Σε ηλικία τριών ετών πάτησα πρώτη φορά το πόδι μου στον πάγο. Με αυστριακή μαμά, το πατινάζ ανέκαθεν μού φαινόταν κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Στο μυαλό μου είχε πάντα μια ιδιαίτερη θέση, με ενθουσίαζε, με χαροποιούσε σαν να υπήρχε στο DNA μου. Τα πρώτα βήματα πάνω στον πάγο τα έκανα με τις παιδικές διπλές λάμες που εφαρμόζουν πάνω από τα παπούτσια οι οποίες σύντομα αντικαταστάθηκαν από παγοπέδιλα. Στα πέντε μου ξεκίνησα προπόνηση καλλιτεχνικού πατινάζ με την Καρόλα, την αυστηρή γερμανίδα προπονήτριά μου, στο αγαπημένο παγοδρόμιο του Μοσχάτου (που δεν υπάρχει πια) και σιγά-σιγά οι φιγούρες και ο χορός στον πάγο μπήκαν στη ζωή μου – με τις απαιτούμενες γλίστρες, τούμπες, πτώσεις και μώλωπες φυσικά, για να μην ξεχνιόμαστε.
Πρόκειται για ένα άθλημα αρκετά απαιτητικό -και ιδιαίτερα σκληρό όταν πρόκειται για πρωταθλητισμό- που ισορροπεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στην πειθαρχία, τον χορό και τη μουσική και το οποίο παρά τις δυσκολίες του συνοδεύεται από ένα απίστευτο αίσθημα ελευθερίας. Και φυσικά το θέαμα. Και τι θέαμα! Με τα εντυπωσιακά, θεατρικά και άκρως αποκαλυπτικά κοστούμια σε έντονα χρώματα που στραφταλίζουν στην κίνηση, καθηλώνουν το κοινό και σκορπούν ευφορία.
Η ανάγκη του ανθρώπου να κατακτήσει τον πάγο δεν είναι καινούργια. Ανασκαφές στην Σκανδιναβία το 2007 είχαν φέρει στο φως αρχαία παγοπέδιλα κατασκευασμένα από οστά βοοειδών και αλόγων τα οποία χρονολογούνται γύρω στο 3.000 π.Χ.
Μπορεί στις μέρες μας η παρακολούθηση καλλιτεχνικού πατινάζ στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων ή άλλων διοργανώσεων να θυμίζει υπερπαραγωγή, η αλήθεια είναι όμως ότι τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι.
Από το… πουλόβερ στην υπερπαραγωγή
To καλλιτεχνικό πατινάζ εντάχθηκε στα ολυμπιακά αθλήματα το 1908 στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου. To 1924 όταν πέρασε στα χειμερινά αθλήματα κατά τους πρώτους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σαμονί, στη Γαλλία, οι αθλητές του πατινάζ ντύνονταν περισσότερο για τις χαμηλές θερμοκρασίες παρά για τη δόξα. Μέχρι τότε βέβαια, οι πίστες ήταν υπαίθριες, γεγονός που σημαίνει ότι οι αθλητές όφειλαν να ντύνονται ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες. Συγκεκριμένα, οι γυναίκες φορούσαν φούστες κάτω από το γόνατο και ζεστά πουλόβερ, πανωφόρια και σκούφους. Το ντύσιμό τους παρέπεμπε σε μια απλή καθημερινή εμφάνιση.
Τις εντυπώσεις, ωστόσο, παρά τις πολικές θερμοκρασίες κατάφερε να κερδίσει η αυστριακή Χέρμα Ζαμπό -μετέπειτα χρυσή ολυμπιονίκης- η οποία ήταν η πρώτη γυναίκα αθλήτρια που ανέβασε τον… ποδόγυρο πάνω από το γόνατο. Και δεν ήταν μόνο αισθητικό το ζήτημα, καθώς οι αθλήτριες αποζητούσαν την άνεση για την εκτέλεση δύσκολων αλμάτων αλλά και την ανάδειξη των εντυπωσιακών τους κινήσεων που μέχρι τότε έκρυβαν τα βαριά ρούχα.
Την αίγλη στον πάγο λίγο αργότερα τής έκλεψε η νεαρή, ταλαντούχα και χαριτωμένη Σόνια Χένι από τη Νορβηγία, η οποία έδωσε μία πιο… θεατρική νότα στον πάγο. Έπειτα από αλλεπάλληλες επιτυχίες σε παγκόσμιες διοργανώσεις και τρία χρυσά ολυμπιακά μετάλλια, η Σόνια με ένα τριπλό άξελ βρέθηκε στα στούντιο της Twentieth Century-Fox, πρωταγωνιστώντας σε ταινίες που αποδείχτηκαν χρυσωρυχείο τόσο για την ίδια όσο και για τα φημισμένα κινηματογραφικά στούντιο. Στις ταινίες, η ίδια πατινάρει ως κλασική σταρ, με ευφάνταστα κοστούμια γεμάτα στρας και φτερά, χαράσσοντας έτσι κατά κάποιο τρόπο το ενδυματολογικό μέλλον του πάγου.
Ωστόσο, εκτός κινηματογράφου, τα κοστούμια των πατινέρ εξακολουθούν να είναι απλά. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου άλλωστε οι ελλείψεις σε υφάσματα -και όχι μόνο- είχαν οδηγήσει τους αθλητές στην επιλογή απλών ενδυμάτων με λιγότερο ύφασμα. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’50 και του ’60 πάλι δημιουργήθηκε μια τάση για κλειστό λαιμό και κοντό φουστάκι σε γραμμή Α.
Στα 70’s το ντεκολτέ άρχισε να κατεβαίνει, το φουστάκι να ανεβαίνει ακόμα πιο ψηλά και τα διακοσμημένα υφάσματα με πούλιες και στρας να κάνουν την εμφάνισή τους χαρίζοντας στον πάγο μια πιο… ντίσκο διάθεση, που άγγιζε πολλές φορές τα όρια του κιτς. Μερικά χρόνια αργότερα, με την τεχνολογία στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας να εξελίσσεται και να γεννά τις συνθετικές ίνες, τα «θαυματουργά» ελαστικά υφάσματα κάνουν την εμφάνισή τους. Αυτά, σε συνδυασμό με τα αέρινα σιφόν και την «ενισχυμένη» απαστράπτουσα διακόσμηση έκαναν τη διαφορά, απογειώνοντας το τελικό αποτέλεσμα, το οποίο αγκάλιαζε κυριολεκτικά το σώμα των πατινέρ και προσέφερε μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων.
Μέχρι τη δεκαετία του ’80 τα περισσότερα κοστούμια για πατινάζ ήταν «σπιτικά»: σε πολλές περιπτώσεις, ράβονταν από τις μαμάδες των αθλητριών. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και αυτό της αμερικανής Πέγκι Φλέμινγκ, η οποία χάρη στις τρομερές της επιδόσεις και το χαρακτηριστικό πράσινο φορεματάκι της κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Γκρενόμπλ το 1968.
Ως γνωστόν – όπως συμβαίνει στα περισσότερα αθλήματα – υπάρχουν συγκεκριμένοι κανονισμοί που οι αθλητές οφείλουν να τηρούν και αφορούν την συμπεριφορά αλλά και την ενδυμασία τους. Στην περίπτωση του καλλιτεχνικού πατινάζ, το σίγουρο είναι ότι οποιεσδήποτε ασάφειες υπήρχαν μέχρι το 1988 ως προς το ενδυματολογικό κομμάτι, το έλυσε η γερμανίδα Κατερίνα (ή Κάτι) Βιτ μια και καλή, έπειτα από την «σκανδαλώδη» όπως είχε χαρακτηριστεί η εμφάνισή της στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Κάλγκαρι, στον Καναδά. H εκρηκτική ολυμπιονίκης Κάτι από την Ανατολική Γερμανία, είχε εμφανιστεί με ένα αρκετά τολμηρό για την εποχή μπλε κοστούμι χωρίς… φούστα αλλά με ψηλά κοψίματα στους γοφούς, φτερά και κρυστάλλους που παρέπεμπε σε αρτίστα καμπαρέ, αφήνοντας άναυδους κοινό και κριτές. Η κίνηση αυτή της Βιτ υποχρέωσε την Παγκόσμια Ομοσπονδία Παγοδρομιών (ISU) να αλλάξει τον κανονισμό του dress code στον πάγο, υποχρεώνοντας τις αθλήτριες να διατηρούν μια συντηρητική εμφάνιση με καλυμμένους γοφούς και οπίσθια, γνωστός και ως «The Katarina Rule».
Ντεφιλέ στον πάγο
Κατά τη διάρκεια των nineties, ο πάγος απέκτησε ακόμα περισσότερη λάμψη. Τα ρούχα κυρίως των αθλητριών πλημμύρισαν με ακόμα περισσότερους κρυστάλλους και το ύφος των κοστουμιών ήταν ικανό να αποθεώσει ή να… σκοτώσει τις καλλιτεχνικές επιδόσεις τους. Πέρα από τον αθλητικό ανταγωνισμό παρατηρείται έντονος και ο ενδυματολογικός ανταγωνισμός. Το να φορούν homemade κοστούμια φάνταζε πλέον αδιανόητο, ενώ γνωστοί σχεδιαστές μόδας άρχισαν να «μπαίνουν» στην παγοπίστα αντλώντας έμπνευση από το ταμπεραμέντο των αθλητριών και τις χορογραφίες τους και εκτινάσσοντας παράλληλα την τιμή των «αθλητικών» ενδυμάτων τους στα ύψη.
Χαρακτηριστική ήταν η εκκεντρική «πουπουλένια» haute couture εμφάνιση της στιλιστικά πρωτοπόρου Σούρια Μποναλί στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992 της Άλμπερτβιλ δια χειρός Christian Lacroix. Ακολούθησε η Αμερικανίδα Νάνσι Κέριγκαν με κίτρινη δημιουργία Vera Wang με έντονο κεντημένο μπούστο το 1994 στους Ολυμπιακούς του Λιλεχάμερ στη Νορβηγία. Η Wang άλλωστε δεν ασχολήθηκε τυχαία με κοστούμια του καλλιτεχνικού πατινάζ, καθώς κάποτε τα… φορούσε και η ίδια. Ως παιδί είχε ασχοληθεί με το άθλημα και μάλιστα οραματιζόταν ένα χρυσό μετάλλιο. Στη πορεία το χρυσό στο πατινάζ έγινε χρυσό στο σχέδιο, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν της στέρησε την αναγνώρισή της το 2009 από το αμερικανικό Figure Skating Hall of Fame, ως προς την μακρά (σχεδιαστική) συμβολή της στο καλλιτεχνικό πατινάζ.
Το 2003 ο κανονισμός που υποχρέωνε τις αθλήτριες να φορούν φούστα αφαιρέθηκε από την ISU και έκτοτε οι γυναίκες έχουν πλέον την ελευθερία να επιλέξουν κάτι άλλο από το κλασικό φορεματάκι που παραπέμπει αυτομάτως σε κοστούμι καλλιτεχνικού πατινάζ, επιλέγοντας π.χ. μια ολόσωμη φόρμα – παρά το γεγονός ότι κατά το παρελθόν τέτοιες επιλογές είχαν επίσης παρατηρηθεί αλλά χωρίς την «ευχή» της ομοσπονδίας.
Από το 2010 και έπειτα η διαφάνεια στο χρώμα του δέρματος προστέθηκε στα εντυπωσιακά κοστούμια. Τα ελαστικά υφάσματα εκσυγχρονίστηκαν ακόμη περισσότερο με αποτέλεσμα να «αναπνέουν» και να είναι πλέον ένα με το σώμα των πατινέρ, ενώ η τσαχπινιά της διαφάνειας άνοιξε νέους σχεδιαστικούς δρόμους που μέχρι τότε έμοιαζαν αδύνατοι σε ένα τόσο απαιτητικό άθλημα με ρούχα που απαιτούν υπερβολική αντοχή.
Το 2014 η Γιαπωνέζα Ακίκο Σουζούκι στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων του Σότσι εντυπωσίασε φορώντας ένα φαινομενικά στράπλες κόκκινο φορεματάκι, χάρη στη διαφάνεια που είχε στο επάνω μέρος του, το οποίο ήταν επίσης κεντημένο με κρυστάλλους ώστε να χαρίζει την ψευδαίσθηση ενός περιδέραιου.
Ενδυματολογικές «δυσλειτουργίες»
Τα στιλιστικά ευτράπελα στον πάγο ωστόσο δεν λείπουν. Μόνο φέτος στους Ολυμπιακούς της Πιονγκτσάνγκ, στη Νότια Κορέα, καταγράφηκαν δύο τέτοια περιστατικά «δυσλειτουργίας», τα οποία έκαναν τα δευτερόλεπτα στον πάγο να κυλούν σαν αιώνες στην κόλαση.
Το ένα της, ελληνικής καταγωγής, γαλλίδας αθλήτριας Γκαμπριέλα Παπαδάκις, όταν ξαφνικά το πράσινο κοστούμι της άνοιξε αποκαλύπτοντας το στήθος της. Η ίδια και ο παρτενέρ της, Γκιγιόμ Σιζερόν, ωστόσο συνέχισαν κανονικά τη λάτιν χορογραφία τους, με την ίδια να καταβάλλει προσπάθεια για να κρατήσει το φόρεμά της στη θέση του. Όπως αποκάλυψε αργότερα, «ο χειρότερος εφιάλτης μου έγινε πραγματικότητα στους Ολυμπιακούς Αγώνες».
Νωρίτερα, και η νοτιοκορεάτισα Γιούρα Μιν είχε ένα ατύχημα όταν το κοστούμι της ξεκουμπώθηκε. «Σκέφτηκα, ωχ όχι! Αν ξεκουμπώθηκε αυτό μπορεί να πέσει όλο το φόρεμα. Ήμουν τρομοκρατημένη» δήλωσε η ίδια αργότερα.
Με τις απαιτήσεις, τεχνικές και στιλιστικές, να αυξάνονται διαρκώς και την τεχνολογία να επιτρέπει στους κριτές να εντοπίζουν με ανατριχιαστική λεπτομέρεια τυχόν ατέλειες, o πήχης για τους αθλητές με την πάροδο των ετών φαίνεται να ανεβαίνει ακόμα πιο ψηλά. Σκληρή προπόνηση, στερήσεις, τραυματισμοί, αποτυχίες, επιτυχίες, δόξα, λάμψη, γκλίτερ, σόου. To μόνο σίγουρο είναι ότι όσο εύκολα γλιστρούν οι πατινέρ στον πάγο -ή τουλάχιστον έτσι δείχνουν-, τόσο δύσκολα μπορεί κανείς να πάρει τα μάτια του από πάνω τους…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News