Αν τα παπούτσια είναι το απόλυτο αντικείμενο του πόθου για μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων, βασικά γυναικών, τότε για μια άλλη μερίδα, η οποία ταυτίζεται με μεγάλο κομμάτι της πρώτης, εξίσου απόλυτα ποθητό αξεσουάρ είναι και η τσάντα. Το ξέρετε, έτσι δεν είναι; Κι αν έχετε «λιώσει» από επιθυμία έξω από μια βιτρίνα με πανάκριβα δερμάτινα είδη, κι αν έχετε ενδώσει στον πειρασμό μιας Birkin, μιας Prada ή μιας Louis Vuitton, είναι απόλυτα κατανοητό, συμβαίνει σε αναρίθμητες γυναίκες ετούτου του πλανήτη. Μη μετανοείτε…
Αν, πάλι, στο σπίτι προκύψει μια κόντρα οικογενειακή για το μεγάλο έξοδο, δεν έχετε παρά να απαντήσετε όπως η Εμα Κουκ στον σύζυγό της: «Του αρέσει να μου υπενθυμίζει ότι η τσάντα μου έχει κοστίσει περισσότερο από το αγαπημένο του ποδήλατο, με το οποίο πηγαίνει καθημερινά στη δουλειά του», γράφει στον Guardian, και εκείνη του εξηγεί «αργά και υπομονετικά» ότι η τσάντα της «δεν είναι απλώς ένα ωραίο αντικείμενο, αλλά μια πρακτική μορφή μεταφοράς για τα υπάρχοντά μου, ο τρόπος μου να ταξιδεύω στον κόσμο και να παίρνω μαζί μου ό,τι έχει μεγαλύτερη σημασία για μένα».
Η αλήθεια είναι ότι για να εκτιμήσει κανείς πραγματικά μια τσάντα, χρειάζεται να κοιτάξει πέρα από την επιφάνεια της –όσο προκλητική κι αν είναι αυτή– να δει πώς είναι το εσωτερικό της και με ποιον τρόπο αυτό το «από μέσα» διαμορφώνει και καθορίζει εκείνον ή εκείνη που την ποθεί ή την έχει.
Αυτό ακριβώς το επιχείρημα, άλλωστε, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας εντυπωσιακής έκθεσης, που πρόκειται να εγκαινιαστεί τον επόμενο μήνα στο μουσείο V & A του Λονδίνου, με τίτλο «Bags: Inside Out» («Τσάντες: Μέσα-εξω»), παρουσιάζοντας –από την Asprey της Μάργκαρετ Θάτσερ μέχρι τη Fendi της Κάρι Μπράντσο του «Sex and the City»– όλα όσα έχουν επιλέξει οι κάτοχοί τους να μεταφέρουν μαζί τους εδώ και αιώνες.
«Συνήθως βλέπουμε τις τσάντες όταν είναι κλειστές, αλλά εγώ θέλω να δω το εσωτερικό τους», λέει η επιμελήτρια της έκθεσης, Λουτσία Σάβι. Και επισημαίνει ότι ενώ δίνεται μεγάλη προσοχή στο εξωτερικό μιας τσάντας, στο design της, το status και, αναπόφευκτα, στην τιμή της, δεν γίνεται σχεδόν κανένας έλεγχος στην πλούσια και σύνθετη εσωτερική ζωή και την ένταση της σχέσης κατόχου και τσάντας. «Μόνο όταν φεύγετε από το σπίτι, αποφασίζετε τι είναι σημαντικό για σας, αυτά τα πράγματα που επιλέγετε να μεταφέρετε μαζί σας σάς καθορίζουν», λέει.
Σύμφωνα με τη Σάβι, τη δεκαετία του 1740, όταν μια γυναίκα έβγαινε από το σπίτι της, επέλεγε συνήθως να πάρει μαζί της ένα ρολόι, μια ταμπακιέρα, χρήματα, κοσμήματα και ίσως φαγητό. Και τα κουβαλούσε σε θήκες δεμένες γύρω από τη μέση της, προσβάσιμες μέσα από ανοίγματα στις ραφές του κρινολίνου της (άκαμπτο εσώρουχο από σκληρό ύφασμα που φορούσαν μέσα από το φόρεμα ή τη φούστα τους).
Περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 1863, στα προσωπικά αντικείμενα που κουβαλούσε μαζί της μπορεί να είχε προσθέσει και ψαλίδι, πορτοφόλι, δαχτυλήθρα, ένα σημειωματάριο-μινιατούρα και μεγεθυντικό φακό, τοποθετημένα ένα ένα μέσα σε μια σειρά από πορτοφολάκια περασμένα σε μια αλυσίδα που κρεμόταν εμφανώς από τη μέση της. «Ηταν σύμβολο status», λέει η Σάβι, συμπληρώνοντας ότι υπάρχουν αναφορές από την ίδια εποχή για πορτοφολάδες που έκοβαν τις κορδέλες και τις έκλεβαν. «Είναι τα πρώτα σημάδια που βλέπουμε για την προσοχή που δίνεται σε γυναίκες οι οποίες μεταφέρουν προσωπικά αντικείμενα».
Περίπου τρεις αιώνες αργότερα, αυτά που πολλές γυναίκες μεταφέρουν στις τσάντες τους παραμένουν εντυπωσιακά αμετάβλητα. Μια φίλη της Εμα Κουκ παραθέτει αναλυτικά στη δημοσιογράφο το περιεχόμενο της τσάντας της: «Ενα βιβλίο, καλλυντικά, κινητό, κλειδιά, γυαλιά πρεσβυωπίας, δεύτερους φακούς επαφής και οφθαλμικές σταγόνες, τρόφιμα πρώτης ανάγκης (μπανάνα, συμπληρώματα διατροφής και μερικές φορές ένα μικρό φιαλίδιο με γάλα σόγιας), παρακεταμόλη, ομπρέλα, πορτοφόλι, γραμματόσημα, πιστωτικές και άλλες κάρτες, ένα μικρό kit ραπτικής ή / και αυτοκόλλητη ταινία ρούχων, εφεδρικά καλσόν / κάλτσες, άρωμα». Αν προσθέσουμε, τώρα, και αντισηπτικά μαντιλάκια και τζελ, θα μπορούσε να είναι και η δική μου ή η δική σας τσάντα. Ετσι δεν είναι;
«Το περιεχόμενο είναι πολύ σημαντικό», τονίζει η Σάβι, «Οταν εμφανίστηκαν τα χαρτονομίσματα, έπρεπε να είναι συμβατές και οι τσάντες, τουλάχιστον μεγαλύτερες από ένα χαρτονόμισμα των πέντε λιρών». Τώρα πια, όμως, έχουμε κάρτες, και το design υπαγορεύεται βασικά από το μέγεθος του κινητού: «Κανείς δεν θα δημιουργήσει μια τσάντα μέσα στην οποία δεν θα χωράει το μεγαλύτερο κινητό της αγοράς». Το κινητό είναι το σκληρό «νόμισμα» της εποχής μας, το οποίο έχει διαμορφώσει και τις τσάντες περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο προσωπικό αντικείμενο.
Καλύτερη απόδειξη δεν υπάρχει από την τάση των micro bags, τις μικροσκοπικές τσάντες που έκαναν την εμφάνισή τους στις πασαρέλες το 2018. Ισως αυτή η συρρικνωμένη τσάντα είναι το πιο ισχυρό σύμβολο μιας κοινωνίας χωρίς μετρητά. Η Λουτσία Σάβι, όμως, δεν συμφωνεί: «Δεν είναι κάτι καινούργιο. Το πορτοφόλι-βάτραχος του 1600, με την περίπλοκη κατασκευή από μετάξι και γυάλινες χάντρες, έχει το μέγεθος του χεριού και είναι πραγματικά η μικροσκοπική τσάντα τού σήμερα».
Πιο εκπληκτικό θεωρεί ότι είναι το πώς οι πιο συνηθισμένες τσάντες μπορούν να αποκαλύψουν κάτι για μας. «Είναι ένα “άγραφο χαρτί” που μπορεί να μας πει πολλά πράγματα: για το status κάποιου, για τις πεποιθήσεις του» υποστηρίζει η αγγλίδα ιστορικός τέχνης. Και δεν κρύβει τον ενθουσιασμό της για το γεγονός ότι η έκθεση αγκαλιάζει τις τσάντες και τις αποσκευές γενικότερα σε όλη τους τη δόξα και όχι μόνο τις γυναικείες εκδοχές τους.
Ανάμεσα στα εκθέματα, βρίσκεται ακόμη και το despatch box (κουτί μεταφοράς ευαίσθητων εγγράφων του Βρετανικού Κοινοβουλίου) του Ουίνστον Τσόρτσιλ, καθώς και άλλες ανδρικές τσάντες. Οι βαλίτσες, εξάλλου, δημιουργήθηκαν για τους άνδρες: ο Louis Vuitton άρχισε να κατασκευάζει πολυτελείς αποσκευές από δέρμα για ταξίδια με άλογα, κατόπιν με τρένα και στη συνέχεια με αεροπλάνα. Και ο Hermès ξεκίνησε με είδη ιππασίας και εξακολουθεί να χρησιμοποιεί τις ίδιες τεχνικές στη ραφή τους, μας πληροφορεί η Σάβι.
Μια τσάντα βάζει, επίσης, τα όρια ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό χώρο. Εχετε δει ποτέ άδεια τσάντα πεταμένη στον δρόμο ύστερα από κλοπή; «Τότε το βλέπει κανείς ως πραγματική βεβήλωση, πράξη βίας εναντίον ενός ανθρώπου», λέει στον Guardian η Αλισον Μπάνκροφτ, θεωρητικός της μόδας και συγγραφέας του βιβλίου «Fashion and Psychoanalysis».
Μπορεί όμως επίσης να γίνει όχημα ελευθερίας, όπως η βαλίτσα της Εμιλι Μπούσμπι Γκρίγκσμπι, κοσμικής Αμερικανίδας του 1900: η Lοuis Vuitton βαλίτσα της, γεμάτη ετικέτες από όλα τα ταξίδια που είχε κάνει, ήταν τελικά ένα υπέροχο αναμνηστικό. Γιατί όχι;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News