Αρκετούς μήνες πριν το υποψήφιο εμβόλιο της Pfizer για τον κορονοϊό καταδείξει ότι είναι αποτελεσματικό, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, ο συμπατριώτης μας Αλμπερτ Μπουρλά, είχε μία τηλεδιάσκεψη σε ιδιαίτερα έντονο τόνο με τον επικεφαλής παρασκευής των εμβολίων. Την περιγράφει, σε ένα εκτενές και ενδιαφέρον ρεπορτάζ η Wall Street Journal.
Ηταν ήδη Ιούνιος – γράφει η εφημερίδα – και η κούρσα εντός της εταιρείας για να αναπτυχθεί ένα ασφαλές εμβόλιο βασισμένο σε μία τεχνολογία που δεν είχε εγκριθεί ποτέ, προκαλούσε ίλιγγο σε εργαζόμενους και στελέχη.
Και αυτό διότι δεν έπρεπε μόνο να αποδείξουν μέσω των κλινικών δοκιμών ότι το φάρμακό τους είναι το καλύτερο και θα φέρει τέλος στην πανδημία, αλλά θα έπρεπε να παρασκευάσουν και εξαιρετικά μεγάλες ποσότητες.
Ο Μπουρλά και η ομάδα του ήταν τόσο σίγουροι και αισιόδοξοι, σημειώνει η WSJ, που επένδυσαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για να δημιουργήσουν ένα παγκόσμιο δίκτυο παραγωγής. Μάλιστα, ο CEO είχε ζητήσει από την ομάδα του να αυξήσει την εμπορική παραγωγή τουλάχιστον 10 φορές πάνω από την αρχική πρόβλεψη.
«Γιατί δηλαδή δεν μπορούμε να κάνουμε περισσότερα και γιατί δεν μπορούμε να τα κάνουμε σε πιο μικρό χρονικό διάστημα;», ρώτησε τον Μάικ ΜακΝτέρμοτ, υπεύθυνο για το παγκόσμιο δίκτυο παραγωγής της Pfizer. «Μα η ομάδα μας δουλεύει ήδη με ιλιγγιώδεις ταχύτητες. Aυτό που κάνουμε είναι σαν θαύμα. Ζητάς υπερβολικά πολλά», του απάντησε εκείνος.
Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη φαρμακοβιομηχανία κατάφερε να δημιουργήσει μέσα σε 10 μήνες κάτι που απαιτεί 10 χρόνια, οφείλεται όχι μόνο στην ανθρώπινη υπερπροσπάθεια και στη μεγάλη οικονομική επένδυση, αλλά και στην τεχνολογία των γονιδίων.
Παγκόσμια πρόκληση
Βέβαια, όπως δείχνει και η ιστορία αυτού του επιτεύγματος, επρόκειτο σε σημαντικό βαθμό και για αποτέλεσμα αποφασιστικής ηγετικής καθοδήγησης με ιδιαίτερες απαιτήσεις, οι οποίες έφταναν ακόμη και στα όρια του παραλόγου, όπως σημειώνει η Wall Street Journal. Aπό το κίνητρο των ερευνητών εμβολίων να κινηθούν εξαιρετικά άμεσα και να πιέσουν το προσωπικό να πραγματοποιηθεί η διαδικασία με όσο το δυνατόν πιο γρήγορους ρυθμούς , μέχρι τον Αλμπερτ Μπουρλά που πίεσε τους εργαζομένους να προχωρήσουν πέρα από τους δικούς τους φιλόδοξους στόχους, ώστε να καταφέρουν να ανταποκριθούν στην παγκόσμια πρόκληση της πανδημίας Covid-19.
H Pfizer αγωνιζόταν σκληρά να επιτύχει κάθε «ακραίο» στόχο που έθετε ο διευθύνων σύμβουλος. Και ο Μπουρλά δεν απαιτούσε απλώς το εμβόλιο να είναι έτοιμο έως τον Οκτώβριο, αλλά να είναι έτοιμες και 100 εκατομμύρια δόσεις μέχρι το τέλος του έτους, ώστε να ανοσοποιηθούν 50 εκατομμύρια άνθρωποι.
Σημειώνεται ότι η παραγωγική δυνατότητα, με βάση τις επενδύσεις που είχαν ήδη γίνει, ήταν ακριβώς για τις μισές ποσότητες. Η εταιρεία είχε επενδύσει δύο δισεκατομμύρια δολάρια για την όλη προσπάθεια.
Σε σειρά δηλώσεων και συνεντεύξεων τους τελευταίους επτά μήνες, τα στελέχη της Pfizer έριχναν φως στις εξελίξεις και στα βήματα προόδου που σημείωνε το υποψήφιο εμβόλιο για τον κορονοϊό.
Ακόμη και όταν οι αξιωματούχοι του τομέα της δημόσιας Υγείας των ΗΠΑ στις αρχές της πανδημίας δήλωναν ότι τα πρώτα εμβόλια δεν θα ήταν έτοιμα πριν από το τέλος του 2021, οι ερευνητές της Pfizer υποστήριζαν ότι το εμβόλιό τους θα είναι έτοιμο στα μέσα της χρονιάς αυτής.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, το ταχύτερο πρόγραμμα ανάπτυξης εμβολίου είχε ολοκληρωθεί σε τέσσερα χρόνια και αφορούσε το εμβόλιο της παρωτίδας που έλαβε άδεια το 1967.
Η BioNTech και η τεχνολογία mRNA
Μόλις ο Μπουρλά πήρε από την FDA την άδεια έναρξης των ερευνών και οι επιστήμονες του έκαναν τα πρώτα τους βήματα, κατάλαβαν ότι θα μπορούσαν ίσως να έχουν το εμβόλιο ακόμη νωρίτερα.
Στην εκτίμηση αυτή τους οδήγησε μία φιλόδοξη πρόβλεψη: θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά μία τεχνολογία σε γονίδια που δεν είχε χρησιμοποιηθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή και την ανέπτυσσε μία μικρή γερμανική εταιρεία βιοτεχνολογίας, η BioNTech, η οποία εργαζόταν ήδη για την παρασκευή ενός νέου εμβολίου γρίπης.
Η BioNTech ήθελε να δημιουργήσει εμβόλια από αγγελιοφόρο RNA ή mRNA (RNA είναι το γενετικό υλικό του ιού, ο οποίος δεν έχει DNA), το μόριο δηλαδή που περιλαμβάνει τις γενετικές οδηγίες οι οποίες δίνουν τις εντολές στα κύτταρα για το ποιες πρωτεΐνες θα πρέπει να δημιουργήσουν.
Οι επιστήμονες της γερμανικής εταιρείας εκτιμούσαν ότι έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τη γενετική αλληλουχία του κορονοϊού, η οποία είχε πρόσφατα δημοσιευτεί, για να συνθέσουν το mRNA που θα καθοδηγούσε τα ανθρώπινα κύτταρα να δημιουργήσουν μία ακίνδυνη εκδοχή της πρωτεΐνης-ακίδας, η οποία προεξέχει από την επιφάνειά του κυττάρου του ιού.
Η δημιουργία πρωτεϊνών με ακίδες θα διήγειρε το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου να παράξει αντισώματα τα οποία θα μπορούσαν να καταπολεμήσουν τον πραγματικό κορονοϊό, στην περίπτωση που θα μολύνονταν. Στην πραγματικότητα θα προετοίμαζαν το σώμα μας για ανταποκριθεί άμεσα σε έναν άγνωστο εισβολέα.
Σε αντίθεση με τους μήνες που απαιτούνται για την καλλιέργεια ενός εμβολίου μέσα σε δοκιμαστικούς σωλήνες, ο σχεδιασμός του εμβολίου mRNA θα ήταν αρκετά πιο γρήγορος.
Η BioNTech απλώς τοποθέτησε τον γενικό κωδικό για την πρωτεΐνη-ακίδα στο λογισμικό της. Στις 25 Ιανουαρίου υπήρχαν ήδη στους υπολογιστές 10 υποψήφιες πρωτεΐνες για 10 διαφορετικούς κορονοϊούς, με μικρές διαφορές μεταξύ τους, ώστε στην περίπτωση που το ένα μοντέλο δεν ήταν αρκετά αποτελεσματικό, να χρησιμοποιήσουν το άλλο.
Τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου και ενώ το κύμα του κορονοϊού θέριζε την Ευρώπη, ο συνιδρυτής και επικεφαλής της BioNTech Ουγκούρ Σαχίν, συζήτησε για πρώτη φορά με την Κάθριν Γιάνσεν, επικεφαλής έρευνας εμβολίων της Pfizer, το ενδεχόμενο συνεργασίας για την παρασκευή του εμβολίου.
Μία εβδομάδα αργότερα, ο Αλμπερτ Μπουρλά άναψε το πράσινο φως για τη μεγάλη συνεργασία και λίγες ημέρες αργότερα, οι επιστήμονες τον ενημέρωσαν ότι το εμβόλιο για τον κορονοϊό θα είναι έτοιμο στα μέσα του 2021.
«Συγγνώμη, αλλά δεν μπορούμε να πάμε έτσι. Είναι πολύ αργά. Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν», τους απάντησε ο διευθύνων σύμβουλος της Pfizer και απαίτησε από τις επιστημονικές ομάδες το εμβόλιο να είναι έτοιμο μέχρι τον Οκτώβριο. «Πιστεύω στ΄αλήθεια ότι οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τα πραγματικά όριά τους. Συνήθως έχουν την τάση να υποτιμούν το τι μπορούν να δημιουργήσουν», λέει ο ίδιος στη Wall Street Journal.
H πυρετώδης συνεργασία άρχισε να τρέχει και οι δύο επιστημονικές ομάδες προσπαθούσαν να επιλέξουν τα 20 καλύτερα υποψήφια εμβόλια, εξέταζαν διάφορες δόσεις και αναζητούσαν μοριακές ενδείξεις αποτελεσματικότητας και ασφάλειας.
Η BioNTech πραγματοποίησε τις πρώτες δοκιμές σε τρωκτικά. Καθώς δεν υπήρχε μέχρι εκείνη τη στιγμή καμία εμπειρία με τα mRNA εμβόλια πάνω σε πραγματικά υποκείμενα, οι ερευνητές προσπαθούσαν να συλλέξουν καθημερινά όσο το δυνατόν περισσότερα δεδομένα και να ενημερώσουν τους υπευθύνους στις ρυθμιστικές αρχές, όπως η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ. Επρεπε επίσης να κινηθούν ακόμη πιο γρήγορα, αφού κάθε ημέρα που καθυστερούσαν, έχαναν τη ζωή τους χιλιάδες άνθρωποι σε όλο τον κόσμο.
Οι κλινικές δοκιμές
Η διαδικασία κλινικής δοκιμής ενός εμβολίου περιλαμβάνει τρία στάδια, το πρώτο γίνεται σε περιορισμένο αριθμό εθελοντών για να διασφαλιστεί ότι είναι ασφαλές και τα επόμενα περιλαμβάνουν μεγαλύτερο αριθμό ατόμων και εστιάζουν περισσότερο στην αποτελεσματικότητα.
Για να εξοικονομήσουν όμως χρόνο οι ερευνητές, προχώρησαν σε μία ανορθόδοξη διαδικασία… Τον Απρίλιο ξεκίνησαν να αποστέλλουν πλάνα με δεδομένα στην FDA, τα οποία είχαν πολλά κενά, τα οποία θα συμπλήρωναν όσο προχωρούσαν οι έρευνες.
Στη Pfizer ένωσαν επίσης το δεύτερο με το τρίτο στάδιο δοκιμών. Και τότε αποφάσισαν ότι θα έπρεπε να δοκιμάσουν περισσότερους από έναν τύπους του εμβολίου, που βρίσκονταν ήδη στα εργαστήρια. Τα δεδομένα συνέχισαν να αποστέλλονται στην FDA και να κλείνουν τρύπες.
Στις 12 Απριλίου είχαν αποκλείσει 16 τύπους εμβολίου, δεν ήξεραν όμως ποιον από τους τέσσερις που είχαν απομείνει θα έπρεπε να επιλέξουν. Και ο χρόνος πίεζε ακόμη περισσότερο.
Ετσι, η Pfizer, αποφάσισε να ξεκινήσει δοκιμές σε ανθρώπους αλλά και σε πιθήκους. «Απαιτούνταν ταχύτητα στην ταχύτητα», λέει η δρ. Γιάνσεν που ηγείτο μιας ομάδας 650 ερευνητών.
Στις 23 Απριλίου ξεκίνησαν οι πρώτες δοκιμές των τεσσάρων τύπων εμβολίου σε μία μικρή ομάδα εθελοντών στη Γερμανία. Ομως μέσα σε δύο ημέρες κάποιοι από τους εθελοντές εκδήλωσαν πυρετό και ρίγη, σημάδια ότι τα εμβόλια δεν γίνονταν ανεκτά.
Στις ΗΠΑ δοκίμαζαν παράλληλα τους άλλους δύο τύπους. Ο ένας φάνηκε να κατευθύνεται στα κύτταρα που παράγουν μερικώς την πρωτεΐνη-ακίδα, ενώ ο άλλος κατάφερε να τη δημιουργήσει ολόκληρη!
Τότε, έκαναν τις πρώτες δοκιμές που αφορούσαν την κατάλληλη δόση, και ανακάλυψαν ότι δύο δόσεις του εμβολίου θα απέφεραν τη μέγιστη ανοσία στον κορονοϊό.
Την Κυριακή 7 Ιουνίου, οι ερευνητές έστειλαν στην Γιάνσεν τα πρώτα αποτελέσματα από τις πρώιμες δοκιμές του πρώτου υποψήφιου εμβολίου, που έδειχναν παραγωγή αντισωμάτων, δηλαδή ότι παρείχε προστασία από την Covid-19.
H Pfizer ανακοίνωσε τα πλήρη ευρήματα την 1η Ιουλίου. Ο τύπος του εμβολίου που φαινόταν να είναι ο σωστός, χρειαζόταν όμως μερικές εβδομάδες ακόμη για να αποδείξει καλύτερα όλα όσα είδαν οι επιστήμονες στις πρώτες δοκιμές. Χωρίς αυτό το βήμα δεν μπορούσαν να προχωρήσουν οι επιστήμονες και επίσης ήταν από βασικά δεδομένα που έπρεπε να αποσταλούν στην FDA, η οποία με τη σειρά της θα αποφάσιζε τη συνέχεια.
Και ενώ η Pfizer είχε ενημερώσει την FDA ότι στις 23 Ιουλίου θα κατέληγε στον κατάλληλο τύπο εμβολίου, αυτό δεν κατέστη δυνατό. Προέκυψε ότι ο δεύτερος τύπος είχε λιγότερες παρενέργειες και θεωρήθηκε καλύτερα ανεκτός, κάτι που προκάλεσε δίλημμα στους ειδικούς.
Μία ημέρα αργότερα, οι δύο φαρμακευτικές που συνεργάζονταν, συμφώνησαν να προχωρήσουν με τον δεύτερο τύπο. Ηταν μία μεγάλη, δύσκολη απόφαση που θα έπρεπε να πάρουν, καθώς ο πρώτος τύπος φαινόταν ότι ίσως είχε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα μεν αλλά παρείχε λιγότερη ασφάλεια.
Οσο όμως θα περίμεναν την απόφαση της FDA για το επόμενο στάδιο, θα έπρεπε να παρασκευάσουν χιλιάδες δόσεις του υποψήφιου εμβολίου που είχαν επιλέξει, προκειμένου την ημέρα που θα πάρουν την έγκριση, να ξεκινήσουν και τις δοκιμές.
Επένδυση στο μέλλον
Στο μεταξύ έπρεπε να λυθεί ένα ακόμη μεγάλο πρόβλημα. Η Pfizer δεν είχε τον κατάλληλο βιομηχανικό εξοπλισμό για να φτιάξει mRNA εμβόλιο. Η διαδικασία ήταν τελείως διαφορετική από αυτήν που μπορούσαν να ακολουθήσουν τα εργοστάσια εμβολίων της.
Ωστόσο, είχε αποφασίσει από την αρχή να κάνει δική της επένδυση και να μην λάβει κρατική χρηματοδότηση, μολονότι θα μπορούσε. Κι αυτό για να μην υπάρξει και νέα καθυστέρηση, μπλέκοντας με την γραφειοκρατία του αμερικανικού Δημοσίου.
«Πιστεύω στ΄αλήθεια ότι οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τα πραγματικά όριά τους. Συνήθως έχουν την τάση να υποτιμούν το τι μπορούν να δημιουργήσουν» λέει ο Μπουρλά
Η Moderna, για παράδειγμα, που περίμενε την κρατική χρηματοδότηση, ενεπλάκη σε έναν γραφειοκρατικό κυκεώνα και έτσι η κατεπείγουσα διαδικασία έμεινε πίσω τρεις εβδομάδες.
Η Pfizer το είχε προβλέψει και αυτό και ήδη από τον Μάρτιο, ο ΜακΝτέρμοτ είχε πάρει την άδεια του Μπουρλά και είχε επενδύσει 500 εκατομμύρια δολάρια για την αγορά νέου εξοπλισμού. Είχε δημιουργήσει νέα μονάδα στη Μασαχουσέτη, την είχε συνδέσει με το κεντρικό εργοστάσιο στο Μισούρι, ενώ είχε απευθυνθεί και είχε ξεκινήσει συνεργασία με αρκετούς υπεργολάβους. Με αυτόν τον τρόπο είχε ήδη έτοιμη την αλυσίδα παρασκευής εμβολίων mRNA.
Τον Απρίλιο, η εταιρεία είχε επενδύσει σε επτά νέα μηχανήματα αξίας 200 εκατομμυρίων δολαρίων και είχε εξοπλίσει τα εργοστάσιά της στο Βέλγιο και στο Μίσιγκαν.
Στις 30 Ιουνίου οι ρυθμιστικές αρχές σε ΗΠΑ και Ευρώπη ανακοίνωσαν στην εταιρεία ότι χρειάζονται αποτελέσματα όχι μόνο από 8.000 εθελοντές της πρώτης μελέτης, αλλά από τουλάχιστον 30.000, για να είναι πλήρης και προς εξέταση ο φάκελος της αξιολόγησης για την άδεια έκτακτης χορήγησης του εμβολίου.
Ωστόσο, πέρα από τον συντονισμό των εργοστασίων και τις νέες συνεργασίες που οργανώθηκαν εν μία νυκτί για την γρήγορη παραγωγή του υποψήφιου εμβολίου, οι ειδικοί δεν γνώριζαν πόσο χρόνο θα άντεχε το σκεύασμα εκτός ψυγείου.
Το στοίχημα της μεταφοράς
Το εμβόλιο μέχρι εκείνη τη στιγμή συντηρούνταν στους μείον 70 βαθμούς Κελσίου. Οι γιατροί το έβγαζαν από τη βαθιά κατάψυξη και μόλις ερχόταν σε θερμοκρασία δωματίου εμβολίαζαν τους εθελοντές.
Ομως πλέον θα έπρεπε να μεταφερθεί. Και αυτό ήταν κάτι που είχε προβλεφθεί μερικούς μήνες πριν. Ηδη από τον Απρίλιο η Pfizer είχε ξεκινήσει να δημιουργεί συνεργασίες με εταιρείες που διέθεταν κρυοσυντηρητικά εμπορευματοκιβώτια.
Κουτιά σε μέγεθος βαλίτσας που χωρούσαν έως και 5.000 δόσεις του εμβολίου έκαναν εκατοντάδες δοκιμαστικά ταξίδια, στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στην Αφρική, ώστε να διασφαλιστεί η ποιότητά τους σε πραγματικές συνθήκες.
Βέβαια αυτή η ποσότητα ήταν καλή για ένα νοσοκομείο που θα έκανε κλινικές δοκιμές, όμως «τι στο διάολο θα τις κάνει ένα μικρό εμβολιαστικό κέντρο τόσες δόσεις», είπε ο Μπουρλά στους συνεργάτες του.
Ετσι, η Pfizer σχεδιάζει τώρα να κυκλοφορήσει μέσα στο επόμενο έτος νέες συσκευασίες με πακέτα 25 φιαλιδίων που περιέχουν συνολικά 125 δόσεις.
Στο σημείο αυτό προέκυψε ακόμη ένα δίλημμα για μία απόφαση που είχε ληφθεί ένα μήνα πριν. Ο δεύτερος τύπος του εμβολίου που είχε προκριθεί απαιτούσε μεγαλύτερη δοσολογία φαρμάκου για να έχει αποτελεσματικότητα. Κάτι που σήμαινε ότι ο πρώτος τύπος θα απαιτούσε μικρότερη δόση από ένα φιαλίδιο, άρα θα μπορούσαν να παρασκευαστούν σχεδόν τα διπλάσια εμβόλια, που ήταν και ο αριθμός των δόσεων που είχαν υπολογίσει από την αρχή.
Και ενώ η Pfizer σκόπευε μέχρι εκείνη τη στιγμή να παράξει 100 εκατομμύρια δόσεις για το 2020, ο ΜακΝτέρμοτ, επιχειρώντας να λύσει το πρόβλημα, ρώτησε τον Μπουρλά αν θα μπορούσαν να φτιάξουν μόνο 80 εκατομμύρια δόσεις. Ο Μπουρλά δεν ενέδωσε και του απάντησε: «Βρείτε λύση».
Τελικό στάδιο δοκιμών
Οι κλινικές δοκιμές ξεκίνησαν στην ώρα τους και στις 27 Ιουλίου οι πρώτοι τέσσερις εθελοντές στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρότσεστερ στη Νέα Υόρκη είχαν κάνει τις πρώτες δόσεις του εμβολίου.
Η αξιολόγηση για το κατά πόσο το πειραματικό εμβόλιο ήταν αποτελεσματικό, σήμαινε βέβαια ότι θα πρέπει να υπάρξει ικανός αριθμός εθελοντών, αλλά και από πόλεις με υψηλό επιδημιολογικό φορτίο, στις οποίες είχαν αρκετές πιθανότητες να εκτεθούν στον ιό.
Οταν ένας εθελοντής κάνει το εμβόλιο, δεν προκαλεί τη μόλυνση εκτιθέμενος σε εργαστηριακό περιβάλλον στον κορονοϊό, ούτε και επιχειρεί να βρεθεί στον ίδιο χώρο με ασθενείς και χωρίς προστασία για να διαπιστωθεί εάν θα κολλήσει. Απλώς κάνει το εμβόλιο και συνεχίζει κανονικά τη ζωή του.
Ετσι, μέρη που εμφανίζουν υψηλή δραστηριότητα της νόσου, θα ήταν προτιμότερα για να φανούν τα αποτελέσματα, αφού όσοι είχαν κάνει το εμβόλιο θα προκαλούσαν στην ουσία την τύχη τους και θα τη γλίτωναν, δείχνοντας ότι το εμβόλιο είναι αποτελεσματικό.
Επιπλέον, οι περιοχές αυτές, που αναζητήθηκαν με μαθηματικά μοντέλα από την Pfizer, είχαν ακόμη ένα πλεονέκτημα. Οι κάτοικοί τους θα δέχονταν πιο εύκολα να ενταχθούν στην κλινική δοκιμή, λόγω του φόβου μόλυνσης.
Ωστόσο, και σε αυτήν την περίπτωση, δημιουργήθηκαν δύο νέα προβλήματα. Το πρώτο ήταν ότι πολλοί λιγότεροι δήλωσαν εθελοντές από αυτούς που υπολόγιζε η εταιρεία και το δεύτερο ότι τα μαθηματικά μοντέλα προέβλεπαν τα μέρη με υψηλό ιικό φορτίο μόνο για μερικές εβδομάδες, ενώ απαιτούνταν περισσότερος χρόνος. Ως εκ τούτου, τα περιστατικά μειώνονταν και οι εθελοντές δεν είχαν την έκθεση που θα έδειχνε ξεκάθαρα την αποτελεσματικότητα του εμβολίου. «Ηταν σαν να προσπαθείς να συμπληρώσεις ένα παζλ τα κομμάτια του οποίου αλλάζουν συνέχεια», σχολίασε η δρ Γιάνσεν.
Ετσι, την 1η Σεπτεμβρίου ζητήθηκε η συνεργασία ειδικών στους υπολογιστές, υπολογίστηκαν με πιο λεπτομερή τρόπο τα δεδομένα και οι εγγραφές εθελοντών σταμάτησαν σε κάποιες περιοχές, όπως η Νέα Υόρκη και ξεκίνησαν σε χώρες που το πανδημικό κύμα βρισκόταν στα πρώτα στάδια, όπως η Αργεντινή.
Στις αρχές Οκτωβρίου τα αποτελέσματα έδειχναν ότι ελάχιστοι από τους συμμετέχοντες είχαν αρρωστήσει. Διευκρινίζεται ότι κάποιοι από αυτούς δεν έκαναν το κανονικό εμβόλιο, αλλά ψευδοφάρμακο (πλασίμπο), καθώς ήταν η λεγόμενη ομάδα ελέγχου της μελέτης, αυτή δηλαδή που επιβεβαιώνει το τελικό αποτέλεσμα.
Οι ειδικοί απέδωσαν τα αποτελέσματα στο γεγονός ότι οι εθελοντές εφάρμοζαν τα μέτρα προστασίας, όπως η χρήση μάσκας και οι κοινωνικές αποστάσεις, προκειμένου να μην κολλήσουν τον ιό. Ετσι, η Pfizer σταμάτησε την επεξεργασία των αποτελεσμάτων και ζήτησε από την FDA να επιτρέψει την αλλαγή της διαδικασίας.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή τα αποτελέσματα έδειχναν ότι το εμβόλιο ήταν περισσότερο από 90% αποτελεσματικό και φαινόταν ασφαλές.
Ο Μπουρλά ενημερώθηκε για τα αποτελέσματα και με τη σειρά του τα ανακοίνωσε στα στελέχη των συνεργαζόμενων εταιρειών. Οπως λέει χαρακτηριστικά, «όταν τα άκουσαν, πήδηξαν από τη χαρά τους».
Η παραγωγή
Πολύ βέβαια πριν από αυτό, η Pfizer είχε επενδύσει και άλλα χρήματα και από τον Αύγουστο είχε ξεκινήσει να παράγει δόσεις στο εργοστάσιό της στο Βέλγιο, ώστε να είναι άμεσα διαθέσιμες και προς αποστολή σε όποια χώρα εγκρινόταν το εμβόλιο.
Μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου η εταιρεία είχε στους ειδικούς καταψύκτες της έτοιμες 1,5 εκατομμύριο δόσεις του εμβολίου, έτοιμες για αποστολή. Οι περισσότερες όμως μονάδες της Pfizer στα υπόλοιπα σημεία του πλανήτη δεν θα ήταν έτοιμες μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου για την εκκίνηση της παραγωγής και μέχρι οι μηχανικοί να ρυθμίσουν τα πάντα.
Αναζητώντας λύση και σε αυτό το πρόβλημα ο ΜακΝτέρμοτ, τροποποίησε τη διαδικασία παραγωγής ώστε να παράγει πέντε εκατομμύρια περισσότερες δόσεις την εβδομάδα.
Ωστόσο, στο τέλος, παρά την παραγωγή αρκετού mRNA για 100 εκατομμύρια δόσεις, η Pfizer και οι συνεργάτες της υπέστησαν καθυστέρηση τριών εβδομάδων, εξασφαλίζοντας όμως αρκετές πρώτες ύλες για να δημιουργήσουν τα νανοσωματίδια του λιπιδίου που περιβάλλουν το mRNA του εμβολίου.
Στις 9 Νοεμβρίου η Pfizer αποκάλυψε ότι τελικά θα παρήγε 50 εκατομμύρια δόσεις το 2020, τις μισές δηλαδή από αυτές που είχε ανακοινώσει ο Μπουρλά. Ο οποίος όμως δεν παύει να σκέφτεται θετικά… «Πάντα προσπαθώ να φτάσω στα αστέρια γιατί ξέρω ότι κι αν αστοχήσω, θα βρεθώ τουλάχιστον κάπου στη Σελήνη. Αλλά τώρα φαίνεται ότι φτάσαμε στα αστέρια», λέει στην Wall Street Journal.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News