Οι περισσότερες από τις μεθόδους που χρησιμοποιούν σήμερα οι γιατροί για τη διάγνωση διαφόρων μορφών καρκίνου, όπως η μαστογραφία, η κολονοσκόπηση και η αξονική τομογραφία, βασίζονται σε πρώτη φάση σε απεικονιστικές εξετάσεις.
Τα τελευταία χρόνια ερευνητές έχουν αναπτύξει μοριακά διαγνωστικά εργαλεία με τα οποία μπορούν να ανιχνεύσουν συγκεκριμένα καρκινικά μόρια που κυκλοφορούν στα βιολογικά υγρά, όπως είναι το αίμα και τα ούρα.
Τώρα, μηχανολόγοι του Τεχνολογικού Ινστιτούτου Μασαχουσέτης δημιούργησαν ένα νέο διαγνωστικό νανοσωματίδιο, το οποίο συνδυάζει αυτά τα δύο χαρακτηριστικά: Μπορεί σε πρώτη φάση να αποκαλύψει την παρουσία πρωτεϊνών που παράγουν τα καρκινικά κύτταρα μέσω ενός τεστ ούρων και σε δεύτερη φάση λειτουργεί ως απεικονιστικός παράγοντας, καθώς επισημαίνει τη θέση του κακοήθους όγκου στην αξονική τομογραφία (PET).
Το σύστημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως διαγνωστικό εργαλείο για την πρώιμη ανίχνευση καρκίνου σε οποιοδήποτε σημείο του οργανισμού. Επίσης, θα μπορούσε να αποκαλύψει όλες τις μεταλλάξεις, σύμφωνα με όσα αναφέρουν ειδικοί του MIT.
«Υπερευαίσθητος αισθητήρας»
«Πρόκειται για ένα εξαιρετικά ευαίσθητο αισθητήρα, ο οποίος προορίζεται για να ανταποκρίνεται τόσο στους πρωτογενείς όγκους, όσο και τις μεταστάσεις τους. Μπορεί άμεσα να πυροδοτήσει ένα σήμα για την ύπαρξη κακοήθους όγκου, όμως μπορεί και οπτικά να επιτρέψει στους ειδικούς να δουν πού ακριβώς βρίσκεται ο όγκος», εξηγεί στο ενημερωτικό site του MIT η Σαντζέτα Μπατία, καθηγήτρια Επιστημών Υγείας, Τεχνολογίας, Ηλεκτρολόγων-Μηχανικών και Επιστήμης των Υπολογιστών στο ΜΙΤ.
Στο πλαίσιο της μελέτης, η Μπατία και οι συνεργάτες της έδειξαν ότι το διαγνωστικό εργαλείο με τα νανοσωματίδια που ανέπτυξαν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της εξέλιξης του καρκίνου του παχέος εντέρου, συμπεριλαμβανομένης και της μετάστασης στον πνεύμονα και το ήπαρ. Και τώρα ελπίζουν ότι θα μπορούσε στο μέλλον να γίνει μία απλή εξέταση για την πρόληψη του καρκίνου που θα πραγματοποιείται κάθε χρόνο.
Σύμφωνα με όσα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Materials, η μέθοδος βασίζεται σε νανοσωματίδια τα οποία μπορούν να εντοπίσουν τα καρκινικά κύτταρα με πολύ έξυπνο τρόπο.
Πώς όμως λειτουργούν τα νανοσωματίδια; Για να ξεφύγουν από το όργανο προέλευσής τους και να μεταστασθούν σε άλλα όργανα του σώματος, πολλοί τύποι καρκίνου χρησιμοποιούν ένζυμα που ονομάζονται πρωτεάσες. Τα διαγνωστικά νανοσωματίδια επικαλύπτονται με πεπτίδια, τα οποία τεμαχίζονται από τις πρωτεάσες, οπότε αν εμφανιστούν σε κάποιο σημείο όγκοι, τα νανοσωματίδια θα παρουσιάσουν τομές μέχρι να βρεθούν στα ούρα για να αποβληθούν από τον οργανισμό. Μία ειδική εξέταση θα αναγνωρίζει τις φθορές στα νονοσωματίδια και έτσι οι ειδικοί θα καταλαβαίνουν ότι κάπου στο σώμα υπάρχει καρκίνος.
Διπλή αποστολή
Οι επιστήμονες πρόσθεσαν επίσης δύο συστατικά στα νανοσωματίδια, το ένα για να έλκονται από το όξινο περιβάλλον που παράγουν οι όγκοι και το δεύτερο, ένα ραδιενεργό ιχνηθέτη, που φωσφορίζει στον αξονικό τομογράφο.
Αυτό σημαίνει ότι τα νανοσωματίδια θα συγκεντρωθούν όπου υπάρχουν όγκοι και θα είναι ορατοί όταν ο ασθενής κάνει μαγνητική τομογραφία. Είναι δηλαδή κάτι σαν το σκιαγραφικό υγρό που λαμβάνει κάποιος πριν από την αξονική, προκειμένου να φανούν καλύτερα οι βλάβες στα όργανα του σώματος.
«Αυτό σημαίνει ότι μπορεί κάποιος να κάνει ένα τεστ ούρων μία φορά τον χρόνο, οπότε θα έχουμε την πρώτη διάγνωση ότι υπάρχει κάπου καρκίνος και ακολούθως θα υποβάλλεται σε αξονική τομογραφία για να εντοπιστεί σε ποιο ή σε ποια όργανα βρίσκεται. Βέβαια, για να γίνει ακριβής η μέθοδος, χρειάζεται ακόμη αρκετή έρευνα, όμως αυτός είναι ο μακροπρόθεσμος στόχος μας», λέει η Μπατία.
Διευκρινίζεται ότι οι ειδικοί δεν αναφέρουν πώς γίνεται η λήψη των νονοσωματιδίων, δηλαδή αν λαμβάνονται από το στόμα (χάπι ή υγρό) ή με ένεση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News