Ο Πάμπλο Πικάσο, ο οποίος δημιούργησε μερικά από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα του 20ού αιώνα, ήταν επίσης διαβόητος γυναικάς· μάλιστα, είπε κάποτε ότι «υπάρχουν μόνο δύο είδη γυναικών, θεές και “τσόλια”»… Βλέποντάς τον όμως μέσα από το πρίσμα του 21ου αιώνα, ο κορυφαίος ισπανός ζωγράφος έχει χαρακτηριστεί μισογύνης και διαβόητα άθλιος.
Ο εγγονός του μίλησε τώρα, υποστηρίζοντας ότι οι ερωμένες του καλλιτέχνη ήξεραν πώς θα ήταν αν έμπλεκαν μαζί του. Ο Ολιβιέ Γουίντμαϊερ Πικάσο είπε στον Observer ότι η γιαγιά του Μαρί-Τερέζ Γουαλτέρ θυμόταν πάντα τον ενθουσιασμό που ένιωθε όταν ήταν μαζί του, παρ’ όλο που την είχε εγκαταλείψει αμέσως μετά τη γέννηση της κόρης τους, Μάγια.
«Ακόμα, τον περιέγραφε ως “υπέροχα τρομερό”», είπε. «Κατά κάποιον τρόπο, μιλούσε για εκείνον σαν να ήταν ακόμα μαζί».
Ο Πικάσο ήταν παντρεμένος με την πρώην μπαλαρίνα Ολγα Κόχλοβα όταν είδε την Γουαλτέρ έξω από το κατάστημα Galeries Lafayette στο Παρίσι, το 1927. Ηταν μόλις 17 ετών και εκείνος 28 χρόνια μεγαλύτερός της. Γοητεύτηκε και σύντομα έγινε μούσα και ερωμένη του, εμπνέοντας μερικά από τα πιο διάσημα πορτρέτα του, συμπεριλαμβανομένου του ερωτικού «Le Rêve» («Το όνειρο») του 1932. Αλλά την άφησε για τη σουρεαλίστρια φωτογράφο και ζωγράφο Ντόρα Μάαρ, την επόμενη από τις πολλές σχέσεις του.
«Ο παππούς μου είχε ιστορίες αγάπης με κάθε γυναίκα και καμία δεν αναγκαζόταν να το κάνει» είπε στον Observer ο γιος της Μάγια, Ολιβιέ, «Ο Πάμπλο Πικάσο είναι ο Πάμπλο Πικάσο. Δεν είναι συνηθισμένο άτομο και η γιαγιά μου ήξερε πως ήταν παντρεμένος όταν τη γνώρισε» πρόσθεσε.
Και συνέχισε: Η Μαρί-Τερέζ «ήξερε ότι είχε σχέση με την Ντόρα Μάαρ, αμέσως μετά τη γέννηση της Μάγια. Και η Ντόρα Μάαρ, όταν μπαίνει στη ζωή του Πάμπλο Πικάσο, ξέρει ότι έχει παιδί, ότι έχει μια δεύτερη ζωή με τη Μαρί-Τερέζ και ότι δεν θα μείνει νούμερο τρία για πάντα».
Ο Γουίντμαϊερ Πικάσο πιστεύει ότι η Ντόρα Μάαρ απολάμβανε την ένταση της σχέσης της με τον Πικάσο: «Hταν πιθανώς γεμάτη με ένα είδος ψυχολογικής βίας» είπε. «Οι εξαιρετικοί άνθρωποι δεν είναι εύκολοι. Πρέπει να αποδεχτείς ότι κάποιοι χρειάζονται περισσότερα από σένα. Είναι πιο απαιτητικοί και νομίζω ότι ο Πάμπλο ήταν απαιτητικός».
Οι ηθικές συζητήσεις που πυροδότησε το κίνημα #MeToo οδήγησαν σε επανεκτίμηση διαφόρων καλλιτεχνών. Και τώρα, 50 χρόνια μετά τον θάνατό του, το Μουσείο του Μπρούκλιν στη Νέα Υόρκη διοργανώνει μια αμφιλεγόμενη έκθεση για τον Πικάσο με τίτλο «It’s Pablo-matic: Picasso According to Hannah Gadsby», η οποία «διερευνά περίπλοκα ερωτήματα», από τον μισογυνισμό έως την ιδιοφυΐα του ζωγράφου.
Οι γυναίκες του Πικάσο είναι ένα από τα πολλά θέματα που διερευνά και η αναμενόμενη σειρά ντοκιμαντέρ του BBC, σε τρία μέρη, με τίτλο «Picasso: The Beauty and the Beast», η οποία θα προβληθεί στο BBC Two και το BBC iPlayer το ερχόμενο φθινόπωρο.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του BBC, όταν πέθανε ο Πικάσο, το 1973, ο κόσμος θρήνησε έναν σούπερ σταρ, ο οποίος ανέτρεψε την ιστορία της τέχνης του 20ού αιώνα: «Ο Πικάσο έζησε δύο παγκόσμιους πολέμους και κατέγραψε έναν αιώνα χάους, ελπίδας και απελπισίας. Η τέχνη του θα μπορούσε να είναι βάναυση, αλλά αιχμαλώτισε την ομορφιά στα βάσανα. Η προσωπική του ζωή ήταν εξίσου γεμάτη αντιφάσεις«.
»Ικανός για εξαιρετική τρυφερότητα και σκληρότητα επίσης, άφησε πίσω του μια σειρά προβληματικών σχέσεων. Αφησε όμως και μερικά από τα σπουδαιότερα έργα τέχνης του 20ού αιώνα, όπως οι “Δεσποινίδες της Αβινιόν”, η “Γυναίκα που κλαίει” και η “Γκερνίκα”, για να αναφέρουμε μερικά μόνο» αναφέρει το δημοσίευμα του BBC.
Eνας σχολιαστής λέει για το πρόγραμμα ότι «η βαρβαρότητα κατά των γυναικών είναι μέρος της φαντασίωσης», ενώ ένας άλλος σημειώνει ότι ο Πικάσο φάνηκε να γνωρίζει τη σκοτεινή πλευρά του μέσω του alter-ago του –μισός ταύρος, μισός μινώταυρος–, που συχνά απεικονίζεται μαζί με γυναίκες, άλλοτε τρομαγμένες και άλλοτε να πλέουν σε πελάγη ευτυχίας. Είναι εξίσου ικανός για ακραία βία και για τρυφερότητα.
Αλλά ο Ολιβιέ Γουίντμαϊερ Πικάσο, ο οποίος εμφανίζεται επίσης στο ντοκιμαντέρ, είπε: «Είναι πάντα δύσκολο να κρίνεις το παρελθόν σου με στοιχεία του σήμερα». Πρόσθεσε ότι, αν ο Πικάσο ζούσε σήμερα, θα μπορούσε τουλάχιστον να υπερασπιστεί τον εαυτό του: «Δεν είναι πολύ γενναίο να επιτίθεται κανείς σε ανθρώπους που πέθαναν πριν από 50 χρόνια, πριν από έναν αιώνα, πριν από δύο αιώνες» τόνισε.
Οταν η οικογένεια άκουσε για την έκθεση του Μπρούκλιν «δεν αρνήθηκαν καμία εξουσιοδότηση» επειδή «είναι δικαίωμα οποιουδήποτε να μιλήσει για τον Πικάσο με όποιον τρόπο θέλει», υποστήριξε ο εγγονός του μεγάλου καλλιτέχνη.
Ο Ολιβιέ Γουίντμαϊερ Πικάσο, ο οποίος είναι τηλεοπτικός παραγωγός, επαίνεσε, τέλος, τη σειρά ντοκιμαντέρ του BBC για την εξερεύνηση της «προσωπικής και ψυχολογικής πλευράς» του Πικάσο, μέσα από ένα ευρύ φάσμα συντελεστών.
Ο Μαρκ Μπελ, αρχισυντάκτης τεχνών του BBC, δήλωσε: «Η ιδέα του μεγάλου σούπερ σταρ της τέχνης έχει αμφισβητηθεί, αλλά αυτός εξακολουθεί να στέκεται εκεί σαν μια κολοσσιαία φιγούρα που δεν μπορείς να αγνοήσεις. Μπορείς να αναρωτιέσαι γι’ αυτόν και τη ζωή του και ταυτόχρονα να θαυμάζεις την τέχνη του».
Το 1977, μετά τον θάνατο του Πικάσο, η Μαρί-Τερέζ Γουαλτέρ αυτοκτόνησε σε ηλικία 68 ετών. Δεν υπήρχε πικρία, γράφει στον Guardian η Ντάλια Αλμπεργκε. Ο εγγονός της είπε: «Δεν είχε κανέναν μετά από αυτόν και κανέναν πριν από αυτόν. Ηταν έρωτας μιας ζωής. [Εκείνη] ήταν η έμπνευση [του], αποκαλύπτοντας ένα νέο στυλ του Πάμπλο Πικάσο. Ηταν, λοιπόν, κάτι το απίστευτο».
Και πρόσθεσε: «Οταν πηγαίνω σε ένα μουσείο και βλέπω ένα πορτρέτο της Μαρί-Τερέζ, λέω: “Α, είναι η γιαγιά μου”. Είναι πια αθάνατη. Είναι πολύ συγκινητικό».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News