Την 5η Μαΐου του τρέχοντος έτους, λιγότερο από δύο μήνες μετά τη συμπλήρωση δύο αιώνων από την Ελληνική Επανάσταση, συμπληρώνονται επίσης διακόσια χρόνια από τότε που ο Ναπολέων Βοναπάρτης εγκατέλειψε τα εγκόσμια σε ηλικία 51 ετών (όντας εξόριστος στο νησί της Αγίας Ελένης στη μέση του Νότιου Ατλαντικού) και οι Γάλλοι προετοιμάζονται να το γιορτάσουν δεόντως, παρά την πανδημία και τα δεινά της.
Πρόσφατα, ωστόσο, παρενέβη δημοσίως ο Ζαν-Λουί Ντεμπρέ, πρώην δικαστής και πολιτικός και υπουργός και νυν πρόεδρος του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχείων της Γαλλίας (Conseil supérieur des archives), προτείνοντας στους καθ’ ύλην αρμόδιους να «μην το παρακάνουμε» με τους εορτασμούς για τη διακοσιοστή επέτειο του θανάτου του Βοναπάρτη επειδή κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εκληφθεί «ως πρόκληση».
Η προτροπή του, ωστόσο, δυσαρέστησε αρκετούς στη Γαλλία, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται σίγουρα ο Μπερτράν ντε Σαν-Βενσάν, υποδιευθυντής της συντηρητικής Le Figaro, ο οποίος έσπευσε να υπερασπιστεί τον πρώην αυτοκράτορα της Γαλλίας ενώπιον του κινδύνου να καταστεί και αυτός θύμα της αποκαλούμενης «κουλτούρας της ακύρωσης» (cancel culture), της πολιτικής ορθότητας, δηλαδή, όπως αυτή ορίζεται τα τελευταία χρόνια.
«Η σκιά του συνταράσσει τους εχθρούς του»
Εχθρούς κατά τη διάρκεια του συναρπαστικού και ταραχώδους βίου του ο κορσικανός στρατηλάτης είχε αμέτρητους. Αλλά φαίνεται πως εξακολουθεί να έχει πολλούς και σήμερα. «Πολύ μετά τον χαμό του, η σκιά του Αυτοκράτορα εξακολουθεί να συνταράσσει τους εχθρούς του» – αναφέρει χαρακτηριστικά ο ντε Σαν-Βενσάν και συνεχίζει ακάθεκτος. Βάλλει κατά των επικριτών του Ναπολέοντα, υποστηρίζοντας πως στέκονται «ωσάν ελεύθεροι σκοπευτές πίσω από τους σάκους με άμμο της καλής συνείδησής τους» και «μία χούφτα από αυτούς – αυτοχθονιστές, πολέμιοι της αποικιοκρατίας, ακραίες φεμινίστριες, αντιμιλιταριστές – ηγείται της εφόρμησης. Σαρώνοντας τους αιώνες και αγνοώντας κάθε ιστορικό πλαίσιο, αυτή η υπερδραστήρια μειονότητα εναντιώνεται στην προγραμματισμένη επιστροφή αυτού του γίγαντα στο προσκήνιο. Τον κατηγορεί εκ των υστέρων ότι αγάπησε πολύ τον πόλεμο, ότι επανέφερε τη δουλεία, ότι υποτιμούσε τις γυναίκες, ότι δεν είχε ιδιαίτερη κλίση στη δημοκρατία. Ο Ναπολέων, εάν επιθυμεί να επιβιώσει, πρέπει να εξιλεωθεί για τα εγκλήματά του», υποστηρίζουν οι επικριτές του.
Ομως ο κόσμος ασχολείται με τον Ναπολέοντα εδώ και τουλάχιστον δύο αιώνες κατά τους οποίους και τον επαινεί και τον μέμφεται. «Η προσωπικότητα του Αυτοκράτορα ήταν ανέκαθεν αμφιλεγόμενη», υπενθυμίζει ο ντε Σαν-Βενσάν. Ο Βοναπάρτης κέρδισε τον θαυμασμό εξαιτίας της στρατιωτικής του ευφυΐας και του νομοθετικού έργου ενώ επικρίθηκε για τον καιροσκοπισμό του και το ανθρώπινο κόστος των φιλοδοξιών του και η συζήτηση όσον αφορά τα πεπραγμένα και την προσωπικότητα και την κληρονομιά του δεν πρόκειται να τερματιστεί σύντομα.
«Απαράμιλλη και συναρπαστική προσωπικότητα»
Αυτό, ωστόσο, δεν αλλάζει το γεγονός πως ο Ναπολέων υπήρξε μία «απαράμιλλη και συναρπαστική» προσωπικότητα της παγκόσμιας ιστορίας. «Το θάρρος του, η ευφυΐα του, τα υπέρμετρα όνειρά του σαγήνεψαν κι εξακολουθούν να σαγηνεύουν ακόμα και τους πιο άσπονδους εχθρούς του. Από τον Σταντάλ έως τον Ουγκό και τον Σατομπριάν, οι μεγαλύτεροι συγγραφείς ενίσχυσαν τον μύθο του. Τόσο στη Μόσχα όσο και στο Λονδίνο οι συλλέκτες δίνουν μάχη για τα κειμήλια του και ιδιαίτερα ενδιαφέρονται και οι Κινέζοι», υπενθυμίζει ο υποδιευθυντής της Le Figaro. Και υποστηρίζει πως «καλώς ή κακώς, ο Ναπολέων παραμένει ένα σύμβολο του πνεύματος της κατάκτησης που στερούμαστε σήμερα. Η αναβίωση τη εποποιίας του δεν συνεπάγεται την αγιοποίηση του. Αλλά το να υποχωρήσουμε ενώπιον όλων όσοι θα ήθελαν, στο όνομα του εξαγνισμού, να τον καταδικάσουν στη σιωπή, στη λήθη ή στη μετάνοια θα σημαίνει ότι μεταμφιέζουμε τη δειλία μας σε αρετή».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News