Πάμε στο Βυζαντινό Μουσείο; Κυριακή πρωί, με ζέστη και ο κόσμος έχει ξεχυθεί στις παραλίες.
Η Λεωφόρος Κηφισίας άδεια. Απόσταση Κηφισιά-Kέντρο μόλις 20 λεπτά. Και θέση στάθμευσης στη Γενναδίου. Δώρο!
Η Βασιλίσσης Σοφίας δεν θυμίζει σε τίποτα την κίνηση των καθημερινών, η οποία κρατά ακόμα και στο τέλος Ιουνίου.
Περπατώντας κατά μήκος της, φθάνουμε στην είσοδο. Στην είσοδο της Villa Ilissia, όπως είναι σκαλισμένο στο μάρμαρο, περιμετρικά της καμάρας. Ή, πιο συγκεκριμένα, της έπαυλης που έκτισε το 1848 η Δούκισσα της Πλακεντίας για χειμερινή της κατοικία.
Η καμάρα οδηγεί στον υπέροχο προαύλιο κήπο, ο οποίος περιβάλλεται από τα κτίρια. Αυτά που από το 1930 στεγάζουν το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Μια όαση αισθητικής και γαλήνης σε ένα τόσο κεντρικό σημείο της πόλης. Οι «Κήποι» συνεχίζουν και από την άλλη πλευρά του κεντρικού κτιρίου. «Βλέπουν» προς της Λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου. Στα αριστερά, συνορεύουν με το Πολεμικό Μουσείο, στα δεξιά με το Ωδείο Αθηνών.
Κατεβαίνοντας την επιβλητική σκάλα, απλώνεται μπροστά σου μια καταπράσινη έκταση. Ένας διάδρομος διαγράφει την περίμετρο, για να περάσεις από τρεις σταθμούς: τη Φρεατο-δεξαμενή, που αφορά στην ύδρευση της Αθήνας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, τον Παράδεισο, με τις βυζαντινές αντιλήψεις για την επίγεια και τη μετά θάνατον ζωή και τον Ιλισσό, την εξέλιξη του παριλίσσιου τοπίου από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Αν και ο χώρος γοητεύει και κεντρίζει το ενδιαφέρον, χάρη στα υπαίθρια εκθέματα, είναι φανερό ότι στην παρούσα φάση έχει καθυστερήσει η φροντίδα ενός κηπουρού. Το πράσινο έχει «αγριέψει», τα βάτα και το χορτάρι έχουν φουντώσει, δίνοντας την εικόνα μιας ελεύθερης υπαίθρου. Διαφορετική από την επιμελημένη στον προαύλιο κήπο της εισόδου. Η έκταση εδώ είναι πολύ μεγαλύτερη.
Επιστρέφοντας προς το κτίριο, τα τραπέζια του καφέ – εστιατορίου που λειτουργεί στον εξωτερικό χώρο του μουσείου, είναι γεμάτα με κόσμο.
Είναι πια μεσημέρι. Υπάρχει ακόμα χρόνος να μπούμε στο μουσείο. Κλείνει στις 4 μμ. Εισιτήριο από το κεντρικό κτίριο και στη συνέχεια η είσοδος είναι στο πλάι δεξιά. Στους τοίχους είναι αναρτημένοι χάρτες και ένα επεξηγηματικό κείμενο στα ελληνικά και στα αγγλικά για την εξέλιξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, από την αρχαιότητα έως τη βυζαντινή εποχή.
Αυτή είναι και η σειρά παράθεσης των εκθεμάτων στην πρώτη αίθουσα του ισογείου, την οποία διαδέχονται επίπεδα που κατεβαίνουν ορόφους. Ο χώρος της μόνιμης έκθεσης είναι φανερό ότι εξωραΐστηκε. Είναι προσεγμένος, με φωτισμό συνολικό και επιμέρους, σύγχρονη αισθητική, εξοπλισμό και άρτια επεξηγηματικές πινακίδες, λειτουργεί υποστηρικτικά στον επισκέπτη που ακολουθεί την αλληλουχία των ιστορικά τοποθετημένων ευρημάτων. Συνθέτοντας μια εμπειρία θετική τόσο ως προς τη γνώση που λαμβάνει, αλλά και την αίσθηση στον χώρο.
Τα ευρήματα, οικιακά σκεύη, κοσμήματα, νομίσματα, χιτώνες, ψηφιδωτά, μαρμάρινα επιστήλια, οδηγούν στην αίθουσα με τις χριστιανικές εικόνες. Δίπλα, μια κορδέλα «κόβει» τη συνέχεια προς την αίθουσα με τις τοιχογραφίες.
«Είναι μεγάλη η αίθουσα που χωρίζει η κορδέλα;», ρωτάω λίγο αργότερα κάποιον υπεύθυνο. «Είναι πάνω από το μισό μουσείο», μου απαντά. «Είναι κλειστή για συντήρηση;», ρωτάω ξανά. «Είναι κλειστή λόγω έλλειψης προσωπικού. Δεν θα ανοίξει», αποκρίνεται. «Δεν έχουν προσληφθεί εποχικοί και το προσωπικό φύλαξης πρέπει να φύγει με άδεια», εξηγεί.
Η περιήγηση έχει τελειώσει.
Βγαίνοντας, διαβάζω στην πινακίδα: Το έργο «Επανέκθεση, Εξοπλισμός & Εκσυγχρονισμός Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου» συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης) και το Ελληνικό Δημόσιο (Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού).
Η είσοδος στο Βυζαντινό Μουσείο είναι 4 ευρώ από 1 Νοεμβρίου έως 31 Μαρτίου και 8 ευρώ από 1 Απριλίου έως 31 Οκτωβρίου.
Δύο παρά και η Βασιλίσσης Σοφίας εξακολουθεί να είναι ασυνήθιστα άδεια. Ολοι είναι στις παραλίες ή σε κάποιο φαγητό.
Περπατάω προς το αυτοκίνητο και σκέφτομαι πόσο όμορφα ήταν αυτά που είδα νωρίτερα. Πώς μια πύλη στο φαρδύ πεζοδρόμιο της αστικής λεωφόρου με οδήγησε σε ένα καταφύγιο πολιτισμού και φύσης. Πόσο αυτά που είδα μου καλλιέργησαν το πνεύμα, μου πρόσφεραν ερεθίσματα και εικόνες.
Αλλά και πόσο με απογοήτευσε η μοναξιά τους. Αυτή η μοναξιά, άλλοτε επειδή οι κήποι ξεχάστηκαν να φροντιστούν και άλλοτε επειδή τα εκθέματα απομονώθηκαν από μια κορδέλα. Αλλά και η μοναξιά η δική μου καθώς περπατούσα ανάμεσά τους. Μια και στην αίθουσα μετριόμασταν στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Ναι, το Βυζαντινό Μουσείο δεν είναι το Μουσείο της Ακρόπολης, με τα σχεδόν δύο εκατομμύρια επισκέπτες τον χρόνο. Δεν είναι ούτε το Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο ακολουθεί με 642.000 επισκέπτες το 2023, παρά την εξαιρετική συλλογή των ευρημάτων που φιλοξενεί τόσο στις αίθουσες, όσο και στις αποθήκες του.
Είναι όμως ένα μουσείο σε έναν υπέροχο χώρο, ο οποίος αν μη τι άλλο ευεργετεί πνεύμα και ψυχή όταν το επισκέπτεσαι. Και σε αυτή την περίπτωση ο επισκέπτης δεν είναι ανάγκη να είναι ένας ξένος που ήρθε στην Αθήνα για city-break, ή stop over πριν από τα νησιά, ή με ένα κρουαζιερόπλοιο.
Είναι ένα μουσείο, όπως και πολλά άλλα θα μπορούσαν, το οποίο μπορεί να λειτουργήσει και να δράσει ολιστικά και ευρύτερα ως οντότητα πολιτισμού μέσα στον ιστό μιας πολύβουης πόλης. Χάρη και στον περιβάλλοντα χώρο του, ο οποίος έχει καθημερινή ζωή. Προσελκύοντας τον καθημερινό επισκέπτη και κάτοικο της πόλης αυτής ταυτόχρονα, να περιηγηθεί και στο εσωτερικό του μουσείου. Αρκεί αυτό να μην περιορίζεται εκ προοιμίου.
Αν ο πολιτισμός, η τέχνη, εξευγενίζει τον άνθρωπο, σήμερα είναι πιο απαραίτητος από ποτέ. Όχι μόνο ως σύμβολο, αλλά ως παρουσία στη ζωή του. Για τον άνθρωπο που κατοικεί στην Αθήνα και ασφυκτιά ανάμεσα σε μια μποτιλιαρισμένη διαδρομή και το τσιμέντο που τον περιβάλλει, ο πολιτισμός είναι διέξοδος.
Ο πολιτισμός, χωροθετημένος ως τόπος και ζωντανό μέρος αυτής της καθημερινότητας. Ενας τόπος όπου ο πολίτης θα αναζητήσει διαφυγή από τους ρυθμούς της ημέρας του, έστω και για λίγα λεπτά. Νιώθοντας ότι έτσι αναβαθμίζει και την ποιότητα της.
Γιατί η Ακρόπολη μπορεί να δεσπόζει πάνω από την Αθήνα και να δέχεται χιλιάδες επισκέπτες καθημερινά. Αποτελεί ένα μείζον πολιτιστικό περιουσιακό στοιχείο το οποίο κεφαλαιοποιείται. Όπως και τόσα άλλα.
Ο πολιτισμός όμως, αν μη τι άλλο, μας αφορά όλους και διαρκώς. Και η πρόσβαση σε αυτόν μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα διάλειμμα μιας καταιγιστικής ημέρας. Όχι προγραμματισμένα, αλλά αυθόρμητα, ανοιχτά, διαθέσιμα.
Σε μία πόλη, η οποία είναι χτισμένη πάνω σε χιλιετίες πολιτισμού, με τόσα ευρήματα να έρχονται στο φως με κάθε σκαπτικό εγχείρημα, είναι δεκάδες τα σημεία που βρίσκονται δίπλα μας.
Αρκεί να τα «δούμε» και να «φανούν».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News