Στην έννοια της διαχείρισης της παρακμής εστιάζει την προσοχή του ο Τζάναν Γκανές, αρθρογράφος και πολιτικός σχολιαστής των Financial Times, σημειώνοντας καταρχάς πως πρόκειται για μια ιδιαίτερα παρεξηγημένη έννοια. Αντιθέτως, ο ίδιος κρίνει πως η διαχείριση της παρακμής είναι κάτι το πολύ σημαντικό.
«Ενας μεγάλος αριθμός χωρών, από την Ισπανία μέχρι την Αίγυπτο και την Ιαπωνία, έχουν ξεπεράσει το απόγειο των δυνάμεών τους. Εχει σημασία για τα εκατοντάδες εκατομμύρια των πολιτών τους εάν αυτή η διαδικασία επιτελείται με επιδεξιότητα ή αδέξια. Η Ford Motor Company δεν μπορεί να ξαναζήσει το μεγαλείο που βίωσε στα μέσα του 20ού αιώνα, αλλά 177.000 εργαζόμενοι μάλλον νοιάζονται για το πόσο καλά αντιμετωπίζεται η παρακμή. Τι κάνει ένας άνθρωπος μετά τα είκοσί του, αν όχι να διαχειρίζεται την παρακμή;» γράφει ο Γκανές.
Οσον αφορά την κατεξοχήν υπερδύναμη των τελευταίων πολλών δεκαετιών, τις ΗΠΑ, το 1945 οι Αμερικανοί είχαν το μονοπώλιο των πυρηνικών όπλων, ενώ έως το 1960 στην Αμερική αντιστοιχούσε το 40% της παγκόσμιας παραγωγής. Σε παρόμοια θέση, όμως, δεν πρόκειται να βρεθούν ποτέ ξανά οι ΗΠΑ. Οπότε βασικό καθήκον όλων των αμερικανών προέδρων είναι, τρόπον τινά, η διαχείριση της παρακμής, με τον Τζάναν Γκανές να υποστηρίζει πως ο απερχόμενος αμερικανός πρόεδρος επιτέλεσε αυτό το έργο πολύ καλύτερα από πολλούς προκατόχους του.
«Ο Τζορτζ Μπους είχε μια μεγαλεπήβολη και τελικά καταστροφική ιδέα για το τι θα μπορούσε να πετύχει η αμερικανική ισχύς στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Ο Μπαράκ Ομπάμα μαζεύτηκε πάρα πολύ. Αμφισβητώντας τις υλικές ή ακόμα και τις ηθικές δυνατότητες των ΗΠΑ να καθορίζουν τις εξελίξεις, υπήρξε διστακτικός απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα στην Κριμαία. Τράβηξε αλλά δεν επέβαλε την κόκκινη γραμμή κατά της χρήσης χημικών όπλων στη Συρία. Κατά πόσο αυτή η υπεκφυγή αποθράσυνε τους εχθρούς της Δύσης τα επόμενα χρόνια, παραμένει άγνωστο» αναφέρει ο αρθρογράφος των Financial Times.
Οσο για τον τέως και πιθανώς μελλοντικό πρόεδρο των ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ «είναι περισσότερο Ομπάμα παρά Μπους […] Ολα όσα αποστρέφεται –ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών, παρασιτικοί σύμμαχοι, ένοπλες επεμβάσεις– καταδεικνύουν ένα άτομο που βλέπει την αμερικανική ισχύ ως σπατάλη μιας περιουσίας την οποία (οι ΗΠΑ) πρέπει να διαχειρίζονται με απόλυτη προσοχή. Οι Ρεπουμπλικανοί που τον υποστηρίζουν περισσότερο, η ομάδα Asia First, θεωρούν κάθε επιταγή για την Ουκρανία σπατάλη σπάνιων πόρων που θα έπρεπε να αποταμιεύονται για τη μεγαλύτερη απειλή της Κίνας. Υπάρχει μια επιφανειακή κοινή λογική σε αυτή την άποψη. Αλλά πέρα από το ότι δεν αναγνωρίζει ότι μια επίδειξη δύναμης σε ένα μέρος μπορεί να αποδώσει αλλού (θα αυξανόταν ή θα μειωνόταν το ανάστημα της Αμερικής στην Ασία εάν άφηνε την Ουκρανία να πέσει;), αποπνέει απαισιοδοξία για την ισχύ των ΗΠΑ».
Πώς, λοιπόν, ο Τζο Μπάιντεν τα πήγε καλύτερα; Πετυχαίνοντας μια ιδανική ισορροπία: καταρχάς δεν ενέπλεξε τις ΗΠΑ σε μια περιπέτεια παρόμοια με εκείνες του Ιράκ και του Αφγανιστάν. Συγχρόνως, όμως, «δεν επέτρεψε στο αφήγημα για την παρακμή της Αμερικής να καταστήσει δειλή μια ακόμα μεγάλη δύναμη» εξηγεί ο Γκανές στο άρθρο του, αναφερόμενος ενδεικτικά στην αποφασιστικότητα που επέδειξε ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ για τις εξελίξεις στην Ευρώπη.
Γνώριζε, για παράδειγμα, στα τέλη του 2021 ότι η Ρωσία επρόκειτο να επιτεθεί στην Ουκρανία και το κοινοποίησε σε όλον τον κόσμο. Επειτα εξόπλισε τους Ουκρανούς επαρκώς ώστε να είναι σε θέση να αντιστέκονται εδώ και δυόμισι χρόνια. Και το ΝΑΤΟ –«ένας πολλαπλασιαστής ισχύος για τις ΗΠΑ»–, το οποίο αναζητούσε λόγους ύπαρξης όταν ο Μπάιντεν ανέλαβε τα καθήκοντά του, έχει νέα μέλη και είναι ενωμένο όσο ποτέ άλλοτε τα τελευταία πολλά χρόνια.
Επίσης, αυτή η εστίαση στην Ευρώπη δεν είχε αρνητικό αντίκτυπο στην παρουσία των ΗΠΑ στην Ασία. Αντιθέτως, το σύμφωνο AUKUS, στο οποίο σύντομα ενδέχεται να προσχωρήσει και η Ιαπωνία, ενίσχυσε την αμερικανική επιρροή στην περιοχή. Πραγματοποιήθηκαν επίσης οι πρώτες συναντήσεις των αρχηγών των κρατών (ΗΠΑ, Αυστραλία, Ινδία, Ιαπωνία) που μετέχουν στον Τετραμερή Διάλογο Ασφαλείας. Συγχρόνως ήρθαν πιο κοντά στις ΗΠΑ οι Φιλιππίνες και το Βιετνάμ, ενώ οι δηλώσεις του Μπάιντεν όσον αφορά την Ταϊβάν είναι υπέρ το δέον ξεκάθαρες.
«Η ύβρις έχει πάψει εδώ και καιρό να να είναι το πρόβλημα των ΗΠΑ» γράφει ο Γκανές, σημειώνοντας πως ο πραγματικός κίνδυνος για τις ΗΠΑ σήμερα είναι να βρεθούν όντως σε παρακμή, κυρίως γιατί συμπεριφέρονται ως κράτος που βρίσκεται ήδη σε παρακμή. Πώς, όμως, ο Τζο Μπάιντεν κατάφερε να μην πέσει σε αυτή την παγίδα;
«(Αντιλαμβανόμενος) το πιο σημαντικό πράγμα όσον αφορά την αυτοκρατορική παρακμή: ότι διαρκεί πολύ» απαντά ο ίδιος. «Μια μεγάλη δύναμη μπορεί να συνεχίσει να πρωταγωνιστεί για δεκαετίες, ακόμη και για αιώνες αφότου οι ανταγωνιστές αρχίσουν να υπονομεύουν την οικονομική υπεροχή της. Η Βρετανία άρχισε να χάνει το βιομηχανικό της προβάδισμα στη δεκαετία του 1800, αλλά η αυτοκρατορία της συνέχισε να αναπτύσσεται από την άποψη των εδαφών έως τη δεκαετία του 1920. Εγινε ένα από τα πέντε μόνιμα μέλη του ΟΗΕ ως εξουθενωμένος οφειλέτης το 1945. Η ίδια η Ρωσία δείχνει ότι ένα κράτος μπορεί να διατηρήσει έναν παγκόσμιο ρόλο, έστω και μόνο ως ταραξίας, πέρα από τη φυσική διάρκεια της ύπαρξής του ως πρώτης τάξεως δύναμη» προσθέτει.
Οσο για τη σημερινή Αμερική, «μεταξύ της κορύφωσης ενός πράγματος και της τελικής πτώσης του, μπορούν να επιτευχθούν πολλά. Ισως να χρειαζόταν ένας άνθρωπος που έγινε πρόεδρος στα 78 του για να γίνει αυτό αντιληπτό».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News