Μόλις άρχισε η νέα χρονιά και ελάχιστοι είναι εκείνοι που τολμούν να προβλέψουν πώς θα εξελιχθεί, δεδομένης της χαοτικής κατάστασης που επικρατεί στον κόσμο, ειδικά στον Δυτικό, εξαιτίας της πανδημίας φυσικά.
Πέρα, όμως, από το ότι η ανθρωπότητα εξακολουθεί να βρίσκεται στο έλεος του κορονοïού, γνωρίζουμε ήδη πως η αμερικανική είναι η πιο ισχυρή αλλά και η πιο διχασμένη πολιτικά και άνιση οικονομικά από τις βιομηχανοποιημένες δημοκρατίες της Δύσης.
Γνωρίζουμε επίσης ότι ο πιο ισχυρός αντίπαλος των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή είναι η Κίνα του κρατικού καπιταλισμού, της τεχνολογικής επιτήρησης και του αυταρχισμού, μια πανίσχυρη χώρα την οποία εμπιστεύονται ολοένα και λιγότερο τα περισσότερα από τα μέλη της Ομάδας των Είκοσι (G20).
Γεγονός αποτελεί επίσης ότι η Ιαπωνία απώλεσε τον πιο ισχυρό ηγέτη που είχε εδώ και πολλές δεκαετίες, τον πρώην πρωθυπουργό Σίνζο Αμπε, ενώ το ίδιο πρόκειται να συμβεί και στη Γερμανία, καθώς η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ έχει ανακοινώσει εδώ και καιρό πως δεν πρόκειται να διεκδικήσει μια πέμπτη θητεία στην καγκελαρία κατά τις ομοσπονδιακές εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου.
Την ίδια ώρα η Ρωσία βρίσκεται σε παρακμή και κατηγορεί τη Δύση, ειδικά τις ΗΠΑ, για τα προβλήματά της ενώ η διεθνής κοινότητα, στο σύνολό της, βρίσκεται αντιμέτωπη με τη χειρότερη κρίση που έχει κληθεί να αντιμετωπίσει μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τα παραπάνω θέλησαν να υπενθυμίσουν ο Ιαν Μπρέμερ και ο Κλιφ Κάπτσαν, ο ιδρυτής και ο πρόεδρος της Eurasia Group, με αφορμή τη δημοσίευση της καθιερωμένης ετήσιας έκθεσης αξιολόγησης κινδύνων της διεθνούς αυτής συμβουλευτικής εταιρείας.
Πριν από μερικούς μήνες αρκετοί ήταν εκείνοι που θεωρούσαν πως η πανδημία, παρά τα δεινά της, θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή για συνεργασία στη διεθνή σκηνή, όπως συνέβη σε γενικές γραμμές μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Αμφότερες, ωστόσο, αυτές οι καταστροφές ήταν μικρότερης κλίμακας σε σχέση με την τραγωδία της πανδημίας και έλαβαν χώρα ενόσω υφίστατο μια κοινώς, πάλι σε γενικές γραμμές, αποδεκτή τάξη πραγμάτων σε διεθνές επίπεδο ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ήταν «πολιτικά λειτουργικές», αναφέρουν στην έκθεση τους οι δύο αμερικανοί πολιτικοί επιστήμονες. Σήμερα η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική και, αν το 2020 πέρασε με τις κυβερνήσεις να προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της πανδημίας στη δημόσια υγεία, το 2021 θα αφορά κυρίως την οικονομία.
Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες σε περιόδους κρίσης ο κόσμος στρεφόταν προς τις ΗΠΑ, ούτως ώστε να προβεί σε κάποιες ασφαλείς προβλέψεις. Ωστόσο η κατεξοχήν υπερδύναμη των καιρών μας αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα στο εσωτερικό της – από την υψηλή ανεργία και την απουσία οικονομικών ευκαιριών έως τα ερωτήματα όσον αφορά τις δυνατότητες και τις αντοχές του Τζο Μπάιντεν, το μέλλον του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος αλλά και την ορθότητα του αμερικανικού πολιτικού μοντέλου.
«Η αξιοπιστία της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και η βιωσιμότητα της εσωτερικής τους πολιτικής θα δοκιμαστούν αυτήν τη χρονιά με πρωτοφανή τρόπο στη μεταπολεμική εποχή. Μια ρημαγμένη υπερδύναμη δεν μπορεί να επιστρέψει στο “business as usual” και όταν η πιο ισχυρή χώρα είναι τόσο διχασμένη, όλοι έχουν πρόβλημα», προειδοποιούν ο Ιαν Μπρέμερ και ο Κλιφ Κάπτσαν, προβλέποντας πως «παρά την οικονομική ανάκαμψη, η γεωπολιτική ύφεση θα ενταθεί».
Σύμφωνα, οπότε, με τη λίστα της Eurasia Group ο υπ’ αριθμόν 1 κίνδυνος για τη ανθρωπότητα κατά το 2021 είναι η προεδρία του Τζο Μπάιντεν, καθώς η ανάληψη των καθηκόντων του σε μερικές ημέρες θα σημάνει την έναρξη μιας περιόδου κατά την οποία οι μισοί Αμερικανοί θα βλέπουν τον πρόεδρό τους ακόμη και ως σφετεριστή της εξουσίας.
Ο Μπρέμερ και ο Κάπτσαν θεωρούν πως η ισχυρή βάση του Ντόναλντ Τραμπ και η διαίρεση των Αμερικανών θα καταστήσουν αναπόφευκτα επιφυλακτικούς τους εταίρους των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή, δεδομένου ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο έπειτα από μία τετραετία να εκλεγεί ένας άλλος πρόεδρος (αν όχι ο Ντόναλντ Τραμπ) του δόγματος «Πρώτα η Αμερική» και να ανατρέψει τις όποιες δεσμεύσεις αναλάβει ο Τζο Μπάιντεν κατά την προεδρία του.
Μεταξύ των δέκα Top Risks που αναλύονται στην έκθεση περιλαμβάνονται επίσης η συνεχιζόμενη πανδημία του κορονοïού και ο ολοένα δυσμενέστερος αντίκτυπός της, η κλιματική κρίση, η σινοαμερικανική αντιπαράθεση, οι κυβερνοπόλεμοι και ο διαμοιρασμός δεδομένων ενώ επισημαίνονται επίσης και ξεχωριστές απειλές σχετιζόμενες με τη Μέση Ανατολή, τη Λατινική Αμερική, την Ευρώπη αλλά και την Τουρκία.
Η αποχώρηση της Μέρκελ και η απομόνωση του Ερντογάν
Κύριος παράγοντας αστάθειας για την Ευρώπη κατά το 2021 πρόκειται να είναι αναμφίβολα η επικείμενη αποχώρηση της Ανγκελα Μέρκελ από την πολιτική, έπειτα από 15 χρόνια που κρατάει τα ηνία της Γερμανίας αλλά και της Ευρώπης, λέει η έκθεση. Και εξηγεί: Δίχως τη γερμανίδα καγκελάριο και τις εξαιρετικές διαπραγματευτικές ικανότητές της η Ευρωπαϊκή Ενωση θα δυσκολευτεί καταρχάς να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.
Στη διεθνή σκηνή, ο Μπρέμερ και ο Κάπτσαν εκτιμούν ότι, χωρίς την Μέρκελ να εκτελεί χρέη «ισχυρού και ουδέτερου διαπραγματευτή», οι επαφές και οι συνομιλίες για την εκτόνωση της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο θα καταστούν ιδιαίτερα δύσκολες ενώ υπάρχουν πολλές πιθανότητες η ΕΕ να υιοθετήσει πιο επιθετική στάση, καθώς η Γαλλία εξακολουθεί να πιέζει τους εταίρους της να δείξουν επιτέλους τα δόντια τους στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Οσον αφορά την Τουρκία, τα ισχυρά πλήγματα που δέχτηκε κατά την προηγούμενη χρονιά η τουρκική οικονομία αλλά και η ελλιπής αντιμετώπιση της πανδημίας θα αναγκάσει τον τούρκο πρόεδρο να κάνει ό,τι μπορεί για να κερδίσει τους εκατομμύρια πολίτες που πλέον δηλώνουν απογοητευμένοι με τον άνθρωπο που κρατάει τα ηνία της πατρίδας τους από το 2003.
Τι σημαίνει αυτό; Οτι θα εκδηλωθούν κοινωνικές αναταράξεις στην Τουρκία και οι κυβερνώντες θα αποπειραθούν να καταστείλουν την αντιπολίτευση ενώ ο Ερντογάν δεν θα διστάσει να εμπλέξει την πατρίδα του σε νέες περιπέτειες στη διεθνή σκηνή με στόχο να τονώσει τα εθνικιστικά αντανακλαστικά αλλά και να αποσπάσει την προσοχή των πολιτών από τα καθημερινά προβλήματά τους.
Ωστόσο, φέτος, ο τούρκος πρόεδρος δεν θα έχει στο πλευρό του τους συμμάχους του (τον Τραμπ και τη Μέρκελ) στη διεθνή σκηνή για να τον προστατέψουν από τις όποιες συνέπειες.
Ειδικά για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, στην έκθεση της Eurasia Group επισημαίνεται πως ο Ερντογάν θα συνεχίσει να συγκρούεται με την ΕΕ, κυρίως με τη Γαλλία, την Ελλάδα και την Κύπρο. Παρότι πέρυσι οι διπλωματικές προσπάθειες συνέβαλαν στο να αποτραπεί ένας πόλεμος με την Ελλάδα και τη Γαλλία στο Αιγαίο, φέτος, η κατάσταση αναμένεται να καταστεί ακόμη πιο εκρηκτική. Ενας ανοικτός πόλεμος θεωρείται απίθανος αλλά οι πιθανότητες πολεμικού επεισοδίου μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας ή Κύπρου είναι μεγάλες κατά την έκθεση.
Μετά την αποχώρηση της γερμανίδας καγκελαρίου, ο πιο ισχυρός ηγέτης της ΕΕ θα είναι ο πρόεδρος της Γαλλίας και το ότι ο Εμανουέλ Μακρόν περιφρονεί τον τούρκο ομόλογό του δεν αποτελεί μυστικό. Οι δύο τους συγκρούστηκαν ανοιχτά για τις πολιτικές της Τουρκίας στη Μεσόγειο, στη Λιβύη και στη Συρία και πιο πρόσφατα για τον ρόλο του Ισλάμ στην Ευρώπη. Ο Μπρέμερ κι ο Κάπτσαν προβλέπουν πως ο Μακρόν θα συνεχίσει να ασκεί ισχυρές πιέσεις για την επιβολή κυρώσεων στην Αγκυρα και μάλλον θα πετύχει τον στόχο του, εξέλιξη που αναπόφευκτα θα επιδεινώσει περαιτέρω τις διμερείς σχέσεις.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News