα είχαν, φορούσαν και ρούχα δυτικά». Πριν από τον εμφύλιο πόλεμο στο Αφγανιστάν, οι γυναίκες πήγαιναν στο πανεπιστήμιο, εκλέγονταν στη Βουλή, γινόντουσαν υπουργοί. «Σήμερα έχουμε πάλι γυναίκες στη Βουλή, έχει αρχίσει κάποια κίνηση σιγά σιγά», επισημαίνει. Ακούγοντάς τον σκέφτομαι πόσο δραματικά μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα σε μια κοινωνία.
Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ο Αμανουλάχ Χαν και η σύζυγός του πριγκίπισσα Σοράγια, η οποία ντυνόταν ευρωπαϊκά, είχαν κάνει πολλά πράγματα για τα δικαιώματα των γυναικών στο Αφγανιστάν. Ο Αμανουλάχ από το 1919 έως το 1929 -αρχικά ως εμίρης και από το 1926 ως σάχης- οδήγησε το Αφγανιστάν στην ανεξαρτησία από το Ηνωμένο Βασίλειο και ήταν ο πρώτος αφγανός ηγέτης που προσπάθησε να εκσυγχρονίσει το κράτος. (Ωστόσο δεν τα κατάφερε εξαιτίας της ανόδου του Χαμπιμπουλάχ Καλακάνι που ήταν αντίθετος στον εκσυχρονισμό του κράτους. Τότε ο Αμανουλάχ παραιτήθηκε και κατέφυγε στην Ελβετία, όπου πέθανε το 1960).
«Αυτά είπα [στις γυναίκες] και ότι μπορεί να μην είμαστε ακόμα πολύ δυνατοί αλλά θα ξαναγίνουμε», λέει ο κ. Σουλτάν, «Τους είπα ακόμη ότι η κυβέρνησή μας και εγώ προσωπικά θα τις στηρίζω και θα τις βοηθάω. Επίσης [η γιορτή] ήταν μια καλή κίνηση για να δουν οι μετανάστριες ότι αυτό εδώ το μέρος, η πρεσβεία μας, είναι το σπίτι τους. Και όποτε θέλουν μπορούν να έρθουν άνετα εδώ πέρα», συμπληρώνει.
Η εκδήλωση ήταν πάρα πολύ συγκινητική, τα ποιήματα και το μικρό δρώμενο, που παρουσίασαν οι γυναίκες χάιδευαν τα αυτιά μου, η γλώσσα τους ακουγόταν τρυφερή και μελωδική. Μιλούσαν νταρί, διευκρινίζει ο κ. πρέσβης: «Εμείς έχουμε δύο επίσημες γλώσσες, τα νταρί που είναι περσικά, και τα παστού. Και οι δύο γλώσσες –όπως και τα ελληνικά- είναι ινδοευρωπαϊκές και δεν διαφέρουν πολύ μεταξύ τους».
Αφγανός αρχαιολόγος στη Βεργίνα και στο Δίον
Είναι γνωστό ότι ο Ομάρ Σουλτάν είναι αρχαιολόγος και έχει σπουδάσει στην Ελλάδα, στο Αριστοτέλειο. Πώς βρέθηκε στη χώρα μας;
«Πάντα ονειρευόμουν την Ελλάδα, μου άρεσαν πολύ η ιστορία και η τέχνη της. Και ήρθα το 1969 με υποτροφία της ελληνικής κυβέρνησης», απαντάει.
Αρχίζει να ξετυλίγει τη δική του ιστορία. Μετά το σχολείο πήγε να σπουδάσει Ιατρική. Τέλειωσε το πρώτο έτος, αλλά «την επόμενη χρονιά, όταν βρέθηκα στο υπόγειο νεκροτομείο, και μου είπαν να κόψω, είπα ότι δεν είναι αυτό για μένα. Εγώ θέλω να σπουδάσω αρχαιολογία και τέχνες. Και ήρθα εδώ», λέει.
Από την Καμπούλ πήγε στον Λίβανο, από κει στην Αθήνα και κατέληξε στη Θεσσαλονίκη για να μάθει τη γλώσσα. Στην αρχή έμεινε στο σπίτι μιας γηραιάς Ελληνίδας που ζούσε με την κόρη της. Δεν μιλούσαν ούτε γαλλικά ούτε αγγλικά και ελληνικά εκείνος δεν ήξερε ακόμη: «Όταν ήθελα ένα αυγό το ζωγράφιζα με χρωματιστά μολύβια, αν και στη ζωγραφική ήμουν χάλια. Τέλος πάντων πήγαινα στο πανεπιστήμιο κι ερχόμουν. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ.»
Ο κ. Σουλτάν ήταν ο πρώτος Αφγανός στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης (λίγο αργότερα θα ακολουθούσε και ο αδελφός του για να σπουδάσει αρχιτεκτονική). «Σιγά σιγά μετά από τρεις μήνες, άρχισα να μιλάω. Ο κύριος Ανδρόνικος ήταν καθηγητής μου. Τον επόμενο χρόνο πήγαμε στην Βεργίνα. Ήταν και ο κύριος Μπακαλάκης μαζί μας [αναφέρεται στον αρχαιολόγο Γεώργιο Μπακαλάκη]. “Εδώ θα τον βρω”, του λέει ο Ανδρόνικος εννοώντας τον τάφο του βασιλιά Φίλιππου. Γυρνάει τότε ο Μπακαλάκης και τον ρωτάει: “τρελός είσαι;” Κι εκείνος του απαντάει: «”θα δεις”». Αυτό δεν το ξεχνάω ποτέ!», λέει με έμφαση.
«Μερικοί λένε ότι τον βρήκε [τον τάφο] κατά τύχη αλλά αυτός ήξερε από την πρώτη ημέρα που πήγαμε στη Βεργίνα ότι θα τον βρει εκεί». Τα καλοκαίρια, εκτός από τη Βεργίνα έκαναν ανασκαφές και στο Δίον, με τον Μανώλη Ανδρόνικο και τον Δημήτριο Παντερμαλή.
Οσο μιλάει για τον Ανδρόνικο ο πρεσβευτής είναι φανερά συγκινημένος. Δεν είναι και λίγο πράγμα: «Ήμουν πολύ τυχερός που είχα έναν τόσο μεγάλο άνθρωπο δίπλα μου να με διδάσκει και να με υποστηρίζει. Ο Μανόλης Ανδρόνικος με είχε σαν παιδί του».
Μου δείχνει μια φωτογραφία του κορυφαίου έλληνα αρχαιολόγου σε μια ασημένια κορνίζα απέναντί του. «Εγώ την έβγαλα σε κάποιο ταξίδι. Και αυτή και μια άλλη φωτογραφία στη Βεργίνα, τις είχα τραβήξει χωρίς να το ξέρει. Δεν του άρεσε να τον φωτογραφίζουν. Μετά του τις πήγα και του είπα: “δείτε κύριε καθηγητά, εγώ τις έβγαλα”. Αντέδρασε με ενθουσιασμό: “Α πολύ ωραία”, μου είπε γελώντας».
«Αν σας έβλεπα στον δρόμο θα πίστευα ότι είστε Έλληνας», λέω στον κ. πρέσβη. «Και ο Ανδρόνικος το ίδιο μου έλεγε πάντα, “Γεια σου Μακεδόνα από το Αφγανιστάν”- έτσι με χαιρετούσε», απαντάει. Μοιάζουμε ως Ινδοευρωπαίοι, σκέφτομαι φωναχτά. «Όχι μόνο. Κοίταξε, ο Μέγας Αλέξανδρος έφτασε στο Αφγανιστάν και οι στρατιώτες του έμειναν εκεί περίπου 250 χρόνια. Ακόμη και σήμερα το χαρτονόμισμά μας, το αφγκανί, γράφει βασιλέως Ευκρατίδου».
Ο Ομάρ Σουλτάν έμεινε στην Ελλάδα μέχρι το 1975. Μετά, γύρισε στο Αφγανιστάν και έγινε διευθυντής της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Ηταν όμως νέος και ήθελε να ξαναφύγει «Οταν μας επισκέφθηκε ο έλληνας πρέσβης στη Βαγδάτη μιλήσαμε ελληνικά. Του είπα: θέλω να μου δώσετε μια υποτροφία να πάω να κάνω μεταπτυχιακά, αλλά σας παρακαλώ ούτε το υπουργείο Εξωτερικών δεν θα το ξέρει ούτε και κανένας άλλος. Να μου στείλετε τηλεγράφημα στα ελληνικά».
Ετσι, λοιπόν, το 1977 ξαναγύρισε στην Ελλάδα. Το 1978, τον κάλεσαν και πάλι στην Καμπούλ. Γύρισε πίσω και μετά από ένα μήνα έγινε το πρώτο φιλοσοβιετικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον βασιλιά.
«Εκείνη την ημέρα ήμουν με μια ομάδα Έλληνες και Ελληνίδες. Πήγα και τους πήρα από τα σύνορα με το λεωφορείο, το βράδυ φτάσαμε στην Καμπούλ και την άλλη μέρα το πρωί επρόκειτο να τους ξεναγήσω. Δεν μας άφησαν. Περνάμε μπροστά από το παλάτι, παντού στρατιώτες και τανκς. Μόλις φεύγουμε από κει, αρχίζουν οι πυροβολισμοί. Εμείς, όμως, δεν το ξέραμε. Τους πάω στο ξενοδοχείο, έμεναν στο Intercontinental», θυμάται.
«Τους λέω “θα έρθω να σας πάρω στις δύο το μεσημέρι για να πάμε στην Σταλέφ, ένα χωριό που το όνομά του προέρχεται από την ελληνική λέξη σταφύλια”, γιατί έχει πολλά σταφύλια εκεί», διευκρινίζει. «Πάω μετά στο σπίτι του αδελφού μου, κι εκείνος με πληροφορεί ότι σκότωσαν αστυνομικούς. Τότε κατάλαβα ότι κάτι σοβαρό γίνεται. Ηταν τρέλα να πάω πίσω στο ξενοδοχείο αλλά ανησυχούσα για τους Ελληνες. Όμως, ο αδελφός μου δεν με άφησε να βγω από το σπίτι».
Την άλλη μέρα οι Ελληνες γύρισαν στην Ελλάδα και διέδωσαν ότι ο Ομάρ σκοτώθηκε. Ο Ανδρόνικος ανησύχησε πολύ και άρχισε να τον ψάχνει. «Κατάφερε να με βρει στο τηλέφωνο “σήκω φύγε, έλα πάλι πίσω να κάνεις τη διατριβή σου”, μου λέει».
Δεν κατάφερε να ολοκληρώσει την διδακτορική του διατριβή, έγραψε όμως για την ελληνιστική επίδραση στο Αφγανιστάν. Και στη συνέχεια έφυγε για τις ΗΠΑ. Ακόμα και εκεί ο Ανδρόνικος βρέθηκε δίπλα του. «Οταν πήγε τα αρχαία από την Ελλάδα στην Ουάσινγκτον για μια έκθεση με φώναξε πάλι κοντά του. Εγώ τότε δεν είχα άδεια εργασίας, τίποτα. Εκείνος είπε “πρέπει να δουλέψει ο κύριος Σουλτάν, κανένας άλλος δεν ξέρει όσα αυτός”».
Πρώτα στον Ανδρόνικο, εξάλλου, ανακοίνωσε ότι σκόπευε να βαφτίσει τον γιο του Αλέξανδρο: «Όταν ήρθαμε στην Αθήνα, μας κάλεσε ένα βράδυ με τη γυναίκα μου που ήταν έγκυος. Του λέω: αν είναι κόρη θα τη βγάλουμε Αθηνά, αν είναι γιος θα ονομαστεί Αλέξανδρος. Και ήταν αγόρι».
Το 2002 ο αφγανός αρχαιολόγος με την ελληνική καρδιά επέστρεψε στην πατρίδα του για να βοηθήσει, νιώθοντας ένα χρέος το οποίο έπρεπε να ανταποδώσει. Και ένα χρόνο αργότερα έγινε υφυπουργός Πολιτισμού.
Θυμίζω ότι μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 οι ΗΠΑ, η Βρετανία και συμμαχικές δυνάμεις ανέτρεψαν το καθεστώς των Ταλιμπάν. Με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ εγκαταστάθηκε στη χώρα διεθνής στρατιωτική δύναμη, τη διοίκηση της οποίας ανέλαβε το 2003 το NATO. Ένα χρόνο αργότερα διενεργήθηκαν εκλογές και εξελέγη πρόεδρος ο Χαμίντ Καρζάι. Το πολίτευμα του Αφγανιστάν είναι ισλαμική Προεδρική Δημοκρατία και από το 2014, μετά από συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας, πρόεδρος είναι ο Ασράφ Γκανί και πρωθυπουργός ο Αμπντουλάχ Αμπντουλάχ.
Εν τω μεταξύ το κίνημα των Ταλιμπάν έχει ανασυγκροτηθεί και επιτίθεται στις ξένες στρατιωτικές δυνάμεις αλλά και στην κυβέρνηση της χώρας. Μετά από δεκαετίες πολιτικής αστάθειας και πολεμικών επιχειρήσεων η ανθρωπιστική κρίση έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις: εκατομμύρια Αφγανοί προσφυγές έχουν εγκαταλείψει τη χώρα και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες έχει συστήσει ειδική επιχείρηση για να διαχειριστεί την κρίση.
Πολύτιμοι θησαυροί διηγούνται την ιστορία
Το 2007, είχα την τύχη να δω στο Μουσείο Guimet Ασιατικής Τέχνης στο Παρίσι μια καταπληκτική έκθεση, «Afghanistan, les trésors retrouvés». Τα μάτια του κ. Σουλτάν φωτίζονται, όταν του το λέω. Αμέσως σηκώνεται και μου φέρνει το βιβλίο με τις φωτογραφίες των εκθεμάτων. «Το βλέπετε αυτό; Εγώ το έκανα. Τους είπα πρέπει να δείξουμε την ιστορία μας, να τη βγάλουμε από τη χώρα. Να δείξουμε ότι το Αφγανιστάν δεν είναι μόνο Ταλιμπάν, μαντίλες και σκοτωμοί, πρέπει να δείξουμε και την πολύ ωραία πλευρά μας. Εχουμε μια μεγάλη ιστορία που όλοι θα θέλουν να τη δουν».
Πήρε, λοιπόν, την άδεια της κυβέρνησης και πήγε στο μουσείο Guimet όπου οι αρχαιολογικοί θησαυροί του Αφγανιστάν εκτέθηκαν αρχικά. Και από εκεί άρχισαν να κάνουν τον γύρο το κόσμου (προς το παρόν η συλλογή βρίσκεται στην Κίνα) με στόχο τη συλλογή χρημάτων για την ανακατασκευή του Αρχαιολογικού Μουσείου της Καμπούλ που σχεδόν γκρεμίστηκε από το μένος των φανατικών μουσουλμάνων κατά τη διάρκεια του εμφυλίου.
Η έκθεση περιλαμβάνει περίπου 220 εντυπωσιακά αντικείμενα που παρουσιάζουν την εξέλιξη της ιστορίας του Αφγανιστάν από την Εποχή του Χαλκού μέχρι την αυτοκρατορία των Κοσσανών ή Kushan (σχηματίστηκε στις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ και διαλύθηκε το 375 μ.Χ.) και τον πλούτο της πολιτιστικής κληρονομιάς μιας περιοχής που δέχτηκε πολλαπλές επιρροές: μεσανατολικές, ιρανικές, ινδικές, σκυθικές και βεβαίως ελληνιστικές.
Τα εκθέματα, που αποκαταστάθηκαν από γάλλους και αφγανούς συντηρητές έργων τέχνης, προέρχονται από τέσσερις αρχαιολογικούς χώρους (Τεπέ Φουλόλ, Αϊ Κανούμ, Τίλια Τεπέ και Μπαγκράμ) και είναι η πρώτη φορά εδώ και σχεδόν 40 χρόνια που βγαίνουν έξω από Αφγανιστάν. Μάλιστα, είναι η πρώτη φορά που μετά από 20 χρόνια πολέμου εκτίθενται οι θησαυροί του Μπαγκράμ αλλά και η πρώτη φορά που βλέπει ο κόσμος τους θησαυρούς του Τιλιά Τεπέ. Είναι άξιο θαυμασμού το πώς αυτά τα αριστουργήματα κατάφεραν να επιβιώσουν μετά από τόσους πολέμους, λεηλασίες και καταστροφές των Ταλιμπάν αλλά και από τους αρχαιοκάπηλους.
Στη σωτηρία των αρχαιολογικών θησαυρών του Αφγανιστάν έχει, όμως, συμβάλει και η Ελλάδα, μου αποκαλύπτει ο πρεσβευτής: «Το αρχαιολογικό μουσείο της Καμπούλ ήταν πάρα πολύ ωραίο και πάρα πολύ πλούσιο, φιλοξενούσε περισσότερα από 10.000 αρχαία αντικείμενα στην πλειοψηφία τους της Ελληνιστικής Εποχής. Αλλά, όταν έγινε ο ανταρτοπόλεμος (1992-1996) το μουσείο λεηλατήθηκε άγρια και τα εκθέματα έφυγαν στο Πακιστάν», λέει. «Τότε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, υπουργός Πολιτισμού εκείνη την εποχή, πλήρωσε ένα μεγάλο κονδύλι για να αγοράσει πολλά από τα εκθέματα που φυλάχτηκαν στην ελληνική πρεσβεία του Ισλαμαμπάντ μέχρι το τέλος της διαμάχης. Στη συνέχεια το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού έδωσε άλλα 750.000 δολάρια για την αποκατάσταση του Αρχαιολογικού Μουσείου».
Όταν γύρισε στην Καμπούλ, ο κ. Σουλτάν διοργάνωσε επίσης έναν διαγωνισμό μοντέρνας τέχνης, ζωγραφικής και φωτογραφίας για νέους, στον οποίο πήρε μέρος και η Σάρα Ναμπίλ. Τελικά το πρώτο βραβείο το πήρε μια άλλη κοπέλα που σπουδάζει αρχαιολογία στα Ιωάννινα και τώρα βοηθάει πολύ τους μετανάστες από την πατρίδα της.
Μοντέρνα τέχνη στο Αφγανιστάν; Μου φαίνεται αδιανόητο. Μοιραία, η κουβέντα μας ξαναγυρίζει στο Αφγανιστάν πριν από τον πόλεμο. «Ηταν μια πάρα πολύ ωραία χώρα», μου λέει, «Είχαμε ελευθερίες, δημοκρατία. Η ζωή ήταν καλύτερη, πιο ωραία, πιο ελεύθερη. Η παριζιάνικη μόδα ερχόταν την άλλη μέρα κιόλας στην Καμπούλ. Την έλεγαν “Ελβετία της Ασίας”. Όταν ήρθα στην Ελλάδα δεν βρήκα διαφορές, έβλεπα ανθρώπους στον δρόμο και ήθελα να τους μιλήσω αφγανικά. Το μόνο που δεν είχαμε ήταν θάλασσα. Δεν είχα δει ποτέ πριν τη θάλασσα και μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση. Στη Θεσσαλονίκη καθόμουν από το πρωί μέχρι το βράδυ και την κοίταζα. Αναρωτιόμουν, τι είναι αυτό το πράγμα».
Πώς αντέχει αυτός ο λαός 40 χρόνια τώρα; Οι φονικές εκρήξεις δεν σταματούν στο Αφγανιστάν. «Ο λαός έχει κουραστεί», μου λέει χαμηλώνοντας τη φωνή του. «Οι Αφγανοί υποφέρουν πολύ, έχουν κουραστεί, έχουν βαρεθεί, έχουν πονέσει πολύ από τον πόλεμο, θέλουν ειρήνη».
Διάβασα ότι ο πρόεδρος της χώρας πρότεινε στους Ταλιμπάν να γίνουν νόμιμο κόμμα (οι εκλογές είναι προγραμματισμένες για τις 20 Οκτωβρίου) αλλά την άλλη μέρα κιόλας έγινε πάλι μια πολύνεκρη επίθεση στην Καμπούλ. Αυτή ήταν η απάντησή τους; «Να σας πω. Δεν είναι μόνον οι Ταλιμπάν. Στο Αφγανιστάν δρουν και άλλες οργανώσεις όπως το Νταές [Ισλαμικό Κράτος], το δίκτυο Χακάνι και η Αλ Κάιντα. Δεν θα σας πω ότι οι Ταλιμπάν είναι οι καλύτεροι άνθρωποι αλλά έχουν έρθει οι ίδιοι σε μας, θέλουν ειρήνη. Καταλαβαίνουν ότι ο λαός θέλει ειρήνη».
Πράγματι, στο τελευταίο συμβάν, όπως αναφέρει το Al Jazeera, δεν ήταν Ταλιμπάν αλλά μέλη του Ισλαμικού Κράτους οι βομβιστές αυτοκτονίας που ανατινάχτηκαν έξω από κέντρα καταγραφής ψηφοφόρων στην Καμπούλ και στην επαρχία Μπαγκλάν με αποτέλεσμα να σκοτωθούν περισσότεροι από 63 άνθρωποι και να τραυματιστούν πάνω από 100.
Τον ρωτάω αν γνωρίζει πόσοι αφγανοί μετανάστες και πρόσφυγες βρίσκονται στην Ελλάδα. «Κανένας δεν τους έχει μετρήσει», μου λέει, «Υπολογίζω ότι είναι περίπου 20.000-30.000. Κάποιοι έχουν φύγει ήδη αλλά είναι και άλλοι σε προσφυγικούς καταυλισμούς, που θέλουν να φύγουν. Ενώ είχαμε πάντα καλές διπλωματικές σχέσεις, δεν είχαμε πρεσβείες ούτε εμείς εδώ ούτε η Ελλάδα στην Καμπούλ, μας εξυπηρετούσε η ελληνική πρεσβεία στο Πακιστάν. Και όταν οι μετανάστες χρειαζόντουσαν ένα χαρτί, έπρεπε να πάνε στη Βουλγαρία και στη Βόννη. Τώρα λύθηκε αυτό το πρόβλημα»
Ποια είναι τα μεγαλύτερα προβλήματά τους; «Εχουν πάρα πολλά», απαντάει, «γιατί η κατάσταση που ζουν δεν είναι καλή, το έχω ζήσει κι εγώ, τη δεύτερη φορά που ήρθα μετανάστης ήμουν, ας είχα την βοήθεια του Ανδρόνικου. Η ζωή έχει τα πάνω και τα κάτω της. Είναι γεγονός, όμως, ότι η Ελλάδα, παρ΄όλη την κρίση και τα δικά σας προβλήματα, έχει κάνει πολλά για μας και σας ευχαριστούμε. Δεν είναι εύκολο να δέχεσαι ανθρώπους χωρίς ταυτότητα, εδώ όμως ψάχνουν τρόπο να μας βοηθήσουν».
Οι περισσότεροι πρόσφυγες θέλουν να φύγουν, αλλά υπάρχουν και αυτοί που μένουν. «Αυτοί είναι καλύτερα, έχουν σπίτι και αν πάρουν ταυτότητα θα μπορέσουν να βρουν και δουλειά. Σίγουρα υπάρχουν δυσκολίες αλλά αυτό είναι κάτι».
Κλείνοντας, μου ζητάει να μεταφέρω κάτι ακόμη στους αναγνώστες μας: «Θέλω να πω στους Ελληνες που δεν θέλουν αφγανούς μετανάστες γιατί προκαλούν φασαρίες ότι, ναι, οι Αφγανοί έρχονται από έναν άλλο πολιτισμό αλλά μπορώ να πω με σιγουριά ότι δεν είναι τρομοκράτες, είναι καλοί άνθρωποι. Αν οι Ελληνες γνωρίσουν την κουλτούρα μας και την ιστορία μας, που είναι πολύ μεγάλη και έχει πολλά κοινά με την ελληνική, τότε θα τους καταλάβουν».
Του αναφέρω ότι η προσωπική μου εμπειρία όταν ήρθαν οι πρώτοι πρόσφυγες από το Αφγανιστάν, δεν ήταν η καλύτερη. Η γειτονιά μου υπέφερε από εγκληματικές πράξεις αλλά κάτι ανάλογο είχε συμβεί και όταν είχαν έρθει οι πρώτοι Αλβανοί. «Ισως οι πρώτοι που φεύγουν από μια χώρα με δυσκολίες να είναι οι πιο ριψοκίνδυνοι, αυτοί που δεν λογαριάζουν τίποτα προκειμένου να επιβιώσουν, στο κάτω κάτω εγκληματίες υπάρχουν παντού. Σε καμία περίπτωση δεν σκέφτομαι ότι όλοι οι Αφγανοί είναι εγκληματίες και πολεμοχαρείς», λέω. «Με συγκινεί αυτό που το λέτε», απαντάει.
Ακριβώς, λοιπόν, για να δείξει την άγνωστη πλευρά των Αφγανών και του πολιτισμού τους, ο Ομάρ Σουλτάν προχωράει τώρα στη δημιουργία ενός Ελληνοαφγανικού Συνδέσμου Φιλίας. Και έχει πολλά να μας δείξει. Από το 2002, άλλωστε, ερχόταν τακτικά στη χώρα μας για να κάνει ομιλίες ως αρχαιολόγος. Και θα συνεχίσει.
Του εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News