Το Γουάιτφις είναι ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός στη Μοντάνα των Ηνωμένων Πολιτειών, γνωστός για τις εγκαταστάσεις σκι, τα αθλητικά τουρνουά και το μοναδικό σύστημα μονοπατιών που διαθέτει. Ωστόσο ο Μάικλ Γκόγκεν, ένας δισεκατομμυριούχος επενδυτής στον χώρο της προηγμένης τεχνολογίας, φέρεται να έχει μετατρέψει την ήσυχη πόλη των περίπου 7.000 κατοίκων στα Ρόκι Μάουντεν σε κέντρο ακολασίας, έχοντας εγκαταστήσει εκεί το «χαρέμι» του και ασκώντας έλεγχο στην τοπική αστυνομία. Μάλιστα, σε μια μεγάλη καταγγελία, που κατατέθηκε πρόσφατα στο Περιφερειακό Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μοντάνα, περιλαμβάνεται επίσης ο ισχυρισμός ότι ο Γκόγκεν διέταξε τον υπεύθυνο ασφαλείας του να σκοτώσει τους επικριτές του.
Αλλά σύμφωνα με δημοσίευμα της New York Post, ο Γκόγκεν αντεπιτέθηκε στις κατηγορίες, ισχυριζόμενος ότι προέρχονται από δυσαρεστημένους και εκδικητικούς πρώην συνεργάτες του: «Οι γελοίες συκοφαντίες που δημοσιεύτηκαν χθες στο άρθρο της New York Post ήταν η τελευταία απόπειρα του πρόσφατα καταδικασμένου εγκληματία Μάθιου Μάρσαλ να προκαλέσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ζημιά στην οικογένειά μου και σε εμένα πριν από την επικείμενη καταδίκη του», δήλωσε ο Γκόγκεν.
Επιπλέον, όπως αναφέρει στη συνέχεια δημοσίευμα του Insider, ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής κατηγορεί την New York Post για συκοφαντική δυσφήμηση. «Η κυρία Βίνσεντ και η Post είτε γνώριζαν ότι οι δηλώσεις στο άρθρο ήταν ψευδείς είτε ενήργησαν με απερίσκεπτη περιφρόνηση ως προς την αλήθεια τους», αναφέρει μεταξύ άλλων η επιστολή την οποία έστειλε στη New York Post και τη δημοσιογράφο της εφημερίδας, Ιζαμπελ Βίνσεντ, ο Μπρους Ε. Βαν Ντάλσεμ, δικηγόρος που εκπροσωπεί τον Γκόγκεν.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα, ο 57χρονος Μάικλ Γκόγκεν απασχολεί εκατοντάδες κατοίκους του Γουάιτφις σε εταιρείες, που ελέγχει ο ίδιος. Διαθέτει μια σειρά από πολυτελή «ασφαλή σπίτια», όπου εγκαθιστά δεκάδες νεαρές γυναίκες για σεξ και έχει τεκμηριώσει τις σεξουαλικές συναναστροφές του με 5.000 γυναίκες σε ένα υπολογιστικό φύλλο (Excel). Επίσης έχει στην πόλη ένα μπαρ με ένα δωμάτιο «μπουμ μπουμ» (για σεξ) στο υπόγειο, το οποίο διαθέτει στύλο για pole dancing και στριπτίζ. Ο χώρος στο υπόγειο φέρεται να χρησιμοποιείται «για την παρουσία γυναικών με σκοπό τη διάπραξη παράνομης σεξουαλικής δραστηριότητας».
Η καταγγελία υποβλήθηκε από τέσσερις πρώην συνεργάτες του Γκόγκεν, οι οποίοι είχαν ιδρύσει μαζί του την Amyntor Group LLC, εταιρεία παροχής υπηρεσιών ασφαλείας με έδρα το Γουάιτφις και πελάτες σε όλο τον κόσμο, ζητούν μάλιστα αποζημίωση άνω των 800 εκατ. δολαρίων.
Τώρα, όμως, ο Γκόγκεν περιβάλλεται από ένα μεγάλο μυστήριο που κάνει τα πράγματα ακόμη πιο περίπλοκα καθώς ο ένας μετά τον άλλο οι κατήγοροί του καταλήγουν οι ίδιοι κατηγορούμενοι για απάτες και εκβιασμούς, έγραψε στο αναλυτικό ρεπορτάζ της στην New York Post η Ιζαμπελ Βίνσεντ.
Καταγόμενος από το Μπέντφορντ της Μασαχουσέτης, απόφοιτος των πανεπιστημίων Stanford και Cornell, ο Γκόγκεν εντάχθηκε το 1996 στο δυναμικό της εταιρείας επενδύσεων Sequoia Capital, που εδρεύει στο Μένλο Παρκ της Καλιφόρνια. Ηταν ήδη γνωστό ότι στοιχημάτιζε πολύ νωρίς σε εταιρείες, όπως η Apple και η Cisco, ενώ αργότερα θα προκαλούσε μεγάλο θόρυβο — και θα αποκτούσε πάρα πολλά χρήματα —επενδύοντας σε μπράντες, που θα γίνονταν τεράστιες, μεταξύ αυτών και οι Google, YouTube, PayPal και Instagram.
Ο Γκόγκεν είχε πάρει μερίδιο από τη συμφωνία της Google και, όπως ανέφερε το Bloomberg, «εμφανιζόταν συχνά στη λίστα Forbes Midas για την ικανότητά του να βρίσκει και να χρηματοδοτεί κερδοφόρες τεχνολογίες».
Τα πράγματα άλλαξαν δραματικά το 2016, όταν η πρώην ερωμένη του Αμπερ Μπαπτίστ, μια χορεύτρια από τον Καναδά, τον κατηγόρησε για «συνεχή σεξουαλική κακοποίηση», συμπεριλαμβανομένων «αμέτρητων ωρών καταναγκαστικού σοδομισμού», όπως αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα. Απαιτούσε επίσης να τον αναφέρει ως «βασιλιά» και «αυτοκράτορα». Το 2012, η Μπαπτίστ είπε ότι υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για ρήξη πρωκτικού βλεννογόνου αφού ο Γκογκέν την κακοποίησε «και την άφησε να αιμορραγεί, μόνη στο πάτωμα ενός δωματίου ξενοδοχείου σε μια ξένη χώρα». Μάλιστα η Μπαπτίστ άνοιξε κυριολεκτικά πόλεμο με τους Γκόγκεν στο Twitter , κατηγορώντας επίσης τη σύζυγο του Μάικλ, Τζέιμι ότι ξέρει τα πάντα και συμμετέχει.
Ο Γκόγκεν αντεπιτέθηκε και μετά από τριετή δικαστικό αγώνα κέρδισε την υπόθεση, εξασφαλίζοντας μάλιστα ένα διάταγμα σύμφωνα με το οποίο απαγορευόταν στην Μπαπτίστ να υποβάλει παρόμοιες αγωγές εναντίον του στο μέλλον. Ομως όλα αυτά του στοίχισαν τη δουλειά του στη Sequoia Capital στη Σίλικον Βάλεϊ, όπου ήταν επί μακρόν συνεργάτης.
Στη συνέχεια, ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής, ο οποίος είναι παντρεμένος για τέταρτη φορά με τη Τζέιμι Γκόγκεν Στίβενσον και έχουν αποκτήσει τρία παιδιά, άρχισε να περνάει περισσότερο χρόνο στο Γουάιτφις, όπου έχτισε μια τεράστια έπαυλη 7.000 τετραγωνικών μέτρων με θέα στη λίμνη και ένα πυρηνικό καταφύγιο επιπλέον 3.000 τετραγωνικών μέτρων, ικανό να φιλοξενήσει έως και 25 άτομα για ένα έτος.
Διευθύνει πολλές επιχειρήσεις, μεταξύ άλλων την παμπ και εστιατόριο «Casey’s Whitefish», και την Two Bear Capital, μια εταιρεία που επενδύει σε «νέες εταιρείες με ανατρεπτικές καινοτομίες», συμπεριλαμβανομένης της βιοτεχνολογίας και της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο, σύμφωνα με τη σελίδα του στο LinkedIn. Χρηματοδοτεί επίσης το Two Bear Farm ενώ βρίσκεται πίσω από το Two Bear Air Rescue Foundation, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό, που παρέχει δωρεάν «αεροπορική υποστήριξη παγκόσμιας κλάσης» στις αρχές επιβολής του νόμου και σε άλλους για έρευνα και διάσωση.
Ο Μάικλ Γκόγκεν ίδρυσε επίσης την Amyntor Group LLC, η οποία κάποια στιγμή, σύμφωνα με το BuzzFeed, ήταν έτοιμη να δημιουργήσει ένα ιδιωτικό δίκτυο κατασκοπείας για την κυβέρνηση Τραμπ. Ωστόσο οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν, επειδή ο Γκόγκεν δεν μπόρεσε να λάβει άδεια από την κυβέρνηση των ΗΠΑ λόγω των ισχυρισμών για σεξουαλική κακοποίηση, αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα.
Εν τω μεταξύ, όπως γράφει η Ιζαμπελ Βίνσεντ στη New York Post, ένα άλλο φάντασμα από το παρελθόν του επρόκειτο να τον στοιχειώσει: ο Μπράιαν Νας ένας πρώην φίλος και προπονητής του από την Καλιφόρνια, ο οποίος συνόδευε τον Γκόγκεν σε μπαρ και στριπτιτζάδικα.
Το 2019, οι ομοσπονδιακές αρχές απήγγειλαν κατηγορίες στον Νας για 10 περιπτώσεις καταδίωξης και εκβιασμών. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Μπράιαν Νας είχε απειλήσει να αποκαλύψει απροσδιόριστα μυστικά αν ο Γκόγκεν δεν του πλήρωνε 15 εκατ. δολάρια, ενώ έστελνε επίσης email σε μέλη της οικογένειας του δισεκατομμυριούχου επενδυτή. Τον Μάιο του 2020, ο Νας ομολόγησε την ενοχή του για εκβιασμό του Γκόγκεν και αργότερα καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση.
Στο σημείο αυτό μπαίνει και ο Μάθιου Μάρσαλ. Πρώην πεζοναύτης και φερόμενος ως στέλεχος της CIA, ο 51χρονος Μάρσαλ ήταν κάποτε επικεφαλής του ομίλου Amyntor, και τώρα είναι ο κύριος ενάγων στην αγωγή, που κατατέθηκε εναντίον του Γκόγκεν τον Φεβρουάριο και τροποποιήθηκε τον Σεπτέμβριο.
Ο Μάρσαλ, ο οποίος είχε στρατολογηθεί από τον Γκόγκεν το 2013 για να δημιουργήσει τον όμιλο Amyntor, ισχυρίζεται στη μήνυσή του, ότι σύντομα αναγκάστηκε να γίνει προαγωγός για χάρη του δισεκατομμυριούχου, κανονίζοντας την αγορά πολυτελών κατοικιών και οχημάτων για τις γυναίκες, που είχε στο χαρέμι του, ενώ επίσης ήταν υποχρεωμένος να κατασκοπεύει και να εκφοβίζει τους εχθρούς του.
«Του ζητήθηκε να αγοράζει με χρήματα από τους προσωπικούς του λογαριασμούς, οχήματα, κοσμήματα, ακίνητα και να δίνει μετρητά ή άλλα αντικείμενα στις ερωμένες του Γκόγκεν, ή να εξασφαλίζει τη σιωπή γνωστών και υπαλλήλων του Γκόγκεν, που είχαν μάθει πάρα πολλά για την κακή σεξουαλική συμπεριφορά και τα εγκλήματά του, και για το “Σεξουαλικό σχέδιο Γκόγκεν”», αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα.
Ο Μάρσαλ πλήρωνε επίσης για πολυτελείς διακοπές, υγειονομική περίθαλψη και έξοδα εκπαίδευσης με αντάλλαγμα οι γυναίκες «να κάνουν στριπτίζ και σεξ [με τον Γκόγκεν], και άλλες σεξουαλικά αποκλίνουσες πράξεις μαζί του ή να σιωπήσουν έχοντας υποστεί σεξουαλική κακοποίηση από τον Γκόγκεν».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ο Μάικλ Γκόγκεν απολαμβάνει την αμέριστη συμπαράσταση και αγάπη της συζύγου του Τζέιμι
Οι ερωμένες του Γκόγκεν είχαν το τηλέφωνο του Μάρσαλ και τους είχε ζητηθεί να τον καλέσουν απευθείας αν αντιμετώπιζαν κάποιο πρόβλημα. Σε μια περίπτωση, για παράδειγμα, ο Μάρσαλ στάλθηκε στην Αφρική για να βοηθήσει μια ομάδα Playboy Playmates που έκαναν σαφάρι και έχασαν τα διαβατήριά τους, λένε τα δικαστικά έγγραφα.
Γυναίκες, που προσπάθησαν να καταγγείλουν τις φερόμενες σεξουαλικές επιθέσεις του Γκόγκεν, αντιμετώπισαν αδιαφορία και εχθρότητα στο Τμήμα του Σερίφη της κομητείας Φλάτχεντ, μερικοί αστυνομικοί, εξάλλου, ήταν στο μισθολόγιο του Γκόγκεν, ενώ πάντα σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα, ο Γκόγκεν είχε δημιουργήσει έναν μηχανισμό για να ακούει στις επικοινωνίες της αστυνομίας.
Οταν μια από αυτές τις γυναίκες είπε σε έναν τοπικό αστυνομικό ότι ο Γκόγκεν την είχε κακοποιήσει σεξουαλικά, ο Μάρσαλ τον προέτρεψε να πάει στο FBI. Ωστόσο, η έρευνα ματαιώθηκε αφού ο Γκόγκεν δείπνησε με τον αστυνομικό, και του υποσχέθηκε ένα πολυτελές κυνήγι αλκών με το ιδιωτικό του τζετ.
Το 2018, η Παμ Ντόου είπε στην αστυνομία της Γουάιτφις ότι ο Γκόγκεν της είχε επιτεθεί σεξουαλικά αφού της έδωσε κοκαΐνη και αλκοόλ: «Εκανε σεξ μαζί της και στη συνέχεια της πλήρωσε 1.200 δολάρια», λένε τα δικαστικά έγγραφα. Η έρευνα ανατέθηκε στον ντετέκτιβ Σέιν Ερικσον, ο οποίος, όμως, δεν την συνέχισε, γιατί όπως είπε στον Μάρσαλ «είχε διασκεδάσει με τον Γκόγκεν στη λίμνη Γουάιτφις, είχε δειπνήσει στο σπίτι του, και είχαν πάει μαζί για κυνήγι κογιότ», αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα. «Ο Έρικσον ενημέρωσε επίσης τον Μάρσαλ ότι ο Γκόγκεν είχε προσφερθεί να τον πάρει στο ετήσιο κυνήγι αλκών στο Κολοράντο, αξίας 20.000 δολαρίων, με ιδιωτικούς οδηγούς».
Ωστόσο αργότερα η Παμ Ντόου ανακάλεσε την ιστορία της αλλά δεν έγινε γνωστό αν υπήρξε οικονομικός διακανονισμός. Σε μια άλλη περίπτωση, ο Μάρσαλ στάλθηκε να βοηθήσει μια παντρεμένη γυναίκα, που αναφέρεται στα δικαστικά έγγραφα ως Κιμ Ντόου. Ηταν σύζυγος διακεκριμένου επιχειρηματία του Γουάιτφις και φέρεται να είχε μακροχρόνια σχέση με τον Γκόγκεν. Οταν ο σύζυγός της το έμαθε, ξεκίνησε τις διαδικασίες διαζυγίου. Τότε ο Γκόγκεν της έδωσε μια πιστωτική κάρτα και της αγόρασε ένα σπίτι πέντε υπνοδωματίων σε μια κοντινή πόλη. Και είπε στον Μάρσαλ να καλύπτει τα έξοδά της, που έφθαναν τα 30.000 δολάρια το μήνα.
«Αφού έγινε μάρτυρας της σχέσης τους για πολλά χρόνια, ο Μάρσαλ κατάλαβε ότι η Κιμ Ντόου και τα παιδιά της είχαν μια σχέση απόλυτης εξάρτησης από τον Γκόγκεν που βασιζόταν σε ψεύτικες υποσχέσεις και συναισθηματική χειραγώγηση για να ικανοποιεί τις σεξουαλικές ορέξεις του», αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα.
Οι παλιοί κατήγοροι του Γκόγκεν εμφανίζονται επίσης στη νέα υπόθεση. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Γκόγκεν έφερε κάποτε τις κόρες του και την έφηβη μπέιμπι σίτερ τους στο σπίτι του Νας, όπου φέρεται να είχε σεξουαλική επαφή με την μπέιμπι σίτερ σε ένα παράσπιτο μέσα στην ιδιοκτησία,. Ο Νας, αγανακτισμένος, τον αποκάλεσε παιδόφιλο και το ανέφερε στην τοπική αστυνομία «χωρίς αποτέλεσμα».
Δημοσιεύματα τοπικών εφημερίδων αναφέρουν επίσης ότι ο Γκόγκεν είχε σεξουαλική επαφή με τη γυναίκα του Νας καθώς έπαιρναν διαζύγιο. Ο Γκόγκεν φέρεται να προσέλαβε έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ για να παρακολουθεί τον Νας και πλήρωσε τα δικαστικά έξοδα της συζύγου του, «προκαλώντας την έκδοση του διαζυγίου και αφήνοντας τον Νας να επιβαρυνθεί με περισσότερα έξοδα».
Στις 19 Σεπτεμβρίου 2014, ο Γκόγκεν φέρεται να ζήτησε από τον Μάρσαλ να κανονίσει να σκοτώσει τον Νας με ένα μήνυμα στην πλατφόρμα κρυπτογραφημένων άμεσων μηνυμάτων wickr: «Πρέπει να πεθάνει. Ξέρω ότι ζητάω κάτι ΠΟΛΥ μεγάλο, αλλά είμαστε στο defcon 5. Μπορούμε να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες από κοντά, αλλά ΔΕΝ θα κάνουμε συζητήσεις για αυτό στα κινητά μας τηλέφωνα. Wickr μόνο…»
Ο Μάρσαλ ισχυρίστηκε ότι αρνήθηκε και προσπάθησε «να αποτρέψει τον Γκόγκεν να λάβει ακραία μέτρα κατά των εχθρών του».
Οσο για την Μπαπτίστ, ενόψει της αγωγής της εναντίον του το 2016, ο Γκόγκεν φέρεται να ζήτησε από τον Μάρσαλ να βοηθήσει με «επιχειρήσεις στον κυβερνοχώρο», προτρέποντάς τον να βρει έναν τρόπο να απελαθεί η πρώην ερωμένη του στον Καναδά γιατί τότε εκείνος θα απαλλασσόταν από την υπόθεση εκείνη.
Μόλις κατατέθηκε η μήνυση της Μπαπτίστ, ο Γκόγκεν φέρεται να είπε στον Μάρσαλ να ενεργήσει ως «στρατηγός του, 100 φορές πιο επιθετικός από τον Πάτον, για να συντονίσει και να βεβαιωθεί ότι γίνονται όλα όσα θα έπρεπε να γίνουν, εταιρείες δημοσίων σχέσεων, εταιρίες ιδιωτικών ερευνητών εγκλημάτων, τοπικές PR, τα πάντα».
Σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα, ο Μάρσαλ παρατήρησε «τον ψυχολογικό πόνο και την πίεση» που ο Γκόγκεν «άσκησε αμείλικτα» στη Μπαπτίστ, αφού κατέθεσε την αγωγή της στην Καλιφόρνια για παραβίαση του διακανονισμού των 40 εκατ. δολαρίων.
Αλλά στις 10 Νοεμβρίου, ο Μάρσαλ –όπως ο Νας και η Μπαπτίστ πριν από αυτόν– βρέθηκε ξαφνικά σε πολύ δύσκολη θέση. Δέχτηκε μια συμφωνία για συμβιβασμό στο ομοσπονδιακό δικαστήριο της Μοντάνα μετά από κατηγορίες για εκβίαση μέσω τηλεφώνου, φοροδιαφυγή και εξαπάτηση του Γκόγκεν για εκατομμύρια δολάρια.
Οι ομοσπονδιακές κατηγορίες εναντίον του Μάρσαλ φέρεται να ήρθαν αφού άρχισε να διαμαρτύρεται για ορισμένα από τα σκοτεινά καθήκοντα που του είχε αναθέσει ο Γκόγκεν για να κρατήσει το χαρέμι του υπό έλεγχο.
Η πολιτική αγωγή του Μάρσαλ αναφέρει ότι ο Γκόγκεν και οι συνεργάτες του υπέβαλαν ψευδείς αξιώσεις εναντίον του, υποστηρίζοντας ότι διέπραξε απάτες για να κρύψει τις υπόγειες σεξουαλικές δραστηριότητες του Γκόγκεν.
Ο Μάρσαλ ομολόγησε την ενοχή του για απάτη, ξέπλυμα χρήματος και φοροδιαφυγή. Είπε ότι δεν χρησιμοποίησε χρήματα, που του είχε προωθήσει ο Γκόγκεν για παραστρατιωτικές αποστολές στο Μεξικό «ή οπουδήποτε αλλού. Αντίθετα, ξόδεψε τα χρήματα σε προσωπικά έξοδα, δάνεια και δώρα σε φίλους και μέλη της οικογένειάς του, μεταξύ άλλων δαπανών», αναφέρει ο ισχυρισμός.
Σύμφωνα με την καταγγελία, ωστόσο, ο Μάρσαλ ξόδεψε τα μετρητά κατόπιν εντολής του Γκόγκεν αλλά δεν αποζημιώθηκε ποτέ. Ο Μάρσαλ συμφώνησε να πληρώσει ως αποζημίωση 3,5 εκατ. δολάρια και η καταδίκη του έχει προγραμματιστεί για του χρόνου.
Ωστόσο τουλάχιστον μία τοπική αρχή έχει χορτάσει από τις ιστορίες του Γκόγκεν: «Αυτός ο άνθρωπος πρέπει επιτέλους να σταματήσει», δήλωσε ο Μπιλ Ντάιαλ, συνταξιούχος αρχηγός της αστυνομίας του Γουάιτφις, ο οποίος μήνυσε τον Γκόγκεν τον Δεκέμβριο του 2019 για φερόμενη παρέμβαση στη δική του έρευνα. «Είναι ένας δισεκατομμυριούχος α λα Χάρβεϊ Γουάινσταϊν και Τζέφρι Επστάιν. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι σε αυτή την κοινότητα που ξέρουν τι είναι και τον φοβούνται», είπε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News