«Οι ΗΠΑ οδεύουν προς τη σοβαρότερη πολιτική και θεσμική κρίση τους από τον Εμφύλιο Πόλεμο, ενώ υπάρχουν εύλογες πιθανότητες κατά τα επόμενα τρία έως τέσσερα χρόνια να σημειωθούν περιστατικά μαζικής βίας, να καταρρεύσει η ομοσπονδιακή εξουσία και να διαιρεθεί η χώρα σε εμπόλεμους μπλε και κόκκινους (σ.σ.: τα χρώματα των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών) θύλακες».
Το κείμενο όπου ο Ρόμπερτ Κέιγκαν προβαίνει στην παραπάνω ζοφερή πρόβλεψη για την Αμερική αποτελεί περισσότερο μία σύντομη πραγματεία παρά ένα εκτενέστατο άρθρο. Δημοσιεύτηκε στην Washington Post και αξίζει να διαβαστεί με ιδιαίτερη προσοχή από την πρώτη έως την τελευταία παράγραφο.
Ο αμερικανός νεοσυντηρητικός πολιτικός επιστήμονας με ειδίκευση σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, συνεργάτης του Brookings Institution, είναι ένας πρώην Ρεπουμπλικάνος που εγκατέλειψε το κόμμα του το 2016, μετά την ανάληψη του προεδρικού χρίσματος από τον Ντόναλντ Τραμπ. Εξακολουθεί, ωστόσο, να ανησυχεί ιδιαίτερα για τις προθέσεις του αμερικανού πρώην προέδρου και κυρίως για το πώς προετοιμάζεται ήδη να πετύχει τον στόχο του, που δεν είναι άλλος από την ανάκτηση της εξουσίας.
Σίγουρη υποψηφιότητα
Το ότι θα είναι αυτός ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων στις προεδρικές εκλογές του 2024 θεωρείται, πλέον, δεδομένο. Ο Τραμπ προηγείται ξεκάθαρα στις δημοσκοπήσεις, ενώ έχει αρχίσει ήδη να καταστρώνει μία περισσότερο πολεμική παρά προεκλογική εκστρατεία.
Συγχρόνως, και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό, έχοντας την προσοχή τους στραμμένη στις ημέρες και τις εβδομάδες που θα ακολουθήσουν μετά τις εκλογές, «ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι συνεργάτες του προετοιμάζονται ενεργά για να διασφαλίσουν τη νίκη του με όποιο μέσο χρειαστεί. Οι κατηγορίες του Τραμπ περί απάτης στις εκλογές του 2020 αποσκοπούν τώρα κυρίως στο να δημιουργηθεί ένα προηγούμενο για την αμφισβήτηση μελλοντικών εκλογικών αποτελεσμάτων που δεν θα είναι αυτά που θέλει».
Ακριβώς τι, όμως, σημαίνει το «ενεργά» στην προκειμένη περίπτωση; Οτι οι κατηγορίες και οι φωνές περί «κλοπής των εκλογών» το 2020 αντικαταστάθηκαν από «μία οργανωμένη πανεθνική εκστρατεία με στόχο να εξασφαλιστεί ότι ο Τραμπ και οι υποστηρικτές του θα έχουν υπό τον έλεγχό τους πολιτειακούς και ομοσπονδιακούς εκλογικούς αξιωματούχους που δεν διέθεταν το 2020. Αυτοί οι απείθαρχοι Ρεπουμπλικάνοι πολιτειακοί αξιωματούχοι που έσωσαν τη χώρα από την καταστροφή, αρνούμενοι να καταγγείλουν ψευδώς νοθεία ή να “βρουν” περισσότερες ψήφους για τον Τραμπ, μετατίθενται συστηματικά ή εκδιώκονται από τις θέσεις τους. Ελεγχόμενα από τους Ρεπουμπλικάνους κοινοβούλια αποκτούν ολοένα μεγαλύτερο έλεγχο επί της διαδικασίας πιστοποίησης των εκλογικών αποτελεσμάτων. Από την περασμένη άνοιξη, οι Ρεπουμπλικάνοι κατέθεσαν ή ενέκριναν προτάσεις σε τουλάχιστον 16 πολιτείες με στόχο συγκεκριμένα εκλογικά όργανα να μην εποπτεύονται από τον κυβερνήτη, τον υπουργό Εσωτερικών ή άλλους αξιωματούχους της εκτελεστικής εξουσίας αλλά από τo νομοθετικό σώμα».
Κοντά στο πραξικόπημα
Και αυτό είναι το πιο κρίσιμο στοιχείο γιατί, σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Κέιγκαν, «ο Τραμπ έφτασε κοντά στο πραξικόπημα νωρίτερα κατά τη διάρκεια της χρονιάς. Απετράπη χάρη σε μια δράκα κρατικών αξιωματούχων με αξιοσημείωτο θάρρος και απόλυτη εντιμότητα και στην απροθυμία δύο γενικών εισαγγελέων και ενός αντιπροέδρου να υπακούσουν σε διαταγές που έκριναν ανάρμοστες. Δεν επρόκειτο, φυσικά, για το σύστημα “ελέγχων και ισορροπιών” που είχαν κατά νου οι εθνοπατέρες (των ΗΠΑ) όταν συνέτασσαν το Σύνταγμα, αλλά ο Τραμπ ανέδειξε την ακαταλληλότητα αυτών των δικλίδων ασφαλείας». Με λόγια απλά, το πραξικόπημα του Τραμπ και των υποστηρικτών του δεν ξετυλίχθηκε, όχι λόγω των αντοχών των δημοκρατικών θεσμών, αλλά της αντίστασης που προέβαλαν μερικοί άνθρωποι, τους οποίους ο προκάτοχος του Τζο Μπάιντεν και οι συνεργάτες του επιδιώκουν τώρα να αφοπλίσουν.
Οσον αφορά το πώς οι ΗΠΑ έφτασαν σε αυτό το σημείο, ο Ρόμπερτ Κέιγκαν επιρρίπτει ευθύνες και στους Ρεπουμπλικάνους και στους Δημοκρατικούς. «Το πολιτικό και πνευματικό κατεστημένο σε αμφότερα τα κόμματα υποτιμά τον Τραμπ από τότε που εμφανίστηκε στο προσκήνιο το 2015. Υποτίμησαν το εύρος της δημοτικότητάς του και την επιρροή που ασκεί στους οπαδούς του. Υποτίμησαν την ικανότητά του να κερδίσει τον έλεγχο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και στη συνέχεια υποτίμησαν πόσο μακριά ήταν διατεθειμένος να φτάσει για να παραμείνει στην εξουσία».
Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν πρέπει να προκαλεί μεγάλη εντύπωση, γιατί, καλώς ή κακώς, «όπως συνέβη συχνά σε άλλες χώρες όπου εμφανίζονται φασίστες ηγέτες, οι εν δυνάμει αντίπαλοι παραλύουν στο πλαίσιο της σύγχυσης και της έκπληξης που προκαλεί αυτός ο χαρισματικός αυταρχισμός».
Η ευθύνη του κόμματος
Oμως ο Κέιγκαν βάλλει κυρίως κατά των Ρεπουμπλικάνων. Κατηγορεί το πρώην κόμμα του ότι «γέννησε και ανάθρεψε το κίνημα» των υποστηρικτών του Τραμπ και θεωρεί πως φέρει την απόλυτη ευθύνη για «τη δημιουργία των συνθηκών που επέτρεψαν στον Τραμπ να κερδίσει την αφοσίωση του 90% των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων. Οι Ρεπουμπλικάνοι ηγέτες ήταν περισσότερο από πρόθυμοι να αποδεχτούν την επιρροή του Τραμπ, εάν αυτό σήμαινε ότι θα ανταμείβονταν με εκατοντάδες συντηρητικούς διορισμούς στα δικαστήρια, περιλαμβανομένων και τριών μελών του Ανώτατου Δικαστηρίου, περικοπές φόρων, περιορισμούς στη μετανάστευση και δραστική μείωση των ελέγχων για τις επιχειρήσεις», εξηγεί.
Στην πραγματεία του ο Κέιγκαν συνθέτει και το πορτρέτο του όχλου που εισέβαλε στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου του 2021. Παρότι μέλη παραστρατιωτικών οργανώσεων και υπέρμαχοι της υπεροχής της λευκής φυλής συμμετείχαν στην επίθεση, «το 90% των συλληφθέντων ή των κατηγορούμενων δεν είχε σχέση με τέτοιες ομάδες. Η πλειονότητα ήταν μέλη της μεσαίας τάξης και μεσήλικες […] φυσιολογικοί άνθρωποι με την έννοια ότι σκέφτονται και συμπεριφέρονται όπως σκέφτονται και συμπεριφέρονται οι άνθρωποι εδώ και αιώνες. Εμπιστεύονται την οικογένειά, τη φυλή, τη θρησκεία και τη ράτσα. Παρότι προασπίζονται με ζήλο τα δικά τους δικαιώματα και ελευθερίες, ενδιαφέρονται λιγότερο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες όλων όσοι δεν τους μοιάζουν. Αυτό επίσης δεν είναι ασυνήθιστο. Το αφύσικο είναι να υπολογίζουμε τα δικαιώματα όλων όσοι διαφέρουν από εμάς όσο υπολογίζουμε και τα δικά μας δικαιώματα […] Πρόκειται περί αυτού που οι εθνοπατέρες εννοούσαν με τον όρο “ρεπουμπλικανική αρετή”, μια αγάπη για την ελευθερία, όχι μόνο ως ατομικό αλλά και ως αφηρημένο, καθολικό αγαθό, μια αγάπη για την αυτοδιακυβέρνηση ως ιδανικό, μια δέσμευση για συμμόρφωση σε νόμους που εγκρίνονται μέσω νόμιμων δημοκρατικών διαδικασιών και ένας υγιής φόβος και εγρήγορση ενάντια σε κάθε μορφή τυραννίας», υπενθυμίζει ο Κέιγκαν.
Θεσμική κρίση
Με γνώμονα την εν λόγω «ρεπουμπλικανική αρετή» μετά τα ανείπωτα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου αντέδρασαν επτά Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές, καθώς εναντιώθηκαν ανοιχτά στον Ντόναλντ Τραμπ, ψηφίζοντας, μάλιστα, υπέρ της καταδίκης του για υποκίνηση σε εξέγερση. Η εναντίωσή τους, ωστόσο, ήταν εξ ολοκλήρου συμβολική, γιατί εξακολουθούν να μη συνεργάζονται με τους Δημοκρατικούς ομολόγους τους, ώστε να εξασφαλιστεί ότι σε τρία χρόνια δεν θα συμβεί ξανά κάτι παρόμοιο.
«Βρισκόμαστε ήδη σε θεσμική κρίση. Η κατάλυση της Δημοκρατίας ενδέχεται να μην επέλθει πριν από τον Νοέμβριο του 2024. Αλλά κρίσιμα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση πραγματοποιούνται ήδη. Σε λίγο περισσότερο από ένα χρόνο (εάν οι Ρεπουμπλικάνοι κερδίσουν την πλειοψηφία στη Βουλή και στη Γερουσία) μπορεί να καταστεί αδύνατη η ψήφιση νόμων για την προστασία της εκλογικής διαδικασίας το 2024. Τώρα είναι αδύνατο μόνον επειδή οι Ρεπουμπλικάνοι που εναντιώνονται στον Τραμπ αλλά και μερικοί Δημοκρατικοί, αρνούνται να πειράξουν τον θεσμό του filibuster (σ.σ.: πολιτική κωλυσιεργία μέσω μαραθώνιων αγορεύσεων). Είναι αδύνατο γιατί, παρά τα όσα έγιναν, κάποιοι άνθρωποι θέλουν ακόμα να είναι καλοί Ρεπουμπλικάνοι παρόλο που εναντιώνονται στον Τραμπ. Αυτές οι αποφάσεις δεν θα αποδειχθούν ορθές, καθώς η χώρα θα κατρακυλά στην απόλυτη κρίση. Δεν είναι αδύνατο οι πολιτικοί να κάνουν αυτό το άλμα […] οι Δημοκρατικοί πρέπει να παράσχουν στους Ρεπουμπλικάνους που εναντιώνονται στον Τραμπ μία ευκαιρία, ούτως ώστε να κάνουν το σωστό. Διερωτάται κανείς εάν οι πολιτικοί, σε αμφότερα τα κόμματα, έχουν τα κότσια να προβούν σε τόσο τολμηρές κινήσεις, τη διορατικότητα να προβλέψουν την πορεία των εξελίξεων και το θάρρος να κάνουν ό,τι χρειάζεται για τη σωτηρία του δημοκρατικού συστήματος. Εάν αυτό είναι συνώνυμο της πολιτικής αυτοκτονίας για αυτή τη δράκα Ρεπουμπλικάνων, δεν θα ήταν καλύτερο για αυτούς να βγουν έξω και να παλέψουν για τη Δημοκρατία αντί να διαφύγουν σιωπηλά μέσα στη νύχτα;», διερωτάται με νόημα ο Ρόμπερτ Κέιγκαν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News