Τη στιγμή που η νέα κινηματογραφική βιογραφία του Ναπολέοντα που υπογράφει ο Ρίντλεϊ Σκοτ έχει αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον για τον γάλλο αυτοκράτορα και στρατηλάτη, κάνει την εμφάνιση της μια νέα μελέτη που επιχειρεί να απαντήσει σε ένα από τα μυστήρια που καλύπτουν τη μάχη του Βατερλό, το αποτέλεσμα της οποίας οδήγησε στο τέλος της δράσης του Ναπολέοντα και τον οδήγησε στην εξορία, όπου και πέθανε.
Η μάχη του Βατερλό διεξήχθη την Κυριακή 18 Ιουνίου 1815 κοντά στο Βατερλό της Φλάνδρας, στο σημερινό Βέλγιο. Ο γαλλικός στρατός υπό τον Ναπολέοντα ηττήθηκε από τον στρατό του Εβδομου Συνασπισμού, ο οποίος αποτελείτο από συμμαχικές δυνάμεις που είχαν συγκεντρώσει οι Βρετανοί υπό τον υποστράτηγο Αρθουρ Ουέλσλι, τον μετέπειτα Δούκα του Ουέλινγκτον, και από Πρώσους υπό τον στρατάρχη Γκέμπχαρτ Λέμπερεχτ φον Μπλύχερ.
Οι ιστορικοί δεν έχουν καταλήξει στον αριθμό των στρατιωτών από όλες τις πλευρές που έχασαν τη ζωή τους σε εκείνη τη μάχη, με τις εκτιμήσεις να ξεκινούν 10.000 και να καταλήγουν σε 50.000 νεκρούς, ενώ εκτιμάται ότι σκοτώθηκαν και χιλιάδες ζώα, κυρίως άλογα. Ωστόσο, μέχρι σήμερα οι αρχαιολόγοι έχουν συλλέξει μόλις μια χούφτα οστών και μετρημένους στα δάχτυλα ολοκληρωμένους σκελετούς στρατιωτών στην περιοχή.
Διεθνής ομάδα ερευνητών επιχείρησε να βρει μια απάντηση σε αυτό το μυστήριο έλλειψης ευρημάτων. Οπως αναφέρουν σε δημοσίευμά τους οι Times του Λονδίνου, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα οστά των νεκρών στρατιωτών και των ζώων κονιορτοποιήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή λευκής ζάχαρης: έναν χρόνο πριν την έναρξη της μάχης του Βατερλό, ένας γάλλος επιχειρηματίας ανακάλυψε ότι τα κονιορτοποιημένα και θερμασμένα οστά ήταν καλύτερο φίλτρο για τα σακχαρότευτλα από ό,τι ο άνθρακας.
Δεδομένου ότι υπήρχε εργοστάσιο ζάχαρης σε απόσταση μόλις έξι χλμ. από το Βατερλό, η ερευνητική ομάδα, αποτελούμενη από ιστορικούς και αρχαιολόγους, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έγινε συστηματική τυμβωρυχία των ομαδικών τάφων στην περιοχή της μάχης, όπου είχαν θαφτεί τα πτώματα ανθρώπων και ζώων, και αφαιρέθηκαν από τα οστά τους. Οι ερευνητές υποστηρίζουν, μάλιστα, ότι τα οστά χρησιμοποιήθηκαν, εκτός από φίλτρο, και ως λίπασμα.
Γενικευμένη τακτική
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι πρέπει να γίνουν παρόμοιες μελέτες και σε άλλα πεδία πολύνεκρων μαχών –όχι μόνο στο πλαίσιο των Ναπολεόντειων Πολέμων, αλλά γενικότερα–, ώστε να διαπιστωθεί αν ήταν διαδεδομένη η τακτική της αφαίρεσης οστών νεκρών ανθρώπων και ζώων για βιομηχανική ή γεωργική χρήση.
«Το Βατερλό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Η τακτική αυτή επικρατούσε σε όλη την Ευρώπη, αλλά και στις αποικίες» αναφέρει ο δρ Μπερνάρ Γουίλκιν, μέλος της ερευνητικής ομάδας, που εργάζεται στα κρατικά αρχεία του Βελγίου.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι οι ομαδικοί τάφοι στο Βατερλώ παρέμειναν άθικτοι για περίπου 15 χρόνια, αλλά τη δεκαετία του 1830 επετράπη το εμπόριο, καθώς και η εξαγωγή οστών, προκαλώντας μια έκρηξη της σχετικής ζήτησης. Αποτέλεσμα, οι ομαδικοί τάφοι να γίνουν βασικοί στόχοι των εμπόρων οστών.
♦ Διαβάστε: Τα κινηματογραφικά Βατερλό του Ναπολέοντα
Ενδεικτικό της όλης ιστορίας είναι ότι κατά το χρονικό διάστημα 1832-1833 το Βέλγιο κατέγραφε μηδενικές εξαγωγές οστών στη Γαλλία, αλλά το 1836 έφθασαν τα τρία εκατομμύρια κιλά – ενώ πιστεύεται ότι υπήρξε αναλόγως μαζική χρήση οστών εντός της χώρας, για την παραγωγή ζάχαρης αλλά και για λίπασμα.
Μόλις σήμερα όμως εντοπίσθηκαν σε δημοτικά και κρατικά αρχεία του Βελγίου αναφορές και στοιχεία για παράνομες εκταφές οστών στη χώρα. Υπάρχουν μάλιστα αναφορές για απειλές φυλάκισης από τις βελγικές Αρχές προς τους κατόχους γης όπου υπήρχαν ομαδικοί τάφοι από τη μάχη του Βατερλό, εάν συμμετείχαν ή επέτρεπαν την εκταφή οστών.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το Βατερλό είναι μόνο ένα από τα πεδία μάχης που παρατηρήθηκε τέτοια δραστηριότητα. Το ίδιο συνέβη επίσης σε περιοχές της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Βόρειας Αφρικής και της Βρετανίας. Οι εκταφές δεν περιορίζονταν, δε, αποκλειστικά σε πεδία μαχών, αλλά και σε μεσαιωνικά νεκροταφεία όπου ήταν θαμμένα θύματα της πανώλης και άλλων αιτιών μαζικών θανάτων.
Το εμπόριο οστών υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλές μέχρι τη δεκαετία του 1860. Στη συνέχεια άρχισε να φθίνει, φθάνοντας στο τέλος του λίγο μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News