1382
Η Μαριάν Φέιθφουλ στο Λονδίνο το 1967. Τουλάχιστον όταν μιλάει για μόδα, ο κόσμος καλά θα κάνει να την ακούει | Michael Ward/Getty Images

Μαριάν Φέιθφουλ: «Ολα ήταν καλύτερα τη δεκαετία του 1960»

Protagon Team Protagon Team 12 Ιουλίου 2024, 19:52
Η Μαριάν Φέιθφουλ στο Λονδίνο το 1967. Τουλάχιστον όταν μιλάει για μόδα, ο κόσμος καλά θα κάνει να την ακούει
|Michael Ward/Getty Images

Μαριάν Φέιθφουλ: «Ολα ήταν καλύτερα τη δεκαετία του 1960»

Protagon Team Protagon Team 12 Ιουλίου 2024, 19:52

Η Μαριάν Φέιθφουλ, αγαπημένη της δεκαετίας του 1960, τραγουδίστρια ποτισμένη με ουίσκι και ναρκωτικά, επιζήσασα των εθισμών της και του χάους που ακολούθησε, «κατήγγειλε» πρόσφατα το στυλ των σημερινών μποέμ ως κακή απομίμηση των άγριων και ανέμελων ημερών που έζησε η ίδια στα νιάτα της.

Σεξ, τέχνη, μουσική, μόδα, όλα ήταν καλύτερα πριν από 60 χρόνια, σύμφωνα με τη Φέιθφουλ. Πόσο καλά όμως θυμάται τα πράγματα; Μήπως οι αναμνήσεις της την ξεγελούν; Η Telegraph αναλύει τα λεγόμενά της και τις εποχές και κάνει συγκρίσεις.

Σεξ

Η αναφορά στη σεξουαλική επανάσταση, το μεγάλο θέμα των 60’s, αξίζει να ξεκινήσει με την ειρωνική δήλωση του Φίλιπ Λάρκιν στο ποίημά του «Annus Mirabilis» (1967):

Η σεξουαλική επαφή άρχισε / Το χίλια εννιακόσια εξήντα τρία / (που ήταν μάλλον αργά για μένα) -/ Ανάμεσα στο τέλος της απαγόρευσης του «Τσάτερλι»*/ Και το πρώτο LP των Beatles**.

(*αναφορά στο μυθιστόρημα «Ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι» του Ντ. Χ. Λόρενς, ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας ερωτικής λογοτεχνίας, που αρχικά έγινε διάσημο εξαιτίας της απαγόρευσής του μέχρι το 1960

** Το πρώτο άλμπουμ των Beatles, «Please Please Me», κυκλοφόρησε το 1963)

Πέρα από κάθε πολιτιστική άποψη, το αντισυλληπτικό χάπι που κυκλοφόρησε το 1961 (και μέχρι το 1967 ήταν διαθέσιμο μόνο σε παντρεμένες γυναίκες) ήταν η μοναδική σημαντική συνεισφορά της Βρετανίας στη σεξουαλική απελευθέρωση, που καθόρισε την εποχή. Το αν είχε αντίκτυπο στην ποιότητα του σεξ είναι αμφισβητήσιμο, αν και πιθανότατα το χάπι βοήθησε τις περισσότερες Βρετανίδες να απαλλαγούν από το άγχος, σημειώνει η Telegraph.

Η Μαριάν Φέιθφουλ, ωστόσο, το απόλυτο «it girl» της λονδρέζικης κουλτούρας των σίξτις, ισχυρίστηκε ότι το σεξ ήταν πολύ καλύτερο τη δεκαετία του 1960 από ό,τι σήμερα. «Το σεξ ήταν επίσης πιο καυτό, πιο απωθημένο» έγραψε στον πρόλογο του νέου βιβλίου του Ντάρεν Κόφιλντ «Queens of Bohemia: And Οther Miss-fits».

Μη γνωρίζοντας τη σεξουαλική ζωή της 77χρονης ηθοποιού και μουσικού, είναι δύσκολο να πει κανείς αν η Φέιθφουλ έχει κάτι με το οποίο τη συγκρίνει. Δεν είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό να λες ότι το σεξ που έκανες στα 20 σου ήταν κορυφαίο, το καλύτερο της ζωής σου, παρατηρεί η Telegraph.

Ο ρόλος του σεξ στα 60’s είναι εμβληματικός για το πώς επαναξιολογείται η περίοδος. Το πρόβλημα που προκύπτει πάντα όταν κρίνουμε το μεγαλείο της σεξουαλικής δραστηριότητας εκείνης της εποχής είναι η διαφορά μεταξύ των εμπειριών της πλειονότητας των Βρετανών και εκείνων μιας μικροσκοπικής μειοψηφίας (που αριθμούν μόλις μερικές εκατοντάδες) οι οποίοι απολάμβαναν το είδος τής εξαιρετικά προνομιακής ζωής που έκανε η Φέιθφουλ στο Λονδίνο. Εκανε δίσκους, έπαιζε σε ταινίες και διασκέδαζε με τον Μικ Τζάγκερ στο διάσημο club του Σόχο «Bag ‘O Nails».

Από αριστερά, Αλέν Ντελόν, Μαριάν Φέιθφουλ και Μικ Τζάγκερ σε μια συνάντησή τους με τον σκηνοθέτη Τζακ Κάντιφ το 1967, για να συζητήσουν το φιλμ «Το Κορίτσι με τη Μοτοσικλέτα», στο οποίο θα πρωταγωνιστούσαν οι δύο πρώτοι (Express/Hulton Archive/Getty Images)

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ιδιαίτερα στο Λονδίνο, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960 ήταν μια περίοδος τεράστιας δημιουργικότητας, εξωστρέφειας και ζωντάνιας, που τροφοδοτήθηκε από την κοινωνική κινητικότητα του μεταπολεμικού baby boom. Αλλά για το μεγαλύτερο ποσοστό των Βρετανών εκείνη η εποχή ήταν εξίσου μονότονη και παραδοσιακή με τη δεκαετία του 1950 – κάτι που ίσχυε και για τις σεξουαλικές σχέσεις.

Οπως λέει ο Ντόμινικ Σάνμπρουκ στο βιβλίο του «White Heat: A History of Britain in the Swinging Sixties», «συχνά η αλλαγή ερχόταν αργά σε επαρχιακές πόλεις και σε αγροτικά χωριά… Πολλές από τις πιο γνωστές αλλαγές της περιόδου, όπως η εξέλιξη της τηλεόρασης, η εισαγωγή της μίνι φούστας ή η ανακάλυψη του χαπιού, προκάλεσαν σημαντική ανησυχία και θυμό σε ορισμένα τμήματα του πληθυσμού».

Το σεξ μπορεί να ήταν καλύτερο επειδή, κατά τη γνώμη της Φέιθφουλ, ήταν πιο «καταπιεσμένο», αλλά σήμερα αντιμετωπίζουμε το αντίθετο πρόβλημα. Το σεξ, χάρη στο διαδίκτυο, είναι διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας και σε άπειρη ποικιλία. Μια πρόσφατη έρευνα αποκάλυψε ότι τα επίπεδα σεξουαλικής ικανοποίησης έχουν επίσης αυξηθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, με το 56% να αναφέρει σωματική ικανοποίηση και το 51% συναισθηματική ικανοποίηση, αύξηση 21% και 12% αντίστοιχα σε σύγκριση με το 2006. Υπάρχει επίσης αύξηση 64% στον αριθμό των Βρετανών που αγοράζουν σεξουαλικά παιχνίδια, σε σχέση με το 2017. Οπότε η Φειθφουλ μπορεί να έχει δίκιο.

Μουσική

Οπως συμβαίνει με το σεξ, και η μουσική είναι θέμα προσωπικού γούστου. Πέρα από αυτό, υπάρχουν δύο τεράστιες διαφορές μεταξύ της δεκαετίας του 1960 και του σήμερα. Η πρώτη είναι ότι, αναμφισβήτητα, τότε πολυάριθμοι βρετανοί μουσικοί, όχι μόνο έγιναν διεθνείς πρεσβευτές του πολιτισμού της χώρας του, αλλά δημιούργησαν και μερικά από τα σπουδαία έργα τέχνης εκείνης της περιόδου.

Επηρεασμένα από παλαιότερα μουσικά είδη, από το μπλουζ και το πρώιμο ροκ-εν-ρολ μέχρι το βρετανικό μιούζικ χολ και τη φολκ, αλλά προσθέτοντας μια φρέσκια ματιά και διεισδυτική στιχουργία, όχι μόνο οι Beatles, αλλά και δεκάδες άλλα σπουδαία συγκροτήματα, όπως οι Kinks και οι The Who, οδήγησαν σε μια γνήσια ποπ αναγέννηση που είχε πιο διαρκή αντίκτυπο από οποιαδήποτε άλλη δημιουργική κίνηση εκείνης της εποχής. Σήμερα η Βρετανία κατέχει επίσης σημαντικό αριθμό διεθνών σούπερ σταρ, όπως η Αντέλ και ο Εντ Σίραν, δεν αποτελούν ωστόσο μέρος κάποιου τολμηρού, καινοτόμου κινήματος.

Οταν η Φέιθφουλ μιλάει για μποέμ, αναφέρεται λιγότερο σε αυτούς τους μουσικούς και περισσότερο σε όσους βρίσκονται στο περιθώριο της σκηνής, τους avant garde καλλιτέχνες και συγγραφείς που φλέρταραν με φιγούρες όπως ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ και ο Μικ Τζάγκερ. Τα ψυχεδελικά κλαμπ των 60’s, όπως το «UFO», επιτελούσαν ακριβώς την ίδια λειτουργία με τα σημερινά pop-up clubs, δίνοντας στους νέους την ευκαιρία να χάσουν για λίγες ώρες τα μυαλά τους. Αλλά δεν ήταν πιο μποέμ ή πιο πειραματικά από τα κλαμπ που κυριαρχούσαν τις δεκαετίες του 1990 και του 2000.

Ωστόσο η άλλη μεγάλη διαφορά μεταξύ του τότε και του τώρα, σημειώνει η Telegraph, είναι ότι η μουσική παίζει λιγότερο σημαντικό ρόλο στις ζωές των ανθρώπων, μια τάση που αντικατοπτρίζεται στην ολοκληρωτική παρουσία των μουσικών εταιρειών, κάτι που βρίσκουν κακόγουστο οι νοσταλγοί των 60’s. Το αν η μουσική ήταν «καλύτερη» τη δεκαετία του 1960 –όπως το σεξ– εξαρτάται από τα κριτήρια που θέτει κανείς. Σίγουρα, όμως, είχε μεγαλύτερη σημασία τότε, υπογραμμίζει η Telegraph.

Μόδα

Τέλος, όταν η Μαριάν Φέιθφουλ μιλάει για μόδα, ο κόσμος καλά θα κάνει να την ακούει γιατί ξέρει για τι πράγμα μιλάει. Οπως και η Τζέιν Μπίρκιν, η Φέιθφουλ ήταν αυτό το σπάνιο πράγμα: μια αληθινά αυθεντική γυναίκα, με ξεχωριστό και μοναδικό στιλ, το οποίο μάλιστα επιτεύχθηκε χωρίς τη βοήθεια κάποιου προσωπικού στυλίστα – αυτό το μοντέρνο «εξάρτημα» χωρίς το οποίο οι περισσότεροι από τους σημερινούς διάσημους και επιτυχημένους θα φαίνονταν πολύ χειρότεροι από ό,τι είναι…

Το στιλ της Φέιθφουλ, λοιπόν, ήταν έμφυτο. Εριχνε πάνω της αξεσουάρ με την ίδια άγρια ​​αδιαφορία που χαρακτήριζε την υπόλοιπη ζωή της, προσθέτοντας μεγάλα γυαλιά ηλίου και ένα πουπουλένιο μπόα σε ένα σακάκι (ραμμένο ειδικά για εκείνη) ή φορώντας ένα πλατύγυρο καπέλο με πουκάμισο με βολάν και βραδινό παντελόνι.

«Για τον κόσμο, γενικά, τα λυτά μαλλιά και η μίνι φούστα της είναι η αντισυμβατική επιτομή της γενιάς των ναρκωτικών, την οποία και δεν μπορούν να καταλάβουν» είχε γράψει για εκείνη ένας βρετανός δημοσιογράφος το 1967. Περισσότερα από 50 χρόνια αργότερα, η Μάριαν Φέιθφουλ εξακολουθεί να εμπνέει τα «it girls», νέα και παλιά, όπως η Κέιτ Μος, η Αλέξα Τσανγκ και η Ζόε Κράβιτς.

Στις μέρες μας οι ανησυχίες για τη βιωσιμότητα οδήγησαν σε έκρηξη της αγοράς μεταπώλησης ειδών πολυτελείας, και σχετικές ιστοσελίδες όπως οι Depop και Vinted έχουν την εύνοια της γενιάς Z, που διαθέτει περιορισμένο εισόδημα. Αλλά ακόμα κι αν δεν υπήρχε η αναγέννηση των vintage ρούχων που ζούμε αυτή την εποχή, θα ήταν μάταιο να υποστηρίξουμε ότι η σημερινή μποέμ μόδα είναι ανώτερη από την αυθεντική εκδοχή της, της δεκαετίας του 1960.

Ακόμη και οι σχεδιαστές που ηγούνται της αναβίωσης του «boho», όπως η Τσεμίνα Καμάλι, καλλιτεχνική διευθύντρια του οίκου Chloé, θα παραδεχτούν κατά πάσα πιθανότητα ότι εμπνέονται από κομμάτια αρχείου από την αρχική, την αυθεντική μποέμ περίοδο. Σε πρακτικό επίπεδο, δε, τα ρούχα και τα αξεσουάρ της δεκαετίας του 1960 ήταν καλύτερης ποιότητας.

Δεν υπήρχαν τότε μάρκες γρήγορης μόδας που έβγαζαν ζώνες, μπλούζες και γιλέκα με καρφιά «boho-on-a-budget» για 9,99 λίρες (11,79 ευρώ). Αλλά πάνω και από αυτό, η μποέμ μόδα ήταν ένα πιστό προϊόν της εποχής της, τονίζει η Telegraph. Τα χρώματα, τα σχέδια και οι εκκεντρικότητές της αντανακλούσαν την ελευθερία της εποχής.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...