Γίνεται να μην είναι σημαντική μια εκλογική αναμέτρηση για την προεδρία των ΗΠΑ; Σύμφωνα με τον Τζάναν Γκανές, αρθρογράφο
«Εάν ο Ντόναλντ Τραμπ ηττηθεί, υπάρχει η (υποτιμημένη) πιθανότητα η Αμερική και η πολιτική της να σταθεροποιηθούν για μια γενιά», απαντά ο αρθρογράφος. Προσθέτει πως αυτό δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ «θα γίνουν Λουξεμβούργο», καθώς η πόλωση θα συνεχιστεί. Αλλά αποτελεί γεγονός ότι η αντίληψη πως ο τραμπισμός θα ξεπεράσει τον Τραμπ, ότι ο πρώην και πιθανώς μελλοντικός πρόεδρος των ΗΠΑ είναι «απλώς το πρόσωπο και η φωνή βαθύτερων κοινωνικών δυνάμεων που είναι ικανές να κλονίζουν τη δημοκρατία επί δεκαετίες» είναι πολύ λιγότερο ισχυρή σε σχέση με πριν από μια τετραετία.
Λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών από την αρχή του έτους έως σήμερα, ο Γκανές κρίνει πως «ο αμερικανικός λαϊκισμός θα δυσκολευτεί τρομερά να αντικαταστήσει τον Τραμπ».
Οσο για τους πιθανούς αντικαταστάτες του σε περίπτωση ήττας του στις εκλογές, ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις αναγκάστηκε τον περασμένο Ιανουάριο να αποσυρθεί από την κούρσα για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, έχοντας ποσοστά τόσο χαμηλά, που δεν ήταν σε θέση ούτε καν να υπαινιχθεί ότι θα μπορούσε να δοκιμάσει ξανά την τύχη του ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2028.
Και ο Τζέι Ντι Βανς αναδείχθηκε μεν υποψήφιος αντιπρόεδρος και «κληρονόμος» του κινήματος Maga, όμως ο Γκανές αμφιβάλλει αν διαθέτεει τα απαραίτητα προσόντα για να διαδεχθεί τον Τραμπ, ενώ κρίνει ότι και το άστρο του Βιβέκ Ραμασουάμι έχει αρχίσει να δύει. Και άλλοι που θα μπορούσαν να αναδειχθούν στο μέλλον, όπως ο Τάκερ Κάρλσον, θα αντιμετωπίσουν το ίδιο πρόβλημα: ότι ο Τραμπ «διαθέτει σχεδόν μοναδικές πολιτικές υπερδυνάμεις» υποστηρίζει ο αρθρογράφος των Financial Times.
Η πιο έκδηλη από τις εν λόγω –τρεις συνολικά– υπερδυνάμεις του Τραμπ είναι η «στόφα του σταρ». «Σε οποιαδήποτε χώρα, ένας-δύο πολιτικοί ανά γενιά την έχουν, ενίοτε μάλιστα κανένας. Με τους δικούς της όρους, χωρίς την παρουσία ενός χαρισματικού ηγέτη που αποσπά την προσοχή, η πλατφόρμα της σκληρής Δεξιάς είναι πολύ ακραία» γράφει ο Γκανές.
«Επειτα, υπάρχει αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε “συναισθηματικό βυθισμένο κόστος”. Για τους ψηφοφόρους που αφοσιώθηκαν στον Τραμπ γύρω στο 2016 και κατέβαλαν για αυτό ένα τίμημα μεταξύ φίλων, συγγενών και συνεργατών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η εγκατάλειψή του αποτελεί προσωπική ήττα. (Ομως) ένας νέος ηγέτης, όσο πιστός κι αν είναι στις ιδέες του (Τραμπ), δεν μπορεί απλώς να κληρονομήσει αυτή την υποστήριξη» προσθέτει.
Το τελευταίο και πιο αντι-λογικό από τα πλεονεκτήματα του Ντόναλντ Τραμπ είναι «η αντιληπτή ανικανότητά του. Μερικοί Ρεπουμπλικανοί λένε στον εαυτό τους ότι είναι πολύ αδρανής και χαοτικός ώστε να κάνει ανεπανόρθωτη ζημιά – και μέχρι την 6η Ιανουαρίου του 2021 αυτό, εν μέρει, ίσχυε. Ενας πολιτικός που θα συνδύαζε τραμπικές απόψεις με επιχειρησιακές ικανότητες θα έχανε αλλά και θα κέρδιζε υποστήριξη, θα τρόμαζε αλλά και θα εντυπωσίαζε».
Ο Γκανές εξηγεί ότι το σημαντικό όσον αφορά αυτό το τρίτο ατού του Τραμπ είναι η «ασημαντότητα των ιδεών». Κρίνει ότι το συγκλονιστικό με αυτόν δεν ήταν ποτέ θα ότι μπορούσε να «πυροβολήσει κάποιον» στον δρόμο χωρίς να χάσει υποστηρικτές, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος. Πολλοί δημαγωγοί στο παρελθόν θα μπορούσαν να είχαν ισχυριστεί κάτι αντίστοιχο.
Το εντυπωσιακό με τον Τραμπ είναι ότι μπορεί να ακολουθήσει σχεδόν οποιαδήποτε γραμμή για σχεδόν οποιοδήποτε θέμα (η μετανάστευση μπορεί να είναι η μοναδική εξαίρεση, σύμφωνα με τον Γκανές) χωρίς να χάσει υποστηρικτές. «Η δικτατορία στη δεκαετία του 1930, ανέκαθεν ο λάθος φακός για την ανάλυση του Τραμπ, αφορούσε κάτι: τον κομμουνισμό, τον αλυτρωτισμό, κ.ο.κ. Το φαινόμενο Τραμπ είναι πολύ λιγότερο δογματικό και πολύ λιγότερο μεταβιβάσιμο σε άλλο ηγέτη» συνοψίζει ο δημοσιογράφος των Financial Times.
Ο Γκανές γράφει, ακόμα, ότι δεν θα μπορούσε κάποιος να στηρίξει μπροστά σε μια εκλεκτή παρέα την πιθανότητα σταθεροποίησης μετά την αποχώρηση του Τραμπ από το προσκήνιο δίχως να ακουστεί αδαής: «Οι Δυτικές ελίτ δεν είναι μαρξιστικές, αν αυτό σημαίνει ανυπόμονες για το τέλος του καπιταλισμού, αλλά είναι μαρξικές, καθώς η άποψή τους για το τι κάνει τον κόσμο να γυρίζει τείνει να αποδυναμώνει τα άτομα: μεγαλύτερες δυνάμεις προορίζονται να είναι κυρίαρχες. Ενας πολιτισμός στον οποίο είναι φυσιολογικό να αναφερόμαστε στη “λάθος πλευρά της Ιστορίας” […] πιστεύει σιωπηρά ότι τα γεγονότα έχουν ήδη γραφτεί κατά το ήμισυ» εξηγεί.
Τι ισχύει, όμως, στην πραγματικότητα όσον αφορά τον Τραμπ; Υπήρξε η άνοδος του στην εξουσία ένα προσωπικό κατόρθωμα ή απλώς μια ιστορική κατάληξη έπειτα από δεκαετίες αποβιομηχάνισης, εισροής μεταναστών και άλλων προκλήσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια εκλογική ανατροπή; «Και τα δύο, αναμφίβολα» απαντά ο Γκανές, καθώς «χρειάζεται ένα ιδιαίτερο άτομο, που θα αξιοποιήσει τις διαρθρωτικές τάσεις. Η άνοδος του λαϊκισμού σε άλλες δημοκρατίες υποδηλώνει ότι κάτι βαθύτερο επιδρά. Εν τέλει, όμως, ειδικά σε ένα προεδρικό σύστημα, ο καταλύτης είναι το άτομο, και οι αμερικανοί λαϊκιστές δεν διακρίνουν ένα τέτοιο άτομο στον ορίζοντα».
Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του, θυμίζει πως οι συντηρητικοί ψηφοφόροι που απεχθάνονται τον Τραμπ είναι πολλοί. Είναι, ωστόσο, απρόθυμοι να ψηφίσουν την Κάμαλα Χάρις. Οπότε, απευθυνόμενοι σε αυτούς, οι Δημοκρατικοί θα πρέπει να αποπειραθούν να τους πείσουν, όχι τόσο για τα προσόντα της υποψήφιας προέδρου τους, όσο για το ότι σε περίπτωση δικής της επικράτησης και ήττας του Τραμπ, το έπαθλο δεν θα είναι μόνο τέσσερα χρόνια ανακούφισης για τη δημοκρατία, αλλά πολλά περισσότερα. «Iσως ένας άλλος Τραμπ να είναι αναπόφευκτος. Αλλά οι ψηφοφόροι μπορούν να υποχρεώσουν την Ιστορία να πάει εκείνη να τον βρει» καταλήγει ο Τζάναν Γκανές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News