«Τα νέα δεν είναι καλά ούτε για εμάς που γράφουμε τις ειδήσεις, ούτε για εσάς που τις διαβάζετε», γράφει ο Λούκα Αντζελίνι της Corriere della Sera, αναφέροντας πως τα deepfake περιεχόμενα που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο αυξάνονται με καταιγιστικό ρυθμό.
Το ότι με την έλευση της Τεχνητής Νοημοσύνης θα αυξάνονταν δραματικά οι φωτογραφίες και οι λήψεις, ενώ φωνές που μοιάζουν αληθινές στην πραγματικότητα δεν είναι, είχε προβλεφθεί από τους ειδικούς. Ωστόσο η πρόβλεψη του προβλήματος δεν συνεπάγεται και την εξάλειψή του. Επιπλέον, το πρόβλημα έχει πάψει εδώ και καιρό να αφορά μόνο την ενημέρωση.
Εστιάζοντας στις διαδικτυακές απάτες, ο ιταλός δημοσιογράφος αναφέρει ενδεικτικά ότι στην Ιταλία κυκλοφόρησε, μεταξύ άλλων, ένα βίντεο όπου η πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι, πλαισιωμένη από τον Ελον Μασκ και έναν γνωστό ιταλό δημοσιογράφο, προωθεί μια πλατφόρμα διαδικτυακών συναλλαγών (online trading) μέσω της οποίας οι πολίτες της Ιταλίας θα μπορούσαν να αυξήσουν τα έσοδα τους έως και κατά 40.000 (!) ευρώ τον μήνα.
Μόνο φέτος στην Ιταλία σφραγίστηκαν περισσότεροι από 470 ιστότοποι που προωθούσαν επενδυτικές προσφορές μέσω της χρήσης deepfake περιεχομένων. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Deloitte, μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες οι οικονομικές απώλειες που προκαλούνται από τα deepfakes θα αυξηθούν από 12,3 δισ. δολάρια το 2023 σε 40 δισ. έως το 2027.
Ωστόσο, ταυτόχρονα με τα εργαλεία που διευκολύνουν τη δημιουργία ψευδών φωτογραφιών και βίντεο (με τη χρήση ακόμη και ενός απλού smartphone), αναπτύσσονται επίσης εργαλεία για τον εντοπισμό των deepfake περιεχομένων. Συγχρόνως έχει αρχίσει να κινητοποιείται και η πολιτική για την αντιμετώπιση του ζητήματος, τουλάχιστον στην Ευρώπη, με τον δημοσιογράφο της Corriere να αναφέρει ενδεικτικά τον νέο Νόμο για την Τεχνητή Νοημοσύνη της ΕΕ.
Είναι αλήθεια, επίσης, όπως είχε εξηγήσει σε παλαιότερη συνέντευξή ο Ματέο Φλόρα, καθηγητής Βασικών Αρχών Ασφαλείας για την ΤΝ στο European School of Economics του Λονδίνου, πως «υπάρχει μεγαλύτερη επίγνωση, γιατί οι άνθρωποι αρχίζουν να αμφιβάλλουν για τα πάντα και καταφέρνουν πλέον να εντοπίζουν τυχόν κατασκευάσματα, κάτι που δεν συνέβαινε πριν από μερικά χρόνια. Παρατηρείται, λοιπόν, μια εξέλιξη της διαδικασίας ξεσκεπάσματος, στην οποία μετέχουν ολοένα περισσότεροι χρήστες. Εξάλλου το ανοσοποιητικό σύστημα της κοινωνίας της πληροφορίας προσαρμόζεται σε κάθε περίσταση: απωλέσαμε την ψευδαίσθηση ότι οι εικόνες και τα βίντεο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα».
Από την άλλη, όμως, ελλοχεύει ο κίνδυνος να καταλήξουμε να πιστεύουμε ότι όλα αποτελούν κατασκευάσματα και καμία πηγή δεν είναι αξιόπιστη. Επ’ αυτού ο Λούκα Αντζελίνι επικαλείται τον διάσημο γάλλο visual artist If Only (κατά κόσμον Βενσάν Σμαντζιά), δημιουργού μίας, μεταξύ πολλών άλλων, ψευδούς εικόνας που έγινε viral στο Διαδίκτυο και απεικονίζει τον Πύργο του Αϊφελ μόλις να διακρίνεται στο βάθος, πίσω από στοίβες σανό και τρακτέρ. «Η ΤΝ δεν είναι μια απλή καινοτομία, αλλά ολόκληρη επανάσταση. Θα δημιουργήσει νέες πρακτικές, ακόμη και έναν νέο τρόπο σκέψης και θέασης της πραγματικότητας, ειδικά στις νεότερες γενιές», σύμφωνα με τον If Only.
Οσο για το τι μέλλει γενέσθαι, άλλοι περιγράφουν την κατάσταση με τα πιο ζοφερά χρώματα, ενώ άλλοι εμφανίζονται περισσότερο αισιόδοξοι. Πάντως το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στην τελευταία του έκθεση για τους παγκόσμιους κινδύνους χαρακτηρίζει την παραπληροφόρηση ως υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο.
Η βραβευμένη αμερικανίδα δημοσιογράφος με ειδίκευση στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών Σάρα Τζονγκ έγραψε στο Verge ότι «ψευδείς» φωτογραφίες κυκλοφορούσαν ανέκαθεν από τότε που εφευρέθηκε η φωτογραφία – είτε επρόκειτο για τις νεράιδες του Κότινγκλεϊ στις οποίες πίστευε ο σερ Αρθουρ Κόναν Ντόιλ, ο δημιουργός του Σέρλοκ Χολμς, είτε για τις απεικονίσεις του τέρατος του Λοχ Νες ή την εξαφάνιση των εχθρών του Στάλιν από φωτογραφικά ντοκουμέντα.
Ωστόσο μέχρι σήμερα «το ψευδές ήταν η εξαίρεση, όχι ο κανόνας […] Oλα αυτά πρόκειται να ανατραπούν: η βασική υπόθεση για μια εικόνα θα είναι πως είναι πλαστή, επειδή η δημιουργία ρεαλιστικών και πιστευτών ψεύτικων εικόνων είναι πλέον παιχνίδι. Δεν είμαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτό που θα συμβεί στη συνέχεια».
Η κύρια ανησυχία της Τζονγκ –η οποία συνοδεύει το άρθρο της μια σειρά από εξαιρετικά «ρεαλιστικές» πλαστές φωτογραφίες– είναι ότι η δουλειά που έκαναν ανέκαθεν οι δημοσιογράφοι, επαληθεύοντας ειδήσεις, πληροφορίες και ντοκουμέντα, ενδέχεται να μην αρκεί πλέον: «Ακόμη και πριν την ΤΝ, εμείς που εργαζόμαστε στα μέσα ενημέρωσης δουλεύαμε επιφυλακτικά, εξετάζοντας τις λεπτομέρειες και την προέλευση κάθε εικόνας, ελέγχοντας για παραπλανητικά πλαίσια ή φωτογραφικά τεχνάσματα. Αλλωστε κάθε σημαντική είδηση φέρνει μαζί της κατηγορίες για παραπληροφόρηση. Αλλά η επερχόμενη αλλαγή παραδείγματος απαιτεί κάτι πολύ πιο ριζικό από τη συνεχή καχυποψία που μερικές φορές ονομάζεται ψηφιακός γραμματισμός».
Σε κάποιο σημείο της ανάλυσής της η Τζονγκ σημειώνει κατά την προεκλογική εκστρατεία του ο Ντόναλντ Τραμπ υποστήριξε ψευδώς ότι μια φωτογραφία από συγκέντρωση της Κάμαλα Χάρις με πλήθος κόσμου ήταν προϊόν ΤΝ. Σύμφωνα με την αμερικανίδα δημοσιογράφο επρόκειτο «για έναν ισχυρισμό που έγινε απλώς και μόνο επειδή οι άνθρωποι μπορούσαν να τον πιστέψουν».
Αυτό είναι ακριβώς το σημείο όπου εστιάζει σε άρθρο του στο Domus o Φραντσέσκο Ντ’Ισα, συγγραφέας του βιβλίου «Η Αλγοριθμική Επανάσταση των Εικόνων», ώστε να αντικρούσει (εν μέρει) την απαισιοδοξία της Σάρα Τζονγκ. Αναφερόμενος στην περίπτωση του Κόναν Ντόιλ, ο ιταλός ψηφιακός καλλιτέχνης –εκτός από δημοσιογράφος και συγγραφέας– γράφει ότι πίστευε στα φωτομοντάζ των νεράιδων «όχι τόσο λόγω της αληθοφάνειάς τους, αλλά επειδή, ως εσωτεριστής, είχε την τάση να θέλει να πιστέψει».
Η ΤΝ σίγουρα καθιστά δυνατή τη δημιουργία deepfakes με ευκολότερο και πιο αξιόπιστο τρόπο, αλλά, όπως στην περίπτωση του «σταλινικού» ρετούς, «η αλήθεια των εικόνων δεν καθορίζεται από το οπτικό τους περιεχόμενο, αλλά από την αφήγηση που τις συνοδεύει και από την πηγή που τις νομιμοποιεί […] Ακόμη και στην εποχή του Photoshop και της ΤΝ, όσο κι αν μπορεί να πειραχτεί ή να παραχθεί μια εικόνα, μπορεί να αποκτήσει ισχύ μόνο εάν διαδοθεί από μια αξιόπιστη αρχή ή αν συνοδεύεται από ένα πιστευτό πλαίσιο και μια πειστική αφήγηση».
Αυτό, βέβαια, είναι εν μέρει μόνο καθησυχαστικό, αν λάβουμε υπόψη ότι στις ολοένα πιο πολωμένες κοινωνίες, στις ΗΠΑ αλλά όχι μόνο, οι πολίτες τείνουν να πιστεύουν πως η δική τους παράταξη λέει πάντα την αλήθεια ενώ η αντίπαλη λέει πάντα ψέματα.
«Η αστάθεια υπαγορεύεται από πολωτικές αφηγήσεις. Η σχέση μεταξύ παραποιημένων πληροφοριών και κοινωνικής αναταραχής είναι κεντρική» δήλωσε η Σαάντια Ζαχίντι, διευθύνουσα σύμβουλος του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, αναφερθείσα στη φετινή έκθεση του οργανισμού για τους παγκόσμιους κινδύνους, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει, όπως προαναφέρθηκε, η παραπληροφόρηση.
Ενα παράδειγμα που φέρνει ο Φραντσέσκο Ντ’Ισα επιβεβαιώνει τους φόβους: «Παρά τον εντυπωσιακό όγκο επιστημονικών δεδομένων, όπως δορυφορικές εικόνες, βίντεο ακραίων κλιματικών γεγονότων και εμπειρικά δεδομένα που καταδεικνύουν την εμφανή επιτάχυνση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, εξακολουθούν να υπάρχουν κινήματα που αρνούνται ή υποτιμούν το πρόβλημα. Η εμπιστοσύνη στην επιστήμη του κλίματος, η οποία υποστηρίζεται από πλήθος οπτικών και απτών δεδομένων, είναι σχεδόν ομόφωνη. Γιατί λοιπόν υπάρχει ακόμη ένα κοινό που αρνείται την κλιματική κρίση;» διερωτάται.
«Ο φόβος παίζει αναμφίβολα σημαντικό ρόλο, αλλά το ίδιο κάνουν και οι μεγάλες εταιρείες που συνδέονται με τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων και τις ομάδες οικονομικής πίεσης που έχουν επενδύσει τεράστιους πόρους για να δυσφημίσουν την επιστήμη του κλίματος, σπέρνοντας αμφιβολίες μέσω Μέσων πρόθυμων να συνεργαστούν. Δεν πρόκειται (απλώς) για ορισμένους συνωμοσιολογικούς ιστοτόπους. Οπως δηλώνουν πολλές έρευνες, είναι ακριβώς η φαινομενικά αξιόπιστη προέλευση αυτών των αφηγήσεων που τις καθιστά ισχυρές. Σε βίντεο με UFO σε μια σελίδα στο διαδίκτυο δεν θα δίναμε την ίδια σημασία που θα δίναμε αν τα βλέπαμε στις ειδήσεις ή σε μια γνωστή εφημερίδα – παρά την κρίση αξιοπιστίας των ΜΜΕ».
Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η Σάρα Τζονγκ είναι σαφές όσο και αποκαρδιωτικό: «We are fucked». Οσο για εκείνο του Φραντσέσκο Ντ’Ισα, «η πολλαπλότητα των πηγών πληροφόρησης και οι συνακόλουθες αντιαφηγήσεις δημιουργούν έναν κατακερματισμό που εμποδίζει τη διαμόρφωση μιας μαζικής συναίνεσης, αλλά αυτή εξακολουθεί να τείνει να σχηματίζεται γύρω από μεγάλους πόλους, όπως στο παρελθόν. Μια από τις πιο επιζήμιες θεωρίες συνωμοσίας στην Ιστορία, το κυνήγι των μαγισσών, εξαπλώθηκε στην Ευρώπη μεταξύ τέλους του Μεσαίωνα και αρχής της νεότερης εποχής, πολύ πριν τη φωτογραφία, την επεξεργασία φωτογραφιών, το Photoshop και την ΤΝ. Αν, όπως υποστηρίζει το The Verge, “we are fucked”, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς ότι το… παθαίναμε ανέκαθεν».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News