Τι συμβαίνει με τον πυρηνικό ανταγωνισμό ΗΠΑ-Ρωσίας μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και τις απειλές του ρώσου προέδρου ότι θα χρησιμοποιήσει το οπλοστάσιό του; Σίγουρα τα πράγματα δεν είναι όπως πριν, κάτι έχει αλλάξει. Στο αμερικανικό Πεντάγωνο, σύμφωνα με τον Economist, δεν υπάρχει πια ανησυχία μόνο για τις κινήσεις ενός μεγάλου πυρηνικού εχθρού, όπως ήταν η Σοβιετική Ενωση την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αλλά για τις κινήσεις πολλών… ταυτόχρονα.
«Τι θα γινόταν», αναρωτιέται αμερικανός αξιωματούχος μιλώντας στη βρετανική επιθεώρηση, «αν η Ρωσία επετίθετο σε μια χώρα του ΝΑΤΟ, παρασύροντας την Αμερική να υπερασπιστεί την Ευρώπη, μετά η Κίνα εκμεταλλευόταν την απόσπαση της προσοχής των ΗΠΑ για να εισβάλει στην Ταϊβάν, και μετά η Βόρεια Κορέα αποφάσιζε να επιτεθεί στον Νότο; Τρεις πόλεμοι, τρεις απρόβλεπτες πυρηνικές κρίσεις. Θα μπορούσε η Αμερική να τα χειριστεί όλα αυτά;»
Η απάντηση φαίνεται να είναι «μάλλον όχι για πολύ ακόμα» εκτιμά ο Economist με βάση τις δηλώσεις ανώτερων αμερικανών αξιωματούχων. Ωστόσο η κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν έχει αρχίσει ήδη να προετοιμάζεται για την επέκταση των πυρηνικών δυνάμεων των ΗΠΑ, μετά από δεκαετίες βαθιών περικοπών. Η ανάπτυξη των δυνάμεων θα μπορούσε να ξεκινήσει το 2026, με τη λήξη της New Start, της συνθήκης μείωσης των πυρηνικών όπλων μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσικής Ομοσπονδίας, η οποία περιορίζει τα δύο μεγαλύτερα πυρηνικά οπλοστάσια του κόσμου.
«Εάν ο πρόεδρος αποφασίσει, με τη λήξη της Νέας Start τον Φεβρουάριο του 2026, ότι πρέπει να αυξήσουμε το μέγεθος της αναπτυγμένης δύναμης, θέλουμε να είμαστε σε θέση να το εκτελέσουμε σχετικά γρήγορα» λέει στο βρετανικό περιοδικό ανώτερος αμερικανός αξιωματούχος στον τομέα της Αμυνας. Το πόσο μακριά και γρήγορα θα προχωρήσει η όποια αύξηση θα εξαρτηθεί εν μέρει από το αν ο επόμενος πρόεδρος θα είναι η Κάμαλα Χάρις, η οποία πιθανόν να συνεχίσει τις προσπάθειες για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων, ή ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος στην πρώτη του θητεία υπήρξε, κατά τον Economist, «πυρηνικό γεράκι».
Πηγές της κυβέρνησης Μπάιντεν σημειώνουν μιλώντας στη βρετανική επιθεώρηση ότι το σημερινό οπλοστάσιο ανταποκρίνεται στις τρέχουσες απειλές και ότι εξακολουθούν να ελπίζουν σε συμφωνίες για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων. Προσθέτουν, δε, ότι δεν έχει ληφθεί καμία απόφαση για την ανάπτυξη περισσότερων. Προειδοποιούν όμως για τους αυξανόμενους κινδύνους.
«Βρισκόμαστε τώρα σε μια νέα πυρηνική εποχή» δήλωσε ο Βίπιν Ναράνγκ, ανώτερος αξιωματούχος του Πενταγώνου για την πυρηνική στρατηγική, σε ομιλία του την 1η Αυγούστου. Επισήμανε το «πρωτοφανές μείγμα πολλαπλών αναθεωρητικών πυρηνικών δυνάμεων, που δεν ενδιαφέρονται για τον έλεγχο των εξοπλισμών ή τις προσπάθειες μείωσης του κινδύνου: ο καθένας εκσυγχρονίζει και επεκτείνει ταχέως τα πυρηνικά του οπλοστάσια». Οι ενέργειές τους «μας ανάγκασαν να στραφούμε σε μια πιο ανταγωνιστική προσέγγιση» πρόσθεσε, δίνοντας έτσι μια πρόγευση του τι θα μπορούσε να ακολουθήσει.
Η βρετανική επιθεώρηση σημειώνει ότι χάρη στις διεθνείς συνθήκες ελέγχου των εξοπλισμών, το παγκόσμιο πυρηνικό απόθεμα συρρικνώθηκε από περισσότερες από 70.000 πυρηνικές κεφαλές το 1986 σε περίπου 12.000 σήμερα. Το 2009 ο Μπαράκ Ομπάμα μίλησε για την επιδίωξη «ενός κόσμου χωρίς πυρηνικά όπλα». Μόλις τον Οκτώβριο του 2022 η αναθεώρηση της πυρηνικής στάσης της κυβέρνησης Μπάιντεν επέμενε στην ιδέα της «μείωσης του ρόλου των πυρηνικών όπλων στη στρατηγική των ΗΠΑ». Τώρα, ωστόσο, ο Βίπιν Ναράνγκ λέει ότι το ένα τέταρτο του αιώνα που διαρκεί η «διακοπή» σε ό,τι αφορά τα πυρηνικά έχει ήδη τελειώσει.
Η Ρωσία έχει επανειλημμένως απειλήσει να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα στην Ουκρανία. Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι η Ρωσία σχεδιάζει επίσης να αναπτύξει πυρηνικά όπλα σε τροχιά γύρω από τη Γη, σχεδιασμένα να καταστρέφουν δορυφόρους, κατά παράβαση της Συνθήκης για το Διάστημα του 1967. Το οπλοστάσιο της Κίνας, εν τω μεταξύ, επεκτείνεται με ταχείς ρυθμούς. Το Πεντάγωνο εκτιμά ότι θα μπορούσε να αυξηθεί, από μερικές εκατοντάδες πυρηνικές κεφαλές, σε ίσως 1.500 μέχρι το 2035.
Η Βόρεια Κορέα, συνεχίζει ο Economist, έχει εντείνει τις δοκιμές διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων (ICBM) που θα μεταφέρουν τα πυρηνικά της. Τον Ιούνιο υπέγραψε, δε, και συνθήκη αμοιβαίας άμυνας με τη Ρωσία, ενώ έχει προμηθεύσει τη Μόσχα με βλήματα πυροβολικού. Τι δίνει η Ρωσία σε αντάλλαγμα; Η Αμερική φοβάται ότι θα μπορούσε να είναι πυραυλική και άλλoυ τύπου οπλική τεχνολογία. Παρόμοιες ανησυχίες ισχύουν και για το Ιράν, που βρίσκεται πλέον στο «κατώφλι» τού να γίνει πυρηνική δύναμη και έχει προμηθεύσει τη Ρωσία με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυραύλους.
Παράλληλα, η βρετανική επιθεώρηση σημειώνει στην ανάλυσή της ότι η Ρωσία έχει αναστείλει τμήματα της Νew Start, αν και οι δύο πλευρές τηρούν τα όριά της για τα «στρατηγικά» (μεγάλου βεληνεκούς) όπλα: 1.550 αναπτυγμένες κεφαλές και 700 πύραυλοι και βαρέως τύπου βομβαρδιστικά. Η Ρωσία ωστόσο δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για την επανάληψη των συνομιλιών για τον έλεγχο των όπλων, ενώ η Κίνα δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ ιδιαίτερα γι’ αυτές τις συνομιλίες.
Ο Ναράνγκ λέει στον Economist ότι η προετοιμασία για ένα ελεύθερο πυρηνικό παιχνίδι ανταγωνισμού και από πλευράς ΗΠΑ μπορεί «να δώσει κίνητρο στους αντιπάλους μας να συμμετάσχουν σε στρατηγικές συζητήσεις για τον έλεγχο των όπλων». Αν όχι, προσθέτει ότι οι ΗΠΑ είναι «έτοιμες να κάνουν ό,τι είναι απαραίτητο» για την αποτροπή έναντι των αντιπάλων τους και για την ασφάλεια των συμμάχων τους. Βεβαίως, μένει να φανεί αν το δεύτερο σκέλος, η ασφάλεια των συμμάχων, θα παραμείνει προτεραιότητα των ΗΠΑ εφόσον επικρατήσει ο Τραμπ στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Ο αναλυτής Τζέιμς Ακτον, της δεξαμενής σκέψης Carnegie Endowment for International Peace με έδρα την Ουάσινγκτον, σημειώνει ότι οι συζητήσεις που γίνονται στην αμερικανική κυβέρνηση δείχνουν «το αναπόφευκτο μιας νέας κούρσας εξοπλισμών». Είναι επίσης απόδειξη ότι το Πεντάγωνο και η αρμόδια διοίκηση, η οποία θα επιβλέπει οποιονδήποτε πυρηνικό πόλεμο, «πείθονται όλο και περισσότερο ότι χρειάζονται περισσότερα πυρηνικά» και κερδίζουν τη γραφειοκρατική μάχη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News