Ποια ακριβώς περίοδο της αμερικανικής Ιστορίας έχει στο μυαλό του ο Ντόναλντ Τραμπ όταν δηλώνει ότι σκοπός του είναι να «κάνει την Αμερική ξανά μεγάλη», δεν είναι γνωστό, δεδομένου ότι δεν έχει δώσει ξεκάθαρη σχετική απάντηση σε κάποια ομιλία ή συνέντευξή του.
Αντιθέτως είναι γνωστό ποια στιγμή της ρωσικής Ιστορίας έχει κατά νου ο Βλαντίμιρ Πούτιν, οραματιζόμενος τη δική του, εκ νέου Μεγάλη Ρωσία. «Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του ο Πούτιν έχει επανειλημμένα πει ότι ο κόσμος χρειάζεται μια “νέα Γιάλτα”. Εάν η παλιά παγκόσμια τάξη πραγμάτων δεν λειτουργεί πλέον, πρέπει να εφευρεθεί μια νέα», γράφει σε άρθρο του στο Vanity Fair ο ρώσος αντιφρονών δημοσιογράφος Μιχαήλ Ζίγκαρ.
Οι εργασίες της Διάσκεψης της Γιάλτας άρχισαν την 4η Φεβρουαρίου του 1945 και ολοκληρώθηκαν την 11η του μηνός, με τους Στάλιν, Ρούζβελτ και Τσόρτσιλ να καταλήγουν σε συμφωνία για το «μοίρασμα» του κόσμου. Η ναζιστική Γερμανία θα παραδιδόταν, τελικά, έπειτα από τρεις μήνες, αλλά ήταν ήδη ξεκάθαρο ότι έχανε τον πόλεμο.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, ο βρετανός πρωθυπουργός και ο σοβιετικός ηγέτης συναντήθηκαν στην πόλη-θέρετρο της Κριμαίας για να καθορίσουν πώς θα ήταν ο κόσμος μετά το τέλος του πολέμου και εκείνος που κατάφερε όλα όσα ήθελε ήταν κυρίως ο Στάλιν, πείθοντας τους τότε συμμάχους του ότι η Μόσχα έπρεπε να έχει τη δική της «σφαίρα επιρροής», η οποία περιλάμβανε όλη την Ανατολική Ευρώπη (Πολωνία, Ουγγαρία, Βουλγαρία, Ρουμανία, πρώην Τσεχοσλοβακία και πρώην Γιουγκοσλαβία).
Αυτό το μοίρασμα του κόσμου παρέμεινε σε ισχύ επί 45 χρόνια ενώ κατέρρευσε ντε φάκτο μαζί με τη Σοβιετική Ενωση, η διάλυση της οποίας (καθώς και η εξαφάνιση του Ανατολικού Μπλοκ) ήταν, σύμφωνα με τον Πούτιν, «η μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του 20ού αιώνα».
Ο επικεφαλής του Κρεμλίνου άρχισε να αναφέρεται στο συγκεκριμένο θέμα το 2007, κατά τη διάσημη ομιλία του στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, αμφισβητώντας για πρώτη φορά την κυριαρχούμενη από τις ΗΠΑ μονοπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Εκτοτε επανέλαβε τις σχετικές απόψεις του πολλές φορές – στον ΟΗΕ το 2015, στο Νταβός το 2021 και στο ρωσικό κοινοβούλιο, όποτε είχε την ευκαιρία. Ομως, όπως επισημαίνει στο κείμενό του ο Μιχαήλ Ζίγκαρ, «για μια νέα Γιάλτα ο Πούτιν χρειάζεται κατάλληλους εταίρους, περιλαμβανομένου ενός προέδρου των ΗΠΑ που θα συμφωνούσε να μοιράσει τον κόσμο μαζί του».
Ο ρώσος δημοσιογράφος (ο οποίος εγκατέλειψε την πατρίδα του, καταφεύγοντας στο Βερολίνο, σχεδόν αμέσως μετά από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία) εξηγεί ότι «από την εποχή της Σοβιετικής Ενωσης υπάρχει ένα στερεότυπο στο Κρεμλίνο: είναι πιο εύκολο να διαπραγματεύεσαι με Ρεπουμπλικανούς παρά με Δημοκρατικούς. Αυτό οφείλεται στην αποκλιμάκωση της έντασης (détente) μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων Νίξον και Φορντ. Ο Τζίμι Κάρτερ, σύμφωνα με το εν λόγω σκεπτικό, έδινε υπερβολική προσοχή στα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου εξακολουθούν να πιστεύουν ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είναι εποικοδομητικοί εταίροι, ενώ οι Δημοκρατικοί είναι υποκριτές που παρουσιάζονται ως άγιοι».
Στην αρχή ο Πούτιν θεώρησε ότι αυτός ο εποικοδομητικός εταίρος για μια νέα Γιάλτα θα μπορούσε να ήταν ο Τζορτζ Μπους (ο νεότερος). Αλλά μετά το 2004, όταν οι ΗΠΑ υποστήριξαν την Πορτοκαλί Επανάσταση στην Ουκρανία και άλλες «έγχρωμες επαναστάσεις» στην πρώην ΕΣΣΔ, ο ρώσος πρόεδρος άρχισε να φοβάται ότι ο Μπους ήθελε επίσης να τον ανατρέψει. «Επιπλέον, το Κρεμλίνο πίστευε ειλικρινά ότι ο Μπους ήθελε να καταστεί δικτάτορας του κόσμου. Ο Πούτιν έμεινε έκπληκτος όταν, μετά τον τυφώνα Κατρίνα, τα ποσοστά του Μπους έπεσαν κατακόρυφα και εκείνος δεν προσκολλήθηκε στην εξουσία, δεν προσπάθησε να αλλάξει το Σύνταγμα, δεν επεδίωξε μια τρίτη θητεία – τα πράγματα που ο ίδιος ο Πούτιν θα ήταν έτοιμος να κάνει για την εξουσία».
Οσον αφορά τον διάδοχο του Τζορτζ Μπους, «ο Πούτιν δεν εμπιστεύτηκε ποτέ τον Μπαράκ Ομπάμα. Πάντα πίστευε ότι όποτε οι αμερικανοί πολιτικοί μιλούν για αξίες, μιλούν υποκριτικά, αποκρύπτοντας κάποια πανουργία, αναπόφευκτα αντιρωσικά σχέδια», γράφει ο Μιχαήλ Ζίγκαρ. Μάλιστα αναφέρει πως το 2023, όταν ο Πούτιν παρακολούθησε τη διάσημη (φανταστική) τηλεοπτική σειρά «House of Cards», την εξέλαβε ως απόδειξη ότι είχε δίκιο: «Ολες οι προσδοκίες και οι φόβοι του επιβεβαιώθηκαν, πράγματι, οι Αμερικανοί πολιτικοί ήταν κυνικοί, σκληροί και δόλιοι […] Το 2011 και το 2012 ο Πούτιν πίστευε ότι οι μαζικές διαδηλώσεις κατά της τρίτης θητείας του οργανώθηκαν και χρηματοδοτήθηκαν από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπό τη Χίλαρι Κλίντον. Ως εκ τούτου, το 2016, δεν είχε καμία αμφιβολία. Εβλεπε την υποψήφια των Δημοκρατικών ως προσωπική του εχθρά».
Οταν, όμως, ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε, τελικά, την προεδρία, «η λέξη “Γιάλτα” κατέστη μία από τις πιο δημοφιλείς μεταξύ των αξιωματούχων του Κρεμλίνου. Ηταν σίγουροι ότι ο Τραμπ ήταν το κατάλληλο άτομο για να συμφωνήσει σε μια τέτοια εξέλιξη. Αυτό δεν σήμαινε ότι οι ρωσικές αρχές θεωρούσαν τον Τραμπ “μαριονέτα τους” – το Κρεμλίνο δεν είχε καμία δυνατότητα να τον επηρεάσει. Ο Πούτιν απλώς πίστευε ότι ταίριαζε περισσότερο μαζί του, από την άποψη της ηθικής, και πως τον κατανοούσε περισσότερο, θεωρώντας τον κυνικό ομοϊδεάτη που επίσης πιστεύει ότι τα χρήματα λύνουν τα πάντα».
Ωστόσο, το σκάνδαλο της ρωσικής εμπλοκής στις αμερικανικές εκλογές κατέστρεψε όλα αυτά τα ρωσικά σχέδια. Οχι μόνον δεν επήλθε η πολυπόθητη (από τον Πούτιν) προσέγγιση, αλλά οι δύο πρόεδροι, εκτός από μερικές σύντομες συναντήσεις κατά τη διάρκεια διεθνών συνόδων κορυφής, είχαν μόλις μία ευκαιρία να συνομιλήσουν ουσιαστικά (το 2018 στο Ελσίνκι).
Σήμερα, όμως, όλοι στο Κρεμλίνο πιστεύουν ότι εάν επικρατήσει ο Τραμπ τον Νοέμβριο, όλα θα είναι διαφορετικά. Θεωρούν ότι δεν θα νοιάζεται, πλέον, για την κριτική που θα του ασκούν τα φιλελεύθερα μέσα ενημέρωσης και οι Δημοκρατικοί. Επιπλέον η Μόσχα είναι πεπεισμένη πως «ο Τραμπ είναι έτοιμος (τουλάχιστον στα λόγια) να διαλύσει την παλιά παγκόσμια τάξη πραγμάτων και να διεκδικήσει τα εύσημα για τη συμβολή του στη δημιουργία μιας νέας».
Επικαλούμενος πηγές του στη Μόσχα που για ευνόητους λόγους διατήρησαν την ανωνυμία τους, ο Μιχαήλ Ζίγκαρ γράφει πως σύμφωνα με τους υπεύθυνους χάραξης στρατηγικής του Κρεμλίνου, μια νέα Διάσκεψη της Γιάλτας με τον Πούτιν και τον Τραμπ δεν θα έπρεπε απαραίτητα να πραγματοποιηθεί στην Κριμαία. Κρίνουν, μάλιστα, πως, για συμβολικούς λόγους, ιδανική τοποθεσία θα ήταν κάπου στον Ειρηνικό Ωκεανό, σε περίπου ίση απόσταση από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, στα νησιά Φίτζι, για παράδειγμα, σύμφωνα, πάντα, με τις ρωσικές πηγές του ρώσου δημοσιογράφου.
Υφίσταται, ωστόσο, ένα ζήτημα: ο Πούτιν του 2024 δεν είναι ο Στάλιν του 1945, ούτε η Ρωσία τού σήμερα είναι η ΕΣΣΔ τού τότε και αυτό το γνωρίζουν στο Κρεμλίνο. Ως εκ τούτου γνωρίζουν επίσης πως σε μια νέα Διάσκεψη για το μοίρασμα του κόσμου θα πρέπει να λάβει μέρος και η Κίνα, εκπροσωπούμενη, φυσικά, από τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.
Δεδομένου ότι ο πραγματικός νέος Ψυχρός Πόλεμος αφορά κυρίως τις ΗΠΑ και την Κίνα, οι Ρώσοι πιστεύουν πως σε μια πιθανή «Διάσκεψη των Φίτζι» θα πρέπει να καθοριστούν –όπως συνέβη στη Γιάλτα το 1945– οι κανόνες του παιχνιδιού. «Και ο Πούτιν είναι έτοιμος να αρκεστεί στον ρόλο του τρίτου εταίρου, ενός σύγχρονου Τσόρτσιλ. Φυσικά, θέλει να εξασφαλίσει τη θέση του στο παγκόσμιο διοικητικό συμβούλιο που είναι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και αναμένει να του παραχωρηθεί η σφαίρα επιρροής του: οι χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης», γράφει ο Μιχαήλ Ζίγκαρ.
Αυτός, όμως, είναι μόνον ο αρχικός στόχος του Κρεμλίνου. Οσον αφορά τον απώτερο, δεν είναι άλλος από την απόλυτη εκδίκηση για την ήττα της ΕΣΣΔ στον Ψυχρό Πόλεμο και τη μετέπειτα κατάρρευσή της. «Οι νυν σύμβουλοι του Πούτιν είναι βέβαιοι ότι οι ΗΠΑ θα διαλυθούν τελικά όπως διαλύθηκε εν τέλει η Σοβιετική Ενωση. Αυτό θα απαιτούσε τις κατάλληλες συνθήκες και έναν ηγέτη που θα μπορούσε να βυθίσει τη χώρα στο χάος. Ισως εκπλαγείτε, αλλά το παρατσούκλι του Τραμπ στο Κρεμλίνο είναι ο Αμερικανός Γκορμπατσόφ», σημειώνει ο ρώσος δημοσιογράφος.
Οπως εξηγεί, για αυτούς ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ δεν ήταν ένας δημοκράτης ή μεταρρυθμιστής. Για τους πρώην αξιωματικούς της KGB ο Γκορμπατσόφ υπήρξε ένας δημαγωγός και ένας ναρκισσιστής που ήθελε απεγνωσμένα να ευχαριστήσει το κοινό αλλά δεν είχε ένα σχέδιο δράσης, ένας πρόεδρος του οποίου οι πολιτικές ήταν τόσο χαοτικές που η σοβιετική αυτοκρατορία άρχισε να καταρρέει, με διάφορα μέρη της να διακηρύσσουν την ανεξαρτησία τους.
«Αυτό είναι ευσεβής πόθος, αλλά ο στενός κύκλος του Πούτιν θα ήθελε να πιστεύει ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να καταστεί ένας τέτοιος πρόεδρος. Επιπλέον, καθώς ο αμερικανικός κινηματογράφος είναι μια σημαντική πηγή πληροφόρησης και έμπνευσης για τους αναλυτές του Πούτιν, έχουν ήδη λάβει την απαραίτητη επιβεβαίωση από το Χόλιγουντ: Η ταινία “Εμφύλιος Πόλεμος”, με πρωταγωνίστρια την Κίρστεν Ντανστ, τους αποδεικνύει ότι η κατάσταση στην Αμερική χειροτερεύει μέρα με την ημέρα.
»Η ταινία καταστροφής αντιμετωπίζεται σχεδόν ως προφητεία. Είναι λοιπόν πεπεισμένοι ότι βρίσκονται στον σωστό δρόμο. Λίγο ακόμα και ο Τραμπ θα συμφωνήσει σε μια νέα Γιάλτα. Και τότε οι ΗΠΑ θα διαλυθούν και η Ρωσία θα κερδίσει τον νέο Ψυχρό Πόλεμο. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν πιστεύει ότι το όνειρό του δεν είναι τόσο ανέφικτο», καταλήγει ο Μιχαήλ Ζίγκαρ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News