Φθινόπωρο του 1942. Ο Τζον Γουέιν, με δερμάτινο μπουφάν πιλότου, λευκό μεταξωτό φουλάρι στο λαιμό και περίστροφο στη μέση, ποζάρει μπροστά από ένα μαχητικό αμερικανικό αεροσκάφος Curtiss P-40 Warhawk στο ρύγχος του οποίου είναι ζωγραφισμένα τα ανοιχτά σαγόνια ενός καρχαρία. Οι φωτογραφίες που τραβήχτηκαν τότε χρησιμοποιήθηκαν για την προώθηση των «Ιπτάμενων Τίγρεων», της πρώτης πολεμικής ταινίας στην οποία πρωταγωνίστησε ο εμβληματικός αμερικανός ηθοποιός που έγινε διάσημος κυρίως για τους ρόλους του σε ταινίες γουέστερν.
Οι «Flying Tigers» όπως αποκαλούνται στα αγγλικά ήταν εθελοντές πιλότοι και εκπαιδευτές και μηχανικοί αεροσκαφών των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων οι οποίοι μετέβησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1940 στα βάθη της Ανατολικής Ασίας για να συνδράμουν τους Κινέζους στη μάχη τους εναντίον των ιαπώνων εισβολέων κατά τη διάρκεια του Β’ Σινοιαπωνικού Πολέμου.
Η ταινία είναι καταφανώς προπαγανδιστική αλλά η εν λόγω σινοαμερικανική συμμαχία υπήρξε πραγματική και οι Κινέζοι οι οποίοι έχουν μανία με τη Ιστορία εξακολουθούν να θυμούνται και να τιμούν τους αμερικανούς ήρωές τους, παρότι οι εντάσεις στις σχέσεις ανάμεσα στο Πεκίνο και την Ουάσινγκτον οξύνονται ιδιαίτερα ανησυχητικά, όπως αναφέρει το CNN σε ρεπορτάζ του.
Ολοι όσοι επέλεξαν τότε να μεταβούν από τις ΗΠΑ στην εμπόλεμη κινεζική επικράτεια λάμβαναν σε σημερινές αξίες 13.700 δολάρια τον μήνα, συν 550 δολάρια για έξοδα διατροφής ενώ οι αμερικανοί πιλότοι για κάθε μαχητικό αεροπλάνο της Ιαπωνίας που κατέρριπταν σε αερομαχίες ή κατέστρεφαν στο έδαφος, λάμβαναν ως έπαθλο 9.000 δολάρια. Από τον Δεκέμβριο του 1941, δώδεκα ημέρες μετά την ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπολ έως τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου του 1942 οι «Ιπτάμενοι Τίγρεις» κατέστρεψαν σχεδόν πεντακόσια ιαπωνικά αεροσκάφη ενώ έχασαν μόλις εβδομήντα εννέα.
Το Χόλιγουντ, θέλοντας να συμβάλει στην προσπάθεια τόνωσης του φρονήματος των Αμερικανών μετά την είσοδο των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επιστράτευσε τον σκληροτράχηλο Τζον Γουέιν. Στους «Ιπτάμενους Τίγρεις» υποδύθηκε τον σμηναγό Τζιμ Γκόρντον, ο χαρακτήρας του οποίου βασίστηκε στη ζωή και την προσωπικότητά του Κλερ Σέναλτ, ενός απόστρατου υψηλόβαθμου αξιωματούχου του αμερικανικού στρατού τον οποίο προσέλαβε η κυβέρνηση του Τσιαν Κάι – Σεκ για να σχηματίσει μια κινεζική μονάδα πολεμικής αεροπορίας.
Οσον αφορά τη κινεζική ευγνωμοσύνη για την προσφορά και τη θυσία των Αμερικανών, σημειώνεται ενδεικτικά ότι τον περασμένο Μάιο το προξενείο της Κίνας στο Χιούστον προσέφερε τρόφιμα αξίας 11.000 δολαρίων σε ένα νοσοκομείο της πόλης Μονρόε στη Λουιζιάνα, όπου βρίσκεται το Chennault Aviation & Military Museum, το πολεμικό μουσείο που φέρει το όνομα του αμερικανού σμηναγού και ήρωα των Κινέζων.
«Παρότι επί του παρόντος οι σχέσεις της Κίνας με τις ΗΠΑ δέχονται πολλές πιέσεις, η Κίνα δεν αμφέβαλε ποτέ ότι η φιλία μεταξύ των πολιτών των μεγάλων εθνών μας δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει», θέλησε να επισημάνει στην επιστολή που συνόδευε τη δωρεά του το κινεζικό προξενείο.
Την ίδια περίοδο η Αυτόνομη Περιφέρεια Κουανγκσί Τσουάνγκ απέστειλε στον ιστορικό σύλλογο Flying Tiger Historical Organization ιατρικά είδη πρώτης ανάγκης στη μάχη κατά της πανδημίας, ούτως ώστε να διανεμηθούν στα μέλη του καθώς επίσης και σε συγγενείς των «Ιπτάμενων Τίγρεων» που πολέμησαν πριν από 79 χρόνια στην Κίνα. Πριν από μερικές ημέρες, ωστόσο, το κινεζικό προξενείο στο Χιούστον σφραγίστηκε έπειτα από εντολή της Ουάσινγκτον ενώ την περασμένη εβδομάδα οι κινεζικές αρχές απάντησαν διατάσσοντας το κλείσιμο το κλείσιμο του προξενείου των ΗΠΑ στην πόλη Τσενγκντού της νοτιοδυτικής Κίνας.
Συμπεραίνεται, οπότε, για ακόμη μια φορά ότι το κλίμα στις σχέσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων είναι στην καλύτερη περίπτωση ψυχροπολεμικό, γεγονός που εξηγεί γιατί οι γεωπολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν πως στην περίπτωση περαιτέρω κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης ο οικονομικός αντίκτυπος ενδέχεται να είναι συντριπτικός.
Μιλώντας στο Bloomberg, o επικεφαλής σύμβουλος στρατηγικών επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες της Deutsche Bank Απτζίτ Γουάλια, προειδοποίησε πως η απόλυτη αποσύνδεση των οικονομιών της Κίνας και των ΗΠΑ στο πλαίσιο ενός τεχνολογικού Ψυχρού Πολέμου, θα μπορούσε να κοστίσει από τρία έως και 3,5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε βάθος πενταετίας.
Σύμφωνα με τον πολύπειρο αναλυτή της μεγαλύτερης τράπεζας της Γερμανίας τουλάχιστον 450 δισεκατομμύρια δολάρια θα χάσουν οι πολυεθνικές της τεχνολογίας λόγω της κατάρρευσης της κινεζικής ζήτησης, άλλο ένα τρισεκατομμύριο δολάρια το λιγότερο θα απαιτηθεί για τη δημιουργία νέων εφοδιαστικών αλυσίδων πέραν της Κίνας (στην υπόλοιπη Ασία, στην Κεντρική Αμερική και στις ΗΠΑ) ενώ 1,5 τρις θα θυσιαστεί στον βωμό της αντιπαλότητας μεταξύ των δυτικών και των κινεζικών προδιαγραφών προϊόντων και υπηρεσιών τεχνολογίας, δεδομένου ότι εάν υψωθεί «ένα τεχνολογικό τείχος» μεταξύ της Δύσης και της Κίνας, πολλές χώρες θα απαιτήσουν από τις τεχνολογικές εταιρείες να προσφέρουν προϊόντα που θα είναι συμβατά με αμφότερες τις προδιαγραφές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News